GAMES

Το Dishonored 2 (θα μπορούσε να) είναι το παιχνίδι της χρονιάς

Μέσα από έναν φτωχό υπότιτλο δεν μπορώ να σου εξηγήσω τι εννοώ, διάβασε το κείμενο.

Η αμφιβολία που εκδηλώνεται εντός της παρένθεσης, γιατί ως τέτοια λογίζεται, έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό. Καταρχάς, ένα παιχνίδι, όπως μία ομάδα, δεν παίζει μόνο του στο γήπεδο. Επιπλέον, δεν θα ήθελα να αναφέρω για ακόμα μια φορά πόσο υποκειμενικό μπορεί να γίνει αυτό το «σπορ», εν ολίγοις το πόσο, κι αν, σου αρέσει ένα videogame έχει να κάνει και με τα θέλω σου. Το μόνο σίγουρο είναι πως έχουμε μια στέρεη βάση: το Dishonored 2 είναι ένα πολύ καλό παιχνίδι, άξιος συνεχιστής της παράδοσης που έχτισε το πρώτο game. Για τα υπόλοιπα, συνεχίζεις την ανάγνωση.

THE FIRST GUARDIAN

To Dishonored το 1 ήταν ένα εξαίρετο δείγμα action/ stealth game πρώτου προσώπου, με τις απαραίτητες adventure και RPG νότες. Θα τολμούσα να πω ότι ήταν ένα από τα αγαπημένα μου της προηγούμενης γενιάς, για τον απλούστατο λόγο ότι ήταν αρκετά old school για να με συγκινήσει, αλλά με επένδυση των «σωστών» σύγχρονων στοιχείων για να μην θεωρηθεί παρωχημένο. Αυτή είναι η επίσημη εκδοχή. Η ανεπίσημη; Όσο με εκνεύριζε, τόσο με πώρωνε το τσογλάνι.

Αυτό το τελευταίο, ισχύει και στο εν λόγω sequel, κι από πλευράς gameplay και λογικής, δεν έχουν αλλάξει πολλά. Stealth, προσπάθεια να μην σκοτώσεις ό,τι κινείται, backtracking, μάζεμα αντικειμένων, χρήση υπερφυσικών δυνάμεων, αναβαθμίσεις, ανάγνωση εγγράφων και βιβλίων, ατμόσφαιρα, άλλη μία σκέτη λέξη να γράψω και θα γίνει η χειρότερη πρόταση στην ιστορία του PopCode. Ας μείνουμε εδώ, όποιος έπαιξε ξέρει και κέρδισε, για τους υπόλοιπους το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να το προτείνω εκ νέου.

Τώρα, το μόνο που έχει συμβεί στο Dishonored 2 είναι ορισμένες «ύπουλες», ή μη, τροποποιήσεις. Για να το θέσω όπως ακριβώς πρέπει να γραφτεί, αν δεν σου άρεσε το πρώτο (δυσκολεύομαι να καταλάβω το γιατί, αλλά σέβομαι την άποψή σου), μην κάνεις τον κόπο ν’ ασχοληθείς με το δεύτερο. Νέτα, σκέτα.

Βέβαια, όσο οικεία κι αν ήταν η εικόνα και το περιεχόμενο, λίγο μετά το πρώτο δίωρο κάτι ένιωθα να με χαλάει. Δεν μπορούσα να το προσδιορίσω, αλλά ήθελα πολύ, απλούστατα γιατί ήταν αφύσικο να έχω αυτό ακριβώς, άντε στο 90%, που επιθυμούσα ως παιχνίδι και να μην νιώθω πλήρης. Άρχισα να ψάχνω στον μαγικό κόσμο του internet (ομολογώ ότι το «μαγικός κόσμος του NBA» είναι καλύτερο κλισέ) αν είχαν κι άλλοι την ίδια εντύπωση. Ώσπου, ξάφνου, το μάτι μου έπεσε σε ένα σχετικό άρθρο στο Eurogamer. Αδερφέ Jeffrey Matulef, μου κόλλησες τον αμφιβληστροειδή, είσαι σωστός.

Το Dishonored 2 προσπαθεί από την αρχή να σε μανιπιουλάρει με έναν τρόπο ακόμα πιο κουναβίσιο (ύπουλο δηλαδή) από το «Would You Kindly» του τεράστιου BioShock. Προμοτάρει απροκάλυπτα το stealth και την gameplay νοοτροπία ότι δεν είναι σωστό να σκοτώνεις. Και, εν πάση περιπτώσει, αν γίνεις μακελάρης, στο βασίλειο θα πέσουν δεινά, το μέλλον θα είναι δυσοίωνο και το τέλος του παιχνιδιού θα είναι εμφανώς πιο απαισιόδοξο, αν δηλαδή ο χαρακτηρισμός από Low Chaos μετατραπεί σε High Chaos.

Δεν γνωρίζω αν αυτή η κίνηση είναι σκόπιμη, κι αν ναι, πόσο ωφελεί το παιχνίδι, ιδιαίτερα στην αρχή όπου οι δυνάμεις είναι περιορισμένες και τα μη φονικά gadgets όχι και τόσο διαδεδομένα (ή διαθέσιμα), κάτι που κάνει την «ειρηνική» προσέγγιση βαρετή. Όπως αναφέρει και ο φίλος μου ο Jeffrey (δεν το ξέρει, αλλά είμαστε, τουλάχιστον νοερά), για ν’ απολαύσεις το Dishonored 2 ένας τρόπος υπάρχει. Να πάψεις ν’ ανησυχείς και να βιώσεις το παιχνίδι όπως θέλεις κι αγαπάς.

REPLAY VALUE FOR MONEY

Το «ένας τρόπος υπάρχει» αποτελεί τρελή ειρωνεία, κι αυτό γιατί το μεγαλύτερο προσόν(το) του Dishonored 2 είναι οι πολλές και διαφορετικές προσεγγίσεις του σε όλα τα επίπεδα. Καταρχάς, μπορείς να παίξεις ως Corvo ή ως Emily. Οι διαφορές μεταξύ τους δεν είναι μεγάλες, παρόλα αυτά διαθέτουν άλλες υπερδυνάμεις. Για την ακρίβεια, και πάλι ειρωνικά, με την Emily ευνοείται περισσότερο το μακελειό παρά με τον Corvo.

Για τo Low Chaos με το λιγότερο θανατικό και το High Chaos με το φουλ έξτρα, τα είπαμε. Επιπλέον, υπάρχει η δυνατότητα να παίξεις δίχως υπερφυσικά κι άλλα παρόμοια, μόνο με το χαντζάρι σου και τα υπόλοιπα χειροπιαστά. Μάλιστα, αυτή η επιλογή παρουσιάζεται αρκετά νωρίς για να κάνεις τα κουμάντα σου, πάντως έχε υπόψιν σου ότι το παιχνίδι γίνεται πιο ζόρικο, γι’ αυτό και θα την άφηνα για ένα δεύτερο ή τρίτο playthrough.

Ώπα, σ’ αυτό εδώ θα πρέπει να σταθούμε. Πολλές φόρες λέμε, και γράφουμε, ότι ένα videogame έχει αξία επανάληψης, replay value, γι’ αυτό και αξίζει τα λεφτά του και θα ασχολείσαι ώρες, μέρες, με αυτό, το να το τελειώσεις απλώς μια φορά δεν αρκεί. Πολλές φορές το λέμε, λίγες ισχύει τόσο τρανταχτά όσο στην περίπτωση του Dishonored 2.  

Δεν είναι μόνο όσα αναφέρθηκαν παραπάνω. Κάθε αποστολή διαθέτει εναλλακτικές διαδρομές, πολλούς τρόπους διαχείρισης της ίδιας κατάστασης, μυστικά, ντοκουμέντα, είναι πράγματι ν’ απορείς γιατί το παιχνίδι σε βάζει τόσο εμφατικά να επιλέξεις. Δεν μπορεί, είναι τμήμα της πλεκτάνης που σου στήνει, δεν εξηγείται, πλέον, διαφορετικά.

ΕΚΝΕΥΡΙΣΤΙΚΑ ΕΞΥΠΝΟ

Εσύ, όμως, είσαι πια υποψιασμένος. Έχεις πάψει να ψαρώνεις με χαρακτηρισμούς, αξιολογήσεις στο τέλος των αποστολών. Θα απολαύσεις ένα videogame που έχει να προσφέρει πολλά, αν ξύσεις την επιφάνεια και παρακάμψεις τις νουθετήσεις, θα προκύψει ένα παιχνίδι πολλαπλών επιπέδων, στοιχείο σπάνιο στην εποχή που (παί)ζουμε. Εκτός της εισαγωγικής, κάθε αποστολή έχει στηθεί αριστοτεχνικά και αξίζει ν’ ανακαλύψεις αυτό που θα σε εξιτάρει. Προσωπικά, ξεχωρίζω την τέταρτη και την έβδομη, τις The Clockwork Mansion και A Crack in the Slab, είναι από τις πιο έξυπνες που έχω παίξει τελευταία.

Έξυπνες και εκνευριστικές συνάμα, αυτά συνήθως πηγαίνουν μαζί και μένουν στο μυαλό. Βέβαια, αυτό αποτελεί ξεκάθαρη απόδειξη ότι έπαιξες κάτι σπουδαίο. Πόσο σπουδαίο; Ένα από τα Dishonored 2, ένα από τα playthrough που θα βιώσεις, είναι ίσως το παιχνίδι της χρονιάς. Κάποιο άλλο, όχι. Βρες το δικό σου, αν μπορείς.