ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Στα πανηγύρια της Σύρου, η Τασία ήθελε να ρίχνει ζεϊμπεκιές

Στο πανηγύρι του Μέγα Γιαλού στη Σύρο, τα βλέμματα ήταν καρφωμένα σε μια γυναίκα που δεν σταμάτησε στιγμή να χορεύει. Από μικρή, η «Τασία η Χορευταρού» είχε ένα απωθημένο. Να χορεύει και να ρίχνει ζεϊμπεκιές. Όχι πια. Τώρα, ξεσηκώνει τις γυναίκες του νησιού να σύρουν τον χορό μαζί της.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΡΕΤΤΟΣ

Οι μέρες πανηγυριού στη Σύρο, είναι πάντα γιορτινές. Η ζωή δεν έχει πάντα χαρές και οι άνθρωποι γραπώνονται από μικρές αφορμές για γλέντια και χορό, από τις μεγάλες ευκαιρίες να ξεφύγουν από νταλκάδες και σεκλέτια. Τίποτα από τα δύο, δεν μπορούσε να βρει χώρο στο μεγάλο αντάμωμα της 20ης Ιουλίου στο Μέγα Γιαλό.

Το γλέντι έλαβε χώρα στην κατασκήνωση Νήτες, με ώρα προσέλευσης 20:30, just. Όταν φτάσαμε, είχε ήδη ξεκινήσει. Ηλιοκαμένοι και αργοπορημένοι, μετά από μια μακρόσυρτη μέρα σε μια υπέροχη παραλία του νησιού, το όνομα της οποίας δε θα σας αποκαλύψω.

Η ουρά για ποτό και σουβλάκι θύμιζε δημόσια υπηρεσία, οι πολύτιμες πλαστικές καρέκλες ήταν καπαρωμένες και οι άνθρωποι στην κονσόλα ήταν λίγο αγχωμένοι. Ο κόσμος αγνοούσε τα τεχνικά προβλήματα. Τα φώτα έσβησαν σε κάποια φάση, αλλά όχι το κέφι. «Συμβαίνουν αυτά σε live πανηγύρια», μου λένε. Πλάκα κάνω.

Η πατέντα με το DIY στήσιμο του μπαρ πίσω από δύο ποδοσφαιρικές εστίες ήταν ένα αρκετά ενδιαφέρον installation, με ένα κρυφό μήνυμα. Αν περάσετε τη γραμμή, θα μπείτε γκολ. Τα δύο γκολπόστ ένωνε ένα χαρτί με τα ποτά που διατίθενται. Υπήρχε μέχρι και τεκίλα, την οποία αποφασίσαμε να μην τιμήσουμε.

Ένας κύριος με μακριά μαλλιά κουβάλησε την παραγωγή και το «λαϊκό πανηγύρι που υπόσχεται να μας ταξιδέψει με μουσικές, χορό και κέφι μέχρι αργά», όπως ανέφεραν στο Δ/Τ των τοπικών μέσων οι διοργανωτές, έγινε πράξη. Ο χαρακτηρισμός «κύριος με μακριά μαλλιά» σίγουρα τον αδικεί.


Κανένας και καμία δεν περίσσευε στην κεντρική σάλα του πανηγυριού. Παιδάκια, έφηβοι και μεγάλοι που ψάχνουν να βρουν το παιδί μέσα τους, ήταν παρόντες και παρούσες στο μεγάλο Κυριακάτικο ραντεβού στον Μέγα Γιαλό. Χόρευαν και για τους απόντες, εκείνους που έφυγαν χωρίς να γνωρίζουν ότι θα έρθει μια μέρα που δε θα ακούσουν ξανά τη μουσική πλάι στους συντοπίτες τους.

Στα πανηγύρια, χορεύεις πάντα και για αυτούς που λείπουν. Έχει αποδείξει κανείς ότι μας βλέπουν από ψηλά; Όχι. Έχει αποδείξει κανείς ότι δε μας βλέπουν; Ούτε. Σηκώνεσαι από το πλαστικό λευκό τραπέζι λοιπόν, και χορεύεις και γι’ αυτούς.

Δίπλα μας, μια κυρία είχε αλλεργία στην καρέκλα της. Χόρευε και έπαιρνε από το χέρι μια παρέα κοριτσιών για να τις ξεσηκώσει. «Πηγαίνετε να χορέψετε τα νιάτα», τους έλεγε. Και φυσικά και πήγαν. Σε αντίθεση με εμάς που βλέπαμε από απόσταση.

Πιάσαμε κουβέντα για το πανηγύρι, μου είπε για μαθήματα Φλαμένκο που κάνει τον χειμώνα και για την κόρη της που μένει έξω και θα παντρευτεί μάλλον εκεί, στη Γερμανία, αν δεν κάνω λάθος. Ανταλλάξαμε επαφές και την επόμενη μέρα μου έστειλε το τηλέφωνο της Τασίας.

Η κυρία Τασία ήταν το πρόσωπο του πανηγυριού. Δε σταμάτησε καθόλου να χορεύει. «Χορεύω στη μνήμη του μακαρίτη του πατέρα μου», μου λέει στο τηλέφωνο. Δεν ήθελα να τη διακόψω εκείνη τη νύχτα.

Εν τέλει, διέκοψα για λίγο ένα μεσημέρι που τη βρήκε στη θάλασσα, για να μοιραστώ κάποιες απορίες μου μαζί της. Η βασική ήταν αυτή η ασυνήθιστα υπέροχη εικόνα μιας γυναίκας να ρίχνει ζεϊμπεκιές και οι άντρες να κοιτούν.

Η Τασία μεγάλωσε στον Ασπρόπυργο και το είχε απωθημένο. «Δεν είμαι Συριανή, τα τελευταία 22 χρόνια έρχομαι εδώ, περισσότερο τα καλοκαίρια. Η Σύρος με εκφράζει και μπορώ εδώ να κάνω αυτό που είχα πάντα όνειρο, να χορεύω σε πανηγύρι», μου λέει και εξηγεί τι υπάρχει πίσω από τη μεγάλη αυτή επιθυμία της.

 

«Στο χωριό μου, η γυναίκα ήταν στο περιθώριο. Πάντα ήθελα να χορεύω στα πανηγύρια, αλλά μόνο οι άντρες χόρευαν. Ήταν απωθημένο, ναι, όπως λέει κι ο άντρας μου. Ήμασταν μια γενιά με περιορισμούς. Μόνο όταν το επέτρεπαν οι άντρες, χορεύαμε», προσθέτει και μιλάει στον άντρα της που κάθεται παραδίπλα.


«Πότε είχα χορέψει εγώ ζεϊμπέκικο στον Ασπρόπυργο; Ποτέ!», του λέει. Ο σύζυγος παίρνει τον λόγο.

«Το ζεϊμπέκικο είναι αυτοσχεδιαστικό, επιτρέπει ελευθερία κινήσεων. Εκφράζει η γυναίκα τα συναισθήματα της και τον τόσα χρόνια καταπιεσμένο εαυτό της», αναφέρει ο Κώστας, με την Τασία να θυμάται τον πατέρα της.

«Ο μπαμπάς μου ήταν καλός χορευτής, χόρευε πάρα πολύ ωραία. Δε με καταπίεσε, αλλά ο χώρος ήταν γενικά περιορισμένος. Τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα. Δε χορεύουν όλες οι Συριανές, όμως τα τελευταία χρόνια έχουν απελευθερωθεί. Δεν έχω δει εγώ Συριανή να χορεύει ζεϊμπέκικο, μόνο συρτό και καλαματιανό», μου εξηγεί.

Με έχει βάλει σε ανοιχτή ακρόαση οπότε ακούω μια κυρία δίπλα της να εκφράζει τη διαφορετική της άποψη με μόλις τρεις λέξεις. «Μια χαρά χορεύουν», είπε.

Ο πατέρας της Τασίας, ήταν και ο πρώτος της δάσκαλος. «Με δίδαξε ορισμένα πράγματα στα βήματα του χορού. Δεν υπήρχαν σχολές. Στον Ασπρόπυργο έρχονταν όλοι οι παλιοί ρεμπέτες. Ο παππούς μου με έβαζε στα γόνατά του και μου τραγουδούσε όλα τα παλιά ρεμπέτικα. Εύχομαι να βρεθείς σε ένα πανηγύρι στον Ασπρόπυργο». Μετά από τόσες εμφανίσεις στα πανηγύρια της Σύρου, το νησί δεν μπορούσε να την αφήσει αβάπτιστη. «Με φωνάζουν “η Τασία η χορευταρού”», μου λέει.

«Τώρα έχουν αρχίσει να γίνονται ξανά αυτά τα πανηγύρια τα ομαδικά. Στην Άνω Σύρο έχει χαθεί το χρώμα της. Ήταν ρεμπετομάνα και τώρα, με τα μπαράκια, το έχει χάσει. Με πικραίνει. Είχαν έρθει Γάλλοι και σήκωσα έναν Γάλλο και χορεύαμε μαζί. Πρώτη στο καμάκι!», λέει γελώντας. Γελάει και ο σύζυγος από δίπλα. Ο Κώστας και η Τασία, έχουν περάσει μια ζωή μαζί.


«Εμείς, όταν ήμασταν 20 χρονών, γυρνούσαμε όλες τις Κυκλάδες με ένα sleeping bag. Και κάπως θέλαμε ένα αποκούμπι. Αγοράσαμε το σπίτι το 2003. Μας ενδιέφερε η πατρίδα του Βαμβακάρη. Ήταν μία από τις μητροπόλεις όπου κατέφυγαν οι Μικρασιάτες μετά την Καταστροφή: Πειραιάς, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Σύρος. Τα λιμάνια όπου βρήκαν τη νέα τους πατρίδα. Έχουμε αφομοιωθεί με τους ντόπιους. Ο κόσμος εδώ μάς αγκαλιάζει πραγματικά. Δεν υπάρχει εκδήλωση που να μην είμαστε παρόντες», μου λένε μαζί και επιστρέφουμε στα του χορού.

«Στον χορό, όταν δοθεί το έναυσμα, ξεκινάνε όλοι και μπαίνουν. Στην αρχή όλοι δειλοί, και μετά απλωνόταν το γλέντι. Βλέπω την Τασία να χορεύει και τη χαίρομαι, την καμαρώνω», λέει ο Κώστας για την Τασία του.

Δώσαμε ραντεβού για το επόμενο πανηγύρι, ή το μεθεπόμενο. Τους ευχαρίστησα πολύ για την κουβέντα και τους άφησα να απολαύσουν τη μέρα τους στη θάλασσα.

«Καλό υπόλοιπο καλοκαιριού, παιδί μου», μου είπαν και κλείσαμε το τηλέφωνο.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.