ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Ο νικητής της χρονιάς είναι ο Button

Η φετινή σεζόν ήταν η καλύτερη που έχει κάνει στην καριέρα του ο Jenson Button. Ναι, καλύτερη κι από τότε που κέρδισε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή.

Σε έναν γύρο του τελευταίου γκραν πρι της σεζόν, την περασμένη βδομάδα στο Ιντερλάγος της Βραζιλίας, ο Button βρέθηκε πίσω από τον Alonso της Ferrari έχοντας ψαλιδίσει την απόσταση που τους χώριζε. Οι δυο τους μάχονταν για τη 2η θέση του πρωταθλήματος (η 1η είχε προ πολλού πάει στον Vettel) και στον Button αρκούσε να τερματίσει 3 θέσεις πίσω από τον Ισπανό για να την εξασφαλίσει. Όμως ο Button πίεσε λυσσαλέα. Όχι για να τρέξει συντηρητικά διατηρώντας τη θέση που τον βόλευε. Αλλά για να φτάσει τον Alonso, και να τον προσπεράσει.

 

Τέτοιες μικρές εκλάμψεις δίψας για την υπέρβαση είναι που με κερδίζουν πάντα σε έναν αθλητή οποιουδήποτε αθλήματος. Ήταν ένα παρόμοιο σκηνικό ανάμεσα στον Vettel και τον Button πριν 3 χρόνια που με είχε κάνει να γίνω έκτοτε δηλωμένο fanboy του Γερμανού. Τότε ήταν ο Button που κάλπαζε προς ένα πανεύκολο πρωτάθλημα κι ο Vettel ο ελπιδοφόρος νεαρός που του έριξε προσπέρασμα, ρισκάροντας και πιέζοντας χωρίς να χρειάζεται. (Ο Button θα έμπαινε ούτως ή άλλως στα πιτ ένα γύρο μετά.)

Τότε, ο Button είχε ένα αυτοκίνητο-cheat, το μονοετές θαύμα της Brawn GP, ένα μονοθέσιο που εμφανίστηκε από το πουθενά, εκμεταλλεύτηκε το τεχνικό του προβάδισμα, κέρδισε το πρωτάθλημα σαν σίφουνας (ένιωθες πως ο Button δεν χρειάστηκε καν να προσπαθήσει) και εξαφανίστηκε.

 

Ο Βρετανός πιλότος, πάντα σεμνός, ταπεινός, συμπαθής, δεν έδωσε στη συνέχεια (όπως δεν είχε δώσει και πριν) την εντύπωση πως θα μπορούσε ποτέ να συμπεριληφθεί στους μεγάλους του αθλήματος. Ο τίτλος του ήταν άκοπος, αποτέλεσμα ενός μονοθεσίου-θαύμα. Μέσα και έξω από την πίστα δεν έδειχνε να έχει τον τσαμπουκά, την ρισκαδόρικη φύση, το τσαγανό, το μέταλλο ενός αληθινού πρωταθλητή. Στην αρχή της φετινής σεζόν θυμάμαι να συζητάω με ένα φίλο λέγοντας πως “το πρωτάθλημα του Button θα καταγραφεί ως το μεγαλύτερο αστείο στην ιστορία της Formula 1”.

Μέχρι τη στιγμή που συνέβη αυτό.

Πρόκειται για μια από τις κορυφαίες οδηγικές ‘ερμηνείες’ που έχουμε δει ποτέ στη Formula 1. Ο Button σε αυτό το γκραν πρι έκανε μεταξύ άλλων τα παρακάτω κατορθώματα:

>Κέρδισε έχοντας βρεθεί στην 21η θέση και περνώντας 6 φορές από τα πιτ.
>Είχε επαφές με τον Hamilton και με τον Alonso.
>Με τον Hamilton συγκεκριμένα, επειδή αρνήθηκε να του χαρίσει μια θέση, δείγμα πιλότου με μέταλλο νικητή. Ή έστω, σίγουρα όχι loser.
>Βροχή και ατυχήματα διέκοψαν τον αγώνα ένα σωρό φορές (συνολική διάρκεια 4 ώρες) και ο Button ήξερε πώς να αρπάξει την κάθε μία από αυτές τις ευκαιρίες από τα μαλλιά.
>Μέσα σε 26 γύρους κέρδισε 19 θέσεις.
>Ξανά: Μέσα σε 26 γύρους, κέρδισε 19 θέσεις.
>Είχε την ευκαιρία να προσπεράσει τον Webber όταν αυτός έκοψε ταχύτητα για να αποφύγει μια ποινή, αλλά δεν το έκανε γιατί θα ήταν unfair (αν και απολύτως νόμιμο). Αντ’αυτού τον προσπέρασε στο ίδιο ακριβώς σημείο τον αμέσως επόμενο γύρο.
>Εξαφάνισε διαφορά 3’’ από τον ανίκητο Vettel, τον υποχρέωσε σε λάθος και τον προσπέρασε στον τελευταίο γύρο του αγώνα.

 

Τα παραπάνω θα αρκούσαν για να δώσουν στον Button μια θέση στο πάνθεον, καθώς τέτοια επίδοση δεν είχε κάνει ποτέ του, σίγουρα όχι τη χρονιά που πήρε το πρωτάθλημα. Όμως αυτό που ισχυροποιεί την άποψη περί καλύτερης σεζόν της καριέρας του, ήταν η συνέπεια που ακολούθησε.

Όχι συνέπεια με τον βαρετό, ασφαλή τρόπο. Ακολούθησαν επιδόσεις εντυπωσιακές, αλλά όχι όπως ενός Hamilton, που τη μία θα πετάει και την άλλη θα κάνει επικίνδυνες γκάφες. Ο Button μετά από το γκραν πρι του Καναδά δεν έκανε ποτέ πίσω. Είχε ήδη ανέβει στο πόντιουμ στο Μονακό (πάντα γκραν πρι-δείγμα των ικανοτήτων ενός οδηγού), και κέρδισε στη συνέχεια άλλους δύο αγώνες. Μετά τη νίκη του στον Καναδά, πήρε μια 6η θέση και αμέσως μετά 2 εγκαταλείψεις. Η μεγαλειώδης του εμφάνιση θα μπορούσε να καταλήξει απλώς μια φούσκα, αν ήταν ένας μικρότερος οδηγός. Όμως επέστρεψε. Στα τελευταία 9 γκραν πρι, μετά δηλαδή τις συνεχόμενες εγκαταλείψεις του, είχε 2 νίκες και άλλα 6 πόντιουμ. Πολύ απλά, δεν άφησε ποτέ αμφιβολία για το ποιος ήταν ο καλύτερος από τους ‘υπόλοιπους’.

 

Έκανε νίκες, δε δίσταζε να επιτεθεί, να κάνει θεαματικά προσπεράσματα (ποιος τώρα, ο τίμιος κύριος Jenson Button, που τον κοροϊδεύαμε), και παρότι ήρθε στη McLaren ως 2ος οδηγός πίσω από τον περισσότερο φιλικό προς την εικόνα του super-star, Hamilton, τον άφησε με εμφατικό τρόπο πίσω του. Πολύ πίσω του. Δεν υπήρξε απολύτως κανένα γκραν πριν, κανένα σημείο στη διάρκεια της σεζόν, καμία κατηγορία επιδόσεων, όπου ο Hamilton να οδήγησε πιο καλά από τον Button.

Τελικά ο Βρετανός βγήκε 2ος πίσω (πολύ πίσω) από τον Vettel. Όμως για να εκτιμήσουμε αυτά που είδαμε φέτος, χρειαζόμαστε λίγο context. Ο Vettel ας πούμε δεν έδειξε φέτος ότι είναι σπουδαίος. Το έδειξε πριν 2 χρόνια όταν κόντραρε την ανίκητη Brawn. Το έδειξε πέρσι, όταν κέρδισε ένα πρωτάθλημα όπου απολύτως τίποτα δεν του πήγαινε σωστά, όπου δεν είχε βρεθεί πρώτος ούτε για ένα δευτερόλεπτο πριν το τέλος.

Ομοίως, ο Button δεν έδειξε την σπουδαιότητά του όταν εκμεταλλεύτηκε ένα κενό ταλέντου και τεχνογνωσίας στη Formula 1, όταν τον ευνόησαν οι συνθήκες, ώστε να πάρει ένα πρωταθλημα περπατώντας. Το μέταλλο από το οποίο είναι φτιαγμένος το έδειξε όταν οδήγησε ένα μονοθέσιο που δε μπορούσε ούτε για αστείο να ανταγωνιστεί εκείνο του αντιπάλου του, αλλά τον κέρδισε ερχόμενος από 20 θέσεις πιο πίσω. Όταν δεν άφησε κανέναν από τους πιο πολυδιαφημισμένους οδηγούς του επιπέδου του να τον απειλήσουν στα ίσα. Όταν υποχρέωσε τους ειρωνικούς επικριτές να τον χειροκροτήσουν με θαυμασμό και να του γράψουν ύμνους.

Και ότι είναι γαμώ τα παιδιά το είπαμε; Δες τον στην κάμερα του BBC μετά τη νίκη του στο γκραν πρι της Ιαπωνίας όπου μιλάει για τη σχέση του με τη χώρα (Team Jessica Michibata!), για το μέλλον του και για τον μεγάλο του αντίπαλο.

 

Ναι, ο πρώην πρωταθλητής Jenson Button κέρδισε τη θέση του ανάμεσα στους σπουδαίους χάρη σε μια σεζόν στην οποία βγήκε 2ος. Δεν ξέρω αν αυτό τον κάνει winner ή loser, αλλά σίγουρα τον κάνει ξεχωριστό. Μαγκιά του.