Heweliusz: Το πιο θανατηφόρο ναυτικό δυστύχημα της Πολωνίας αναβιώνει μέσα από το Netflix
Η αληθινή ιστορία πίσω από τη σειρά του Netflix Heweliusz, ενός από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια στη σύγχρονη ιστορία της Πολωνίας.
- 11 ΝΟΕ 2025
Τα ξημερώματα της 14ης Ιανουαρίου 1993, το πολωνικό επιβατηγό πλοίο MS Jan Heweliusz που εκτελούσε το δρομολόγιο από το Świnoujście της Πολωνίας προς τη Σουηδία «χτυπήθηκε» από μία χειμερινή καταιγίδα που έπληττε τη Βαλτική Θάλασσα, ανετράπη και βυθίστηκε. Ήταν και παραμένει η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία της Πολωνίας σε καιρό ειρήνης.
Το τραγικό ναυάγιο άφησε πίσω του 56 νεκρούς και δεκάδες αναπάντητα ερωτήματα.
Σχεδόν 32 χρόνια μετά, το πιο θανατηφόρο ναυάγιο στη σύγχρονη ιστορία της Πολωνίας, αναβιώνει στο Netflix μέσα από πέντε επεισόδια που φωτίζουν τα πιθανά αίτια της τραγωδίας και ακολουθεί τον αγώνα των οικογενειών των θυμάτων για αλήθεια και δικαίωση.
Το «καταραμένο» πλοίο Jan Heweliusz
Κατασκευασμένο στη Νορβηγία το 1977 για λογαριασμό της Polish Ocean Lines, το MS Jan Heweliusz, μήκους 125 μέτρων, πήρε το όνομά του από τον αστρονόμο Jan Heweliusz με καταγωγή από το Gdańsk και εκτελούσε τη γραμμή Świnoujście–Ystad, μεταφέροντας φορτηγά, βαγόνια εμπορευμάτων και επιβάτες, από την Πολωνία στη Σουηδία.
Παρότι ήταν σε λειτουργία μόλις 16 χρόνια, το πλοίο απέκτησε γρήγορα τη φήμη του «καταραμένου», καθώς η λίστα των τεχνικών προβλημάτων και των ατυχημάτων του ήταν τόσο μακρά, που ορισμένοι το αποκαλούσαν «πλωτό φέρετρο».
Μιλώντας πρόσφατα στο Πολωνικό Πρακτορείο Ειδήσεων (PAP), ο Δρ. Marcin Westphal, αναπληρωτής διευθυντής του Εθνικού Ναυτικού Μουσείου του Gdańsk , αποκάλυψε: «Μετά την τραγωδία, εντοπίσαμε μια λίστα με 26 ατυχήματα και σοβαρές βλάβες που είχαν σημειωθεί στο Jan Heweliusz. Ίσως κανένα άλλο πολωνικό πλοίο να μην είχε τόσο πολλά».
Η κακοτυχία ξεκίνησε σχεδόν αμέσως: μόλις τρεις εβδομάδες μετά το παρθενικό του ταξίδι, το πλοίο προσέκρουσε στην αποβάθρα, κάτι μάλιστα που δεν συνέβη μόνο μία φορά. Από την πρώτη στιγμή, οι πλοίαρχοι προειδοποιούσαν για προβλήματα σταθερότητας και ελιγμών, ειδικά σε φουρτουνιασμένες θάλασσες, προμηνύοντας την τραγική μοίρα που θα ερχόταν λίγα χρόνια αργότερα.
Τα επόμενα χρόνια, το πλοίο συγκρούστηκε με ένα δανέζικο πλοίο, προσάραξε και μάλιστα παρέμεινε αγκυροβολημένο στο λιμάνι μετά τη θραύση της αλυσίδας της άγκυρας. Καταγράφηκαν επίσης κλίσεις. «Τον Νοέμβριο του 1977 υπέστη κλίση 35 μοιρών που σχεδόν το βύθισε», λέει ο Westphal. «Τον Μάρτιο του 1978, υπέστη ξανά κλίση, αυτή τη φορά 27 μοιρών, όταν ήταν αγκυροβολημένο στο Ystad». Δεν λήφθηκε κανένα μέτρο για να διορθωθεί το πρόβλημα.
Όμως τα χειρότερα δεν είχαν έρθει ακόμα. Το 1986, μία μεγάλη πυρκαγιά που ξέσπασε από ελαττωματική καλωδίωση προκάλεσε ανάφλεξη σε ένα φορτηγό ψυγείο στο γκαράζ του πλοίου. Η ζημιά ήταν μεγάλη και επιδιορθώθηκε με περίπου 60 τόνους σκυροδέματος, μία παράνομη επιδιόρθωση που έθεσε σε περαιτέρω κίνδυνο την ακεραιότητα του πλοίου. Παράλληλα, η πρύμνη του πλοίου υπέστη ζημιά μόλις τέσσερις ημέρες πριν από την καταστροφή. Ο καπετάνιος Andrzej Ułasiewicz ζήτησε να αποσυρθεί το πλοίο από την υπηρεσία για να γίνουν οι κατάλληλες επισκευές, αλλά οι προειδοποιήσεις του αγνοήθηκαν από τους ιδιοκτήτες. Αντ’ αυτού, έγιναν πρόχειρες εργασίες και το Heweliusz αναχώρησε από το λιμάνι με δύο ώρες καθυστέρηση.
Το ναυάγιο
Στις 14 Ιανουαρίου 1993, το Heweliusz απέπλευσε από το Świnoujście για το 5.087ο ταξίδι του. Αυτό θα ήταν το τελευταίο του.
Στο πλοίο επέβαιναν 29 μέλη πληρώματος και 36 επιβάτες, κυρίως οδηγοί φορτηγών από την Πολωνία, τη Σουηδία, την Αυστρία, την Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία και τη Νορβηγία, ενώ ήταν φορτωμένα 10 σιδηροδρομικά βαγόνια και 28 φορτηγά.
Το πλοίο απέπλευσε στις 10.30 μ.μ., χωρίς να επηρεαστεί από τις προγνώσεις για κακές καιρικές συνθήκες. Αν και αναμένονταν δύσκολες συνθήκες, μόνο ένας βρετανικός ραδιοφωνικός σταθμός προειδοποίησε για κάτι πιο σοβαρό. Ωστόσο, τις πρώτες πρωινές ώρες, η κατάσταση επιδεινώθηκε ραγδαία. Καθώς οι άνεμοι έφτασαν τα 12 μποφόρ και τα κύματα έφταναν τα 5 μέτρα, το πλοίο βρισκόταν κυριολεκτικά στο έλεος της καταιγίδας.
Το πλοίο μείωσε ταχύτητα, ωστόσο αυτό είχε ως αποτέλεσμα να επηρεαστεί και το σύστημα πλοήγησης. Κόντρα στις οδηγίες ασφαλείας, το πλήρωμα γέμισε τις δεξαμενές έρματος στην αριστερή πλευρά, μία απόφαση που είχε ως αποτέλεσμα να μετατοπιστεί το κέντρο βάρους του πλοίου.
Όταν το πλοίο χτυπήθηκε από μια ιδιαίτερα ισχυρή ριπή ανέμου στις 4 π.μ., άρχισε να γέρνει, με αποτέλεσμα τα φορτηγά και τα βαγόνια στο αμπάρι να λυθούν από τα δεσίματά τους. Το νερό άρχισε να πλημμυρίζει το κατάστρωμα των αυτοκινήτων μέσω της ήδη κατεστραμμένης πύλης της πρύμνης, με τον καπετάνιο να δίνει εντολή εγκατάλειψης του πλοίου στις 4.30 π.μ.
Δέκα λεπτά αργότερα, εκπέμφθηκε σήμα κινδύνου, αλλά η επικοινωνία κόπηκε προτού δοθεί η ακριβής θέση. Στις 5:12 π.μ., το Jan Heweliusz ανετράπη στα γερμανικά χωρικά ύδατα, κοντά στο νησί Rügen. 56 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εκείνο το παγωμένο πρωινό, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο πλοίαρχος. Το σώμα του βρέθηκε τρεις εβδομάδες αργότερα, με τα χέρια του ακόμη σφιγμένα στον ασύρματο που χρησιμοποιούσε για το τελευταίο σήμα κινδύνου. Ήταν ο μόνος Πολωνός καπετάνιος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που πήγε στον βυθό μαζί με το πλοίο του.
Χάος, ολιγωρία και συγκάλυψη
Η εκκένωση του πλοίου έγινε σε συνθήκες απόλυτου χάους. Μόνο τα μέλη του πληρώματος είχαν πρόσβαση σε προστατευτικές στολές θαλάσσης, ενώ άλλος εξοπλισμός που θα μπορούσε να σώσει ζωές παρέμεινε κλειδωμένος σε ένα κουτί στη γέφυρα.
Οι προσπάθειες διάσωσης χαρακτηρίστηκαν επίσης από σύγχυση, με τη θέση του πλοίου να εξηγούν την καθυστερημένη ανταπόκριση. Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές, το πρώτο ελικόπτερο έφτασε στον τόπο του ναυαγίου γύρω στις 7 το πρωί, σχεδόν δηλαδή δύο ώρες μετά το ναυάγιο.
Αμέσως μετά, ξεκίνησε το «παιχνίδι των ευθυνών». Κάθε πλευρά επιχειρούσε να αποποιηθεί τη δική της, θάβοντας την αλήθεια μέσα σε ένα λαβύρινθο αντικρουόμενων αποφάσεων και εφέσεων. «Τον Μάιο του 1993, η Εθνική Επιθεώρηση Εργασίας συνέταξε μια αναλυτική έκθεση για τα αίτια της καταστροφής, ρίχνοντας το φταίξιμο σχεδόν σε όλους», είχε πει σε συνέντευξή του στο Πολωνικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας βιβλίου για την τραγωδία, Adam Zawodny.
«Κατηγόρησε τους πάντες, από το πολωνικό κράτος, το οποίο δεν υπέγραψε διεθνείς συμφωνίες για τον συντονισμό των θαλάσσιων επιχειρήσεων διάσωσης με γειτονικές χώρες όπως η Γερμανία για τρία χρόνια μετά την πολιτική μεταμόρφωση, έως την Polish Ocean Lines», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η έκθεση αυτή δεν δημοσιοποιήθηκε και, τρεις μήνες μετά την καταστροφή, κυβερνητικοί αξιωματούχοι δήλωσαν σε συνέντευξη Τύπου ότι η μόνη αιτία του ναυαγίου ήταν η θύελλα, επιμένοντας πως το πλοίο ήταν αξιόπλοο και το πλήρωμά του καλά εκπαιδευμένο.
Φυσικά, η συγκεκριμένη εκδοχή αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία, δεδομένου και του παρελθόντος του πλοίου, ενώ οι επικριτές την καταδίκασαν ως μια προφανή και πολιτικά υποκινούμενη προσπάθεια να προστατευθεί η ναυτιλιακή βιομηχανία της Πολωνίας.
Σύντομα, η γραμμή άλλαξε και η Ναυτιλιακή Επιτροπή κατηγόρησε τον καπετάνιο Andrzej Ułasiewicz, παρουσιάζοντάς τον ως έναν απερίσκεπτο ριψοκίνδυνο που είχε λάβει μια σειρά από λανθασμένες αποφάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο οι επιζώντες όσο και οι οικογένειες που επλήγησαν από την τραγωδία έσπευσαν να τον υπερασπιστούν.
Ακολούθησε μια σειρά από νομικές διαμάχες. Ο καπετάνιος αθωώθηκε αργότερα, με την ευθύνη να μεταφέρεται στην τεχνική κατάσταση του πλοίου και, στη συνέχεια, στον πλοιοκτήτη. Και αυτή η απόφαση ανατράπηκε. Κανείς δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τις φήμες από τα γεγονότα. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι το πλοίο χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά όπλων στη Σουηδία, ενώ άλλοι ανέφεραν έναν μυστηριώδη θόρυβο πριν βυθιστεί.
Αν και αυτό αργότερα διαψεύστηκε, ένα φρικτό στοιχείο αποδείχθηκε αληθινό: πολλά πτώματα ανασύρθηκαν σε διαμελισμένη κατάσταση. Γιατί αυτό αρχικά κρατήθηκε μυστικό από το κοινό παραμένει ένα μυστήριο.
Αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η συγκυρία μέσα στην οποία σημειώθηκε η τραγωδία. Το ναυάγιο του Jan Heweliusz ήρθε σε μια κρίσιμη καμπή της πολωνικής ιστορίας — μια εποχή όπου η χώρα είχε απελευθερωθεί από τον κομμουνισμό, αλλά παρέμενε παγιδευμένη στη γραφειοκρατία, τη μυστικοπάθεια και την καχυποψία.
Από την άλλη πλευρά, η πολιτική μετάβαση είχε εγκαινιάσει μια νέα, άγρια εποχή που, στην αρχή, φαινόταν σχεδόν να ενθαρρύνει τη διαφθορά, την απληστία και την αδιαφάνεια.
Αυτές οι δυνάμεις διαστρέβλωσαν την έρευνα, θολώνοντας τα όρια ανάμεσα στην αλήθεια και τη συγκάλυψη. Και είναι ακριβώς αυτή η γκρίζα πραγματικότητα που η σειρά του Netflix αποτυπώνει με εντυπωσιακή ακρίβεια — μαζί με τη συστημική αδικία και την ψυχρή αδιαφορία απέναντι στην ανθρώπινη ζωή.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.