ΣΙΝΕΜΑ

Όλα είναι Βούλγαρης

Ο μεγάλος σκηνοθέτης μας ξενάγησε στις αναμνήσεις μια καριέρας, σαν road trip πάνω από μια κούπα καφέ.

Τη διαδρομή αυτή κάνω 50 χρόνια τώρα. Μισό αιώνα! Δε το πιστεύω…

Ο Παντελής Βούλγαρης με κοιτάζει με ένα απορημένο χαμόγελο, στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού, μια απίστευτα ευγενικής και πηγαία συμπαθής φυσιογνωμία που σπάνια συναντάς ιδιαίτερα ανάμεσα σε τόσο αναγνωρισμένους ανθρώπους. Είχε μόλις αναφέρει κάτι σχετικά με τη συμμετρία της φιλμογραφίας του, το πώς μοιάζει ακούραστα να βγάζει κάτι σαν τρεις ταινίες τη δεκαετία, βρέξει-χιονίσει.

Ξεκινάει να αναλογίζεται τα πρώτα βήματα, τον Τζίμη, το “Προξενιό της Άννας”. Αλλά σταματάει, κόβει το ειρμό της σκέψης του. “Δεν κατάλαβα πώς έφτασα να δουλεύω 50 χρόνια. Δεν το πιστεύω,” ξαναλέει γελώντας, με ένα βλέμμα που κρύβει τη διαδικασία ανάσυρσης αναμνήσεων από μια σπουδαία καριέρα. “Δεν κατάλαβα πώς πέρασε ο καιρός,” συνεχίζει, “επειδή ο κινηματογράφος είναι κάτι…”

“Δεν έχω ξεπεράσει την αγωνία για μια κινηματογραφική ταινία, τα στοχήματα που βάζω κάθε φορά με αυτό που καταπιάνομαι,” εξηγεί, βάζοντας λόγια στην παύση του. “Πέρασε ο καιρός μέσα από τις ταινίες.”

Ο πολυβραβευμένος δημιουργός ταινιών πολιτικών όσο και προσωπικών, με μια φιλμογραφία που μοιάζει να μεταπηδά συνεχώς ανάμεσα στο μικρό και το μεγάλο, στο σύγχρονο και στο παρελθοντικό, έχοντας σαν κοινό άξονα μόνο ένα: ότι αποτελεί χάρτη του τι υπήρξε η Ελλάδα στο πίσω μισό του 20ού αιώνα.

Τον ρωτάω γιατί ήθελε να κάνει αυτή την ταινία σήμερα, αυτή τη διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος της Ιωάννας Καρυστιάνη. Στη “Μικρά Αγγλία” ακολουθούμε την ιστορία μιας οικογένειας στην Άνδρο μέσα από το πέρασμα των χρόνων γύρω από τον πόλεμο. Καθώς ένα μεγάλο μυστικό σφηνωμένο βαθιά στην καρδιά της καθημερινότητάς τους απειλεί να συντρίψει τις σχέσεις τους, μέσα σε μια μικρή κοινωνία που έχει μάθει να ζει με τη συνήθεια της αγωνίας για το θα επιστρέψουν πίσω οι ναυτικοί σύζυγοι ή όχι.

“Το κύριο θέμα πέρα από την πλοκή, τα βασικά συναισθήματα, παραμένουν και σήμερα,” λέει. “Ο τρόπος που γυρίστηκε η ταινία, δε ξέρω αν ήταν από την αρχή στο μυαλό μου ή των συνεργατών μου, αλλά η ταινία δεν έχει αυτή την ‘εποχίλα’, ίσως επειδή τα πρόσωπα που διάλεξα είναι σημερινά ή συμπεριφορά στην ερμηνεία τους είναι απολύτως σύγχρονη.”

Όταν του λέω πως ένα από τα στοιχεία που με βοήθησαν να μπω μέσα στην ταινία ήταν ακριβώς τα φρέσκα αυτά πρόπσωπα, με γελαστό θυμό εξηγεί γιατί τους ήθελε ακριβώς έτσι τους πρωταγωνιστές του. “Είναι συνειδητό αυτό που κάνω. Καμιά φορά τσαντίζομαι με σκηνοθέτες που χρησιμοποιούν το κάστινγκ άλλου σκηνοθέτη. Μα καλά, δεν έχουν την περιέργεια να ψάξουν να βρουν καινούριους ηθοποιούς; Κι αυτό το κάνω εξαντλητικά. Όχι μόνο Αθήνα. Πήγαινα Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, έψαχνα σε πολιτιστικούς συλλόγους, σε ερασιτεχνικούς θιάσους!”

Είπαμε, όλα είναι δρόμος. 50 χρόνια μετά, για τον Παντελή Βούλγαρη, είναι ακόμα. “Πέρασε ο καιρός μέσα από τις ταινίες,” είχε πει νωρίτερα.

Να πώς.

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

1. Ο Καζάν και το μπλοκάκι των σημειώσεων

Είχα την τύχη να γνωρίσω τον Ηλία Καζάν ο οποίος μέχρι τα 80 του είχε ένα μπλοκ στην τσέπη κι ένα μολύβι. Σε καθημερινή βάση στη ζωή του έγραφε ό,τι συναντούσε. Μια λεπτομέρεια ενός ταξιτζή πχ. Όταν ερχόταν Ελλάδα (τα ελληνικά του ήταν λίγα αλλά είχε μια ευκολία μετά από 10 μέρες να μπορεί να καταλάβει) κάθε φορά που άκουγε κάτι που τον ενδιέφερε, έβγαζε το μπλοκάκι και το σημείωνε. Εγώ δεν έχω μπλοκάκι αλλά έχω την ικανότητα να δω και να συγκρατήσω κάτι που είναι η κύρια αφορμή για να ασχοληθώ κάποια στιγμή.

Μια πλευρά του καλλιτέχνη είναι να είναι μπανιστηρτζής της ζωής. Στην καθημερινότητά μου πάντα θα υπάρχει κάτι που έχω σημειώσει, που έχω συγκρατήσει, που έχει σημαδέψει κάτι λεπτά κύτταρα που ίσως υπάρχουν στον εγκέφαλο και που αν αυτά διατηρήσουν την σημασία και την ανάγκη τους, θα μεταμορφωθούν σε ιστορία που ο χρόνος να θα δείξει αν θα γίνουν ταινία. Λέω συχνά στους σπουδαστές μου, που συνήθως είναι νέα παιδιά στις σχολές, με ρωτάνε “πού είναι οι ιστορίες, πού τις βρίσκουμε;” Λέω, “οι ιστορίες είναι στον απέναντί σου στο μετρό.”

2. Ο Γκίλιαμ και οι μονομανίες

Όλοι οι σκηνοθέτες έχουν στις αποσκευές τους ιδέες ή ολοκληρωμένα σενάρια τα οποία πιστεύουν ότι κάποια στιγμή θα πραγματοποιήσουν. Έτσι κι η “Μικρά Αγγλία”. Είχε γράψει ένα υποτυπώδες σενάριο η Ιωάννα πριν χρόνια, αλλά οι ταινίες γίνονται όταν υπάρχουν οι προϋποθέσεις οι οικονομικές.

Παράλληλα υπάρχουν κι άλλες ιδέες στο μυαλό μου. Άλλες διατηρούν τη σημασία και την ανάγκη τους να γίνουν, άλλες όχι. Γίνεται στο μυαλό του καλλιτέχνη ένα περίεργο φιλτράρισμα πάνω στο τι αντέχει και τι δεν αντέχει. Κυρίως σαν περιπτώσεις σαν τη δικιά μου που παρατηρώ, που με ενδιαφέρει να βλέπω.

Το έχεις δει το “Lost in La Mancha”; Απίστευτο. Είναι μερικές μονομανίες, τον καταλαβαίνω τον Γκίλιαμ, οι οποίες σου αφήνουν τέτοιο κενό μέσα σου που θες να το συμπληρώσεις. Ο Κιούμπρικ είχε τον “Ναπολέοντα”, ο Καζάν την τελευταία του ταινία που δεν πρόλαβε να κάνει. Ο κινηματογράφος δεν είναι σαν το βιβλίο. Έλεγα της Ιωάννας πως μπορεί να γράψει ένα βιβλίο, να το τελειώσει, κι αν δε της αρέσει δεν το κυκλοφορεί. Εγώ μπορεί να γυρίσω μια ταινία που αν δε μου αρέσει αποκλείεται να μην παιχτεί. Πρέπει να παιχτεί.

3. Ο Αγγελόπουλος και το μονοπλάνο

[Εκτός από τον Τσάπλιν και τον Κιούμπρικ], όλοι οι υπόλοιποι είμαστε δέσμιοι ενός πολύ σκληρού προγράμματος που ενώ λέει ότι ο σκηνοθέτης έχει δέκα ώρες εργασίας συνήθως οι ώρες οι δημιουργικές είναι πέντε. Ας πούμε σε αυτή την ταινία τώρα που αλλάζαν τα πρόσωπα, εγώ περίμενα με τις ώρες, 3-4 τουλάχιστον χάνονταν μέχρι όλοι οι ηθοποιοί να έχουν γκριζάρει μαλλιά, να έχουν ρυτίδες κλπ. Μπορεί να είχα στο μυαλό μου 10 πλάνα και να διαπίστωνα ότι είναι αδύνατον- έπρεπε να βρω λύσεις κινηματογραφικές και να τα συντομεύσω ή να τα συνδέσω.

Θυμάμαι τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στην πρώτη μικρού μήκους που έκανε που ήμασταν όλοι πολύ κοντά του. Ο Κατακουζηνός κι εγώ ήμασταν οι βοηθοί τους οι επίσημοι. Στο πρώτο γύρισμα που είχε και κομπάρσους τον ρώτησα το πρωί, “Θόδωρε πόσα πλάνα έχεις να κάνεις;” και μου λέει “65”. Λέω “μη χειρότερα”, λέει “θα γίνουν”. Έχει πάει 13.00 το μεσημέρι κι είχε κάνει πέντε. Κάνουμε μια διακοπή και του λέω “δεν γίνεται, άλλα 5 μπορείς να κάνεις Θόδωρε, προσαρμόσου!”. Και ίσως είναι κι αυτός ο λόγος που ύστερα υιοθέτησε το μονοπλάνο!

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΔΡΟΜΟΣ

“Ηλία ρίχτο”, μέρος 1: Η Θεσσαλονίκη και ο δρόμος

Μετά την οικονομική καταστροφή του “Ακροπόλ” πήγα στη Θεσσαλονίκη όταν ήταν πολιτιστική πρωτεύουσα το ‘97, είχα πιάσει σπίτι εκεί και έκανα πολιτιστικές εκδηλώσεις έξω από την πόλη. Στη Θράκη και στη Μακεδονία. Από εκεί βγήκε το “Όλα Είναι Δρόμος”, από ιστορίες που είχα ζήσει, που είχα βιώσει, που είχα ακούσει, από σημειώσεις.

Μου λείπει μια μικρή ταινία. Ήμουν ευτυχισμένος στο “Όλα Είναι Δρόμος”. Μικρή ομάδα, οι τρεις ιστορίες ήταν σε διαφορετικά μέρη, ήταν σαν ένα ταξίδι η ίδια η ταινία. Ήταν σε μέρη που μου αρέσουν, σε κόσμο που μου αρέσει. Μακεδονία και Θράκη είναι οι περισσότεροί μου φίλοι είναι.

“Ηλία ρίχτο”, Μέρος 2: Ο Αρμένης και η καπαρντίνα

Τον Αρμένη τον ήξερα από το θέατρο. Δεν είναι απλώς ηθοποιός ο Αρμένης, είναι ζογκλέρ. Μπορεί κάνει τα πάντα, μπορεί  να χορεύει χωρίς να ξέρει να χορέψει. Πολυσύνθετο ταλέντο ερμηνείας. Δώσαμε ραντεβού όταν είχα γράψει τη δική του ιστορία, στο Φλοράλ στα Εξάρχεια. Το διάβασε και μου λέει, “Παντελή, δεν τον καταλαβαίνω αυτόν, σαν ανέκδοτο μου φαίνεται η ιστορία, αλλά θα την κάνω γιατί σε αγαπάω.”

Ξεκίνησα τα γυρίσματα με την ιστορία του Καταλειφού στη Θεσσαλονίκη κι έρχεται ο Αρμένης Σάββατο για να δουλέψουμε τη Δευτέρα. Δεν είχαμε κάνει πρόβες, τίποτα. Την Κυριακή κάνουμε μια κουβέντα κι έτσι βγήκε η σκηνή με τον τηλεφωνικό θάλαμο στα χωράφια μου λέει, αυτό δεν υπήρχε.

Στο τέλος, στην τελευταία σκηνή που γκρεμίζεται το μαγαζί, εγώ διαπίστωσα ότι το ζεϊμπέκικο το τελευταίο κρατούσε 3 λεπτά. Είναι ένα μονοπλάνο η σκηνή αυτή, που όμως εξαντλούσε τη δράση μου πριν τα 3 λεπτά. Το γεγονός ότι βγάζει τη γραβάτα και την καίει και ρίχνει οινόπνευμα στην καπαρντίνα για να πάρει φωτιά, αυτά βγήκανε για να καλυφτεί το τρίτο λεπτό του ζεϊμπέκικου. Δεν υπήρχαν στο σενάριο. Βγήκαν στις άπειρες πρόβες, είχαμε πάει από το απόγευμα στο ντεκόρ και σταματήσαμε για να κάνουμε γύρισμα χάραμα, γιατί έπρεπε να ξημερώνει. Όλα αυτά βγήκαν από μια δημιουργική σχέση με τον Αρμένη κι από μια κινηματογραφική ανάγκη να καλύψω τα 3 λεπτά του τραγουδιού.

“Ηλία ρίχτο”, μέρος 3: Το Βιετνάμ και οι φανς

Πριν ξεκινήσω τη “Μικρά Αγγλία” χτυπάει το τηλέφωνο ένα μεσημέρι κι είναι κάποιος από τη Λαμία. Μου λέει, “κύριε Βούλγαρη θέλω τη διευθυνσή σας να σας στείλω κάτι.” Κι ύστερα από μια βδομάδα φτάνει ένας φάκελος που έχει μέσα ένα DVD. Το βάζω και είναι η τελευταία ιστορία του Αρμένη, ξαναγυρισμένη από ντόπιους. Μια παρέα 30 καβλωμένων με το Βιετνάμ, το ξαναγυρίσανε, σχεδόν με το ντεκουπάζ που είχα κάνει. Είχαν προσθέσει μόνο το τέλος που γκρεμίζανε το μαγαζί. Είχαν υποδυθεί όλους τους ρόλους. Τρελάθηκα. Πήγα και τους γνώρισα: Αυτοί μεταξύ τους κουβεντιάζανε με τους ίδιους διαλόγους της ταινίας, στην καθημερινότητά τους!

Ήρθε πριν κανά δίμηνο ένας νεαρός να μου φτιάξει το ίντερνετ στο σπίτι. Είχε δει το όνομά μου απ’έξω. Και πώς πιάσαμε την κουβέντα, δεν θυμάμαι, του λέω “έχω κάνει κι εγώ σε ένα μπουζουξίδικο μια ταινία”. Με κοιτάει, [σσ. φωνάζοντας υποδυόμενος έκπληξη] “ΤΟ ΗΛΙΑ ΡΙΧΤΟ;;”, μου λέει. Ναι, είναι από τα πράγματα που δεν ξέρεις πώς ξαφνικά γίνονται τόσο δημοφιλή και αγαπημένα.

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ…

“Ηλία ρίχτο”, επίλογος: Η Νάουσα και το μέλλον

Τώρα τελευταία έκανα τρεις ταινίες δύσκολες. Όταν έκανα τις “Νύφες” λέω της Ιωάννας, “ένα σερνάριο με 4 πρόσωπα σε ένα σπίτι.” Και μου βγήκε ο εμφύλιος! Τελειώνω αυτό, λέω με τίποτα πάλι κάτι τέτοιο. Και προέκυψε η “Μικρά Αγγλία”! Η σημερινή πραγματικότητα με ενδιαφέρει, αλλά καμιά φορά οι συγκυρίες φέρνουν μπροστά κάτι άλλο που επιθυμείς να κάνεις ώστε να μπορεί να πραγματοποιηθεί εγκαίρως και να μη μείνει σαν απωθημένο. Πιστεύω να ξαναγυρίσω σε αυτή την πο μινιμαλιστική περίοδο.

Είχα ξεκινήσει πριν από αυτή την ταινία στη Νάουσα κάτι, γιατί έχει εκεί ένα έθιμο καταπληκτικό που γίνεται στο τέλος Φεβρουαρίου. Ντύνονται σαν εύζωνοι, σαν τσολιάδες, με μάσκες άσπρες, πένθους. Το είχα δει πριν χρόνια και είχα βρει μια ιστορία που εξυπηρετούσε αυτή την καταπληκτική γοητεία που έχει αυτό το έθιμο. Είχα καλύψει τις εικόνες του εθίμου και μου έλειπε το υπόλοιπο μέρους του σεναρίου, για το οποίο όμως δεν είχα βρει λεφτά. Ελπίζω μετά την “Μικρά Αγγλία” να βρω, και μπορέσω να πάω να το συνεχίσω.

Θέλω να ξανακάνω κάτι τέτοιο, μικρό. Και με τον Αρμένη θέλω να ξανασυνεργαστώ.

Υπολογίζω θεού θέλοντος να κάνω άλλες τρεις ταινίες.

Όμως δεν κοιτάω ποτέ την καριέρα μου. Αφού τελειώσει μια ταινία δεν απομακρύνομαι, απομακρύνεται η ταινία, φεύγει από μένα. Και σχεδόν τελειώνοντας, εγώ έχω καβλώσει με κάτι καινούριο.

“Μικρά Αγγλία” βγαίνει στις αίθουσες αυτή την Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου από τη Feelgood Entertainment.