REVIEWS

Σαν τον Αγγελάκα δεν έχει

Βρεθήκαμε στην Πλατεία Νερού για τον Γιάννη Αγγελάκα και ξεχάσαμε το όνομά μας.

Αν κάτι έχω βαρεθεί ν’ακούω κάθε που καλοκαιριάζει (εκτός του “που θα πας φέτος;”) είναι το “σαν την Χαλκιδική δεν έχει”. Προφανώς και έχει. Προφανώς όμως και σεβόμαστε την τρέλα των από πάνω, για τις φίνες παραλίες και τα τοπία και στα δύο πόδια. Μια τέτοιου είδους τρέλα, όχι απλά τη σεβόμαστε αλλά τη νιώσαμε στο πετσί μας εψές αργά το βράδυ. Στην Πλατεία Νερού. Με ποτά ανά χείρας (γραφικός), παχιά τσιγάρα ανάμεσα σε δάχτυλα (σούπερ γραφικός) και φωνή σε volume γκαρίδας (έσπασε το γραφικόμετρο), όταν ανέβηκε στη σκηνή, ο πρωταγωνιστής αυτού του κειμένου. Ο Γιάννης ο Αγγελάκας, που αλήθεια τώρα, σαν κι αυτόν δεν έχει. Κι ούτε είχε κι ούτε θά’χει στο μέλλον. Οπότε κάτι βραδιές όπως η χθεσινή, αποκτούν μεγαλύτερη ίσως και συλλεκτικότερη αξία.

Την σπουδαιότητα μάλιστα της καλλιτεχνικής ύπαρξης του Αγγελάκα, την επιβεβαιώνει η χθεσινή του παρουσία, σε μια συναυλία γεμάτη σπουδαίους. Ποιος μπορεί να αγνοήσει τον Παύλο Παυλίδη (σίγουρα όχι ο -πάντα εύστοχος- Ηλίας) που ο ξεχωριστός του ήχος και οι ταξιδιάρικοι στίχοι του, μας μεγάλωσαν, μας έμαθαν μουσικάρες, μας έκαναν να χοροπηδάμε σαν τα κατσίκια στις συναυλίες; Ποιος να παραμερίσει τους χωριάτες από τα Γιάννενα (aka Villagers of Ioannina City), που οι ήχοι τους σκορπίζουν ένταση και ανταρσία; Που πάντρεψαν την παράδοση με την ροκ και έδιωξαν τους ήχους του κλαρίνου και της τσαπούνας από την αποκλειστικότητα των γηρατειών ή των παραδοσιακών τέλος πάντων;

 

Κανείς δεν μπορεί να μην υποκλιθεί σ’αυτούς και εν συνεχεία να κάτσει σταυροπόδι και να περιμένει μέχρι να ανέβει στη σκηνή ο Αγγελάκας. Και μόλις τα ώτα σου πιάσουν την πρώτη νότα, είναι που σηκώνεσαι σαν ελατήριο, τον βλέπεις και σου σκάνε όλα. Σου σκάει ο ίδιος θαυμασμός που ένιωθες όταν ήσουν έφηβος. Σου σκάει η ωριμότητα των στίχων και της μουσικής του με την πάροδο των χρόνων, που αποτυπώνεται υπέροχα σε τραγούδια όπως το ‘Σαράβαλο’ ή το ‘Ο Χαμένος Τα Παίρνει Όλα’. Σου σκάει ένα χαστούκι αναμνήσεων και σε κάνει να ξεσηκωθείς όσο δεν πάει, το ‘Τρένο’, το ‘Ακούω την Αγάπη’ ή το ‘Δωσ’Μου Λίγη Ακόμα Αγάπη’.

Σου σκάει μια πλημμύρα γαλήνης και νοσταλγίας, όταν ακούς την ‘Ταξιδιάρα Ψυχή’ να τραγουδιέται αποκλειστικά από το κοινό και η φωνή σου ενώνεται με του διπλανού και τα δίνει όλα, για να φτάσει μέχρι τα αυτιά του Αγγελάκα, την ώρα που απολαμβάνει το τσιγάρο του επί σκηνής. Σου σκάει μια αμνησία έστω και παροδική, και ξεχνάς που είσαι, ποιος είσαι, τι έγινε στη δουλειά, πότε θα γυρίσεις και πόσα χρωστάς, έστω κι αν δεν ακούς τ’ομώνυμο κομμάτι. Σου σκάει μια μελαγχολία όταν ακούς την ‘Γιορτή’ και μια ευφορία όταν φωνάζεις ‘Θ’Ανατέλλω”!

 

Πιο πολύ απ’όλα όμως, σου σκάει ένα μεγάλο “ευχαριστώ” που θες να το γυρίσεις μπούμερανγκ και να φτάσει στο σπασμένο πια πρόσωπο του, με τα λευκά μακριά του μαλλιά. Ένα ευχαριστώ για όλα τα συναισθήματα που ένιωσες χθες το βράδυ και κάθε βράδυ/μέρα/ξημέρωμα όταν ακούς την αλλόκοτη φωνή του, με τη βαριά σαλονικιώτικη προφορά, που βγαίνει βαθιά απ’τα στήθια. Ένα ευχαριστώ για την κομπίνα πού’στησε στον χρόνο και μετά από 30 χρόνια είναι ίδιος, είναι ζωντανός, μ’όλη τη σημασία της λέξης. Ένα ευχαριστώ και για την καύλα που έχει κάθε φορά που ανεβαίνει στην σκηνή και θαρρείς πως είναι η πρώτη του.

Μα το πιο μεγάλο ευχαριστώ πάει στον άγριο και περήφανο χορό του κάθε που πιάνει το μικρόφωνο και γίνεται μούσκεμα από το πρώτο τραγούδι. Και τότε δεν φοβόμαστε για τίποτα και δεν κλαίμε για τίποτα. Σιγά μη φοβηθούμε, σιγά μην κλάψουμε..