Ο Tso είναι Έλληνας
Λίγο πριν κυκλοφορήσει ο IPNOS, η νέα του συνεργασία με τη Μαρίνα Σάττι, ο καλλιτέχνης μοιάζει πιο συνειδητοποιημένος από ποτέ.
- 28 ΝΟΕ 2025
Με μια διαδρομή που ξεκινά από αυτοδίδακτες μελωδίες στο παιδικό του δωμάτιο και συνεχίζεται με το queer pop παρόν του, ο Tso διανύει μια πορεία που δεν υπήρξε ποτέ γραμμική. Από το Κορωπί στη Θεσσαλονίκη και την Καλών Τεχνών μέχρι το σκοτεινό Βερολίνο και πίσω στην Αθήνα, κουβαλά μέσα του όλες τις εκδοχές του εαυτού του: το παιδί που ένιωθε «έξτρα», τον έφηβο που έψαχνε στίχους για να ανασάνει, τον ενήλικο καλλιτέχνη που προσπαθεί να βρει σταθερό έδαφος χωρίς να προδώσει την αλήθεια του.
Σήμερα, αφού μοιράστηκε με τον κόσμο ένα τραγούδι που γράφτηκε ως αγκαλιά στο παιδικό του τραύμα, μιλά στο OneΜan για την τέχνη που τον κρατά σε ισορροπία, για την queer ταυτότητα του, για τη δουλειά που τον βοήθησε να σπάσει κύκλους αλλά και να ξαναχτίσει νέους.
Γιατί Tso;
Από το επώνυμό μου. Δε μου άρεσε και το έκοψα. Κάπως έτσι μου έμεινε το Tso.
Η μουσική και η τέχνη πώς μπήκαν στη ζωή σου;
Η τέχνη γενικότερα υπήρχε από πολύ μικρή ηλικία στη ζωή μου. Όπως ο αδερφός μου ήταν αθλητικός τύπος, εγώ ήμουν καλλιτεχνικός. Θυμάμαι είχαμε πάει σε μια μεγάλη αλυσίδα fast food που έδιναν παιχνίδια μαζί με το παιδικό γεύμα και εγώ, gay, λέω: «Θα πάρω τις Powerpuff Girls».
Το πρώτο «μπράβο» της μαμάς μου ήταν κάποια στιγμή στην πρώτη δημοτικού που ζωγράφισα αυτό το κουκλάκι Powerpuff Girls και ήταν όντως πολύ καλό. Μου είπε «μπράβο, wow». Μετά δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα με τις τέχνες, γιατί η οικογένεια ήταν πολύ του «γαλλικά–γερμανικά–αθλήματα–καλός μαθητής».
Εγώ όμως το συνέχισα μόνος μου. Έγραφα στίχους, τραγούδια… Ήμουν τεράστιος φαν της Lady Gaga και έμπαινα σε τριπάκι να αναλύω stems, φωνητικά, δεύτερες, ό,τι ήχο έχει το κάθε τραγούδι.
Στην τρίτη λυκείου, παρότι ήμουν καλός μαθητής, από πίεση κυρίως, καθώς η μάνα μου είναι φιλόλογος και ο αδερφός μου είχε περάσει νομική, συνειδητοποίησα ότι δε με ενδιαφέρει τίποτα από αυτά. Βρήκα ότι υπάρχει το τμήμα Κινηματογράφου, στην Καλών Τεχνών στο Α.Π.Θ., το δήλωσα, πέρασα και πήγα. Και κάπως έτσι άνοιξαν τα κονέ στη Θεσσαλονίκη. Εκεί άρχισα να κάνω στούντιο. Άλλοι παραγωγοί με παρατούσαν, άλλους τους ξανάβρισκα. Μετά με βρήκε ο Θεόφιλος (TEO.x3), που δουλεύουμε μέχρι τώρα.
Όταν άκουσαν στο σπίτι σου ότι δε θα γίνεις γιατρός–δικηγόρος–αρχιτέκτονας αλλά θα πας Καλών Τεχνών, είχαν αντίδραση;
Καταρχάς, εγώ είχα πει στη μαμά μου ότι δε θα φύγω από Αθήνα. Εκεί όμως άρχισε το δράμα με το μηχανογραφικό. Το συμπλήρωσα κρυφά από τους δικούς μου και έβαλα μόλις πέντε σχολές. Η μάνα μου έπαθε εγκεφαλικό, «Τι κάνεις; Αν ανέβουν οι βάσεις; Έπρεπε να βάλεις είκοσι σχολές!».
Εγώ, τρολάροντας, είχα βάλει 5η τη Νομική Αθήνας. Για να γελάω μόνο. Οι γονείς μου έψαχναν τουλάχιστον να βρουν μια σχολή στην Αθήνα που να έχει τέχνες. Και λέω: «Ποιος σας είπε ότι θα μείνω Αθήνα;».
Δεν ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα στην αρχή η μητέρα μου. Με υποστήριζε, αλλά έλεγε πάντα ότι σπουδάζω στην «Καλών Τεχνών» και όχι στο τμήμα κινηματογράφου της Καλών Τεχνών, για να το σώσει, να του δώσει μία παραπάνω αξία και εγώ τότε εκνευριζόμουν.
Ήθελα να περάσω Καλών Τεχνών, εικαστικός, αλλά δε με άφησαν να κάνω προετοιμασία. Με νευρίαζε που μετά το «πουλούσε» ως επιτυχία.
Πώς ήταν η μετάβαση από το πατρικό σπίτι στο μένω μόνος μου στη Θεσσαλονίκη;
Τέλειο. Για μένα ήταν τεράστια απελευθέρωση στο queerness μου. Εξερεύνησα κομμάτια του εαυτού μου. Έκανα παρέα με καινούργιες για μένα κάστες ανθρώπων. Σεξεργάτριες, τοξικοεξαρτημένους και πολλούς άλλους ανθρώπους που δεν το περίμενα ποτέ να βρεθώ στον ίδιο κύκλο και να αγαπήσω.
Ανακάλυψα ότι υπάρχει κι άλλος κόσμος πέρα από το Κορωπί που μεγάλωσα, που όλοι είναι καθώς πρέπει και ζουν για το φαίνεσθαι. Ήμουν πολύ έξτρα στα πρώτα φοιτητικά μου χρόνια, γιατί είχα καταπιεστεί και έπρεπε να βγάλω πολλά από μέσα μου. Τώρα έχω εξελιχθεί.
Το Βερολίνο πώς προέκυψε;
Όταν τελείωσα τις σπουδές και γύρισα Κορωπί στο πατρικό μου, δούλευα σε μια μεγάλη αλυσίδα με ηλεκτρικά είδη με σπαστό ωράριο και χρειαζόταν να κάνω άπειρα δρομολόγια Κορωπί- Αγία Παρασκευή. Ήταν εξαντλητικό. Είχα κλείσει και μια ταινία τότε και έλεγα: «Θα κάνω την ταινία, θα πάρω τα λεφτά και θα πάω Βερολίνο».
Η ταινία όμως αναβλήθηκε από Οκτώβρη σε Μάιο. Ο μισθός του Σεπτέμβρη ήταν γελοία χαμηλός και αφού μου είχαν πει πως και η ταινία μεταφέρεται, λέω: «Ωραία, φιλάκια. Φεύγω Βερολίνο». Έβαλα ένα story στο Instagram και σε μισή ώρα είχα βρει και σπίτι.
Τώρα, αν ήταν καλή εμπειρία; Όχι. Ήμουν πολύ καταθλιπτικός. Δούλευα πάλι σε μαγαζιά, δύο δουλειές. Δεν είχα φίλους. Οι ρυθμοί ήταν διαφορετικοί, οι άνθρωποι ήταν μίας νοοτροπίας «σεξ και ναρκωτικά», ενώ εγώ ήθελα ανθρώπινη επαφή και αράγματα με φίλους.
Κάποια στιγμή βγήκαμε για τάπας με μία παρέα που επιτέλους νόμιζα πως είχα αποκτήσει, σε ένα μαγαζί με πολύ οικογενειακό περιβάλλον, και έβγαλαν ουσίες πάνω στο τραπέζι. Έπαθα σοκ από το πόσο απροκάλυπτα γινόταν όλο αυτό και έφυγα. Στο τρένο έκλαιγα σχεδόν με λυγμούς. Πήγα σπίτι και έπαθα κρίση άγχους. Τότε κατάλαβα ότι ίσως δεν ανήκω εκεί.
Την ίδια στιγμή έτρεχαν δουλειές στην Ελλάδα με την Τάμτα και με τη Μαρίνα για Eurovision και ήξερα πως αν ήμουν στην Ελλάδα, θα χτιζόταν κάτι και τελικά έτσι έγινε.
Η Τάμτα πώς μπήκε στη ζωή σου;
Η Τάμτα ήταν η πρώτη huge τραγουδίστρια με την οποία συνεργάστηκα. Δούλευα ήδη με τον Θεόφιλο και είχαμε βγάλει ένα EP τριών τραγουδιών. Είχαμε γράψει δέκα για να διαλέξουμε τα τελικά τα τρία. Ένα από αυτά που δεν κρατήσαμε για μένα ήταν το «Στενά Σφιχτά» που τελικά βγήκε ως «Στενά Κλειστά».
Ο Θεόφιλος το έπαιξε στην Τάμτα, της άρεσε, το αγόρασε. Μετά σκέφτηκα, «Αφού πήραν ένα τραγούδι, γιατί να μην προτείνω κι άλλα;». Πήρα την πρωτοβουλία και έστειλα ένα demo, το “Identity Crisis”. Και τελικά η Τάμτα το χρησιμοποίησε και μάλιστα το έκανε τίτλο και concept του album της. Μετά μου είπε ο Θεόφιλος, «Προσλαμβάνεσαι».
Πώς το βίωσες όλο αυτό που άρχισε τότε να δημιουργείται;
Ένιωθα χαρά και ικανοποίηση, γιατί κατά βάση είμαι ένα ποπ παιδί. Η Τάμτα για μένα ήταν η Lady Gaga της Ελλάδας και εγώ ήμουν obsessed με την Gaga, οπότε ήταν σαν όνειρο.
Και μετά ήρθε η Μαρίνα Σάττι;
Όταν έψαχνε τραγούδι για Eurovision, είπα στον Θεόφιλο να στείλουμε. Εκείνος μου είπε δεν έχει χρόνο, και είπα «ΟΚ, θα στείλω μόνος». Στην αρχή τα emails γύριζαν πίσω και έλεγα από μέσα μου ότι προφανώς κάνουν αυτή τη διαδικασία για τα μάτια του κόσμου και έχουν ήδη διαλέξει τραγούδι. Με πείσμα όμως έστελνα κάθε μέρα.
Μια μέρα ξυπνάω και βλέπω email: «Γεια σου Αναστάση, είμαι η Μαρίνα. Έχεις Instagram για να μιλήσουμε; ♥️». Έπαθα φρενίτιδα. Είναι η top Ελληνίδα καλλιτέχνιδα για μένα. Τη θαύμαζα από φοιτητής. Μου φαινόταν άπιαστο όνειρο το ότι κάποτε θα συνεργαστούμε και ακόμα δυσκολεύομαι να πιστέψω πως όντως συμβαίνει.
Το «Στην Υγειά Μας» πώς προέκυψε ;
Το έγραψα στο Βερολίνο σε πάνω σε ένα brazilian funk type beat. Της είχα στείλει πολλά demos για την Eurovision και κάποια στιγμή μου είπε: «Καλά αυτά που κάνεις, αλλά είναι λίγο πιο art. Λείπει η μπριζόλα από μέσα». Οπότε πείσμωσα και σε μία βάρδια μου στη δεύτερη μου δουλειά σε δημόσια γκαλερί, δεν είχαμε καθόλου επισκέπτες και έγραψα το ρεφρέν του στην υγειά μας σκεπτόμενος την… μπριζόλα.
Ποια είναι γενικά η διαδικασία όταν γράφεις ένα τραγούδι; Σου βγαίνει στιγμιαία, προκύπτει από κουβέντα ή από κάποιο trigger όπως η «μπριζόλα» π.χ;
Εξαρτάται τον καλλιτέχνη για τον οποίο γράφω. Όταν γράφω για μένα, αν πάω στο στούντιο με παραγωγό, είναι θέμα mood. Θα πούμε τι κάνουμε, θα πούμε πέντε μαλακίες, θα κάνουμε μελωδικές και πάει λέγοντας.
Με τη Μαρίνα από την άλλη, κυρίως εκείνη στέλνει τις μελωδικές –τα έχει όλα έτοιμα και θέλει στίχο. Εκτός από το «Στην Υγειά Μας», που είναι όλο δικό μου. Γενικά όμως συζητάω για τα βιώματα του κάθε καλλιτέχνη και το πάμε παρέα κάπου.
Εγώ είμαι πιο visionary, φτιάχνω εικόνα.
Τα visuals πώς σου προκύπτουν; Γιατί π.χ. το “ΖΟΜΕΤSO” ήταν φοβερό.
Επειδή έχω σπουδάσει κινηματογράφο, γενικά θέλω να εμπλέκομαι και στο κομμάτι του βίντεο, εκτός αν κάποια στιγμή κουραστώ τόσο που θα πω «κάνε μου το βίντεο». Προς το παρόν θέλω να εμπλέκομαι, γιατί συμπληρώνει το κομμάτι.
Στο “ΖΟΜΕΤSO” για παράδειγμα είχα δουλέψει με κάποια παιδιά για ένα άλλο βίντεο κλιπ που δεν έχει βγει ακόμα και δεν ξέρω και αν θα βγει. Τους είχα πει ότι ήθελα να έχει μια Andy Warhol αισθητική, γιατί ήταν και το πρώτο ποπ κομμάτι μου και κάπως ήθελα να πουλάω το Tso, να το κάνω προϊόν. Ήθελα να είμαι σε σοκολάτες, σε τσιγάρα, σε κωλόχαρτα –όλα Tso.
Και επειδή είχα αυτή τη «λαϊκή φύση» και το πρωί δούλευα σε γραφείο της ΔΕΗ για να χρηματοδοτήσω την τέχνη μου, μου είπαν ότι αυτό είναι το concept: «θα είσαι εργαζόμενος σε μίνι μάρκετ (που τελικά έγινε βενζινάδικο). Το δίπολο σταρ / λαϊκό παιδί». Μετέπειτα πρόσθεσε τις ιδέες του ο Πέτρος Αρώνης που εν τελεί το σκηνοθέτησε και έτσι έδεσε το clip.
Και το “KITANAMI”;
Εκεί είχα πάει χωρίς ιδέα. Το τραγούδι ήταν πολύ ελαφρύ σε σχέση με τα άλλα μου, το έκανα για τον κόσμο. Επειδή έχω λίγο «δύσκολο» image, ήθελα κάτι πιο καταναλώσιμο. Ήθελα κάτι fashion, studio. Πήγαμε στον Άνταμ.
Ο Άνταμ μου λέει, «Αγάπη, εγώ δεν κάνω τέτοια. Έχεις πάτημα στην pop σκηνή, πρέπει να περάσεις μήνυμα. Αντιπροσωπεύεις μια κοινότητα και είσαι ο μόνος που το κάνει ανοιχτά». Και είχε δίκιο. Δε μου έρχεται άλλος ανοιχτά gay pop τραγουδιστής στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή.
Θέλω να κάνω αυτό που κάνουν η Φουρέιρα, η Τάμτα, η Μαρίνα –το sexiness της pop– αλλά σε gay εκδοχή. Οπότε επιλέξαμε το κοινωνικό μήνυμα: δεν μας κυνηγάνε / δεν τους κυνηγάμε –γιατί μας έχουν κυνηγήσει. Και λέω «άμα με κοιτάει ένας straight, δεν θα πάω εγώ να του την πέσω. Αν θέλει, θα ’ρθει –εγώ είμαι ανοιχτά gay». Πες μου «θες να βγούμε date;» θα σου πω ναι. Αλλά δε θα έρθω εγώ να σε φλερτάρω.
Θεωρείς ότι το να είσαι ο εαυτός σου, ανοιχτά gay/queer, σε μια Ελλάδα που συντηρητικοποιείται, είναι επαναστατικό;
Θεωρώ επαναστάτη οποιονδήποτε βγαίνει και κάνει την κουλαμάρα του, δείχνει πραγματικά τον εαυτό του -όποια μορφή κι αν έχει αυτό. Δεύτερες σκέψεις έχω συνέχεια, κάθε μέρα. Όχι όμως συντηρητικές. Οι δεύτερες σκέψεις μου είναι πάντα γύρω από το «ποιος είμαι».
Από μικρός χρησιμοποιούσα την τέχνη σαν μια δεύτερη πραγματικότητα για να παραμένω σώφρων. Κάνω ψυχανάλυση μέσα από την τέχνη. Πρόσφατα πέρασα μια κρίση: «Γιατί έχω βγάλει το “KITANAMI” και το “ΖΟΜΕΤSO”, ενώ το album που ετοιμάζω είναι άλλης κατεύθυνσης; Ποιος είμαι; Τι θέλω τελικά να παρουσιάσω;»
Ο στόχος μου είναι να παρουσιάζομαι ως εγώ, όχι ως «το queer είδωλο». Έχω πολλές πλευρές. Και προφανώς, επειδή έχω ζήσει ως gay άντρας, αυτό βγαίνει προς τα έξω, αλλά δεν είναι η μόνη μου ταυτότητα.
Ο μικρός Tso φανταζόταν ότι θα έκανε αυτά που κάνει ο σημερινός Tso;
Σε κάποια πράγματα ναι, άλλα όμως τα ξεχνάω. Ένα από αυτά είναι και το ότι έχω παίξει σε βιντεοκλίπ της Λένας Πλάτωνος που είναι iconic. Νομίζω όμως πως, κατά βάθος, τα οραματιζόταν όλα αυτά ο μικρός Tso.
Θυμάμαι τον εαυτό μου παιδί, να κάνω σόου πάνω στον καναπέ, απλά δεν μπορούσα να πιστέψω ότι όντως θα γίνουν, γιατί δεν είχα υποστήριξη. Ντρεπόμουν να το δείξω στους γονείς μου. Και νομίζω ότι φαίνεται και τώρα καμιά φορά. Στο δωμάτιό μου κάνω τέλειο live, μπροστά σε 100 άτομα όμως, αγχώνομαι τρέμει η καρδιά μου.
Έχουν έρθει οι γονείς σου να σε δουν live;
Όχι. Θα με άγχωνε πολύ κάτι τέτοιο. Θα ήθελα, αν έρθουν, να μην το ξέρω. Ίσως και να έχουν έρθει χωρίς να το μάθω, δεν το νομίζω, αλλά το έχω σκεφτεί. Δεν τους αφήνω κιόλας.
Τώρα βγάζετε καινούργιο τραγούδι με τη Μαρίνα, το IPNOS. Μίλα μας γι’ αυτό.
Χαίρομαι πάρα πολύ που επιτέλους βγαίνει. Έχουμε παλέψει πολύ για να το ολοκληρώσουμε. Είναι ένα κομμάτι που γράψαμε, βασικά το έγραψα εγώ όταν κάναμε το camp για το Pop 2, πρόπερσι το καλοκαίρι. Ήταν το πρώτο-πρώτο-πρώτο τραγούδι που έφτιαξα.
Και γενικά, ήταν από αυτά τα κομμάτια που κάθε φορά -μέχρι το τέλος του camp- όταν βάζαμε να το ακούσουμε, σταματούσαμε να μιλάμε, κοιτιόμασταν και απλά το ακούγαμε. Μετά λέγαμε, «Πολύ ωραίο κομμάτι», και δεν είχε καν στίχους ακόμα. Για μένα, όταν μια μελωδία είναι memorable πριν μπει ο στίχος, το κομμάτι είναι σίγουρα πετυχημένο. Ό, τι και να γράψεις από πάνω, ο κόσμος θα το θυμάται.
Μετά, όμως, έμεινε κάπως στο συρτάρι. Δεν το έβλεπα να συμβαίνει. Και μια μέρα μου στέλνει ο Ερμής, ο παραγωγός, και μου λέει, «Αυτό το τραγούδι είναι τέλειο. Θα το βγάλεις». Το τραγούδι αυτό είναι ουσιαστικά μια αγκαλιά στο παιδικό τραύμα -στο παιδί.
Το μήνυμα του τραγουδιού ποιο ήθελες να είναι;
Ουσιαστικά μιλάει για τα τραύματα της παιδικής ηλικίας και το πώς τα αγκαλιάζουμε. Φέτος, στην ψυχοθεραπεία, συνειδητοποίησα ότι τον παιδικό μου εαυτό τον αντιμετωπίζω σαν τρίτο πρόσωπο. Και είχα πάντα ένα παράπονο για το πώς τον αντιμετώπιζαν οι άλλοι. Θα ήθελα να έχω τον μικρό Tso εδώ, να τον αγκαλιάζω και να τον υποστηρίζω.
Ένιωσα ότι, για χίλιους λόγους, έπρεπε να ενηλικιωθώ πολύ γρήγορα και να χτίσω μια ασπίδα προστασίας, γιατί δεν είχα σε ποιον να μιλήσω. Τότε έλεγα, «Οκ, καλό αυτό, με έχει σκληραγωγήσει». Τώρα, όμως, σκέφτομαι πως τα παιδιά χρειάζεται να έχουν την υποστήριξη που τους αναλογεί, να έχουν κάποιον να μιλήσουν, να ζήσουν την παιδικότητά τους και την αθωότητά τους. Η σκληραγώγηση ας έρθει μετά, όχι από το δημοτικό και το γυμνάσιο.
Γι’ αυτό και στο promo, βάλαμε και τις φωτογραφίες από την παιδική μας ηλικία. Το τραγούδι με πάει στο δωμάτιο της γιαγιάς μου, στο σπίτι, που είχε μια κεντητή εικόνα της Παναγίας, γιατί λέει, «Θα έρθει ο ύπνος να σε πάρει εκεί που μόνο χαίρεσαι / και η Παναγία κάθε βράδυ δίπλα σου θα στέκεται».
Έβαλα και το θρησκευτικό μου στοιχείο, όντας queer όμως.
Νιώθω σύνδεση με την πίστη, όχι με τη θρησκεία ως σύστημα. Συμφωνώ με αρκετά πράγματα που πρεσβεύει ο χριστιανισμός. Δε συμφωνώ με την Εκκλησία. Οικογενειακά, οι γονείς μου πίστευαν πολύ, οπότε κι αυτός ο στίχος με την Παναγία με συνδέει με την οικογένειά μου.
Νιώθεις ποτέ την ανάγκη να τοποθετηθείς πολιτικά;
Θεωρώ ότι η ύπαρξή μου από μόνη της είναι πολιτική τοποθέτηση. Είμαι τόσο radical σε μια χώρα τόσο ρε παιδί μου, οπισθοδρομική, τόσο ακροδεξιά, τόσο κολλημένη με τη θρησκεία και την οικογένεια. Υπάρχουν άνθρωποι πολύ πιο radical από μένα, φυσικά, αλλά το point είναι ότι το να είμαι ο εαυτός μου εδώ αποτελεί πολιτική πράξη.
Οτιδήποτε κι αν έκανα θα ήταν πολιτικό σχόλιο. Ακόμα κι αν έβγαινα με τα ίδια ρούχα που φοράει ένας στρέιτ, πάνω μου θα έδειχναν αλλιώς. Γεννήθηκα θηλυπρεπής, τι να κάνουμε; Δεν μπορώ, ούτε θέλω να το αλλάξω.
Προφανώς, και πρέπει να τοποθετούμαστε πολιτικά και να υποστηρίζουμε όσους έχουν βιώσει καταπίεση. Και ο χώρος της τέχνης, θεωρητικά, κουβαλάει και μια διανόηση.
Οπότε νιώθω ότι έχουμε και ένα χρέος απέναντι σε αυτό.
Σου είναι εύκολο να γράψεις τόσο βιωματικά και προσωπικά;
Μου είναι το πιο απαιτητικό. Όχι στο να το νιώσω -αυτό είναι εύκολο. Στην έκφραση είναι πιο δύσκολο. Αλλά είναι η αλήθεια μου. Ο σκοπός μου για το κοντινό μέλλον είναι να βγάλω ένα ειλικρινές project, που να μιλάει για την εμπειρία μου και για το ποιος είμαι.
Εσύ τι άκουγες μεγαλώνοντας;
Ξεκίνησα με Christina Aguilera και οι γονείς μου μάλλον θα νόμιζαν ότι ήμουν straight, γιατί είχα βάλει στο οικογενειακό laptop για background μια φωτογραφία της με ένα τόσο δα ρούχο. Μετά πήγα στην Amy Winehouse.
Τραυματίστηκα ψυχικά όταν πέθανε, είχα πάρει και εισιτήρια για τη συναυλία της στην Αθήνα. Μου το ανακοίνωσαν στην κατασκήνωση. Περίμενα δύο εβδομάδες και μου λέει η μάνα μου: «Θέλω να σου ανακοινώσω κάτι: δε θα έρθει η Amy Winehouse στην Ελλάδα». Κλάμα εγώ.
Μετά έπιασα Lady Gaga. Μετά Lana Del Rey. Γενικά pop, indie pop. Στην τρίτη λυκείου πήγα προς Crystal Castles, πιο ηλεκτρονικά. Μετά άρχισα να παρτάρω, έμπλεξα με techno, πιο πειραματικά.
Έχεις θέμα αν κάποιος σε χαρακτηρίσει pop;
Όχι. Θεωρώ ότι το pop είναι μια ταμπέλα που πολλοί τη φοβούνται γιατί τη θεωρούν φτηνή.
Οκ, και εγώ δεν θα ακούσω όλη μέρα Lady Gaga, αλλά δεν μπορώ αυτούς που λένε «α, αυτό είναι πολύ commercial». Σκάσε, πρώτον. Και δεύτερον, μην εμποδίζεις τον εαυτό σου από το να περάσει καλά. Κάπου κάνε indulge στα guilty pleasures σου.
Βιοπορίζεσαι πια από τη μουσική;
Τώρα; Με το ζόρι. Κοίτα, είμαι καλλιτέχνης και γενικά, οι καλλιτέχνες βγάζουν λεφτά από δύο πράγματα: τα lives και το merch. Ε, εγώ δεν κάνω ούτε lives ούτε merch. Αυτή τη στιγμή τουλάχιστον.
Πήρα κάποια λεφτά από το συμβόλαιο. Έφτιαξα τον δίσκο μου, πήγα πολλές διακοπές, χρηματοδότησα τα lives μου το καλοκαίρι για να είναι έτσι όπως θέλω και τώρα προσπαθώ με αυτά που έχουν μείνει να βιοποριστώ. Δεν κάνω κάποια άλλη δουλειά, καλό είναι αυτό, δεν πειράζει, αλλά είμαι στα πρόθυρα να ξεκινήσω κάπου αλλού, γιατί χρειάζεται.
Τι εύχεσαι για το μέλλον;
Σταθερότητα. Ακούγεται βαρετό, αλλά είναι ωραίο πράγμα. Όντως το εννοώ full on. Γιατί, οκ, κάνω την καύλα μου —κάνω αυτό που γουστάρω, οραματίζομαι χίλια πράγματα, αλλά θα ήθελα μια σταθερότητα, και ψυχική μέσα μου: να ξέρω ποιος είμαι, πού πάω, τι κάνω. Να μπορώ να παίρνω αποφάσεις χωρίς να με νοιάζει η κρίση των άλλων, σε όλους τους τομείς της ζωής μου.
Και ναι, και οικονομική σταθερότητα. Γιατί ωραία είναι να είσαι καλλιτέχνης, αλλά όταν δε βιοπορίζεσαι από αυτό είναι λίγο δύσκολο.
Το ότι είσαι πιο αναγνωρίσιμος πια σε δυσκολεύει πουθενά;
Μου έχει σταθεί εμπόδιο σε κάποια πράγματα. Στην προσωπική μου ζωή, για παράδειγμα. Είμαι single και στις εφαρμογές -το Tinder και το Hinge, δηλαδή γιατί το Grindr δεν το μπορώ, το διέγραψα- θα κάνουμε match και θα μου πουν σε πρώτο μήνυμα “ZOMETSΟ”, “μη με λέτε shy” και διάφορα τέτοια και λέω δε θα πάει καλά αυτό. I need to get off the apps. Αλλά και τι να κάνεις; Έτσι είναι παντού. Ο κόσμος δεν το κάνει με κακή πρόθεση, απλά εμένα ίσως μου χτυπάει άσχημα ότι με ξέρει χωρίς ουσιαστικά να με ξέρει και μου το εκφράζει στο πρώτο μήνυμα.
Σου αρέσει η ζωή σου στην Αθήνα τώρα;
Μ’ αρέσει, ναι. Έχω ζήσει Θεσσαλονίκη, Κορωπί, Βερολίνο, και τώρα Κυψέλη. Μ’ αρέσει εδώ -μόνο τα μέσα δε με βολεύουν.
Μ’ αρέσει ο κόσμος, μ’ αρέσει η ζωή. Στο Βερολίνο ξυπνούσα και είχε φως νοσοκομείου. Άσπρο. Έξω γκρι. Να χιονίζει. Να πρέπει να πας δουλειά. Εδώ ρίχνει χιονόνερο και λέμε «κλείνουν όλα, δεν πάμε δουλειά». Έχουμε ήλιο και εγώ απ ότι φαίνεται το έχω ανάγκη αυτό. Είμαι Έλληνας βασικά.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.