ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Άντρας, μόνος, πρώτη φορά σε οίκο ανοχής

Παρθένος ετών 15 1/2 ψάχνει να "ξεφορτωθεί" την ρετσινιά. Με τον εντελώς κλισέ τρόπο

Ποτέ δεν ξεχνάς την  πρώτη φορά. Ειδικά όταν αυτή είναι  με μια κουρασμένη Αλβανικής καταγωγής  ιερόδουλη, στο τέλος της βάρδιας  της. Ναι, δεν ήταν πολύ συναισθηματική εμπειρία. Πάντως, αξέχαστη, μου έμεινε σίγουρα.

Ποτέ δεν ρώτησα το όνομά της. Ίσως αυτό να είχε προσθέσει μια  “επίστρωση” συναισθήματος στην πιο κλινική σεξουαλική εμπειρία της ζωής μου. Κάτι σαν ‘επέμβαση αφαίρεσης καλοήθους παρθενιάς’. Το μόνο που θυμάμαι πλέον είναι ότι ‘χειρούργος’ ήταν μια 30άρα μελαχρινή, μετρίου αναστήματος, με μελαγχολικά πράσινα μάτια και αυταρχικά, σπαστά ελληνικά.

Εννοείται ότι, στα 15 1/2 μου, τότε στην προϊστορική (σ.σ. χωρίς ίντερνετ) εποχή των αρχών των 90s, δεν περνούσαν από το μυαλό μου ερωτήματα όπως ‘πως ήρθε αυτή ως εδώ;’ και ‘ποιος την αναγκάζει και πως (ξυλοδαρμός, ναρκωτικά, κρατημένο διαβατήριο κτλ) να κάνει αυτό που κάνει;’ . Εγώ το μόνο που ήθελα (έλλειψη πρόθυμης μόνιμης γκόμενας) ήταν να πηδήξω.

Και να τελειώνω μια ώρα  αρχύτερα με αυτή την μπουρδελο-ιστορία.

Η θεία Βούλα και  η μπουρδελό-τσαρκα σόλο

Προφανώς και δεν είχα τους όρχεις να κατέβω μόνος μου στην Φυλής και να διαλέξω ποια προτιμάω. Απλά έτσι το έφεραν οι συνθήκες.

Βλέπεις η παρέα μου  από το σχολείο είχε κανονίσει να πάει μια εβδομάδα πριν, εγώ δεν μπορούσα με τίποτα να αποφύγω μια βλαμμένη οικογενειακή υποχρέωση (‘καταραμένη θεία Βούλα και τα γενέθλιά σου’) και είχα βαρεθεί να τους ακούω επί επτά μέρες να κορδώνονται για το πόσο ‘φοβερή εμπειρία’ ήταν.

Καθώς επίσης και να με χαστουκίζουν (λεκτικά) ανελέητα για το ότι είχα μείνει ο τελευταίος παρθένος του Β2 τμήματος του 1 γυμνασίου Καλλιθέας.

 

Το τυχερό λαχείο και ο βρώμικος νεροχύτης

Ήταν απόγευμα Δευτέρας και ντάλα καλοκαίρι, οπότε εντός του -λουσμένου με ροζ φώτα- σαλονιού δεν είχε πολύ κίνηση. Όταν δηλαδή βγήκε με το καλό η τσατσά με τον τσιγαρόβηχα για να αναγγείλει πως ‘το κορίτσι τα κάνει όλα και τα κάνει καλά’, ήμουν εγώ και ένας 60άρης λαχειοπώλης. Αλλιώς μάλλον θα είχα σηκωθεί να φύγω τρέχοντας.

Μάλιστα, δεν ξέρω γιατί, αλλά το θεώρησα και γούρι να αγοράσω και μια πεντάδα Λαϊκού. Η οποία και κέρδισε κάτι ψιλά στο λήγοντα, οπότε μου ήρθε μια η άλλη το πήδημα.

Η Μαρία με τον βραζιλιάνικο κώλο, με την οποία είχαν πάει όλοι οι υπόλοιποι, είχε ρεπό εκείνο το βράδυ. Αλλά η αντικαταστάτρια της, η μελαχρινή που λέγαμε, μια χαρά μου έκανε κούκου.

 

Έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μου πάντα τον φόβο ότι μπορεί να μπουκάρει από την πόρτα κανένας δίμετρος και να είναι τελικά άλλη η παρθενιά που θα κατέληγα να χάσω.

Η  κοπέλα ήρθε πάνω στο τρίλεπτο (αφού είχε τακτοποιήσει τον λαχειοπώλη), με κοίταξε με τα νεκρά μάτια κάποιου παραδομένου στην μοίρα του (σ.σ. κάτι που καταλαβαίνω τώρα, γιατί τότε, απλά κοιτούσα το στήθος της), της είπα ότι είναι η πρώτη μου φορά (μπας και φιλοτιμηθεί να προσπαθήσει περισσότερο) και ξεκινήσαμε τον ‘μαραθώνιο σεξ’ διάρκειας πέντε λεπτών που κράτησε όλη η ιστορία.

Πέρα από την επιδεξιότητα με την οποία μου φόρεσε το προφυλακτικό, δεν θυμάμαι κάτι ιδιαίτερο. Εκτός  από το ‘σιγά που σε πόνεσα’  που βρήκα το θάρρος να της πετάξω, όταν τα ψεύτικα μουγκρητά της -ενώ βρισκόμουν από πίσω της- με έκαναν να αισθανθώ ακόμη πιο γελοίος.

Και ότι έφυγα χωρίς  να πλυθώ στον εντός του δωματίου ‘κάποτε ήμουν λευκός’ νεροχύτης. Τον οποίο και έβλεπα σποραδικά  σε εφιάλτες τις επόμενες εβδομάδες.

Στο τέλος γελάει ο παρθένος

Ουσιαστικά αυτό που έκανε  αξέχαστη την πρώτη μου φορά, συνέβη δυο εβδομάδες μετά.

Όταν, έχοντας πάει όλοι μαζί διακοπές στην Ίο, βρεθήκαμε με τον Θοδωρή, ένα παιδί με τον οποίο κάναμε παρέα όταν βρισκόμαστε στο Εκβους, ένα μπιλιαρδάδικο πάνω στην Θησεώς στην Καλλιθέα.

Εκείνος, δυο χρόνια μεγαλύτερος, είχε οργώσει πάνω κάτω την Φυλής. Οπότε, όταν οι υπόλοιποι άρχισαν  να του μιλάνε για την Μαρία  και τον κώλο της, εκείνος –αφού κόμπιασε- τους είπε πως ήταν τραβεστί. Γκαραντί και επιβεβαιωμένο, με βαφτιστικό όνομα το Μανούσος.

Ναι, η πρώτη μου φορά ήταν άθλια.

Αλλά τουλάχιστον ήταν με γυναίκα.