REVIEWS

Τα μαγικά του ‘Doctor Strange’ ακολουθούν γνώριμη συνταγή με άριστα υλικά

Η Marvel κλείνει τη χρονιά με ξόρκια, πολλαπλές πραγματικότητες και έναν ήρωα που προβλέπεται να έχει περίοπτη θέση σε όσα ετοιμάζει το στούντιο για τις επόμενες φάσεις του.

“Αλλόκοτο και εκτός ελέγχου”. Έτσι ευχήθηκε να βρούμε το ‘Doctor Strange’ ο Scott Derrickson. Και όσο περνούσε από το σκηνοθετικό του χέρι, τα κατάφερε. Τώρα μένει να ακολουθήσει και λίγη αναρχία στην καθιερωμένη φόρμουλα της Marvel και μπορεί σε λίγα χρόνια να μιλάμε για μία πετυχημένη στροφή σε ένα σύμπαν διατεθειμένο να πάρει περισσότερα ρίσκα. Αν παίρνει κάποιο στούντιο να το ρίξει στην τρελή κάποια στιγμή στο κάτω-κάτω, σίγουρα είναι αυτό που ανατινάζει κάθε φορά το box office και έχει στρώσει κοινό in sickness and in health.

O Doctor Strange σύχναζε πάντα στις πιο μυστικιστικές και απόκρυφες γωνιές στις σελίδες των κόμικ του. Αντίθετα με τους συναδέλφους του που είχαν να τα βάλουν με μεγάλα τέρατα και διαπλανητικές απειλές, ο Strange έπρεπε να αντιμετωπίσει εχθρούς άλλων διαστάσεων. Από οντότητες που μπορούν να σε παγιδεύσουν σε ονειρουπόλεις φτιαγμένες με το μυαλό τους μέχρι την Αιωνιότητα την ίδια. Μαζί με τα ξόρκια που έρχονταν στη ζωή με αστείες ατάκες, ο κόσμος του Sorcerer Supreme ήταν πάντα τόσο απολαυστικά σαχλός, όσο χρειαζόταν για να εκμεταλλεύεται την κομικίλα του στο έπακρο. Αυτό μέχρι να δεις τι μπορεί να πάθουν όσοι έχουν την ατυχία να γίνουν παραλήπτες των ξορκιών του και να πάρεις το πράγμα λίγο περισσότερο στα σοβαρά.

Ένα περιβάλλον, λοιπόν, που αποτελείται από άλλες πραγματικότητες, διαστάσεις και εχθρούς με διαφορετικές δυνατότητες από αυτές του στρατού Chitauri που μπορεί να κουβαλήσει στη Γη ο Loki, προσφέρει ένα πεδίο που εικαστικά μπορεί να συναρπάσει και τον θεατή και αυτόν που πρέπει να το δημιουργήσει. Αυτά εξάλλου πάνε χέρι-χέρι συνήθως. Εδώ ο Derrickson δεν αρκείται απλά σε μια ένεση φρεσκάδας. Αυτή θα ερχόταν ούτως ή άλλως με την εισαγωγή ενός νέου υπερήρωα στην πρώτη του σόλο ταινία. Με τη σκηνή δράσης που κάνει το ποδαρικό της ταινίας πριν καν γνωρίσουμε τον πρωταγωνιστή όμως, μπαίνεις αμέσως στο νόημα και στο rollercoaster που θέλει να σε βάλει.

Ο Kaecilius, ο λιγομίλητος εχθρός που υποδύεται ο Mads Mikkelsen στην ταινία, αποκαλεί υποκρίτρια μία κουκουλωμένη φιγούρα που κινείται στον χώρο με την αυτοπεποίθηση του Terminator, και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, απλές κινήσεις των χεριών λυγίζουν τα πάντα γύρω τους και τα πάνω έρχονται κάτω με τρόπο πολύ κυριολεκτικό. Είναι μια πρώτη γεύση όμως μόνο.Κάπου αλλού την ίδια στιγμή, ο Stephen Strange ετοιμάζεται να μπει στο χειρουργείο για να κάνει τα μαγικά του μετά μουσικής, πνευματώδους χιούμορ και μπηχτών εναντίον λιγότερο ταλαντούχων συναδέλφων. Αυτά δηλαδή που έχεις δει να κάνει πολύ καλά o Benedict Cumberbatch στον ρόλο του Sherlock Holmes.

Ο αλαζόνας νευροχειρούργος δεν έχει χρόνο για ιατρικές περιπτώσεις που δεν είναι πρόκληση γι’ αυτόν. Έχει πολλά εύσημα και πολλά χρήματα για να ασχοληθεί με μια σπονδυλική στήλη που θα μπορούσε να επανασυρμολογήσει ένας νευροχειρούργος της σειράς. Για να βοηθήσει στα Επείγοντα Περιστατικά όπως του ζητάει η συνάδελφος και πρώην του, ούτε λόγος. Αυτά δεν είναι χειρουργεία, αυτά είναι χασάπικα χωρίς ενδιαφέρον, της λέει. Μετά από ένα μεγάλο ατύχημα με τη Lamborghini του που θα μπορούσε να είναι διαφήμιση από το Υπουργείο Μεταφορών όμως, δε χάνει μόνο τη χρήση των θαυματουργών χεριών του, αλλά και την εκτίμηση της μοναδικής όπως φαίνεται φίλης του, που για καλή τύχη του χαρακτήρα με το μικρότερο screentime στην ταινία τον υποδύεται η φορέβερ εντ έβερ συμπαθητική Rachel McAdams. Χάνει τελικά και την περιουσία του κάνοντας, χωρίς αποτέλεσμα, τη μία εγχείρηση και μετά την άλλη. Όταν μαθαίνει όμως για το Kamar-Taj, ένα μέρος που κάνει θαύματα στο Kathmandu, ξοδεύει τα τελευταία του χρήματα για ένα one-way εισιτήριο και αρχίζει το ψάξιμο.

Ο δρόμος του τον φέρνει στην πόρτα της Tilda Swinton, της κουκουλωμένης φιγούρας που λέγαμε νωρίτερα, ή αλλιώς Ancient One. Ένα σοφό, αιώνιο, παρατρίχα ανθρώπινο πλάσμα με τη ισχύ του αβίαστου badassery, που μόνο να κερδίσει είχε από τη μορφή της εξωγήινης Swinton. Ο πραγματιστής Strange δε θα μπορούσε να καταπιεί εύκολα τα περί μαγικών που του εξηγεί, αλλά μετά από μια σύντομη επίδειξη δυνάμεων, βρίσκεται να παρακαλάει γονυπετής. Η σχέση τους σταδιακά μετατρέπεται σε μέντορα και μαθητή, με την Ancient One να προσπαθεί να ξυπνήσει την ανιδιοτέλεια του δεύτερου, μιας που η Γη κινδυνεύει να απορροφηθεί από τη Σκοτεινή Διάσταση και χρειάζονται έξτρα χέρια στο Kamar-Taj, και τον Strange να προσπαθεί να κόψει δρόμο στη μαθητεία του για να κερδίσει γνώση μια ώρα αρχύτερα.

Μαζί με τον Chiwetel Ejiofor που υποδύεται τον πιστό ακόλουθο της Ancient One, θα μπορούσες να φανταστείς τον Cumberbatch και τη Swinton να συμπρωταγωνιστούν σε κάποιο βρετανικό δράμα εποχής. Δεν είναι οι πρώτοι ηθοποιοί με αυτόν τον αέρα που προσλαμβάνει η Marvel, αλλά ποτέ δε βλάπτει να έχεις τέτοιους στο payroll σου. Αν είναι όμως ο big bad σου να είναι άδειος, όπως δυστυχώς είναι ο Kaecilius, ας τον παίζει τουλάχιστον ο Mads Mikkelsen.

Πρώτη δεν είναι ούτε η φορά που είδαμε τη Marvel να φτιάχνει ιδιόμορφα περιβάλλοντα, με πιο πρόσφατο τις μυρμηγκοφωλιές του ‘Ant-Man’. Στο ‘Doctor Strange’ όμως, νιώθεις πως βλέπεις τις σκηνές δράσης και τα μαθήματα του εκπαιδευόμενου γιατρού μέσα από ένα καλειδοσκόπιο. Οι αναφορές σε ‘2001’, ‘Matrix’, ‘Inception’ και τα καλλιτεχνήματα του M.C. Esher είναι εξόφθαλμες, αλλά έτσι κι αλλιώς δε θέλουν να κρυφτούν. H Marvel έχει αποφασίσει ότι για να έχει κοινό σύμπαν, αυτό πρέπει να σημαίνει ένα ομοιογενοποιημένο look μεταξύ των ταινιών της – άραγε πόσοι είμαστε αυτοί που δυσκολευόμαστε να τοποθετήσουμε σειρές σαν το ‘Daredevil’ ή το ‘Jessica Jones’ στην κινηματογραφική βερσιόν του στούντιο; – κι έτσι στοιχεία όπως για παράδειγμα η χρωματική παλέτα είναι περίπου τα ίδια, αλλά λειτουργούν σαν το όμορφο, γυαλιστερό περιτύλιγμα που έχεις βολευτεί κι έχεις σπίτι για τα καινούρια δώρα.

Ακόμα και η φαινομενικά πάναπλη χορογραφία στις κινήσεις χαρακτήρων που μπορούν να μετατρέψουν όσα βρίσκονται στο πεδίο δράσης τους σε όπλο, σχηματίζοντας γεωμετρικά σχέδια με τα χέρια τους, είναι μελετημένη έτσι ώστε να ανήκει σε έναν κόσμο σχεδόν αποκομμένο από αυτόν των υπολοίπων υπερηρώων. Ευπρόσδεκτη διαφοροποίηση είναι και η μεταφορά της μάχης από τεράστιες, αχανείς πόλεις ή χώρες τύπου Sokovia που αρχίζουν να μοιάζουν ίδιες μετά την 4η και 5η ταινία, σε στενούς δρόμους του Χονγκ Κονγκ ή του Λονδίνου που διευκολύνουν τον θεατή και προσφέρουν αλλαγή σκηνικού.

Δύο ακόμα bonus: Η τελευταία αναμέτρηση που θα κρατήσουμε κρυφή και που ακόμα κι αν σε απογοητεύσει γιατί τα stakes ομολογουμένως δεν τα νιώθεις υψηλά, θα διαπιστώσεις ότι τουλάχιστον έγινε προσπάθεια να μη σου σερβίρουν μια απ’ τα ίδια, και το μουσικό σκορ του Michael Giacchino που μετά την ανατριχιαστική δουλειά του στο ‘Lost’ δεν έχει σταματήσει να φτιάχνει τελειότητες.

Αυτές είναι όλες μικρές και μεγάλες μανούβρες που μπορούν να φτιάξουν την ταινία σου. Ειδικά όταν στα υπόλοιπα θες – ή πρέπει τελοσπάντων – να ακολουθήσεις την πεπατημένη. Γιατί το ‘Doctor Strange’, πέρα από εφέ και καστ, ακολουθεί πιστά την τυποποιημένη φόρμουλα της Marvel. Στην περίπτωση του ίδιου του Strange δε, ο χαρακτήρας του παρότι διασκεδαστικός, μοιάζει με reboot του Iron Man.

Είναι αλήθεια ότι οι δύο προσωπικότητες έχουν κάποια κοινά στοιχεία από τη δημιουργία τους – κυρίως το φραγκάτος douchebag μέρος του πράγματος – αλλά οποιαδήποτε διαφοροποίηση μεταξύ τους εδώ, συμβαίνει περισσότερο λόγω των ηθοποιών που προφανώς δεν είναι εναλλάξιμοι και λιγότερο λόγω σεναρίου. Αν είχαμε Civil War σε characterization πάντως, ο Tony θα προχωρούσε σε ισοπέδωση.

Μπορεί να έχουν και οι δύο το τραυματικό περιστατικό που θα τους έκανε τελικά καλύτερους ανθρώπους, αλλά αντίθετα με τον Tony, το ατύχημα του Stephen δε φάνηκε να του μαθαίνει τίποτα. Απλά ξεκίνησε την αλληλουχία των γεγονότων που τον οδήγησαν στο Kathmandu. Και οι προσωπικές του σχέσεις όμως πάσχουν μπροστά στου Tony, που μέχρι το τέλος της πρώτης του ταινίας είχε την Pepper και τον Rhodey να σου θυμίζουν ότι υπάρχουν λόγοι που κάποιοι αγαπάνε ένα προβληματικό ψώνιο όπως ο Stark, αλλά και ένα οικογενειακό background που του έδινε κίνητρα. Μέχρι τέλος του ‘Doctor Strange’ δεν ξέρω τι μαθαίνουμε για τον βασικό παίκτη, πέρα από την απόφασή του να αλλάξει μυαλά και τα αισθήματα που έχει ακόμα για την πρώην του. Δεν ξέρω τι εξυπηρετούν τέτοιου είδους συγκρίσεις βέβαια, μάλλον πουθενά, απλά όταν το πράγμα βγάζει μάτι είναι αναπόφευκτες. Σε οποιαδήποτε περίπτωση όμως, ο Strange έχει και τη φινέτσα και τη στόφα χαρακτήρα που θα σου κρατήσει καλή παρέα. Με το πρόγραμμα του στούντιο να απλώνεται συνεχώς, αυτό είναι σίγουρα καλός οιωνός.

Σίγουρα δεν ήταν τυχαίο ότι η ταινία του πήρε το πράσινο φως, όταν άρχισε να ακούγεται πως ο Iron Man θα αρχίσει σιγά-σιγά να χάνει την ηγετική θέση του στο MCU. Να ευχηθούμε καλή σταδιοδρομία στο καινούριο αρχηγόπουλο; Γιατί την καλή αρχή την έχει.

* To ‘Doctor Strange’ θα βρίσκεται στις αίθουσες στις 27/10 από τη Feelgood.