VENICE VIDI VICI

Suburbicon: Όταν ο George Clooney δοκίμασε να φτιάξει το ‘Fargo’ του

Το νέο σκηνοθετικό εγχείρημα του George Clooney κρύβει καλές προθέσεις πίσω από ένα άτσαλο αποτέλεσμα που αντικατοπτρίζει μια αβέβαιη εποχή.

Από τα πιο παράξενα κατασκευάσματα που έχουμε δει στο Φεστιβάλ, το ‘Suburbicon’ είναι ουσιαστικά δύο ταινίες άβολα τοποθετημένες η μία μες στην άλλη. Ούτε καν μες στην άλλη δηλαδή, απλά στέκονται δίπλα-δίπλα, όπως οι γείτονες της ταινίας, το μόνο που τους ενώνει, το γεγονός πως όλα τα παλαβά που τους συμβαίνουν, λαμβάνουν χώρα στον ίδιο μέρος. Το κυρίως φιλμ είναι ένα παλιό αχρησιμοποίητο σενάριο των αδερφών Coen, το οποίο μάλιστα δεν είναι κι από τα πιο εμπνευσμένα τους.

Ακολουθεί την ιστορία ενός ζευγαριού (Damon και Moore) που, χωρίς να θέλουμε να προδώσουμε πολλά, μπλέκει με κάτι ντόπιους γκάνγκστερ στο πλαίσιο μιας απάτης που πάει πολύ, πολύ στραβά.

Το βασικό πρόβλημα εδώ είναι πως το όλο στόρι είναι κατασκευασμένο τελείως ανάποδα και μέχρι ενός πολύ προχωρημένου σημείου του έργου, είναι αληθινά δύσκολο για τον θεατή να βρει ένα σημείο εισόδου για την ιστορία. Το focus πολύ απλά δεν υφίσταται, καθώς ο Clooney κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί παπαγαλίζοντας από Hitchcock (με τη συνδρομή του Alexandre Desplat που φυσικά κάνει το Bernard Herrman homage του) ως, προφανώς, Coen. Με τη βασική διαφορά πως οι Coen Ποτέ δε θα έπαιρναν αυτό το υλικό καθόλου σοβαρά- βλέποντας την ταινία ένιωθα διαρκώς πως παρακολουθούσα μια μέτρια εκδοχή του ‘Burn After Reading’, το οποίο είναι από τις καλύτερες καθαρά κωμικές απόπειρες των Coen.

Αυτό που δίνει ζωή στην ταινία είναι ο χαρακτήρα του Oscar Isaac που εμφανίζεται στα μισά και δίνει ενέργεια στα πάντα. Είναι απλά φανταστικός- ο Clooney μίλαγε για αυτόν στη συνέντευξη τύπου σα να είναι κάποιο τεράστιο διαμάντι που δεν έχουμε ακόμα ανακαλύψει, αλλά δεν έχει σημασία σε ποιο επίπεδο εκτίμησης του Isaac βρισκόμαστε, σημασία έχει πως οι πάντες πλέον καταλαβαίνουν ότι ο άνθρωπος κάνει τα πάντα καλύτερα.

Αν όλα αυτά ακούγονται σα να μην έχουν ιδιαίτερη σχέση με τα όσα συζητούσαν Clooney και Moore παραπάνω, τότε ναι, δεν έχουν. Το παράλληλο στόρι της ταινίας είναι κάτι που ο Clooney, παρέα με τον μόνιμο συνεργάτη του Grant Heslov, έχουν στριμώξει στις άκρες του κεντρικού τους φαρσικού δράματος. Δεν υπάρχει καν προσπάθεια ένωσης, το οποίο υποθέτω σε ένα meta επίπεδο είναι χαριτωμένο, αν επιλέξεις να το δεις καθαρά ως κοινωνικό σχόλιο, μιας και το στόρι αυτό αφορά μια μαύρη οικογένεια που οι λευκοί γείτονες αρνούνται να κάνουν κομμάτι της κοινωνίας τους.

Στην κυρίως δράση παρεμβάλλονται διαρκώς κλιμακούμενης έντασης (μα παντελώς δίχως context) επεισόδια από τη ζωή-κόλαση της οικογενείας Myers, λίγα τετράγωνα πιο πέρα από εκεί που οι λευκοί μικροαστοί τρώγονται μεταξύ τους. Δε μαθαίνουμε ποτέ τίποτα για αυτούς, παρά χρησιμοποιούνται από τους Clooney και Heslov σαν νηφάλιες παρεμβάσεις της κοινωνίας στη φάρσα.

Η σάτιρα έτσι καταλήγει ασυνεπής και ασύνδετη, κι όσο πολύ απολαυστικό μπορεί να είναι να βλέπεις τους Damon/Moore/Isaac να κάνουν το μαύρο σλάπστικ τους και τους Clooney/Heslov/Desplat να στήνουν την παστίς σάτιρά τους πάνω σε γνώριμα υλικά, καταλήγει αναποφάσιστο για τι θέλει ακριβώς να πει, μα κυρίως πώς. Είναι αβέβαιη σάτιρα, σε μια εποχή -όπως είπε κι ο Clooney- μεγάλου θυμού.