REVIEWS

Οι ταινίες: Βία στη βία

Το αστυνομικό θρίλερ “Prisoners” με τον Χιου Τζάκμαν, το ελληνικό (κι όχι το αγγλικό) “Luton”, ένα Q&A με τον σκηνοθέτη Μιχάλη Κωνσταντάτο, και το παλαβό top-10 του Κουέντιν Ταραντίνο.

Κάθε βδομάδα στις αίθουσες βγαίνουν πολλές ταινίες, κι εμείς εδώ γράφουμε λίγα λόγια για εκείνες που μας νοιάζουν αρκετά ώστε να γράψουμε λίγα λόγια για αυτές. Βγάζει νόημα αυτή η φράση; Κάπως, ελπίζω.

Ακολουθεί κι ένας σύντομος σχολιασμός της κινηματογραφικής επικαιρότητας, όταν η επικαιρότητα το κάνει απαραίτητο να ακολουθήσει ένας σύντομος σχολιασμός για αυτήν.

Εν ολίγοις γράφουμε για ταινίες. Με όποιον τρόπο ή σειρά μας έρχεται.

Αυτές είναι οι ταινίες που μας νοιάζουν αυτή τη βδομάδα.

O Ντενί Βιλνέβ κάνει ταινίες για τη βία, ναι, αλλά πιο πολύ έχει ενδιαφέρον το πώς την εστιάζει. O Καναδός σκηνοθέτης βρίσκεται πάντα σε αναζήτηση του πώς η βία απέναντι σε παιδιά απλώνει τις ρίζες της και, από ένα απλό σημείο εκκίνησης, φτάνει να συντρίβει τα πάντα, διατρέχοντας ηλικιακά και γεωγραφικά φάσματα. Στο “Polytechnique” ήταν η επίθεση σε μια τεχνική σχολή θηλέων, στο οριακά αρχαιοελληνικής δαιδαλώδους τραγικότητας “Incendies” είναι οι πράξεις θρησκευτικής βίας που καθορίζουν δυο ζωές μέχρι σήμερα.

(Το “Incendies”, παρά την οσκαρική του υποψηφιότητα, δεν πήρε όση φήμη άξιζε στη διετία που ακολούθησε την κυκλοφορία του. Είναι σπουδαία ταινία.)

Δεν υπάρχει τίποτα που ξυπνά αρχέγονα ένστικτα -σε κοινωνικό επίπεδο τουλάχιστον- όσο η απειλή ή η ασκούμενη βία απέναντι σε παιδιά, σκεφτόμουν παρακολουθώντας το “Prisoners” (imdb | letterboxd), το αγγλόφωνο ντεμπούτο του Βιλνέβ. Σε αυτό ένας απεγνωσμένος πατέρας (έξαλλος ο Χιου Τζάκμαν) παίρνει το νόμο στα χέρια του όταν η αστυνομική έρευνα δεν αποδίδει (φαινομενικά; αρχικά; τελικά;) καρπούς, με έναν κύριο και προφανή ύποπτο να αφήνεται ελεύθερος.

Ο Βιλνέβ έχει στήσει εδώ μια ιστορία εγκλήματος και ηθικής που έχει διάθεση να απλωθεί, να γίνει larger than life, καθώς έτσι εξυπηρετούνται καλύτερα και οι αναζητήσεις του πάνω στα όρια του κακού, της βίας και της εμμονής. (Το φινάλε προσγειώνει τα πράγματα κάπως άτσαλα, αλλά δε κρατήσουμε μούτρα στον σκηνοθέτη γι’αυτό. Δεν μπορούν όλες οι ιστορίες με σίριαλ κίλερς και πρωταγωνιστή τον Τζέικ Τζίλενχαλ να είναι “Zodiac”.) Το στόρι εξαπλώνεται, οι χαρακτήρες μας συστήνουν άλλους χαρακτήρες, κάθε έγκλημα κρύβει από πίσω του ένα άλλο έγκλήμα, η χαρτογράφηση αυτού του μικρού σύμπαντος μοιάζει όλο και πυκνότερη, και το DNA μιας αρχικής πράξης βίας τελικά εντοπίζεται -λες κι έχει μεταδοθεί σαν ασθένεια- στις πράξεις και τις συμπεριφορές ολόκληρου του πληθυσμού της ταινίας.

Είναι πολύ φιλόδοξο αυτό που επιχειρεί ο Βιλνέβ, και όλα ξεκινούν από την βασική αυτή ιδέα. Ποιο έγκλημα (ή, καλύτερα στην προκειμένη περίπτωση, υποψία εγκλήματος) θα μπορούσε να είναι τόσο φρικτό και αδικαιολόγητο που θα σήκωνε πάνω του όλη αυτή την ψυχική φθορά που ακολουθεί; Η απαγωγή δύο μικρών κοριτσιών.

Η συνολική αίσθηση που αποκομίζεις είναι κάπως σα να έχεις δει ένα -πολύ ποιοτικό, δε λέω- mini-series συμπτυγμένο σε μια πυκνή ταινία δυόμιση ωρών, και ο Βιλνέβ κάπου χάνει την εστίασή του ειδικά στην τρίτη πράξη όπου πρέπει κάπως να το προσγειώσει όλο αυτό χωρίς να το κάνει να μοιάζει εντελώς πεζό. Έχει σπουδαίους συμμάχους τον Τζίλενχαλ (στο ρόλο του ντετέκτιβ Λόκι, που ξετυλίγει το νήμα της υπόθεσης από τη δική του πλευρά) που μοιάζει πιο κουρασμένος, αποφασισμένος και εμμονικός από ποτέ, αλλά και τον Ρότζερ Ντίκινς στη διεύθυνση φωτογραφίας που δίνει σε μια ιστορία americana εγκλήματος μια αίσθηση θρύλου.

(Υπάρχει μια σκηνή στη λεωφόρο προς το τέλος του φιλμ, με τα φώτα των αυτοκινήτων να δρουν σαν το Φως, υπό μία έννοια, που είναι από τα πιο υπερβατικά πλάνα που έχουμε ζήσει φέτος στο σινεμά.)

Εν τέλει, τα καταφέρνει και δεν τα καταφέρνει ταυτόχρονα, αλλά τόσο στις στιγμές όπου παρακολουθείς συγκλονισμένος, όσο και σε εκείνες όπου σκεπτικός επεξεργάζεσαι μια ακόμα υπερβολή, δε μπορείς παρά να βρίσκεσαι σταθερά μέσα στο πεδίο βαρύτητας αυτού του καθηλωτικού δράματος.

Έχει ενδιαφέρον που πριν 2 χρόνια το μεγάλο ξενόγλωσσο debate ήταν το “A Separation” εναντίον “Incendies” (μεγάλες ταινίες και τα δύο, μάλλον το πρώτο κερδίζει όμως) και αυτή τη βδομάδα οι σκηνοθέτες και των δύο φιλμ επιστρέφουν με ταινίες παραγωγής άλλων χωρών, σα να προβιβάστηκαν ταυτόχρονα κι οι δύο στην πιο κοντινή -στις φιλμικές ευαισθησίες τους- μεγάλη κινηματογραφία.

Ο Καναδός Βιλνέβ γύρισε το Αμερικάνικο “Prisoners” έχοντας στη διάθεσή του σταρ οσκαρικού βεληνεκούς όπως τον Χιου Τζάκμαν, διατηρώντας όμως ακέραιο το στυλ και τους προβληματισμούς του. Κι ο Ιρανός Ασγκάρ Φαραντί (του “Separation”) γύρισε το Γαλλικό “Le passé” (imdb | letterboxd) έχοντας στη διάθεσή του σταρ οσκαρικού/φεστιβαλικού βεληνεκούς όπως τη Μπερενίς Μπεζό (από το οσκαρικό “Artist”, βραβευμένη η ίδια στις Κάννες για την ερμηνεία στο παρόν φιλμ), διατηρώντας όμως επίσης ακέραιο το στυλ και τους προβληματισμούς του.

Ένα χειροκρότημα και για τους δύο, γιατί έχουμε δει υπερβολικά πολλές μετακομίσεις να έχουν καταστροφικά αποτελέσματα για ελπιδοφόρους δημιουργούς.

Το “Le passé” δεν είναι εξίσου δυνατό με το “Separation” βέβαια, αλλά από την άλλη πώς θα μπορούσε να είναι; (Εκείνο το φιλμ είχε χαρακτηριστεί “Breaking Bad” για ένα διαζύγιο και δε μπορώ να σκεφτώ καλύτερη περιγραφή.) Πάλι έχουμε να κάνουμε με οικογένεια, μυστικά και αποκαλύψεις που πυροδοτούν μικρές εκρήξεις ενοχών, που με τη σειρά τους πυροδοτούν μεγαλύτερες, κλπ κλπ, μέχρι που φτάνουμε στο τέλος του φιλμ να παρακολουθούμε το συναρπαστικό ταξίδι τριών χαρακτήρων προς την ελευθερία, έστω σχηματική εδώ.

Όλα ξεκινούν όταν ένας άντρας φτάνει από το Ιράν στο Παρίσι για να οριστικοποίησει το διαζύγιο από τη μέλλουσα πρώην γυναίκα του. Θα μείνει για μερικές μέρες μαζί με αυτήν, τα παιδιά τους, τον μέλλοντα σύζυγό της και το γιο του, και όπως υποπτεύεσαι τίποτα καλό δε μπορεί να προκύψει από αυτή τη σύνθεση.

Η καλύτερη ταινία της βδομάδας πάντως είναι το “Luton” (imdb | letterboxd) του Μιχάλη Κωνσταντάτου. Το πρόβλημα με αυτή την ταινία είναι ότι δε μπορείς να την περιγράψεις ιδιαίτερα πολύ δίχως να την χαλάσεις σε όλους, λόγω του πώς είναι δομημένη. Απαιτούσε θάρρος αυτό: Αφενός, ο τρόπος που, ρυθμικά, το φιλμ χτίζει το οικοδόμημά του πάνω σε μια συλλογή λεπτομερειών από τη νεοελληνική καθημερινότητα προς ένα φινάλε-γροθιά, είναι σχεδόν μαθηματικά λεπτοδουλεμένος. Τίποτα δεν περισσεύει. Κάθε υπόνοια, κάθε βλέμμα, κάθε τσαντισμένο κλείσιμο τηλεφώνου, κάθε βαριεστημένη πράξη εκτόνωσης, όλα μετράνε, όλα συνεισφέρουν.

Αφετέρου, είπαμε. Είναι όλα φορτωμένα στην καρότσα. Μπροστά δεν βλέπεις τίποτα.

Ας προσπαθήσουμε, ωστόσο. Είναι κι αυτή μία ταινία για τη βία. Την καθημερινή βία, του γυμναστηρίου, του ψιλικατζίδικου, των ουρών στην εφορία, της σχολικής τάξης. Και το πού αυτή οδηγεί. Ακολουθεί τις ζωές τριών ανθρώπων, εντελώς διαφορετικών μεταξύ τους. Μια ενήλικη κοπέλα, ένα έφηβο αγόρι, κι ένας μεσήλικας παντρεμένος άντρας. Τι τους ενώνει; Ότι ζουν στην ίδια κοινωνία.

Το “Luton” είναι από τα φιλμ που α) δε θα σε αφήσει ήσυχο για αρκετό καιρό αφού το δεις και β) θα απαιτήσει επιστροφή είτε για επαναληπτική θέαση είτε έστω για επανεξέταση μέσω συζήτησης. Για να αναλυθεί η δομή της ταινίας (όπως την είδα εγώ, υπάρχουν 4 διακριτές πράξεις: ακινησία > κίνηση > σπιράλ > χάος), για να εντοπιστούν οι λεπτομέρειες που οδηγούν στο φινάλε, για να συζητηθεί το ίδιο το φινάλε.

Την συζητήσαμε με τον Κωνσταντάτο, αφήνοντας να πει κι αυτός μερικά πράγματα για το τι είναι και το πώς γεννήθηκε (και για τι μιλάει) το “Luton”:

Μια συζήτηση με τον Μιχάλη Κωνσταντάτο

(φωτό via, credit: Αγγελος Χριστοφιλόπουλος)

Πόσο κοντά θεωρείς ότι είναι η ταινία στην τωρινή κατάσταση στην Ελλάδα; Νομίζω πολύ κοντά, αλλά γράφτηκε πριν, γύρω στο 2009-2010. Ούτως ή άλλως ασχολείται με το πώς φτάνουμε ως εδώ. Η κατάσταση έρχεται να επιβεβαιώσει την υπόθεση που κάνουμε. Εξάλλου η συνθήκη που περνάμε τώρα είναι γνώριμη σε πολλές χωρες πριν από εμάς. Η ταινία μιλάει για πράγματα που ούτως ή άλλως συνέβαιναν σε μεγάλες πόλεις.

Και στην Ελλάδα όμως. Είναι πολύ γνώριμα όλα τα περισταστικά που βλέπουμε στην οθόνη. Είναι μια μελέτη πάνω στο πώς διαμορφώνονται οι συνειδήσεις των ανθρώπων που καταλήγουν να είναι μέρος και να ενισχύουν αυτό το κομμάτι της κρίσης. Η δομή είναι φτιαγμένη ώστε να ενισχύσει αυτό που με απασχολεί περισσότερο. Με ενδιέφερε να γυρίσει ο θεατής και να σκεφτεί ξανά το πρώτο κομμάτι τις ταινίας, να εστιάσει στις λεπτομέρειες που διαμορφώνουν τον ψυχσιμό των ηρώων και πώς καταλήγουν όπως καταλήγουν. Υπάρχει έδαφος για να παρατηρήσει ο θεατής τη λεπτομέρεια, να μην παρακολουθεί πλοκή. Θέλουμε να αναγνωρίσει κομμάτι της καθημερινότητάς του εκεί μέσα.

Εμπνεύστηκες καθόλου από το Greek weird cinema; Καθόλου! Η μεγαλύτερή μου επιρροή είναι η μουσική. Η ταινία θεωρώ πως έχει ένα ρυθμό συγκεκριμένο χωρίς να έχει μουσική. Η επιρροή μου είναι πάντα οι ήχοι.

Σε ενδιέφερε να γυρίσεις μια ταινία που μιλάει έντονα στο τώρα; Δεν σκέφτεσαι ποτέ ότι θα κάνεις μια ταινία για το τώρα ή για το χτες. Υπάρχουν πράγματα στο μυαλό που σε απασχολούν. Δε σκέφτηκα ότι θα αντλήσω από ένα περιστατικό και θα κάνω ταινία για το τώρα, δε σκέφτομαι έτσι. Αυτά που υπάρχουν στην ταινία είναι πράγματα που με απασχολούν χρόνια, τα περιστατικά βίας από όλο τον κόσμο. Παρατηρούσα τον κόσμο, την καθημερινότητά μας. Έκανα μια σκέψη, φιλτραρίστηκε, και βγήκε αυτή η ιστορία.

Η ταινία παίχτηκε ήδη στο Σαν Σεμπαστιάν, πώς φάνηκε στους ξένους; Και με ξένους που έχω συζητήσει, βλέπουν την καθημερινότητά τους εκεί μέσα. Δεν έχουν την ίδια παραλία, την ίδια πεθερά, το ψιλικατζίδικο, όμως η βάση είναι ίδια με ένα τρόπο. Στο πώς η κοινωνία τους ασκεί βία και τι κάνουν με αυτή, πώς διαμορφώνεται ο ψυχισμός τους και πώς το διαχειρίζονται. Αν κάνεις μια αναγωγή, πολλοί ζουν έτσι κάπως έτσι.

Η σημασία των τριών χαρακτήρων ποια είναι; Είχε ενδιαφέρον να παραθέσω τρεις ζωές με διαφορετικό υπόβαθρο. Δεν έχει σημασία ποιοι είναι για μένα, για την ουσία της ταινίας. Η ευθύνη είναι συλλογική. Από όποια κοινωνική τάξη κι αν προέρχεται ο καθένας, ο παρονομαστής έχει σημασία, πόσο συνειδητά ζεις τη ζωή σου, ποια είναι η θέση σου απέναντι στο περιβάλλον σου, στους δίπλα σου, στον εαυτό σου, τι ευθύνη εχεις εσύ απέναντι σε όλο αυτό το πράγμα. Επίσης ηθελα να τονίσω ότι δεν έχει σημασία από πού έρχεται κάποιος, ήθελα να βρω την ομοιότητα. Από όπου κι αν προέρχεται, υπάρχει ένα κοινό πράγμα, ένας κοινός παρονομαστής.

(Περισσότερα από τον Μιχάλη Κωνσταντάτο αύριο στο ΟΝΕΜΑΝ, σε ξεχωριστή συνέντευξη.)

Σε βλέπω

Υπάρχουν άνθρωποι του σινεμά που οφείλουν να είναι γνωστότεροι από όσο είναι. Αν σου άρεσε το “Prisoners” εννοείται δες το “Incendies”. Και, σε κάθε περίπτωση, τσέκαρε το “Next Floor”, ένα φανταστικό μικρού μήκους φιλμάκι του σκηνοθέτη Ντενί Βιλνέβ, το οποίο είχαμε συμπεριλάβει στην ενδεικτική μας λίστα μικρού μήκους ταινιών που πρέπει να δεις οπωσδήποτε.

Ο υπερηρωικός τρόπος να καταστρέψεις μια ταινία της βδομάδας

Δεν είναι τέλειο που πλέον σχεδόν κάθε σοβαρός σταρ του Χόλιγουντ έχει παίξει και κάποιον υπερήρωα στην καριέρα του; Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να το αγνοήσεις αυτό, οπότε γιατί να το αγνοείς; Αγκάλιασέ το. Βλέπε τις ταινίες σα να ήταν σε συνέχεια μεταξύ τους.

Ας πούμε το “Prisoners”, αν το δεις υπερηρωικά, γίνεται η ηθικά γκρίζα αναζήτηση ενός αθώου κοριτσιού από τον Γούλβεριν (Χιου Τζάκμαν) και τον War Machine (Τέρενς Χάουαρντ) καθώς αναρωτιόμαστε πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν οι δυο τους για την αλήθεια. Γούλβεριν, το ξέραμε πως είσαι σκηρός. Όσο για τον Χάουαρντ, ευτυχώς δεν αντικαθίσταται κι εδώ από τον Ντον Τσιντλ στη διάρκεια της ταινίας. Είναι καλός.

Οσκαράκια

Οκτώβρης σημαίνει πως έχουμε μπει επσήμως στο τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς, το τρίμηνο δηλαδή της οσκαρικής κούρσας. Το βαρύ πυροβολικό των στούντιο φυσικά αργεί να φτάσει, όμως στην Αμερική είχαμε ήδη την πρώτη κυκλοφορία που θεωρείται στάνταρ για ισχυρή παρουσία σε πολλές κατηγορίες των φετινών βραβείων.

Το “Gravity” του Αλφόνσο Κουαρόν έτυχε αποθεωτικής υποδοχής από την κριτική (96% στο metacritic είναι σκορ που κανονικά φυλάσσεται για κλασικές επανεκδόσεις), έχει αφήσει τη βιομηχανία άφωνη με το πόσο καλά πάει στα ταμεία (θα είναι η σπάνια οσκαρική ταινία μπλοκμπάστερ), έχει Τζορτζ Κλούνεϊ, και προέρχεται από έναν δημιουργό που άπαντες εκτιμούν αλλά ακόμα δεν έχει βραβευτεί.

Η υποψηφιότητες Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Α’ Γυναικείου (Σάντρα Μπούλοκ) και μιας πλειάδας τεχνικών Όσκαρ, είναι ήδη σίγουρες. Αν ο Κουαρόν κερδίσει Όσκαρ θα κάνουμε πάρτι με τσάμπα τεκίλες προς τιμήν του, το λέμε από τώρα.

Το “Gravity” βγαίνει στις αίθουσες στις 7 Νοεμβρίου.

Σε άλλα νέα, ο Τομ Χανκς, στην πλάτη των πολύ θετικών κριτικών για το “Captain Phillips” του Πολ Γκρίνγκρας, θα πρέπει ήδη να θεωρείται φαβορί για υποψηφιότητα Α’ Ανδρικού Ρόλου.

Οι ταινίες του Ταραντίνο

Αγαπώ τον Κουέντιν Ταραντίνο για πολλούς λόγους, κι ένας από αυτούς είναι οι απόψεις. Ο Ταραντίνο έχει πολλές απόψεις. Ακόμα κι όταν δεν έχει άποψη για κάτι, αυτό έρχεται παρέα με πολλή άποψη. Να, ας πούμε λέει πως δεν έχει γνώμη για το κάστινγκ του Μπεν Άφλεκ ως Μπάτμαν. Επειδή,

Ο Μπάτμαν δεν εναι ένας πολύ ενδιαφέρων χαρακτήρας. Για οποιονδήποτε ηθοποιό. Απλά δεν υπάρχουν και τόσα πράγματα να παίξεις.

Για την ιστορία, του άρεσε πιο πολύ ο Μάικλ Κίτον. Μαζί σου.

Αλλά η μεγάλη ιστορία εδώ είναι η δεκάδα που προσέφερε δίχως κανέναν απολύτως λόγο, των αγαπημένων του ταινιών του 2013 ως τώρα. Αυτές οι “ως τώρα” λίστες είναι οι αγαπημένες μου, επειδή δεν στις επιβάλλει κανένας χρονικός περιορισμός. Απλά ξυπνάς ένα πρωί και κρίνεις πως θες να μοιραστείς με τον κόσμο πως σου αρέσουν πολύ κάποια πράγματα Αυτή Τη Στιγμή.

Και στον Κουέντιν Ταραντίνο αρέσει… το “Lone Ranger”;

Ναι.

Η δεκάδα του για το 2013 (ως τώρα) είναι:

1. Afternoon Delight (Jill Soloway)

2. Before Midnight (Richard Linklater)

3. Blue Jasmine (Woody Allen)

4. The Conjuring (James Wan)

5. Drinking Buddies (Joe Swanberg)

6. Frances Ha (Noah Baumbach)

7. Gravity (Alfonso Cuarón)

8. Kick-Ass 2 (Jeff Wadlow)

9. The Lone Ranger (Gore Verbinski)

10. This Is The End (Seth Rogen, Evan Goldberg)

Είναι φανταστική δεκάδα, έχει τα ‘ανεξάρτητα διαμαντάκια’, έχει τους ‘hipster auteurs’, έχει το “Gravity”, έχει κωμωδίες, έχει τρόμο, και έχει και τις κουλαμάρες που μόνο ένας Ταραντίνο μπορεί να περάσει χωρίς να πέσει το σύμπαν από τα γέλια, ακριβώς επειδή είναι ο Ταραντίνο και τον φαντάζεσαι εύκολα να κάθεται και να έχει τρελαθεί βλέποντας το “Kick-Ass 2”, για παράδειγμα.

(Το τι σημαίνει αυτό, άλλη συζήτηση.)

Αλλά ειδικά αυτό με το “Lone Ranger” (το οποίο στην επεξηγηματική συνέντευξη ψιλο-θάβει ως ένα σημείο) με ξεπερνάει. Βασικά αν δεν το καταλάβατε, ο Ταραντίνο αποφάσισε να βγάλει αυτή τη λίστα τώρα ώστε να έχει ένα λόγο να μας πει πως του άρεσε το “Lone Ranger”.

Καλά έκανε, οι λίστες του είναι τέλειες.