ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

POLL: Έψαξα και βρήκα τους φίλους μου

Οι θρυλικοί POLL, ο Κώστας Τουρνάς, ο Ρόμπερτ Ουίλιαμς και ο Σταύρος Λογαρίδης, στην πρώτη τους κοινή συνέντευξη μετά από 26 ολόκληρα χρόνια.

Αν ρωτήσετε τί είναι για μένα οι POLL, πρώτα απ’ όλα θα σας πω ευαισθησία. Πινελιές ευαισθησίας πάνω σε έναν καμβά αθωότητας και ρομαντισμού, τον οποίο γέμισαν με πολύχρωμα όνειρα, σαγηνεύοντας όλες τις προκλήσεις της γενιάς τους σε ένα κολάζ στιχουργικής και συνθετικής κομψότητας, με εκλεπτυσμένες όσο και εμπνευσμένες ενορχηστρώσεις. Οι POLL γοήτευσαν το κοινό τους, ακριβώς επειδή δεν προσπάθησαν να γοητεύσουν, αλλά να κατανοήσουν και να μεταδώσουν.

Η αγάπη, ο έρωτας, η φυλακή, η συντροφικότητα, οι προτροπές, η πίστη, τα χάσματα, οι διαφορές, οι φυλές, οι σκέψεις, ο κόσμος, η φαντασία, οι παραφωνίες, οι λυγμοί, όλα αυτά μετατράπηκαν σε μουσικά “ερωτήματα” και οι απαντήσεις “άνθισαν” στα χρώματα που απελευθερώθηκαν από κάθε πιθανό περιορισμό πάνω στο πεντάγραμμο, προσφέροντάς μας έναν καλλιτεχνικό πίνακα, όπου συνδυάστηκαν σε μια μοναδική σύνθεση, εσωτερική ευαισθησία και αναζήτηση, αρμονία και αισθητική. Η εσωτερική αναγκαιότητα και το δραστήριο ένστικτο των τριών πρωταγωνιστών μιας από της πιο προικισμένες μπάντες στην πορεία του ελληνικού ροκ, μας πρόσφεραν δυο αξεπέραστους σταθμούς στην δισκογραφία, μαζί με “2.000 λόγους” δημιουργικών δονήσεων και εμπειριών, “αποκαλύπτοντας” την ομορφιά της ίδιας της νιότης τους.

Όταν πριν λίγο καιρό με ρώτησε ο Τάιλερ πώς θα μου φαινόταν να κάναμε μια συνέντευξη με τους POLL, ομολογώ ότι ενθουσιάστηκα. Τον Κώστα (Τουρνά) τον είχα ήδη γνωρίσει, αφού είχα την τύχη να τον φιλοξενήσω στα Μουσικά Ταξίδια του Sport24radio τον Νοέμβριο του 2015. Έτσι λοιπόν, αυτός θα ήταν η επαφή μου για να το οργανώσω. Μιλήσαμε τηλεφωνικά, του είπα την ιδέα και εκείνος μου έδωσε τα τηλέφωνα του Ουίλιαμς και του Λογαρίδη. “Για να δούμε, θα τους καταφέρεις;”, μου είπε και συμπλήρωσε ότι η τελευταία φορά που είχαν δώσει και οι τρεις μαζί συνέντευξη, ήταν το μακρινό 1991, όταν είχαν κάνει το δεύτερο και τελευταίο τους reunion. Πράγματι, μιλήσαμε, ο Ρόμπερτ είπε οκ και μετά ακολούθησε ο Σταύρος, ο οποίος επίσης συμφώνησε.

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Έτσι λοιπόν, συναντηθήκαμε ένα απόγευμα στα γραφεία της 24Media, η Φραντζέσκα (που θα έκανε τη φωτογράφιση), ο Σώζων (που θα έκανε την ηχογράφηση για το ραδιόφωνο) κι εγώ και πήγαμε στο Φάληρο, στο σπίτι του Λογαρίδη, όπου είχε δοθεί το ραντεβού. Ο Σταύρος μας υποδέχτηκε μαζί με την Κίμπα, την συμπαθέστατη σκυλίτσα του και λίγο μετά κατέφτασαν και οι Κώστας και Ρόμπερτ. Από τη διάλυση των POLL έχουν περάσει ήδη 45 χρόνια, όμως για τους τρεις τους και για τη φιλία τους, ήταν σαν να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα. Η τρυφερότητα και ο τρόπος που κοιτάζονταν και μιλούσαν μεταξύ τους, δείχνει ότι η τριάδα μπορεί να χώρισε το 1972, αλλά συνεχίζει να είναι αχώριστη μέχρι και σήμερα. Η Φραν τράβηξε τις για μια ακόμα φορά υπέροχες φωτογραφίες της, ο Σώζων έστησε τα μικρόφωνα και ετοίμασε την κονσόλα, οι POLL βολεύτηκαν στον καναπέ και η συνέντευξη ξεκίνησε!

Οι POLL πριν τους POLL και οι επιρροές τους

Θανάσης: Τί προηγήθηκε πριν φτάσουμε στους POLL; Σταύρο, ήσουν ο μικρός της παρέας και ο τελευταίος που μπήκε στο γκρουπ, εσείς οι δυο ήσασταν φίλοι από πολύ μικροί, από 12 ετών. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να πιάσετε την κιθάρα, τί ακούσματα είχατε;

Κώστας: Η περίοδος είναι γνωστή, είναι η αγγλική σκηνή, μετά η αμερικάνικη σκηνή, αυτά ακούγαμε. Και είχαν προηγηθεί τουλάχιστον για μας, εδώ στην Ελλάδα, το ιταλικό και το γαλλικό τραγούδι. Μάθαμε τους Beatles, τους Stones, τους προσέξαμε, μας άρεσαν, αλλά νομίζω ότι αυτό το μικρόβιο της μουσικής, όσοι το κράτησαν και το υιοθέτησαν για όλη τους τη ζωή, είναι άνθρωποι που δεν μπορούσαν να φύγουν απ’ αυτό. Δεν είναι τόσο οι επιρροές, αυτές απλώς τόνωσαν το όλο θέμα λίγο παραπάνω. Αλλά όταν έχεις μια έλξη προς τη μουσική, νιώθεις ότι σου λέει κάτι και το κρατήσεις αυτό το πράγμα, λίγο πολύ είναι ένας περίεργος έρωτας, ανομολόγητος, που δεν μπορείς να τον ερμηνεύσεις ούτε να τον αποδώσεις στις επιρροές. Δηλαδή πρώτα ερωτεύεσαι και μετά λες μου ‘τυχε κι αυτό. Η σκηνή η εγγλέζικη, οι τάσεις των συγκροτημάτων στην Ελλάδα κλπ.

“Γίνεται η πρόβα και ξαφνικά ακούγεται μια φωνή από το κοντρόλ που λέει “να ‘ρθω να τραγουδήσω μαζί σας;” Και λέμε έλα. Και μπαίνει μέσα ο Σταύρος και τραγουδάει μαζί μας.” Κώστας Τουρνάς

Ο Σταύρος ας πούμε, την πρώιμη εφηβεία του την έζησε στην Πόλη, πάλι εκεί με την μουσική ήτανε και τρελαινόταν, πώς να στο πω, δεν ήθελε να την αφήσει. Όταν δεν μπορείς να το αφήσεις, είναι ένας μοιραίος έρωτας. Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι εκείνα ήταν χρόνια με ελλείψεις σοβαρές, η πρώτη λογική σκέψη που έκανε ένας άνθρωπος, ήταν να πάω να βρω μια δουλειά, να βγάζω πέντε δεκάρες για μένα και τους δικούς μου. Όταν αυτό το πράγμα δεν το κάνεις και παραμένεις αφοσιωμένος στη μουσική, πάει να πει ότι είναι κάτι παραπάνω από έρωτας. Παραπάνω από ζητούμενο ζωής. Άρα το τί έκανες πιο πριν, έφτιαξες ένα συγκροτηματάκι, πήγες εδώ, πήγες εκεί, στην ουσία όλα αυτά είναι ένα “γύρω γύρω” ώστε να ανταμώνω με την ερωμένη μου συνέχεια, αυτό είναι.

Ρόμπερτ: Ξεκινήσαμε εκεί στα 13, 14, αρχίσανε να βγαίνουν τα πρώτα συγκροτήματα και ήταν η περίοδος που λίγο πολύ όλοι ήθελαν να παίξουν μουσική, όλοι ήθελαν να μοιάσουν σε κάποιον μεγάλο σταρ του εξωτερικού. Όλοι πιάσαμε μια κιθάρα και βαράγαμε από το πρωί μέχρι το βράδυ, αλλά τελικά είναι αυτό που λέει ο Κώστας, λίγοι καταλήξαμε στο να μείνουμε ερωτευμένοι με αυτό που κάναμε. Άρα να στιγματίσει τη ζωή μας και να συνεχίσουμε με αυτό που αγαπήσαμε και αγαπάμε ακόμα. Οι πρώτες μας εμπειρίες ήταν δυο τρία γκρουπ που φτιάξαμε την εποχή που ήμασταν ακόμα μαθητές. Οι Teenagers πρώτα απ’ όλα, και μετά παίξαμε ως Dinos and the X-Rays, ο Ντίνος είναι ο κύριος εδώ (ο Τουρνάς), παίζαμε στη Νέα Μάκρη σε ένα κλαμπάκι που είχε τότε ο Παπέτι.

“Αρχειακή” παρέμβαση Θανάση: Το 45άρι που είχατε βγάλει ως Teenagers, το “You don’t love me”, το έχει κάποιος από σας;

Ρόμπερτ: Ναι, το έχω εγώ!

Σταύρος: Οι Teenagers ήσασταν εσείς;

Ρόμπερτ: Ναι.

Σταύρος: Γνωστό συγκρότημα! (γέλια)

Κώστας: Ήσουνα πιο μικρός εσύ!

Σταύρος: Εγώ είχα τους Idols στον τοίχο!

Η συλλεκτική κασετίνα των POLL που κυκλοφόρησε πριν μερικά χρόνια και έγινε ανάρπαστη. Στην αφίσα, αριστερά ο Τουρνάς, με την κιθάρα ο Λογαρίδης, δεξιά με το μουστάκι ο ντράμερ της μπάντας, Κώστας Παπαϊωάννου και κάτω ο Ουίλιαμς.

Σταύρος: Κι εγώ μπορώ να πω ότι έχω την ίδια γνώμη με σας, εκτός από το σημείο των επιρροών. Εγώ είδα στη ζωή μου ότι χωρίς επιρροή δεν υπάρχει καλλιτέχνης. Δηλαδή, επιρροές έχουμε όλοι. Δεν γίνεται αλλιώς. Από τους Beatles που είχαν επιρροές από την αμερικάνικη μουσική και ντύνονταν αμερικάνικα, μέχρι τον Μπετόβεν, ο οποίος με τη σειρά του είχε επηρεαστεί από παλαιότερους συνθέτες. Εμείς, χωρίς να το καταλάβουμε, είχαμε τον ήχο των Incredible String Band, αυτοί ήταν η επιρροή μας.

Κώστας: Δεν είπα ότι δεν υπήρχαν επιρροές, είπα μόνο ότι όταν αγαπάς τη μουσική, ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν ή όχι επιρροές, το να πεις εγώ ζω μ’ αυτό και να φτάσεις στην ηλικία μας και πίσω σου να είναι το στουντιάκι σου που ασχολείσαι με τη μουσική, αυτό είναι βαθύς έρωτας. Δεν στο ενέπνευσαν οι επιρροές, οι οποίες βεβαίως και υπάρχουν.

Σταύρος Λογαρίδης: Εμείς, χωρίς να το καταλάβουμε, είχαμε τον ήχο των Incredible String Band, αυτοί ήταν η επιρροή μας.

Σταύρος: Εμένα η ιδέα μου ξεκινάει από έξι χρονών. Ο παππούς μου ήταν δεξιός ψάλτης στο Πατριαρχείο, χειροτονημένος από τον Ιερώνυμο; Δεν θυμάμαι πώς τον λέγανε. Και με έπαιρνε και έψελνα από μικρό παιδί. Όπου δέκα χρονών βαρέθηκα, μου ήρθαν μέχρι εδώ, άκουσα και τους Beatles, τους Kinks, και λέω, παππού μέχρι εδώ ήτανε. Βρε να σου δώσω λεφτά από το Πατριαρχείο, μηνιάτικο, είπα εγώ στρατιώτης δεν πάω, δεν κάθομαι μαζί κι έφυγα. Ήδη στην Πόλη είχαμε κάνει ένα συγκρότημα, τους Sphinx, και ήρθα εδώ και ήμουν πολύ τυχερός γιατί γνώρισα τα παιδιά, όπου το ρεπερτόριό τους με συγκίνησε ας πούμε. Δεν τους ήξερα.

Κώστας: Μα δεν υπήρχαμε πιο πριν. Μαζί υπήρξαμε.

Σταύρος: Μα αν σας ήξερα, δεν θα ερχόμουν ποτέ στο συγκρότημα, δεν υπήρχε περίπτωση! (γέλια)

Σχηματίζεται η μπάντα αρχές του ’71

Θανάσης: Να ανοίξουμε μια παρένθεση εδώ και να πούμε ότι ο Τουρνάς και ο Ουίλιαμς είχαν τους Dinos and the X-Rays, αλλά κάποια στιγμή χωρίζουν γιατί ο Κώστας πηγαίνει φαντάρος και ο Ρόμπερτ στη Ροδεσία. Μετά από πόσο καιρό ξαναβρίσκεστε?

Ρόμπερτ: Πηγαίνω στη Ροδεσία και κάνω κι εγώ το στρατιωτικό μου εκεί.

Κώστας: Ξαναβρεθήκαμε πριν απολυθώ εγώ, τον Γενάρη του ’71.

Ρόμπερτ: Όσο ήμουν εγώ μακριά, είχαμε αλληλογραφία και προετοιμαζόταν όλη η κατάσταση. Είχα περάσει και σε μια σχολή ιπτάμενων μηχανικών, αλλά είχα πει στον πατέρα μου, ξέρεις, έδωσα εξετάσεις και δεν με δεχτήκανε και δυο μέρες πριν φύγω, είχα βγάλει και το εισιτήριο για να πάω στην Ελλάδα να δω τι θα κάνω, τον πήραν από τη σχολή και του είπαν, ξέρετε, περιμένουμε τον γιο σας, αλλά δεν έχει εμφανιστεί! Με καλεί λοιπόν ο πατέρας μου σε ένα τετ α τετ που λένε και μου τα χώνει και λέει θα φύγεις και δεν θα ξανάρθεις και λέω θα φύγω και δεν θα ξανάρθω. Βέβαια μετά από χρόνια μου ζήτησε συγνώμη και μου είπε, καλά έκανες ό,τι έκανες και έπρεπε να ακολουθήσεις το ένστικτό σου. Το είχαμε προετοιμάσει λοιπόν με τον κύριο εδώ δίπλα (δείχνει τον Τουρνά), όπου με το που γύρισα, δούλεψα για λίγο καιρό στο βιβλιοχαρτοπωλείο του Πάλλη, όπου είχα δουλέψει και όταν είχα τελειώσει το σχολείο, και παράλληλα κάναμε πρόβες και ξεκινήσαμε το συγκρότημα, βρίσκαμε τα τραγούδια, μπήκαμε στο στούντιο να γράψουμε το “Άνθρωπε αγάπα” και το “Έλα ήλιε μου” και εκεί εμφανίζεται ο Σταύρος και τρελαινόμαστε όλοι μαζί.

Κώστας: Κάναμε πρόβες στην αποθήκη της Φώνογκραμ.

Σταύρος: Εγώ είχα κάνει ήδη έναν δίσκο με τον Φασόλα. Δηλαδή όταν πήγα στα παιδιά, εγώ είχα ήδη έναν δίσκο στην Polydor (σ.σ. της οποίας παράρτημα ήταν η Φώνογκραμ).

Κώστας: Μετά δώσαμε ένα demo στην εταιρία και το περίεργο ήταν ότι μας ήθελαν τρεις παραγωγοί και ο διευθυντής! Όλοι είπαν “φέρτους σε εμένα”. Εκείνη τη στιγμή υποτίθεται πως ήμασταν μπάντα, αλλά μπάντα δεν υπήρχε. Εγώ και ο Ρόμπερτ είχαμε κάνει το demo μαζί με δυο τουρίστες από την Σκωτία, τη Μαρία και τον Τζο, κάτι τρελά πράγματα δηλαδή! Και δε λέμε ότι δεν υπάρχει μπάντα, λέμε ναι, να κάνουμε τα ραντεβού. Σε εκείνα τα ραντεβού λοιπόν, ο πιο έντονος σε επιθυμία, ήταν ο Κώστας Φασόλας και έτσι ξεκινήσαμε να δουλέψουμε μαζί του. Ή, πες πως μας έκανε εμάς καλύτερη εντύπωση, ποιος ξέρει τώρα.

“Στο πρώτο ραντεβού με την εταιρεία, υποτίθεται ότι ήμασταν μπάντα, αλλά μπάντα δεν υπήρχε. Εγώ και ο Ρόμπερτ είχαμε κάνει το demo μαζί με δυο τουρίστες από την Σκωτία, τη Μαρία και τον Τζο, κάτι τρελά πράγματα δηλαδή! Και δε λέμε ότι δεν υπάρχει μπάντα, λέμε ναι, να κάνουμε το ραντεβού”. Κώστας Τουρνάς

Θανάσης: Και πώς γίνεται η γνωριμία με τον Σταύρο;

Κώστας: Εμείς ξεκινάμε να ηχογραφήσουμε το “Άνθρωπε αγάπα” και το “Έλα ήλιε μου” και ο Φασόλας, ο οποίος ξέρει τον Σταύρο επειδή ήδη έχουν κάνει δουλειά μαζί, σε μας λέει, θα φέρω έναν τραγουδιστή ο οποίος ήδη είναι στην εταιρεία, να σας ακούσει, σας πειράζει; Και στο Σταύρο λέει, πάμε να ακούσεις κάτι παιδιά που γράφουν. Μπορεί να σου αρέσει, να τους δεις. Στην ηχογράφηση των φωνητικών, κάναμε πρώτα την ορχήστρα και μετά θα τραγουδούσαμε από πάνω, στο “Άνθρωπε αγάπα”. Γίνεται η πρόβα και ξαφνικά ακούγεται μια φωνή από το κοντρόλ που λέει “να ‘ρθω να τραγουδήσω μαζί σας;” Και λέμε έλα. Και μπαίνει μέσα ο Σταύρος και τραγουδάει μαζί μας.

Σταύρος: Και απογειώνει το κομμάτι!!! (γέλια)

Κώστας: Και από εκείνη τη στιγμή, που βέβαια είναι ευδιάκριτη η φωνή του Σταύρου στο “Άνθρωπε αγάπα”, γίνεται και μια κουβέντα πια, ότι να είμαστε παρέα.

Θανάσης: Ο Παπαϊωάννου πότε μπαίνει;

Κώστας: Ο Κώστας ήταν ήδη μαζί μας, είχε παίξει στην πρώτη ηχογράφηση.

Σταύρος: Μπήκε στην μπάντα όταν του μάθαμε τον ρυθμό. (γέλια)

Κώστας: Στην ηχογράφηση της ορχήστρας του “Άνθρωπε αγάπα” και του “Έλα ήλιε μου”, παίζουν δυο μουσικοί από ένα συγκρότημα που λεγόταν First τότε. Αυτοί ήρθαν να μας βοηθήσουν γιατί εμείς δεν είχαμε σχηματίσει μπάντα ακόμα, οπότε δεν μπορούσαμε να ηχογραφήσουμε μόνοι μας. Ήταν στο μπάσο ο Μίκης και στο φλάουτο ο Μάκης, κλασική κιθάρα έπαιξε ο Ρόμπερτ, ο Σπύρος ο Μαυρογιάννης έπαιξε σιτάρ. Αυτό ήταν λίγο πολύ το σκηνικό εκεί.

Θανάσης: Θα μας συστήσετε και τις Μαίρη Μωσέ και Νάσια Σανδή;

Ρόμπερτ: Φίλες, από μια κοινή παρέα που βρισκόμασταν μαθητές τότε, και λέμε, τραγουδάς εσύ; Τραγουδάω και ξεκίνησε παρεΐστικα και έτσι και η Νάσια και η Μαίρη μπήκανε μέσα στο γκρουπ χωρίς οι γονείς της Νάσιας να το ξέρουν, με όποιες προφυλάξεις, γιατί ήταν από μεγάλη οικογένεια με χρυσοχοείο, κάτι τέτοιο τέλος πάντων εκεί στην πλατεία Κλαυθμώνος, το μάθανε πολύ αργότερα ότι η Νάσια ήταν μέλος της μπάντας. Οι κοπέλες αυτές ήρθαν μόνο στην πρώτη ηχογράφηση.

Σταύρος: Μετά ήμασταν οι τρεις μας και ο Κώστας, εγώ έπαιζα και λίγο κρουστά, είχα φέρει και το κλάμα του μωρού μαζί!

Ρόμπερτ: Και κάναμε κλήρωση ποιος θα παίξει τί. Και βγήκε ότι ο Σταύρος θα έπαιζε μπάσο. Για να καταλάβεις τί γινόταν, ας πούμε. Έγινε μπασίστας με το ζόρι.

Κώστας: Και ολοκληρώσαμε το σινγκλ σε μια ηχογράφηση. Μια μέρα έγιναν οι μπάντες και άλλη μια μέρα οι φωνές. Μπαμ μπαμ.

Σταύρος: Τότε δεν ήταν μπαμ μπαμ, ήταν το φυσιολογικό.

Και το όνομα αυτών, POLL

Τα τρία 45άρια που κυκλοφόρησαν οι POLL. Στην αφίσα, με τη φορά του ρολογιού, από αριστερά, Σταύρος Λογαρίδης, Κώστας Παπαϊωάννου, Ρόμπερτ Ουίλιαμς, Κώστας Τουρνάς. Η κοπέλα είναι η Νάσια Σανδή.

Θανάσης: Πώς προέκυψε το όνομα της μπάντας;

Σταύρος: Με κλήρο το κάναμε.

Κώστας: Είχαμε ένα λεξικό. Και είπαμε να διαλέξουμε στα τυφλά. Έκλεισε ένας τα μάτια, άνοιξε το λεξικό, τακ, και χτύπησε. Και βγήκαν δυο ονόματα. Το ωμέγα και το poll. Το ένα ήταν στο αγγλόφωνο μέρος του λεξικού, γιατί ήταν αγγλοελληνικό, και το άλλο στο ελληνόφωνο. Και μας άρεσε το ωμέγα. Το βάζουμε σε κλήρο και βγαίνει το ωμέγα.

Σταύρος: Και το αλλάζουμε!

Ρόμπερτ: Όπως το έκανε και ο Τσίπρας!

Κώστας: Γιατί όμως; Γιατί διαβάζουμε τί είναι το poll, είναι πόλος, είναι δημοψήφισμα, είναι η δύναμη του εκλογικού σώματος και λέμε αυτό είναι καλύτερο. Αυτό με τη σκέψη ότι ζούμε μέσα σε μια δικτατορία, έτσι;

Το πρώτο LP και το “Ελατήριο”

Θανάσης: Βρισκόμαστε χρονικά στις αρχές του 1971, όταν κυκλοφορεί το πρώτο 45άρι. Τί απήχηση είχε;

Κώστας: Το ηχογραφήσαμε τον Φεβρουάριο και κυκλοφόρησε εκεί, στον Μάρτιο, Απρίλιο. Υπήρξε κάποια κίνηση, αλλά χωρίς να είναι ευδιάκριτη. Αμέσως μετά άρχισε η προβολή από την εταιρεία κι εμάς μας στέλνουν σε διάφορες τηλεοράσεις, ακόμα είναι επταετία, έτσι; Μας στέλνουν λοιπόν σε διάφορες εκπομπές, πάτε δω, πάτε κει, πάτε παραπέρα. Κάθε εμφάνιση στην τηλεόραση νομίζω, έφερνε λογαριθμικά περισσότερους ανθρώπους που συμπαθούσαν αυτό που κάναμε. Μέχρι που κάποια στιγμή, έχουμε ορίσει να ηχογραφήσουμε ένα LP και το πάμε για Αύγουστο, Σεπτέμβριο και γίνεται μια κουβέντα να βρεθούμε σε ένα χώρο να παίζουμε. Εκεί μεσολαβεί ο Γεράσιμος ο Λαβράνος, μας φωνάζει, ελάτε σε ένα χώρο που έχω, και όταν ξεκινάει όλο αυτό, παράλληλα με τις ηχογραφήσεις και του δίσκου, δεν έχουμε κόσμο. Δεν έρχεται κόσμος, γιατί οι νέοι άνθρωποι δεν έβγαιναν νύχτα να πάνε μόνοι τους εκείνα τα χρόνια σε ένα κλαμπ.

Θανάσης: Μιλάμε για το Ελατήριο, στην οδό Χέυδεν.

Κώστας: Ναι, για το Ελατήριο. Και εκεί έρχεται η έμπνευση της εταιρείας στα πλαίσια της προώθησης που επιχειρούσε, να κάνετε, λέει, μερικά πρωινά σε κινηματογράφους, πρέπει να είναι Σεπτέμβριος ή Οκτώβριος πλέον, για να δούμε αν θα έρθει κόσμος, που δεν θα είναι νύχτα, αλλά πρωί Κυριακής. Γίνανε τα πρώτα τρία τέσσερα πρωινά, όπου έγινε πανικός. Από εκεί μπορεί να πει κάποιος ότι αρχίζουμε να παίρνουμε κάποια μηνύματα αποδοχής και μιας σχετικής επιτυχίας.

“Όταν παίξαμε στον Ορφέα, οχτώ, εννιά άτομα πάνω στη σκηνή, έγινε χαμός με το σιτάρ, γιατί ήταν πρωτόγνωρος ο ήχος, δεν το είχαν ξαναδεί. Αλλά και τα φωνητικά έκαναν μεγάλη αίσθηση”. Ρόμπερτ Ουίλιαμς

Ρόμπερτ: Να θυμίσω στον Κώστα ότι κάναμε και δυο μεγάλες συναυλίες, παίξαμε μια στον Ορφέα και μια στη Θεσσαλονίκη, στο Παλαί ντε Σπορ, όπου επίσης έγινε πανικός. Ήμασταν ένα σχήμα που δεν το ήξερε κανείς και ανεβήκαμε πάνω οχτώ άτομα, εννιά, ούτε ξέρω πόσοι ήμασταν. Ο Σπύρος, η Νάσια, η Μαίρη, όλοι. Ο Σπύρος έπαιξε σιτάρ στον Ορφέα, στη Θεσσαλονίκη δεν ήρθε. Έγινε χαμός γιατί ήταν και πρωτόγνωρος ο ήχος με το σιτάρ, δεν το είχαν ξαναδεί. Αλλά και τα φωνητικά έκαναν εντύπωση.

Κώστας: Ο Σπύρος Μαυρογιάννης, που ήταν στις πρώτες συνεννοήσεις για το αν θα είναι ή όχι στην μπάντα, έπαιζε κιθάρα και σιτάρ. Και το σιτάρ ακούγεται στο “Ήλιε μου” της γνήσιας ηχογράφησης. Τελικά δεν ευοδώθηκε η συνύπαρξη, δεν έμεινε μαζί μας.

Σταύρος: Εγώ θέλω να τονίσω εδώ, ότι οι POLL ήταν έθνικ, είχαν έθνικ μέσα τους. Ο ήχος που είχαμε βρει, μπορεί να μην το είχαμε καταλάβει, αλλά στεκόταν από μόνος του και είχε έναν δικό του χαρακτήρα. Και στο “Ήλιε μου” και στο LP. Ο ήχος ήταν ακουστικός και είχε όργανα από διάφορα μέρη του κόσμου. Ταμπουράδες, φλάουτα, φλογέρες, δωδεκάχορδη που τότε δεν την ήξεραν καν στην Ελλάδα, δεν ήξεραν να την γράψουν, η ακουστική κιθάρα δεν υπήρχε στο ελληνικό ρεπερτόριο, ήταν ηλεκτρικό. Εκτός από άλλα στιλ, όπως ο Χατζής κλπ. Αλλά το ακουστικό, το ζωντανό, με ξένα όργανα έθνικ και φωνητικά, το κάναμε εμείς.

Θανάσης: Όταν μπήκατε στο στούντιο για να ηχογραφήσετε το LP, το “Άνθρωπε”, ποιος έγραψε τα τραγούδια, πώς το στήσατε;

Σταύρος: Εγώ έγραψα το “Άνθρωπε αγάπα”, εσύ έγραψες νομίζω τον “Γέρο”, ο Ουίλιαμς δεν έγραψε κανένα τραγούδι (γέλια). Να σοβαρευτώ, εντάξει, έγραψε τα τραγούδια ο Κώστας. Εμπνεόμασταν από τον Κώστα. Πώς να στο πω, η ζαριά του ήταν δυνατή.

Κώστας: Εγώ να πω ότι εκείνη την περίοδο με βασάνιζαν το αντικείμενο της ζωής και το αντικείμενο του έρωτα. Του έρωτα εννοώ με τη μουσική, του τί κάνουμε με αυτό. Η μουσική δεν με κάλυπτε σαν ακροατή, άσχετα από το αν έπαιζα ή κουτσοέπαιζα. Άκουγα ας πούμε τραγούδια και δε μου λέγανε τίποτα. Δεν μπορούσα να βρω ένα τραγούδι και να πω, α ρε παιδί μου, αυτό το τραγούδι είναι δικό μου. Αυτό ήταν ένα στοιχείο που με έκανε να ψάχνω μια προσωπική έκφραση. Και το δεύτερο στοιχείο ήταν ότι τελείωνα απ’ τον στρατό και έπρεπε να αντιμετωπίσω τη ζωή μου, γιατί και του Ρόμπερτ και εμένα οι οικογένειές μας τα έφερναν δύσκολα βόλτα. Ο Σταύρος ήταν λίγο καλύτερα οικογενειακά νομίζω, αλλά γενικά ήμασταν σε δυσκολίες, πώς να σου πω, πρακτικές δυσκολίες ζωής. Άρα σε έτρεχε και το πρακτικό, τι κάνουμε, πώς θα ζήσουμε. Θυμάμαι ας πούμε, ψάχναμε μια δραχμή για να πάρουμε ένα σουβλάκι. Τέτοιες καταστάσεις.

Ρόμπερτ: Δε μας ένοιαζε όμως.

“Κάναμε κλήρωση ποιος θα παίξει τί. Και βγήκε ότι ο Σταύρος θα έπαιζε μπάσο. Έγινε μπασίστας με το ζόρι.” Ρόμπερτ Ουίλιαμς

Κώστας: Ναι, δεν μας ένοιαζε. Για να επανέλθω όμως στο θέμα μας, ένα καθοριστικό στοιχείο, λέει ο Σταύρος ότι ήταν το έθνικ. Βεβαίως, ήτανε τα στοιχεία φολκ, αλλά την ίδια ώρα το περιεχόμενο των τραγουδιών, το τί λέει το κάθε τραγούδι, ήταν η ανάγκη του δεν με καλύπτει αυτό που υπάρχει. Γι’ αυτό και λέω καμιά φορά ότι ένας άνθρωπος ο οποίος καλύπτεται, δύσκολα γράφει. Ένας άνθρωπος που δεν καλύπτεται, διψάει, πεινάει, του λείπουν, πιθανώς να γράψει. Σε όποιο τομέα: στίχο, μουσική, ενορχήστρωση. Και θέλω να πω ότι δεν ξέραμε καν τί γινόταν και τί κάναμε. Ήταν μια φυσιολογική κατάσταση ανθρώπων που απλώς δεν παρασύρθηκαν αλλού. Δηλαδή, δεν είπε ο Σταύρος, ξέρεις θα πάω εγώ να δουλέψω με τους Charms, δεν είπε ο Ρόμπερτ θα μείνω στη Ροδεσία, δεν είπα εγώ θα πάω να δουλέψω σε μια οικοδομή ας πούμε. Γλυτώσαμε δηλαδή από μερικές παγίδες, οι οποίες δεν θα ήταν μόνο ότι κάνουμε κάτι άλλο, αλλά θα ήταν και μια μικρή δυστυχία για τον καθένα από μας. Γιατί λέει ένας μεγάλος ψυχίατρος, ότι οι καλλιτέχνες γιατρεύονται από την άσκηση της τέχνης. Θέλω να πω, ότι θα χάναμε και το φάρμακό μας δηλαδή.

Ρόμπερτ: Εγώ να πω εδώ, δεν θυμάμαι αν ήταν πριν φύγω για Αφρική ή μετά, ότι παραλίγο να φύγεις έξω να πας με τον Βαγγέλη και με τον Ντέμη στη Γαλλία. Και ήτανε στο τσακ, μένει, φεύγει. (σ.σ. εννοεί τους Παπαθανασίου και Ρούσσο, που σχημάτισαν τους Aphrodite’s Child)

Κώστας: Και εκεί ήρθε ο Ντέμης και είπε δεν κάνει, είναι καλύτερος ο Αργύρης, παίζει καλύτερη κιθάρα ο Σίλβερ και λίγο πολύ ρυθμίστηκε μόνο του κι αυτό. Είναι μια σειρά από γεγονότα, τα οποία όταν τα βλέπεις να συμβαίνουν, δεν ξέρεις τί συμβαίνει, δεν μπορείς να έχεις γνώμη. Εκ των υστέρων όμως λες, υπάρχει και κάτι μοιραίο, το οποίο το οδηγεί η ανάγκη της ψυχής σου, η δίψα να κάνεις κάτι. Περίπου όπως το θες. Και νομίζω πως ό,τι έγινε και ό,τι καταφέραμε εκείνα τα χρόνια, ήμασταν ψυχή και σώμα σ’ αυτό, αφιερωμένοι, πώς να σου πω.

Ο Κώστας Τουρνάς βρέθηκε ένα βήμα μακριά από τους Aphrodite’s Child, όμως τελικά ο Ντέμης Ρούσσος προτίμησε τον Αργύρη Silver Κουλούρη για κιθαρίστα!

Θανάσης, απευθυνόμενος στον Τουρνά: Τα τραγούδια του πρώτου δίσκου τα έχεις γράψει όλα εσύ;

Κώστας: Όχι όλα, αρκετά.   

Ρόμπερτ: Το ογδόντα τοις εκατό.   

Κώστας: Ο πρώτος δίσκος είναι μια απόπειρα πια, έχουμε μπει όλοι σε ένα κλίμα. Δηλαδή είμαστε κάπου. Ας πούμε, ο Σταύρος ως ένας χαρακτήρας θα ‘λεγα αντιρρησίας. Η αντίρρηση από πού βγαίνει; Βγαίνει από το ότι πρώτα απ’ όλα δε με γεμίζει το λεγόμενο, η αντίρρηση βγαίνει από το ότι έχω έναν αντίλογο. Ως τέτοιος χαρακτήρας λοιπόν, έγραψε ένα τραγούδι, το οποίο επίσης έκανε μεγάλη εντύπωση εκείνα τα χρόνια ως ανατρεπτικό και βγήκε μέσα από την αντίρρησή του, τον “Γέρο”. Εμένα δεν θα πήγαινε το μυαλό μου να γράψω ένα τέτοιο, ίσως γιατί δεν έχω αυτή την αντίρρηση που έχει ο Σταύρος. Την αντίρρηση τη λέω σαν στάση ζωής. Δεν θα μπορούσα να μιλήσω εγώ για να του πω δες τα δικά σου λάθη. Κι εσύ το μπορείς. Αυτό όμως όλο, στο τέλος τί κάνει; Κάνει μια ηπιότητα και μια ρομάντζα από δω, μια αντίρρηση από δω, μια ανάγκη από μένα, και αυτό το πράγμα όλο μαζί, έχει τελείως διαφορετική λειτουργία από το να κάνει τραγούδια ο Σταύρος μόνος του, ο Ρόμπερτ μόνος του κι εγώ μόνος μου. Αυτή η χημεία των πραγμάτων και η ένωση των πραγμάτων, λίγο πολύ είναι και ο λογάριθμος που έκανε τους POLL τόσο αγαπητούς.

Σταύρος: Κοίτα, ζούσαμε και σε μια εποχή αντίρρησης, σωστά; Δηλαδή δεν ήταν πολύ σπάνιο να βρεις έναν αντιρρησία.

Κώστας: Σύμφωνοι, αλλά γιατί να μην έχω εγώ την αντίρρηση και την είχες εσύ; Για τον “Γέρο” λέω. Ή λέει, ψάχνω να βρω τον φίλο μου. Το “Ψάχνω να βρω τον φίλο μου”, του Σταύρου, είναι ένα τραγούδι που ποιος άνθρωπος στην εφηβεία δεν έχει βασανιστεί με το αν πιστεύω και τί πιστεύω και τί είναι αυτό και πόσο με πείθει. Οι περισσότεροι έφηβοι μάλλον αντίρρηση έχουν και αποστασιοποιούνται από το οικογενειακό “πιστεύω”.

Σταύρος: Ναι, αλλά το “Άνθρωπε αγάπα”, δεν μπορεί να το χτυπήσει κανένα τραγούδι μας.

Κώστας: Όχι, εγώ λέω ότι όλα αυτά τα διαφορετικά πράγματα, η αντίρρηση του Σταύρου, το ρομαντικό του Ρόμπερτ και η ανάγκη η δικιά μου, είναι μια σύμμειξη. Αυτό το πράγμα, η μίξη των πραγμάτων, και στη σκηνή και στο γράψιμο και στην ηχογράφηση, είναι αυτό που κάνει εσένα να θέλεις να κάνεις μια συνέντευξη με τους POLL σήμερα, μετά από πενήντα χρόνια.

Θανάσης: Είναι όμως και από τις λίγες φορές εκείνης της εποχής, που ένα συγκρότημα ασχολείται με θέματα τόσο διαφορετικά. Υπάρχει κοινωνική αναζήτηση. Τα άλλα συγκροτήματα της εποχής ήταν είτε διασκευές ξένων επιτυχιών, είτε σ’ αγαπώ, μ’ αγαπάς, θα πεθάνω, λιώνω, γιατί με άφησες κλπ.

Σταύρος: Από την άλλη βέβαια, “Το κορίτσι του Μάη” το τραγουδάνε ακόμα. Άρα υπάρχει ένα μέρος του κόσμου που το έχει ανάγκη αυτό. Δεν είναι τζάμπα εκεί.

Κώστας: Δεν είπε κανείς το αντίθετο, απλώς δεν υπήρχε το “άλλο”.

Σταύρος: Μόνο ο Σαββόπουλος. Να τα λέμε όλα.

Θανάσης: Και λίγο πιο μετά οι Νοστράδαμος;

Σταύρος: Άσε, άσε. Μόνο ο Σαββόπουλος. Γιατί αν πάμε στους Νοστράδαμος, πρέπει να προηγηθούν άλλοι.

Ρόμπερτ: Ο Σαββόπουλος ναι, αλλά εκείνη την εποχή, γιατί μετά αρχίζει και μου ξινίζει εμένα.

Σταύρος: Εντάξει, εμένα δεν μου ξινίζει και τόσο, εδώ που τα λέμε, εποχή άφησε. Να σου πω κάτι; Ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη. Υπήρχε μια κίνηση, κάτι έλεγε. Το ένα εξαφανίζεται εύκολα. Αν και εγώ δεν πιστεύω ότι εμείς θα εξαφανιζόμασταν εύκολα. Αλλά υπήρχαν γύρω γύρω και άλλα συγκροτήματα και υπήρχε η κίνηση, όλο αυτό το ρεύμα, δημιούργησε κλίμα. Από το οποίο την κοπάνησε ο Σαββόπουλος.

Το ταγάρι και ο πανικός στο μαγαζί

Το περίφημο ταγάρι, το πρώτο LP των POLL μέσα στη θήκη φτιαγμένη από λινάτσα.

Θανάσης: Το ταγάρι πώς προέκυψε;

Κώστας: Ήταν ιδέα του Φασόλα.

Σταύρος: Καταπληκτική ιδέα.

Κώστας: Λέγαμε διάφορα, δεν θέλαμε κάτι κοινό και ήρθε μια μέρα ο Φασόλας και μας είπε, παιδιά να το κάνουμε με τη λινάτσα;

Θανάσης: Κυκλοφορεί το ταγάρι και γίνεται ανάρπαστο;

Κώστας: Πόλεμος! Πόλεμος, πόλεμος!

Ρόμπερτ: Το ταγάρι βγήκε Οκτώβριο και εμείς γύρω στις 10 Οκτωβρίου ξεκινήσαμε στο “Ελατήριο”. Όπου κι εκεί όμως ψάχνουμε πώς θα είναι η αφίσα, το τί θα είναι το “Ελατήριο” κλπ.

Σταύρος: Μην ξεχνάς όμως, δυο μήνες με άδειο μαγαζί, μια μέρα δεν είπαμε, μήπως να το αφήσουμε; Εκεί! Δηλαδή με πολύ πείσμα.

Κώστας: Έφτασε ένα σημείο που ο επιχειρηματίας, αν το θυμόσαστε, μας είπε, παιδιά αυτά που έχουμε συμφωνήσει, δεν μπορώ να τα τηρήσω, αλλά μπορώ, επειδή μου αρέσει αυτό που κάνετε, να δουλεύουμε, να βάλω εγώ την κάβα για να το υποστηρίξω και ό,τι έρχεται, να το μοιραζόσαστε εσείς, εγώ δεν θα πάρω ούτε μια δραχμή. Για να το κρατήσει. Και έτσι, όπως λέει ο Σταύρος, στην αρχή δεν έχουμε κόσμο, δηλαδή 52, 37, 49 άτομα, τότε γίνονται και τα πρωινά που σου είπα πριν στους κινηματογράφους. Δηλαδή υπήρξε μέρα που η αμοιβή ας πούμε ήταν 13 δραχμές, αντί ξέρω γω 150. Και αυτό γιατί συμφωνήσαμε όλοι, ότι να, αφού είμαστε εδώ και το έχουμε στήσει, να το παλέψουμε. Μέχρι που κάποια στιγμή γίνεται έκρηξη, μετά από κάνα δίμηνο.

Ρόμπερτ: Νοέμβριο έγινε πανικός. Τρεις παραστάσεις την ημέρα.

Σταύρος: Φτάσαμε τις 300 δραχμές!

Κώστας: Πάντως, σημασία έχει ότι με εκείνα τα πρωινά και με τις πρώτες πωλήσεις του ταγαριού, ώ του θαύματος, πήραμε μπροστά. Κάτι το οποίο δεν συνέβαινε εκείνο τον καιρό, δηλαδή ο μόνος που είχε δει κόσμο πιο πριν ήταν ο Σαββόπουλος τον περασμένο χρόνο σε ένα μαγαζί 70 θέσεων, πιο κάτω απ’ το “Ελατήριο”. Το δικό μας ήταν και 350άρι. Ξαφνικά λοιπόν, γίνεται το αδιαχώρητο, δηλαδή το Σάββατο το βράδυ, τρεις παραστάσεις. Με ουρές που να φτάνουν μέχρι την Πατησίων.

Σταύρος: Για να σου δώσω να καταλάβεις, στο μαγαζί ήρθε και ο Σαββόπουλος να μας ακούσει.

Ρόμπερτ: Δε δούλεψε εκείνη τη χρονιά ο Σαββόπουλος αν θυμάσαι, είχε κάποια προβλήματα με τον στρατό.

Σταύρος: Ήρθανε με τα Μπουρμπούλια ένα βράδυ. Για να σου δώσω να καταλάβεις το μέγεθος, μια μέρα στην εφημερίδα, είδα ένα άρθρο του Χατζιδάκι για τα συγκροτήματα και είπα στον εαυτό μου. Αφού γράφει ο Χατζιδάκις για μας, σε καλό δρόμο είμαστε. Δηλαδή δε χρειαζόταν μόνο να πάμε στα στάδια για να το δούμε, εμείς το ξέραμε μέσα μας, είναι ορισμένα πράγματα που τα ακούς, λες δεν γίνεται να μην πάει αυτό.

Πες της μαϊμούς να πάψει να με πειράζει με το δάχτυλό της

Αφισάκι από το μαγαζί της Μνησικλέους 21 στην Πλάκα

Θανάσης: Τα Χριστούγεννα του ’71 είναι γεμάτο το μαγαζί, κάπως έτσι μπαίνει και το ’72. Τί είναι το επόμενο που ακολουθεί;

Κώστας: Το επόμενο είναι ότι αυτός που έχει το “Ελατήριο”, θέλει να κάνει ένα μαγαζί, εμείς μπλεκόμαστε με μια άλλη διαδικασία να κάνουμε ένα μαγαζί στην Πλάκα με έναν συνεταίρο, μπερδευόμαστε λίγο εκεί και στο τέλος κάνουμε αυτό το μαγαζί στην Πλάκα, το “Πες της μαϊμούς να πάψει να με πειράζει με το δάχτυλό της” και εκείνο είναι και το τελευταίο καλοκαίρι που συνυπάρχουμε.

Θανάσης: Ποιο προϋπήρξε; Το όνομα του μαγαζιού ή το τραγούδι;

Κώστας: Το ένα κάνει το άλλο.

Σταύρος: Γιατί λες ψέματα ρε; Το τραγούδι βγήκε από το όνομα του μαγαζιού. Και ο τίτλος ήταν δικός μου.

Ρόμπερτ: Η μαϊμού ήταν τότε η δικτατορία, λέγαμε τότε διάφορα τέτοια συμβολικά, για να μην τα καταλάβουν εκείνοι που δεν έπρεπε.

Κώστας: Και επίσης, είναι ό,τι σε ενοχλεί.

Το λευκό άλμπουμ και η ρήξη

Πάνω, το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο του λευκού άλμπουμ και κάτω ο πλατινένιος δίσκος για το “Άνθρωπε”, το πρώτο LP των POLL.

Θανάσης: Εκεί, το καλοκαίρι του ’72, κυκλοφορεί και ο δεύτερος δίσκος, σωστά;

Σταύρος: Ο δεύτερος δίσκος βγήκε λίγο παράταιρος, μηχανικά, γιατί βιαζόμασταν. Ήμασταν αγχωμένοι.

Κώστας: Κάπου εκεί, λίγο πριν τον Σεπτέμβριο, τελείωσε και το δεύτερο LP. Κάπου εκεί όλα, μπερδεμένα.

Σταύρος: Γιατί μας μιλάς για τον χωρισμό; Εμείς θέλουμε να τα ξεχάσουμε αυτά.

Ρόμπερτ: Αφού εδώ είμαστε ρε! Όλοι μαζί!

Θανάσης: Το λευκό; Ποιανού ιδέα ήταν το εξώφυλλο;

Κώστας: Ήταν να κάνουμε έναν δίσκο, τον χρωστάγαμε βάσει συμβολαίου στην εταιρεία, τους ανακοινώνουμε ότι θα το διαλύσουμε και λέει, παιδιά κάντε τουλάχιστον το δίσκο και λέμε οκ, θα βάλει ο καθένας μερικά κομμάτια να τον κάνουμε. Στην επεξεργασία του, πάντα αχόρταγοι και πλήττοντες με αυτά που υπήρχαν, λέμε, να ρε παιδί μου, στο προηγούμενο κάναμε το ταγάρι, τί να κάνουμε τώρα; Και βρέθηκε ένας εξαιρετικός γραφίστας, ο Στέργιος ο Δελιαλής, ο οποίος ήτανε της εταιρείας, είχε κάνει ένα-δυο εξώφυλλα ας πούμε, ζωγράφος αλλά και γραφίστας και λέμε να μας κάνει ένα κόμικ. Το άλμπουμ να είναι λευκό και να έχει το κόμικ μέσα, ως βιβλιαράκι. Κι έτσι έγινε κι αυτό. Ηχογραφήσαμε σχεδόν χώρια, γιατί ήδη έχει επέλθει η συμφωνία της διάλυσης και έτσι βγήκε και το λευκό.

Ρόμπερτ: Πάντως ήταν πρωτοποριακό και το ένα και το άλλο και μεγάλο έξοδο για την εταιρεία, είχε τεράστιο κόστος και η λινάτσα, δηλαδή το ταγάρι που κάναμε, αλλά και το κόμικ, δεν τους συνέφερε οικονομικά.

Ο Θανάσης που σκαλίζει: Αληθεύει ότι υπήρξε κάποια ρήξη μεταξύ σας στο φεστιβάλ τραγουδιού στη Θεσσαλονίκη;

Κώστας: Υπήρχε μια διαφωνία, πήγε το κομμάτι, πέρασε, του Σταύρου δεν του άρεσε η ιδέα να πάμε στο φεστιβάλ και καταλαβαίνω ότι σε ένα βαθμό είχε δίκιο, γιατί ήταν η κρατούσα κατάσταση που εμάς δεν μας άρεσε.

Σταύρος: Αυτούς πήγαμε να ανατρέψουμε εμείς, έτσι δεν είναι; Και πήγαμε και μπερδευτήκαμε μέσα στα πόδια τους. Τέλος πάντων…

Κώστας: Το θέμα είναι ότι ήδη έχουν γίνει πράγματα, τα οποία φέρνουν μια διαφωνία χοντρή ας πούμε. Εν τω μεταξύ, δεν ξέρω για ποιο λόγο, αλλά γίνανε χιλιάδες σκέψεις. Μια σκέψη ήταν, αν ο Σταύρος διαφωνεί, πάμε και αν θέλει να φύγει, να τον αλλάξουμε. Αλλά για να καταλάβεις την αγνότητα, που δεν έχει να κάνει με πείσματα και με τέτοια, αυτό δηλαδή που σου είπα πριν, ότι ήταν η χημεία τριών ανθρώπων, όπου ο καθένας με τον δικό του τρόπο συνέβαλε εξαιρετικά ώστε να υπάρχει αυτή η ομάδα και να φέρνει καλά αποτελέσματα. Εμένα μου φαινόταν αδιανόητο ότι θα μπορούσε να είναι κάποιος άλλος στη θέση του Σταύρου και αυτό ήταν και το τέλος. Δηλαδή ότι δεν δίνουμε συνέχεια αλλάζοντας τη σύνθεση, αλλά άστο, τέλειωσε εδώ.

Σταύρος: Εδώ τώρα, υπάρχει μια λεπτομέρεια, την οποία έχω σκεφτεί εδώ και πολύ καιρό εγώ. Αν παρατήρησες, όταν πήγαμε και είπαμε στην εταιρεία, εμείς διαλυόμαστε, δεν μας είπε η εταιρεία, ωπ, καθίστε ρε παιδιά.

Κώστας: Προσπάθησαν και ο Φασόλας και ο Αντύπας.

Σταύρος: Εμείς δεν είχαμε έναν άνθρωπο που να μας δίνει συμβουλές, και να είχε περάσει την ανάλογη καριέρα αυτός, να ξέρει τις δυσκολίες, να ξέρει τί να αποφύγεις, τί να μην αποφύγεις. Ο Κώστας (ο Φασόλας) είχε πολύ ταλέντο γι’ αυτό, αλλά ήταν ακόμα νέος.

Ρόμπερτ: Το θέμα είναι ότι δεν ήμασταν επαγγελματίες, ήμασταν φίλοι ερασιτέχνες.  

Σταύρος: Αν είχαμε έναν άνθρωπο που να μας συμβουλεύει, θα μας έλεγε, ναι, θέλετε να το διαλύσετε; Φύγε έναν χρόνο, κάνε ότι νομίζεις, φύγε κι εσύ έναν χρόνο, κάνε ότι νομίζεις και του χρόνου τα λέμε πάλι. Ε, δεν έκαναν τίποτα. Γιατί σου λέει, θα έχω τρεις τραγουδιστές. Αυτοί γράφουν κομμάτια, τραγουδάνε, θα έχουμε τρεις δίσκους αντί για έναν. Δεν προσπάθησαν να κρατήσουν το συγκρότημα. Δε με φώναξε κανείς να με ρωτήσει, τί έγινε Σταύρο;

Ρόμπερτ: Με τον Φασόλα μιλήσαμε, κάναμε κουβέντα.

Σταύρος: Δε λέω ότι φταίνε αυτοί οι άνθρωποι, αλλά θέλω να πω όταν έχεις μπροστά σου 19χρονα και 20χρονα παιδιά, όσο έξυπνα και να είναι, όσα και να ξέρουνε, υπάρχουν τρόποι να τα συμβιβάσεις, όταν είναι ένα μεγάλο συγκρότημα, το οποίο πρόκειται και να πουλήσει και έχει και μέλλον. Δεν το αφήνεις έτσι λέγοντας απλά, κάντε ένα δίσκο πριν φύγετε. Δε σου κάνω δίσκο ρε φίλε, να σου ‘λεγε. Πέντε χρόνια συμβόλαιο δεν έχουμε; Κάτσε εδώ που είσαι. Φύγε ένα χρόνο και γύρνα. Μπορεί να αλλάζαμε γνώμη. Έτσι σε αφήνουν να διαλύσεις, όταν βγάζουν από σένα λεφτά; 250.000 δίσκους; Γιατί;

Οι POLL μετά τους POLL

Θανάσης: Άρα λοιπόν, μιλάμε για ένα συγκρότημα το οποίο δεν πρόφτασε να συμπληρώσει καν διετία, έβγαλε δυο δίσκους που έγιναν ανάρπαστοι και έγραψε τεράστια ιστορία. Σας έχει μείνει το παράπονο ότι θα μπορούσατε να είχατε συνεχίσει;

Κώστας: Το ένα το άκουσες. Είναι αυτό που είπε ο Σταύρος, ότι δεν έκαναν μια προσπάθεια να μας τα συμβιβάσουν.

Ρόμπερτ: Εμένα, σαν πιο συναισθηματικός, μου στοίχισε πάρα πολύ. Όμως στη διάρκεια βλέπουμε ότι κανείς από μας δεν χάθηκε. Και όχι μόνο δε χάθηκε, αλλά μετά από 45 χρόνια, βρισκόμαστε, είμαστε εδώ, μιλάμε, με τον Κώστα οι δυο μας σε καθημερινή βάση, ο άλλος μας λέει πότε θα παντρευτείτε! Δεν άλλαξε τίποτα. Είμαστε μαζί κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Κάναμε κάποιες προσπάθειες μετά, το ’82, το ’91, φτιάξαμε και κάποια τραγούδια, ωραία κομμάτια, που παίχτηκαν.

Κώστας: Ένα τραγούδι του Σταύρου για το reunion του 91, το “Εμείς που αγαπάμε”, το τραγουδάω εγώ τώρα στα live.

Θανάσης: Το reunion του ’82 πώς προέκυψε;

Κώστας: Ήρθε ένας διοργανωτής, εξαιρετικός στη δουλειά του και μας λέει, ρε παιδιά ελάτε να κάνουμε ένα reunion. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν τέτοιες διοργανώσεις, τέτοια αντίληψη ας πούμε. Και κουβέντα στην κουβέντα, το κάναμε. Με αφορμή αυτό, έγινε και το ’91. Είχαμε την εμπειρία, εντάξει είπαμε, πάμε να κάνουμε και το ’91.

Θανάσης: Μετά το ’91 αληθεύει ότι υπήρξαν και σκέψεις να συνεχίσετε πάλι μαζί;

Ρόμπερτ: Αληθεύει, αλλά ήταν πιο μετά.

Κώστας: Με αφορμή ότι κάποιος ήταν διατεθειμένος να χρηματοδοτήσει μια συνύπαρξη μικρής διάρκειας, δηλαδή ένα tour στην Ελλάδα, το οποίο ναυάγησε αυτό, ναυάγησε και η σκέψη. Αλλά η πικρία που λες, αν την κρατήσεις μέσα σου, δηλητήριο θα γίνει. Και απόδειξη ότι όλοι αποπειράθηκαν να κάνουν ότι μπορούσαν στη συνέχεια. Ο Κώστας (ο Παπαϊωάννου) που πήγε στη Γερμανία, ο οποίος μετά είχε πάει στις τουρνέ του Μίκη Θεοδωράκη, μέσα στην επταετία. Προχωράς, γιατί αν το κρατήσεις, αν κλειδωθείς, θα σε πληγώσει, θα σε βαρύνει, θα σε δηλητηριάσει.

Σταύρος: Θυμάμαι στη Γαλλία, ο Κώστας (ο Παπαϊωάννου) έπαιζε με τον Θεοδωράκη. Και μου λέει μια μέρα, έλα, σε θέλει ο Μίκης. Δεν έχει τραγουδιστή, όλοι την κοπανήσανε, γύρισαν στην Ελλάδα. Πάω, βλέπω, οι παπάδες της ορθόδοξης εκκλησίας, του είχαν δώσει ένα χώρο, άδειο, μπετόν γύρω γύρω και εκεί έκανε πρόβες αυτός. Μπαίνω μέσα και ακούω έναν ήχο, να γυρνάει, να μην ακούω τίποτα σου λέω. Ένα πράγμα, μια βαβούρα, να χτυπιέται. Δεν ξαναπήγα. Με είδε μετά από καιρό, εσύ μου λέει με τις λαϊκές συναυλίες δεν είσαι. Του λέω, πάω στη λαϊκή αγορά καμιά φορά, αλλά λαϊκός δεν είμαι. Λαϊκοί είμαστε ρε φίλε; Όχι. Ροκ είμαστε.

Σκέψεις για τη διάλυση των POLL

Από το κόμικ του λευκού άλμπουμ με τους “Fantastic Four”. Ο Τουρνάς ήταν ο Υπεράνθρωπος, ο Ουίλιαμς ο Νυκτερίδας, ο Λογαρίδης ο Παράξενος Αδάμ και ο Παπαϊωάννου ο Ηπερήχος!

Θανάσης: Αποφεύγω επιμελώς να ρωτήσω ποιος ήταν ο λόγος της διάλυσης των POLL.

Σταύρος: Αυτό δε θα στο πούμε.

Κώστας: Εγώ θα σου απαντούσα τα νιάτα. Η ορμή και τα νιάτα.

Σταύρος: Τα νιάτα, η γρήγορη επιτυχία.

Κώστας: Πολλά παίζουν ρόλο. Και είναι χαρακτηριστικό ότι ο άνθρωπος στο δύσκολο, ο κάθε άνθρωπος, στο δύσκολο μπλοκάρει. Στο εύκολο είναι αυτοκράτορας. Άρα, η επιτυχία που λέει ο Σταύρος, ήταν επίσης μια παράμετρος. Μιας τρέλας, ας πούμε.

Σταύρος: Κοίτα, άμα δεν παλέψεις πολύ για κάτι, να φτάσεις στα 27, 30, δεν μπορείς να το εκτιμήσεις όπως πρέπει. Αυτός έφυγε από φαντάρος, εγώ έφυγα από το σχολείο, ήμασταν παιδιά. Όταν λέμε παιδιά, άμα σου έρθει μια τέτοια επιτυχία στο κεφάλι, πρέπει να έχεις έναν άνθρωπο ψυχρό, όχι μάνατζερ με τα λεφτά, ψυχρό λόγω καριέρας, να σου λέει τί σου συμβαίνει.

“Δε μας τρέλανε η επιτυχία, αλλά υποσυνείδητα μας έδωσε τη δύναμη να έχουμε οράματα. Τα οποία οράματα του ενός δεν συνέπιπταν με του άλλου. Και εκεί μας έλειψε κάποιος να μας καθοδηγήσει, να μας συμμαζέψει σαν χαρακτήρες”. Σταύρος Λογαρίδης

Ρόμπερτ: Παρόλα αυτά όμως, εγώ πιστεύω ότι δεν καβαλήσαμε κανένα καλάμι. Βλέπω ας πούμε σήμερα, ανθρώπους, παιδιά, που πάνε σε reality και την έχουν δει γαμάω και δέρνω ας πούμε. Εμείς δεν τρελαθήκαμε με την επιτυχία.

Σταύρος: Όχι, αλλά υποσυνείδητα σου δίνει τη δύναμη να έχεις οράματα. Τα οποία οράματα δεν συμπίπτουν με του άλλου. Και όταν έχεις εσύ αυτή τη δύναμη και την εν δυνάμει φορά, αυτό το μομέντουμ ας πούμε, πρέπει κάποιος να το καθοδηγεί, έτσι πιστεύω εγώ. Όταν είσαι 20 χρονών. Να σου λέει, ωπ, μη λες μαλακίες. Να σε συμμαζεύει σαν χαρακτήρα.

Κώστας: Έλεγα για ένα φίλο πριν στον Σταύρο. Το λέω γιατί έχει σχέση μ’ αυτό που συζητάμε. Λέει λοιπόν, στο παιδί δεν μπορείς να πεις ποτέ: μη, απαγορεύεται, πρέπει. Είναι προτιμότερο, αν πρέπει να το προφυλάξεις από κάτι, να του πεις μια γρήγορη, πολύ μικρή ιστοριούλα, με το αποτέλεσμα αυτού που δεν θα ‘θελες να κάνει. Μόνο τότε λέει, μπορείς να μεγαλώσεις παιδιά καλά, γιατί το μη και το πρέπει δεν ξέρεις πώς θα λειτουργήσουν. Μπορεί να λειτουργήσουν αντιδραστικά, εγώ αυτά θα κάνω που δεν πρέπει, μπορεί να λειτουργήσουν με θυμό, μπορεί να λειτουργήσουν όπως θες. Οπότε πες του καλύτερα την ιστοριούλα.

Ο Σταύρος τί λέει λοιπόν; Ναι παιδιά, διαλύστε το, αυτός που νοητά θα υπήρχε εκεί να σε βοηθήσει, έπρεπε να σου πει την ιστορία. Ότι, ξέρεις κάτι; Υπάρχουν δυο ιστοριούλες. Η μια είναι ότι αν παραμείνετε, κάνετε το διάλειμμά σας, πηγαίνετε, κάντε, φτιάξτε, δοκιμάστε, αλλά εδώ είστε. Ότι αυτή η χημεία αυτών των ανθρώπων που συμμετέχουν, μπορεί με έναν τρόπο να κάνει εξαιρετικά πράγματα. Η καλή ιστοριούλα. Η κακή ιστοριούλα. Ότι μπορεί για αυτά που φαντάζεσαι πως μπορείς να κάνεις, να απατάσαι. Να σου πει την ιστοριούλα εκείνη την ώρα, μη σου πει σου απαγορεύω. Αυτό λοιπόν εμένα δεν είχε περάσει από το μυαλό μου, τώρα που το λέει ο Σταύρος το σκέφτομαι. Πιθανώς, να ήταν μια βοήθεια, την οποία δεν την είχαμε.

Τι σημαίνουν οι POLL για τους POLL

Θανάσης: Θα ήθελα να μου πει ο καθένας από τους τρεις σας με δυο λόγια, τί σημαίνουν οι POLL γι’ αυτόν.

Ρόμπερτ: Ένα κομμάτι απ’ τη ζωή μας, έτσι πιστεύω εγώ ότι είναι, ίσως ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της ζωής μας μέχρι σήμερα. Είναι αυτό το οποίο καθόρισε την πορεία μας από εκεί και πέρα. Και έμεινε μέσα στην καρδιά μας, στην ψυχή μας, στην συμπεριφορά μας, οτιδήποτε έχει σχέση με μας.

Κώστας: Εγώ λέω πως ό,τι κάνεις στη ζωή σου, ό,τι επιχειρείς στη ζωή σου, γιατί πηγάζει από την πείνα σου, από τη δίψα σου, από τις σκέψεις σου, από τις ανάγκες σου, ό,τι κάνεις και βρει ανταπόκριση, είναι το εφαλτήριο για την επόμενή σου απόπειρα. Και οι άνθρωποι, αν ζητάνε μικρά πράγματα, και τα πετυχαίνουν, έχουν μια καλή πορεία εξελικτική. Δηλαδή, δοκιμάζω να βγάλω το Γυμνάσιο, το βγάζω, δοκιμάζω να μάθω αγγλικά, τα έμαθα, ας πάω και στρατό που υποχρεούμαι, τον καθάρισα. Κάθε βήμα που πετυχαίνεις, είναι ένα καλό εφαλτήριο και μια καλή τόνωση αυτοπεποίθησης, για να μπορέσεις να πας στο επόμενο.

Οι POLL ήταν εξαιρετικά σοβαρή τόνωση αυτοπεποίθησης, που λειτούργησε θετικά στον καθένα από μας. Ακόμα και σήμερα που έχουν περάσει 46 χρόνια, για να δούμε και το μέγεθος της υπόθεσης, υπάρχει ένα μικρό ενδιαφέρον για το τί κάναμε, πώς το κάναμε, γιατί το κάναμε. Αυτό πάει να πει ότι ήταν πολύ καλό βήμα στη ζωή μας και πολύ μεγάλη τύχη. Ανεξαρτήτως αν είχες ή όχι την ικανότητα, αν τραγουδούσες καλά, αν έγραφες καλά. Και άλλοι γράφουν καλά και άλλοι τραγουδάνε καλά. Δεν πήραν τέτοια επικύρωση και τόνωση αυτοπεποίθησης. Απ’ τη μιά λοιπόν είναι το συναισθηματικό, αυτό το οποίο σε γεμίζει, σε ευχαριστεί, σου θυμίζει ότι έχεις βιώσει πράγματα, ότι έχεις απολαύσει πράγματα, κι απ’ την άλλη είναι ότι ήταν μια εξαιρετική τόνωση.

Σταύρος: Εξαιρετική τόνωση. Εγώ αισθάνομαι σαν ένας ποδοσφαιριστής που έχει παίξει στον Ολυμπιακό και πήρε και το νταμπλ και καθόρισε τη ζωή του αυτό το πράγμα. Σαν να ανήκω, ξέρεις, πώς λένε ας πούμε, εσένα ο παππούς σου ποιος είναι και έχει σημασία, έτσι, σαν να είναι οι ρίζες μου εκεί. Κάτι καλύτερο δεν θα μπορούσε να συμβεί σε μένα, ειδικά σε εκείνη την ηλικία. Εκφραστήκαμε ελεύθερα όλοι.

Θανάσης: Πείτε μου το αγαπημένο σας τραγούδι από τους POLL.

Ρόμπερτ: Πέρα από τα κλασικά που τα παίζουμε ακόμα όλοι μας, το “Άνθρωπε αγάπα” και το “Ήλιε μου”, που τα λέμε και τα ξαναλέμε και τα ξαναλέμε, ένα από τα κομμάτια που αγάπησα, ήταν το “Ξημερώνει”, που πίστευα ότι αυτός που θα μπορούσε να το πει τότε, ήταν ο Σταύρος και όχι εγώ.

Κώστας: Εγώ μπορώ να σου πω ότι σημάδι, και συναισθηματικό και ουσιαστικό, ήταν το “Ήλιε μου”. Ήταν πολλά πράγματα μέσα του. ‘Εχει τις μεγαλύτερες αντοχές, τουλάχιστον για μένα, σαν τραγούδι.

Ας ακούσουμε όμως πιο αναλυτικά τί είπε ο Κώστας Τουρνάς για τον αγαπημένο του “Ήλιο” στο βίντεο που ακολουθεί.

Σταύρος: Ο “Φίλος” και ο “Γέρος”, από αυτά που έχω γράψει εγώ. Από τους POLL, το πιο αγαπημένο δικό μου κομμάτι είναι το “Κι αύριο μπορείς” (σ.σ. εννοεί το “Σήμερα κι αύριο”), και ας είναι αναβλητικό, δεν πειράζει. “Κι αύριο μπορείς”, “Ήλιε μου”. Εμένα, να σου πω την αλήθεια, όλα τα τραγούδια των POLL μου αρέσουν. Δεν υπάρχει τραγούδι που να μη μ’ αρέσει, εκτός από το POLL means love. Δεν ξέρω αν θα ήταν καλύτερα να μην ξεκίναγε ο δίσκος μ’ αυτό. Αλλά, όλα τα κομμάτια μ’ αρέσουν. Μπορώ να σου πω ότι το κάθε κομμάτι είναι ξεχωριστό, δηλαδή έχει κάτι δικό του, δεν είναι ένας δίσκος που ακούς το ένα κομμάτι και το άλλο και είναι το ένα μια συνέχεια του άλλου. Το ίδιο στιλ και πάμε. Αυτό το πράγμα με ενοχλεί σήμερα στους δίσκους.

Οι POLL έπαιξαν ζωντανά POLL!

Θα σας πω όλη την αλήθεια. Όταν κλείσαμε τη συνέντευξη με τους POLL, αυτό που σκέφτηκα από την πρώτη στιγμή, αυτό που πίστευα ότι θα “απογείωνε” πραγματικά αυτή την συνάντηση, ήταν να τους πείσω να παίξουν ένα τραγούδι τους, ζωντανά, μπροστά μας. Μόλις φτάσαμε στο σπίτι του Σταύρου, αμέσως είδα στο σαλόνι μια ακουστική κιθάρα. Το πρακτικό μέρος είχε λυθεί. Αλλά απέμενε το πιο δύσκολο. Αφού ολοκληρώθηκαν οι ερωτήσεις, τους το πρότεινα. Η πρώτη αντίδραση ήταν αρνητική. Η δεύτερη ενθαρρυντική. Η τρίτη θετική.

Και όταν ακούστηκε ο Κώστας να λέει “πιάσε την κιθάρα”, ενθουσιάστηκα. Μια χορδή που έλειπε, παραλίγο να κάνει τη ζημιά, αλλά ο Κώστας άρχισε να κουρδίζει, οπότε ηρέμησα. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, οι πρώτες συγχορδίες του “Ήλιου” αντήχησαν σαν ευλογία και αμέσως μετά, μία-μία άρχισαν να μπαίνουν οι φωνές. Πρώτα του Κώστα, μετά του Ρόμπερτ και τέλος του Σταύρου. Αρμονία αισθητική και συναισθηματική. Οι τρεις φίλοι τραγουδούσαν και πάλι μαζί σε ένα τρίλεπτο που δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Τους ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου, τόσο για τη συνέντευξη, όσο και για αυτή την ξεχωριστή στιγμή που μας χάρισαν στο τέλος.