ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

None*: Γρίφοι, εθισμός και έμπνευση

Μιλήσαμε με τον δημιουργό του none*, του παιχνιδιού γρίφων που μας έχει κάνει να κολλήσουμε.

Κοιμόμουν ένα πρωί, το οποίο είναι αφενός μια απόλυτα φυσιολογική λειτουργία μα αφετέρου όχι ακριβώς η ιδανική κατάσταση στην οποία να βρίσκεσαι ώστε να χρειαστεί να βάλεις το μυαλό σου να δουλέψει. Με το που ξυπνάω λοιπόν, όπως κάθε νορμάλ άνθρωπος, πιάνω το κινητό μου και κοιτάω τα notifications στο κινητό μου. Ανοίγω ένα από τον αδερφό μου που μέσα σε ένα ευρύτερο κλίμα απόγνωσξης με ρωτούσε “αν καταλαβαίνω αυτό που μου έστειλε”.

Ανοίγω το attachment, η οθόνη μου γίνεται μαύρη και μπροστά μου εμφανίζεται, δίχως context ή επεξήγηση, αυτό:

 

Ήταν σα να είχα πιει καφέ.

Ανασηκώνομαι, ανοίγω καλά τα μάτια μου και περιεργάζομαι αυτό τον ακατανόητο γρίφο. Το φέρνω από εδώ, το φέρνω από εκεί, το γυρνάω ανάποδα, του άλλαξα ρούχα, του έβαλα μουσική, και τελικά χωρίς να είμαι σίγουρος τι ακριβώς υποτίθεται πως πρέπει να κάνω, απαντώ στον αδερφό μου, “δεν καταλαβαίνω τι είναι αυτό που μου έστειλες, αλλά πάντως [spoilers*]”.

Αυτό που του έστειλα ήταν και σωστό, κάτι που με ιντριγκάρισε. Έψαξα να μάθω τι ήταν αυτό το πράγμα, μιας και παράλληλα άρχισαν τις επόμενες μέρες να σκάνε στα social μου διάφορες “ολοκλήρωσα το επεισόδιο 1 του none*” τουήτς και status updates.

(*Επεισόδιο το λέμε, τηρώ και τον κανόνα των spoilers γιατί κάθε γρίφος είναι σαν μια συναρπαστική, απροσδόκητη αποκάλυψη.)

Το none*, από το οποίο προερχόταν το screenshot-ξυπνητήρι εκείνου του πρωινού, είναι ένα φοβερό παιχνίδι γρίφων έμπνευσης, του οποίου το βασικό ατού είναι πως κάθε φορά που επιχειρείς να περάσεις ένα επίπεδο, είναι ακριβώς σαν αυτή τη φορά που ξύπνησα και είδα έναν γρίφο στο κινητό μου χωρίς να έχω ιδέα τι είναι.

Δηλαδή ναι, γνωρίζει πως παίζεις ένα παιχνίδι και πρέπει να λύσεις κάτι, αλλά από εκεί και πέρα δεν γνωρίζεις το παραμικρό. Κάθε επίπεδο διαφέρει σε σύλληψη και σε context. Μπορεί να είναι ένα καλά πλασαρισμένο λογοτεχνικό trivia, μια απεικόνιση που παραπέμπει σε ταινία, μια στοίχηση που βασίζεται σε κάποιο μοτίβο ή και κάποιο καθαρό παιχνίδι λογικής. Δεν έχει animation. Δεν έχει ήχους. Και κυρίως, δεν έχει οδηγίες. Το μόνο pattern του none* είναι ότι δεν υπάρχει pattern. Κάθε νέος γρίφος είναι σα να έχεις μόλις ξυπνήσει και κάποιος να σε ρωτά να του λύσεις κάτι που δεν έχεις ιδέα τι είναι. Δεν παύει ποτέ να είναι συναρπαστικό.

 

Ο Δημήτρης Χασαπάκης, συνιδρυτής στην Pinnatta, έφτιαξε το none* ως προσωπικό του project, έχοντας ως σημείο εκκίνησης ένα παλιότερο παιχνίδι παρόμοιας λογικής. “Τον Ιούνιο του 2006 είχα φτιάξει τις Μυστικές Σελίδες”, μας εξηγεί, ένα web παιχνίδι όπου προσπαθείς κάθε φορά λύνοντας τον αντίστοιχο γρίφο, να μαντέψεις την διεύθυνση της επόμενης σελίδας. “Ήταν εποχή προ social media και smartphones και το έπαιζαν, κι ακόμα το παίζουν, αρκετοί χρήστες. Σκέφτηκα ότι ήταν καιρός να κάνω μια mobile εκδοχή,” λέει.

Είναι περίεργη περίπτωση το none*. Όποιος άνθρωπος ξέρω να το έχει ήδη παίξει, έχει φάει τεράστιο κόλλημα παρότι, στα χαρτιά, υπάρχουν αρκετές δυσκολίες. Αν ας πούμε κολλήσεις σε ένα γρίφο, δεν μπορείς να κάνεις κάτι, δεν έχεις άλλη οδό. Πρέπει να τον λύσεις. Πάρε βοήθεια φίλων, κοίτα το, γύρνα το ανάποδα, ρίξε τα χαρτιά, μπες online (σε πολλούς από τους γρίφους απαιτείται κιόλας), αλλά πρέπει να το λύσεις.

 

Στα επόμενα επεισόδια μάλλον θα υπάρχουν in-app hints, πάντως, σύμφωνα με τον Δημήτρη, ο οποίος συμπληρώνει “παρόλα αυτά υπάρχουν ήδη αρκετά sites που έχουν κάνει λίστα με δικά τους hints.” (Επίσης, “το πιο πιθανό στα επόμενα επεισόδια είναι να υπάρχουν λιγότερες αναφορές σε ταινίες”.)

Όμως τεράστιο κομμάτι του κολλήματος με το none* οφείλεται ακριβώς σε αυτό το λογικό μονόδρομο στον οποίον σε οδηγεί. Μπορεί να σε κάνει να θες να κλωτσήσεις το κινητό σου στον τοίχο, αλλά είναι καθηλωτικό. Τις προάλλες σε μια παρέα, μια φίλη μου έλεγε ότι είχε τσαντιστεί που δε μπορούσε να περάσει τον Τάδε γρίφο για μέρες. Έδειξα στην ομήγυρη πού είχα σκαλώσει εγώ, με την υπόσχεση να προχωρήσουμε όλοι μαζί παρακάτω για να φτάσουμε στον Μεγάλο Άλυτο Γρίφο. Αφού με μια τρομερή ανταλλαγή ιδεών περάσαμε 6-7 επίπεδα, φτάνω στον τρομερό γρίφο. Τον έλυσα χωρίς να το σκεφτώ καν.

Αντίστοιχα, ήμουν για 3 μέρες κολλημένος σε έναν άλλον, με τον Θέμη Καίσαρη (που έχει τελειώσει το επεισόδιο) να με ρωτάει καθημερινά στο γραφείο αν τα κατάφερα ή όχι ακόμα, και κάθε μέρα να μου δίνει ένα μικρό νεό hint μπας και ποτέ τα καταφέρω. 4 hints μετά και μια βοήθεια από τον Ηλία Αναστασιάδη μετά, κατάλαβα επιτέλους τι έπρεπε να κάνω.

“Αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό,” παραδέχεται ο Δημήτρης. “Ο καθένας μπορεί να λύσει τα πάντα ταχύτατα ή και να κολλήσει στα πάντα.” Πες το ψέμματα. “Στόχος είναι να κάνεις τη σύνδεση με το τι ακριβώς περιγράφει η ερώτηση. Αν την κάνεις, η λύση είναι απλή.”

 

Είναι προφανές πως ο καθένας μας έχει τους δικούς του αγαπημένους από τους γρίφους (εμένα σίγουρα δεν είναι αυτή η κατάρα που με βασάνιζε 3 μέρες με τον Καίσαρη να με κοιτάζει με ένα συνδυασμό διασκέδασης, απορίας και απογοήτευσης). Του Δημήτρη ο αγαπημένος γρίφος είναι εκείνος με την Κλεοπάτρα. Είναι φανταστικός: Στην παρέα που ανέφερα πιο πριν, όταν φτάσαμε στην Κλέοπάτρα κοιτάζαμε για μπόλικα δευτερόλεπτα εντελώς σιωπηλοί την οθόνη. Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας, λες και η απάντηση ήρθε σε όλους ταυτόχρονα, και αρχίσαμε να γελάμε.

Το none* είναι γενικότερα έξυπνο, διασκεδαστικό, εθιστικό, εξοργιστικό, όλα μαζί. Γι’αυτό και έχει ήδη κοινό που περιμένει εναγωνίως το 2ο επεισόδιο. (Το περιμένουμε μες στο καλοκαίρι.) Μπορεί να κοιτάς προβληματισμένος έναν άλυτο γρίφο μην έχοντας ιδέα τι να κάνεις, και τη στιγμή που θα ξεκινήσεις να τον περιγράφεις σε κάποιον, απλά να συνειδητοποιήσεις τι λες και να καταλάβεις ποια είναι η λύση. Είναι το είδος των γρίφων που ο καθένας δημιουργεί το δικό του λογικό πλαίσιο, που σε καλεί να προσαρμόσεις την οπτική σου στη δική του.

Κατέβασέ το από εδώ και καλή διασκέδαση.