PUBLI

Μια βραδιά στο ΟΑΚΑ με αντίπαλο τον Ζοτς

Πώς είναι να συναντάς ξανά τον μεγάλο μπασκετικό έρωτα της ζωής σου-- και να τον κερδίζεις σε ένα ματς ζωής και θανάτου.

Άρχισα να κατεβαίνω όσο μπορούσα πιο κάτω. Όρθιος. Σε όλη τη διάρκεια του ματς δεν υπήρχε άνθρωπος γύρω μου καθιστός, παρακολουθήσαμε όλοι σα να επρόκειτο για συναυλία στην οποία έχεις σπρώξει κι έχεις στριμωχτεί για να φτάσεις στο κάγκελο. Όταν βγήκε ο ροκ σταρ στη σκηνή σείστηκε το στάδιο από το χειροκρότημα και τα ουρλιαχτά και τα συνθήματα.

Ήταν όμως λίγο σα να βλέπεις την σόλο περιοδεία του frontman μιας αγαπημένης σου μπάντας. Εσύ δίνεις τα πάντα χειροκροτώντας τον, όμως κάπου βαθιά μέσα αναγνωρίζεις ακόμα και πάνω στην έκσταση πως είστε εκεί για διαφορετικούς λόγους. Θέλετε άλλα πράγματα. Εκείνος είναι σε μια άλλη φάση της καριέρας του, έχει προχωρήσει. Εσύ τον χειροκροτάς για κάτι αγαπημένο που σου χάρισε στο παρελθόν. Ναι, η στιγμή είναι υπέροχη, εσύ αποθεώνεις, εκείνος το απολαμβάνει, όλοι είμαστε συγκινημένοι, η ενέργεια είναι φανταστική.

Όμως ύστερα αρχίζει να τραγουδάει και θυμάσαι πως αυτά τα σόλο κομμάτια που παίζει και τα οποία ούτε πολυξέρεις ούτε πολυαγαπάς, δεν είναι όντως ο λόγος που είσαι εκεί.

Εσύ θες τα παλιά.

***

Για τον ντε φάκτο κομπάρσο της βραδιάς, Φραγκίσκο Αλβέρτη (αυτόν που έτυχε να προπονεί την γηπεδούχο ομάδα, ξέρεις, αυτήν που κέρδισε με 9 πόντους;) θα πρέπει να ήταν πολύ περίεργη βραδιά, αλλά από την άλλη για όλους μας ήταν. Η συνήθεια του να αναγνωρίζεις στο πρόσωπο του Ομπράντοβιτς έναν ηγέτη το έκανε λιγότερο αμήχανο αυτό που συνέβαινε, αλλά και πάλι.

Η είσοδός του στο γήπεδο είχε αποτέλεσμα μια εκκωφαντική αντίδραση από τον κόσμο στην εξέδρα και ο Ομπράντοβιτς, που παραδοσιακά μου έδινε την εντύπωση ανθρώπου που δεν πολυγούσταρε αυτά τα πολύ συναισθηματικά, χαιρέτησε σα να ήταν ο μεγάλος σταρ ομάδας σε παρουσίαση του ΝΒΑ (και δικαίως) και πήρε τη θέση του στον πάγκο. Στον άλλο πάγκο. Στο σωστό πάγκο. Στο λάθος πάγκο. Σε έναν πάγκο τελοσπάντων. Δεν έμοιαζε να έχει πολλή σημασία. Σε όλη τη διάρκεια του αγώνα ο κόσμος χειροκροτούσε αυτόν και γιούχαρε την ομάδα του. Στους πάγκους υπήρχαν ο Ομπράντοβιτς και ο Αλβέρτης, ήταν εύκολο να φανταστείς πως δεν έπαιζαν αντίπαλοι. Ο Παναθηναϊκός δεν είχε καν κανονικό προπονητή.

Επειδή, α ναι, απέλυσε αυτόν που είχε πριν λίγες μέρες. Ο Πεδουλάκης στον ενάμιση χρόνο στον Παναθηναϊκό ολοκλήρωσε 4 διοργανώσεις, κατακτώντας 3 από αυτές και φτάνοντας μια τρίχα από την πρόκριση στο περσινό Final 4, κάτι εμφανώς πέραν των δυνατοτήτων μιας ομάδας σε χτίσιμο εκ του μηδενός. Φέτος βρισκόταν μές στη διεκδίκηση των άλλων 2 που απέμεναν. (Και για μπόνους είχε ένα εκπληκτικό ρεκόρ απέναντι στον Ολυμπιακό.) Γενικά δεν τα λες και άσχημα. Το πρόβλημα ήταν ότι έπαιζε άσχημα, αλλά στην πραγματικότητα το πρόβλημα είναι ότι δεν ήταν Ζοτς.

Αυτή η απόλυση του τίμιου Άρτζι ήρθε σε ένα χρονικό σημείο της σεζόν όπου υπήρξε η αφορμή (μια ζημιογόνος αλλά όχι καταστροφική ήττα από μια άθλια ομάδα, εντός έδρας, και ως γνωστόν στην Ελλάδα απαγορεύεται να χάνεις) αλλά δεν υπήρχε ακριβώς αιτία. Το τι θα επιφέρει στη σεζόν της ομάδας μένει να το δούμε, όμως το άμεσο αποτέλεσμα ήταν να απελευθερώσει το κοινό αίσθημα για την επιστροφή Ζοτς. Κάθε εκδήλωση λατρείας προς το πρόσωπο του Ομπράντοβιτς θα ερχόταν με την ελάχιστη συγκράτηση της αναγνώρισης πως και η δική μας ομάδα έχει προπονητή, νά’τος, εκεί είναι, έχει κερδίσει 3 κούπες, έχει σκουπίσει τον Ολυμπιακό, έχει αναλάβει τον δυσθεώρητο άθλο να συνεχίσει τη μεγαλύτερη δυναστεία του Ευρωπαϊκού μπάσκετ και δεν τα πάει και άσχημα. Πόσο να αδειάσεις συναισθηματικά στο πρόσωπο της πρώην όταν έχεις νυν, όταν ‘δουλεύεις τη σχέση’;

Ε, ‘νυν’ δεν υπάρχει πια, οπότε κάθε κομμάτι αγάπης προς τον πρώην προπονητή εκφράστηκε δίχως αναστολές. “Γύρισες στο σπίτι σου Ζέλικο θεέ” και τα σχετικά.

Στο ημίχρονο ο κόουτς της μεγάλης δυναστείας βραβεύτηκε από τον Παναθηναϊκό, προσφέροντας ως ανταπόδοση αγάπης και αναγνώρισης λίγα συγκινημένα λόγια στα Ελληνικά, και ξέρουμε πως η στιγμή ήταν ειλικρινής και σημαντική, γιατί δε μιλάει ποτέ Ελληνικά. Το γήπεδο σχεδόν πέφτει από την ένταση της αποθέωσης. Το παραδοσιακό “Ομπράντοβιιιιτς πέρο περό πομ πέρο περό” καταπνίγεται μόνο από το σύνθημα “φέρτον πάλι πίσω Γιαννα-ΚΟ-ΠΟΥΛΕ”, και είναι μόνο όταν σβήνει κι εκείνο που μια μερίδα οπαδών ξεκινά ένα δειλό, σχεδόν ενοχικό “Φραααααγκίσκος Αλβέεεεεερτηηηηης” για 10 περίπου δευτερόλεπτα. Ο μπροστινός γυρνάει στον διπλανό του και αρχίζει να γελάει.

Όχι για τον Αλβέρτη φυσικά, αλλά για την ενοχή.

***

Το παιχνίδι ήταν περίεργο, σχεδόν σαν υστερόγραφο, το οποίο είναι περίεργο αν αναλογιστείς τη σημασία του. Υπήρχαν ουκ ολίγες “σκέψου να μας αποκλείσει ο Ζοτς” συζητήσεις, που όμως νιώθω ελάχιστοι έπαιρναν όντως στα σοβαρά. Λες και ο Ομπράντοβιτς δε θα το έκανε ποτέ αυτό, δε θα ερχόταν ποτέ στο σπίτι μας (“στο σπίτι του”!) για να κάνει ζημιά στον Παναθηναϊκό. Από το πανό “The King is Back” πριν το τζάμπολ ως την αποθέωση (μεγαλύτερη από εκείνη που έλαβε η ομάδα, που μόλις είχε κερδίσει σημειωτέον) μετά το σφύριγμα της λήξης, η βραδιά έμοιαζε να υπάρχει πρωτίστως για να αποδοθούν οι τιμές και λιγότερο για το ίδιο το παιχνίδι.

Το οποίο επίσης κύλησε και ευκολότερα (στο β’ ημίχρονο έστω) από σχεδόν οποιοδήποτε άλλο του φετινού Παναθηναϊκου, κάτι που αφενός έσβησε τις όποιες σκέψεις για δύσκολες στιγμές (“η αμήχανη στιγμή που αποθεώνεις τον κόουτς που μόλις σε απέκλεισε”, άπειρα τέτοια draft σβήστηκαν στο τουίτερ κάπου εκεί προς το τέλος της 3ης περιόδου) και αφετέρου έκανε τον αγώνα να μοιάζει σαν ρεσιτάλ εντυπωσιασμού από μέρους της ομάδας.

Είναι σα να βγαίνεις για ένα ακίνδυνο ποτό μετά από καιρό με σημαντικό άτομο που έχει φύγει από τη ζωή σου. Κάνεις τα πάντα για να δείξεις πως είσαι ΟΚ. Να κοίτα, έχω προχωρήσει (αλλά ουπς, μόλις χώρισα, αυτό θα πει mixed signals). Κοίτα οι οπαδοί τι ατμόσφαιρα έφτιαξαν. Κοίτα οι παίχτες με πόση αποφασιστικότητα παίζουν- ο Διαμαντίδης στις αναμνήσεις μου από χτες το βράδυ πήρε τις μισές επιθέσεις του αγώνα σε ένας εναντίον ενός, σα να ήθελε να αφιερώσει μια μεγάλη εμφάνιση νίκης στον μεγάλο κόουτς του. Πρώην κόουτς του. Εκεί ο Μπατίστ. Εκεί ο Φώτσης. Εκεί ο Αλβέρτης. Ο Διαμαντίδης και ο Ομπράντοβιτς.

Από τη μία, δεν είμαι φαν των επανενώσεων. Όταν κάτι τελειώνει, τελειώνει. Αντίο. Πάμε παρακάτω. Από την άλλη, είμαι αδύναμος. Όταν επέστρεψε ο Μουρίνιο στην Τσέλσι πανηγύριζα σα να είχαμε πάρει Τσάμπιονς Λιγκ. (Και, κοίτα: Η μεν σεζόν καλά πάει. Νιώθει όμως κανείς οποιαδήποτε πώρωση;)

Μεταξύ προκαθορισμένου πάθους και μείγμα οντισιόν/επίδειξης, αυτή η έντονη, αξέχαστη βραδιά, δεν είχε το release που έκρυβε ας πούμε η αντίστοιχη επιστροφή του Μάικ Μπατίστ (δε θα μπορούσε εξάλλου, και λόγω προσδοκιών αλλά και λόγω συνθηκών) αλλά υπογράμμισε την ύπαρξη συναισθημάτων που ακόμα υπάρχουν εκεί. Ο Ομπράντοβιτς μίλησε Ελληνικά, ο Παναθηναϊκός τον βράβευσε με όλο το ρόστερ Γιαννακόπουλων να δίνει το παρών, ο κόσμος ζήτησε/απαίτησε επιστροφή. Ωστόσο, τα οριστικά αντίο έχουν μια παράξενη τάση να κρύβονται μέσα στα πιο έντονα reunions. Υποθέτω δε μπορείς ποτέ να το ξέρεις εκείνη τη στιγμή.

Πίσω μου, με χαλαρό ντύσιμο τζην και φούτερ και χαλαρό μούσι ημερών, βρίσκεται ένας μάλλον χαλαρός, μάλλον 30άρης που παρακολουθεί μάλλον χαλαρά το β’ ημίχρονο. Κάπου εκεί στο μπαράζ σκοραρίσματος που είδε τη διαφορά να εκτινάζεται σε υψηλά επίπεδα, αμέσως μετά από ένα τρίποντο που έστειλε το μείον της Φενέρ στους 12, τον ακούω να λέει το φανταστικό, απίθανο, υπέροχα συγχυσμένο, “Ζοτς πάρε τον πούλο κι έλα πίσω”, ό,τι πιο κοντινό σε γηπεδικής αναλογίας μεθυσμένο μήνυμα σε πρώην μπορείς να αφήσεις χωρίς να αγγίξεις το τηλέφωνο.

Όσο το σκέφτομαι, δε θα μπορούσε τίποτα άλλο να έχει συνοψίσει αυτή τη βραδιά καλύτερα.

***

Ο Παναθηναϊκός κέρδισε.