ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Γάνδη, Τελ Αβίβ και TV Magic: 3 απίθανες ιστορίες απ’ τα Final 4

Έχοντας δει 21 από τα 28 φάιναλ φορ που έχουν γίνει ως τώρα, ο Γιάννης Φιλέρης διαλέγει τρία, που του έμειναν χαραγμένα στη μνήμη, για πολλούς λόγους και όχι μόνο το μπάσκετ.

Φτάσαμε, λοιπόν, αισίως … 29. Όχι χρόνια (μακάρι να γινόταν, αλλά δεν…) ούτε κατασκευαστές πλυντηρίου (κι αυτοί, ποτέ δεν κατάλαβα γιατί δεν ήταν τριάντα, να ξεμπερδεύουμε) αλλά φάιναλ-φορ. Αυτό, που φιλοξενείται στην Ο2 αρένα (ή καλύτερα Mercedes Benz Arena, όπως λέγεται πλέον) του Βερολίνου είναι το 29ο της ιστορίας, από το 1988 που μπήκε ο θεσμός στη ζωή μας.

Για την ακρίβεια, είναι το 31ο, καθώς πολύ παλιά (1966 και 1967) η FIBA είχε δοκιμάσει πειραματικά τη διοργάνωση, με την συμμετοχή μάλιστα της ΑΕΚ στο παρθενικό ραντεβού (το 1966 σε δυο πόλεις, Μιλάνο και Μπολόνια) αν και, μάλλον σωστά, η αρίθμηση ξεκίνησε από τη Γάνδη.

Τότε, στο αχανές Flanders Expo όπως λεγόταν (και λέγεται ακόμη) το εκθεσειακό κέντρο της Γάνδης, φιλοξένησε το πρώτο φάιναλ-φορ της σύγχρονης ιστορίας του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Η FIBA δεν θα μπορούσε να έχει καλύτερη ιδέα, από το να … αντιγράψει τον πετυχημένο θεσμό του κολεγιακού μπάσκετ και να τον μεταφέρει στην Ευρώπη. Από τότε και κάθε χρόνο, αυτή η συνάντηση των τεσσάρων κορυφαίων ομάδων, είναι κάτι σαν επαναλαμβανόμενο ραντεβού με μια μεγάλη αγάπη. Η ατμόσφαιρα, το περιβάλλον, η κορύφωση του δράματος, όλα αυτά μαζί συνιστούν τον ιδανικό ετήσιο προορισμό ενός ακραιφνούς μπασκετόφιλου.

Τα φάιναλ-φορ, συνέπεσαν με την «έκρηξη» του ελληνικού μπάσκετ. Από την εποχή του Άρη και του ΠΑΟΚ, την καθιέρωση των δυο αιωνίων (που μαζί μετράνε 9 τρόπαια, 6 ο ΠΑΟ, 3 ο Ολυμπιακός) αλλά και την εμφάνιση της ΑΕΚ το 1998 έχουν γραφτεί σελίδες επί σελίδων στο play book του ελληνικού μπάσκετ.

Και από τα 29 φάιναλ-φορ, με αυτό του Βερολίνου συμπεριλαμβανομένου, έχω παρακολουθήσει τα 21. Ποσοστό 72.4%. Καλό μου φαίνεται, θα μπορούσε να είναι και καλύτερο, αλλά δεν πειράζει.

Μου έχουν τύχει τα πάντα σε αυτή την (σχεδόν) 30ετία. Λογικό δεν είναι; Πόσα προλαβαίνεις να κάνεις μέσα σε 29 χρόνια; Γάμους, διαζύγια, παιδιά κι άλλα που δεν χρειάζεται να ξεφύγουμε. Κάθε χρόνο, ωστόσο, ή σχεδόν κάθε χρόνο τέτοια εποχή, η συνάντηση με τους κορυφαίους του ευρωπαϊκού μπάσκετ, κρύβει μια άλλου είδους γοητεία.

Έχω παρακολουθήσει 21 φάιναλ-φορ, με όλες τις δημοσιογραφικές ιδιότητες. Θα προσπαθήσω να σας περιγράψω τρεις εξ’ αυτών:

Ρούκι απεσταλμένος στη Γάνδη…

(Πριν από 29 χρόνια… στα Γραφεία της “Πρώτης”)

Νεαρός απεσταλμένος, μόλις 23 ετών, της εφημερίδας «Πρώτη» στο πρώτο φάιναλ-φορ της Γάνδης, με τον Άρη στο παρκέ, απέναντι στην Τρέισερ Μιλάνου του Μενεγκίν και του Μπομπ Μακάντου, παρέα με τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας και προερχόμενο από το αθλητικό ρεπορτάζ, Δημήτρη Χρήστου: «Γιαννάκη, θα το πάρουν οι γέροι, είναι καλύτεροι απ’ όλους» θυμάμαι σαν τώρα, τα λόγια του στο μικροσκοπικό δωμάτιο, του ξενοδοχείου Ibis της Γάνδης, μετά βίας χωρούσαμε και οι δυο, αλλά ειλικρινά δεν με ένοιαζε. Ήταν η πρώτη μεγάλη αποστολή εκτός έδρας, ζούσα μια δημοσιογραφική όσο και μπασκετική ονείρωξη. Μια (σχεδόν) μαγική εποχή, με το μπάσκετ να έχει αίφνης γίνει πρώτο θέμα, καθώς είχε μεσολαβήσει το θαύμα του 1987 και ο Άρης είχε πάρει την σκυτάλη. Το ταξίδι Αθήνα-Θεσσαλονίκη, γινόταν σχεδόν κάθε Πέμπτη, αλλά τώρα βρισκόμασταν καμιά 30αριά Έλληνες δημοσιογράφοι, ζώντας στον ρυθμό μιας πρωτόγνωρης διοργάνωσης για όλους. Όχι μόνο για μας, τους άβγαλτους Έλληνες, αλλά και τους μπαρτουτοκαπνισμένους  Ευρωπαίους. «Συγγνώμη κύριε Δημήτρη, αλλά πιστεύω στον Άρη…» τόλμησα να πω στον έμπειρο αρχισυντάκτη μου, που χαμογέλασε και δεν συνέχισε.

Είναι δύσκολο να περιγράψω τη χαρά της πρώτης δημοσιογραφικής αποστολής, πως ρουφούσα τα πάντα, λες και πήγαινα ξανά στο σχολείο. Οι γραφομηχανές είχαν πάρει …φωτιά, το ίδιο βράδυ, γράφοντας τις λεπτομέρειες από την τελευταία προπόνηση του Άρη, πριν τον ημιτελικό με την Τρέισερ.

Γραφομηχανές, ναι. Ακόμη η τεχνολογία δεν είχε εξελίξει τις ελληνικές εφημερίδες. Ναι μεν είχαν περάσει στην εποχή της φωτοσύνθεσης (η λινοτυπία έγινε παρελθόν, μέσα σε μια νύχτα), ακόμη όμως οι υπολογιστές φάνταζαν περισσότερο με … επεξεργαστές κειμένων, που δακτυλογραφούσαν τα κορίτσια που δούλευαν στο σχετικό τμήμα. Ούτε κινητά τηλέφωνα, ούτε ίντερνετ. Δημοσιογραφικό χαρτί, γραφομηχανές που έκαναν θόρυβο και ατέλειωτες ώρες υπομονής στα φαξ, να πάνε ένα-ένα τα χειρόγραφα. Πάρε πίσω στην εφημερίδα να δεις τι έγινε, αν έφτασαν όλα, αν βγαίνουν καλά τα όσα έγραψες, όσο να’ ναι ένα άγχος (και δυο) το είχες. Οι ξένοι συνάδελφοι εμφάνιζαν σταδιακά τα πρώτα λαπ-τοπ, αλλά ήταν ακόμη νωρίς να μείνουμε με ανοιχτό το στόμα, για τη διαφορά σε τεχνολογικό επίπεδο. Σίγουρα, πάντως, δεν ήταν τόσο πολύ κυνηγοί της είδησης, της λεπτομέρειες, της «βούλας» που λέγαμε και παλιότερα για τις οποίες οι καλοί ρεπόρτερ έδιναν ολόκληρη μάχη.

(Εφημερίδα “Πρώτη”, Παρασκευή 8/4/1988, μετά το πρώτο φάιναλ-φορ, με τίτλο παρηγοριά για τον Άρη: “Του χρόνου πιο δυνατός” )

Κάπως έτσι, πέρασε και η ώρα, την παραμονή των ημιτελικών και καθώς είχαμε αγγίξει τα μεσάνυχτα είπαμε να … φύγουμε από το γήπεδο. Οι Βέλγοι φύλακες, ωστόσο, είχαν ολοκληρώσει τη βάρδια τους, δεν ασχολήθηκαν καθόλου με το τσούρμο των φασαριόζων Ελλήνων δημοσιογράφων, κλείδωσαν τις πόρτες και πήγαν στο σπιτάκι τους. Κι εμείς είχαμε βρεθεί κλειδωμένοι σε ένα γήπεδο, στη μέση του πουθενά. Ακόμη κι αν άνοιγαν οι πόρτες, ήταν αμφίβολο αν θα μπορούσαμε να φτάσουμε στην πόλη της Γάνδης. Πάλι καλά, που μαζί μας είχαν εγκλωβιστεί και οι υπάλληλοι του Γραφείου Τύπου, οι οποίοι επικοινώνησαν με τους … κλειδοκράτορες αλλά και έξι-εφτά ταξί, να μας γυρίσουν στα ξενοδοχεία μας.

Σαν παραμύθι μου φαίνονταν όλα, όμως. Ούτε κούραση, ούτε ταλαιπωρία. Ο Χρήστου, βέβαια, είχε δίκιο. Η Τρέισερ νίκησε τον Άρη, στον τελικό επικράτησε και της Μακάμπι, με την ομάδα της Θεσσαλονίκης να αρκείται στην 4η θέση, αφού ηττήθηκε και από την Παρτιζάν στην οποία ξεκινούσε πλέι-μέικερ ο … Ζέλικο Ομπράντοβιτς, είχε νεοσσούς τους Τζόρτζεβιτς, Ντίβατς, Πάσπαλι, Πετσάρσκι και προπονητή τον Ντούσκο Βουγιόσεβιτς.

Θρυλικό έχει μείνει, βέβαια, το ξενοδοχείο που διάλεξε ο Άρης. Ο Ιωαννίδης είχε δώσει εντολή για απομόνωση διαισθανόμενος τον … πανζουρλισμό, από τα καραβάνια των εκδρομέων του Άρη (από τότε καθιερώθηκε και ο όρος το τσάρτερ της χαράς) αλλά και λόγω ιδιοσυγκρασίας. Πράγματι, το ξενοδοχείο «η φωλιά του ψαρά» έμοιαζε περισσότερο με το … μικρό σπίτι στο λειβάδι, παρά με τόπο διαμονής ομάδας που έπαιζε στο φάιναλ-φορ.

(To Flanders Expo στη Γάνδη. Εδώ έγινε το πρώτο φάιναλ-φορ)

Το κυριότερο. Σαν έμβλημα είχε μια μαύρη γάτα, την οποία οι άνθρωποι του Άρη δεν είχαν προσέξει. Το …είδε ο άκρως προληπτικός Γιάννης Ιωαννίδης, όταν η αποστολή πλέον αναχωρούσε για το ταξίδι της επιστροφής. Στη μέση του πουθενά, λοιπόν, αυτό το ξενοδοχείο, δεν ήταν εύκολο να το βρεις. Που να ξέρουμε, όμως, ο συνάδελφος Τάκης Ευσταθίου κι εγώ, ότι δεν θα το ήξεραν και οι ταξιτζήδες της Γάνδης. Μπαίνοντας στο ταξί, για να πάμε στη δεξίωση που είχε προγραμματίσει ο Άρης, μετά τη λήξη του φάιναλ-φορ, είπαμε την ονομασία του ξενοδοχείου. Ο ταξιτζής μας κοιτούσε λες και του είχαμε πει να μας πάει στη… Γερμανία. Μισά αγγλικά, μισά γαλλικά, μισά φλαμανδικά κι άλλα μισά μπινελίκια, βρήκαμε την άκρη, αφού ο οδηγός πρέπει να μίλησε με όλα τα υπόλοιπα ραδιοταξί που διανυκτέρευαν εκείνη τη νύχτα. Μετά από περιπλάνηση μιας ώρας, στα περίχωρα της Γάνδης, βρήκαμε το ξενοδοχείο. Αλλά όπως ήταν φυσικό, η δεξίωση είχε … τελειώσει. Απελπισμένοι, μπήκαμε μπας και βρούμε κάνα χριστιανό να μιλήσουμε, να ξεχάσουμε και την περιπέτεια. Πράγματι στο μπαρ, ένας μοναχικός τύπος είχε ξεμείνει, πίνοντας την μπύρα του. Ήταν ο Νίκος Γκάλης, στη μοναδική φορά που τον είδα να πίνει αλκοόλ και να’ ναι τόσο «σκασμένος» από την αποτυχία…

Υπεύθυνος Τύπου του Ολυμπιακού στο Τελ Αβίβ…

(Με τον Γιώργο Σαλονίκη, στα χρόνια της παντοκρατορίας του Ολυμπιακού)

Έξι χρόνια αργότερα, όλα ήταν διαφορετικά. Ο ρούκι απεσταλμένος, ήταν πλέον υπεύθυνος Τύπου του ΤΑΚ Ολυμπιακός στο φάιναλ-φορ του Τελ Αβίβ. Η άφιξή μου στον Flash 9.61, συνέπεσε με την ανάμιξη του Σωκράτη Κόκκαλη με το «ερυθρόλευκο» μπάσκετ. Ο Κόκκαλης αγάπησε το μπάσκετ. Αν και ήταν καθαρά «ποδοσφαιρικός», του άρεσε (μέχρι ενός σημείου) η ατμόσφαιρα και οι άνθρωποι του σπορ. Πιο πολύ του άρεσε ο Ιωαννίδης, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος της συνεργασίας τους και μέχρι να βγουν (στο τέλος) τα … μαχαίρια. Ο φουριόζος ξανθός, προκαλούσε το βροντώδες «χο,χο» του Κόκκαλη, σχεδόν σε κάθε φράση του. Σε αυτό το εκρηκτικό δίδυμο, προστέθηκε ο Γιώργος Σαλονίκης στενός φίλος του Σ.Κόκκαλη, που από το πόστο του αντιπροέδρου, εξελίχθηκε σε εξισορροπιστή των δυο πόλων και κεντρικό πρόσωπο της κυριαρχίας του Ολυμπιακού στο μπάσκετ, στη δεκαετία του 90.

Ο Ολυμπιακός της σεζόν 1993-94, έπαιξε κατά τη γνώμη μου το καλύτερο μπάσκετ που έχει παίξει ποτέ «ερυθρόλευκη» ομάδα στην Ευρωλίγκα. Αν και από νωρίς τέθηκε νοκ-άουτ ο Ντράγκαν Τάρλατς (ρήξη χιαστών), η ιδέα του Ιωαννίδη να ταιριάξει μαζί Πάσπαλι και Τάρπλεϊ, να έχει τον Φασούλα που πήρε από τον ΠΑΟΚ, τον Σιγάλα σε ρόλο «εξολοθρευτή» και τον Θύμιο Μπακατσιά να τρέχει την ομάδα σαν δαιμονισμένος, ήταν εξαιρετική. Ο Ολυμπιακός έκανε ορισμένα αξέχαστα παιχνίδια, χειροκροτήθηκε σε πολλά γήπεδα και πήγε στο Τελ Αβίβ, με τον αέρα του φαβορί.

Η πρόκριση στο φάιναλ-φορ, δημιουργούσε ένα πρόσθετο πονοκέφαλο στο νεοσύστατο Γραφείο Τύπου, δηλαδή σε μένα, που είχα και τη βασική ευθύνη. Όλα θα ήταν πιο εύκολα αν δεν υπήρχε ο αιώνιος ανταγωνισμός με τον Παναθηναϊκό. Οι δυο ομάδες, έκαναν την FIBA να σηκώσει τα χέρια ψηλά. Για πρώτη φορά, δημιουργήθηκαν δυο αίθουσες, μέσα στο επίσημο ξενοδοχείο της διοργάνωσης, που ήταν τα «στρατηγεία» των δυο αιωνίων. Εκεί στο Χίλτον του Τελ Αβίβ, βρέθηκα μια εβδομάδα πριν από το τζάμπολ για την προετοιμασία της μεγάλης συνέντευξης Τύπου (όπου ο Σ.Κόκκαλης είπε το περίφημο «αυτούς τους οπαδούς έχουμε, δεν μπορούμε να τους αλλάξουμε) αλλά και τον συντονισμό όλης της επικοινωνίας του Ολυμπιακού.

Μια μπλε σκούρα άλφα-ρομαίο, που οδηγούσε η μετέπειτα σύζυγός μου Δήμητρα (διότι εκτός των άλλων, σε εκείνο το φάιναλ-φορ, έπαιξε μπάσκετ και ο μικρός Θεός με τα βέλη) λίγο έλειψε να μας βγάλει στην Γάζα. Καταλάβαμε ότι κάτι στραβό πήγαινε, όταν είδαμε τις σημαίες στον δρόμο να αλλάζουν και τα στρατιωτικά μπλόκα να γίνονται περισσότερα. Γυρίσαμε πίσω, βρήκαμε την είσοδο προς την πόλη και φτάσαμε στον προορισμό μας.

Μας έδωσαν την αίθουσα, είναι αυτή που θέλουμε, μήπως ο Παναθηναϊκός έχει καλύτερη, που θα βάλουμε τα δώρα για τους δημοσιογράφους , να δούμε την αίθουσα της συνέντευξης και ένα σωρό ερωτηματικά πλανήθηκαν στον αέρα. Πιστεύαμε ότι θα αρχίσαμε να τα λύνουμε από την επομένη, αλλά … λογαριάζαμε χωρίς τον ξενοδόχο. Ή αν προτιμάτε το ξενοδοχείο. Η επόμενη μέρα ήταν Σάββατο. Μια μέρα, όπου οι Εβραίοι δεν εργάζονται, δεν οδηγούν, δεν μαγειρεύουν (με ηλεκτρικό) και … δεν πατάνε κουμπιά ασανσέρ. Η  μάλλον πατάνε. Αυτά που γράφουν ασανσέρ Σαββάτου!

(Από την πορεία στο Τελ Αβίβ, σε μετάδοση του Flash 9.61. Δίπλα ο Γιάννης Βάλβης, θρυλικός τεχνικός, συνθέτης, στιχουργός κλπ)

Η συνεννόηση με τους ανθρώπους του ξενοδοχείου άρχισε την Κυριακή και όλα πήγαν όπως είχαμε συνεννοηθεί στην ακατάσχετη αλληλογραφία με τους λεπτολόγους Ισραηλινούς. Αν για κάτι καμαρώναμε, πάντως, ήταν η δική μας προηγμένη τεχνολογία. Κινητά τηλέφωνα πρώτης γραμμής (… για το 1994) και ένα απίθανο λαπ-τοπ, που είχε ενσωματωμένο φαξ. Επίπεδο!

Αυτός, που κόντεψε να πάθει αποπληξία ήταν ο πρώην υπεύθυνος Τύπου της FIBA, ο καλός φίλος Φλόριαν Βάνινκερ, όταν διαπίστωσε ότι οι διαπιστευμένοι Έλληνες δημοσιογράφοι ξεπερνούσαν τους 200 ! Στο Γιαντ Ελιάου, το οποίο ακόμη δεν είχε ανακαινιστεί, είχαν προβλεφθεί δημοσιογραφικές θέσεις για 300 άτομα, όχι όμως όλα από την ίδια χώρα.

«Θέλω βοήθεια» μου είπε παραμονές της έναρξης του φάιναλ-φορ. Δηλαδή … να κόψουμε μαζί, όσους Έλληνες γινόταν. Δεν θα ξεχάσω, επίσης, τους 40 βαθμούς θερμοκρασία που είχε την ημέρα του τελικού και τη δική μου φαεινή ιδέα να ντυθώ με ένα μάλλινο κουστούμι που μου’ χε ράψει ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου. Μόλις βγήκα έξω από το ξενοδοχείο, ένιωσα να πνίγομαι από τη ζέστη. Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό. Ήταν ότι ψάχναμε να βρούμε το αυτοκίνητο που είχαμε νοικιάσει και δεν φαινόταν πουθενά! Η συνοδός ασφαλείας, χαμογέλασε όταν είδε τη θέση που θεωρητικά το είχαμε αφήσει. Ένα τεράστιο no parking ήταν γραμμένο και το οποίο ο ελληνικός ωχαδερφισμός μας, είχε παραβλέψει: «Δεν ξέρω τι κάνετε στην Ελλάδα, πάντως εδώ όταν παρκάρεις εκεί που απαγορεύεται, έρχεται η αστυνομία και το παίρνει. Εκεί είναι το αυτοκίνητό σας. Στο πάρκινγκ της αστυνομίας…» μας ενημέρωσε η κοπέλα της ασφαλείας.

Με ένα μάλλινο κουστούμι, σε θερμοκρασία 40 βαθμών, χωρίς αυτοκίνητο το βλέμμα μου ήταν σαν εκείνο που είχε ο Γιάννης Ιωαννίδης λίγο μετά τον τελικό και το τρίποντο-φαρμάκι του Κορνέλιους Τόμπσον. Τόσο τσακαλωμένο πρόσωπο, από το παράπονο και την αγωνία μαζί, δεν έχω ξαναδεί. Και τόσο πικραμένος, από μια ήττα, ο Ιωαννίδης δεν ήταν ποτέ…

Σπίκερ του Μάτζικ TV στον τελικό-έπος του Παναθηναϊκού!

 

Ο απόλυτος δημοσιογραφικός σουρεαλισμός, όμως,  ήρθε οκτώ χρόνια αργότερα: 2002 στη Μπολόνια, σε ένα φάιναλ-φορ, έπος για τον Παναθηναϊκό βρίσκομαι να περιγράψω τους αγώνες, για λογαριασμό του Magic TV. Του καναλιού, δηλαδή του Ολυμπιακού!

Ας τα πάρουμε με τη σειρά.

Το σχίσμα του ευρωπαϊκού μπάσκετ (το καλοκαίρι του 2000) μπορεί να ξεπεράστηκε σχεδόν εύκολα στην υπόλοιπη Ευρώπη, όχι όμως στην Ελλάδα. Αν και στην Ευρωλίγκα συμμετείχαν Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ και Περιστέρι το εμπάργκο της τηλεόρασης κατά της διοργάνωσης ήταν απίστευτο.

Η ισχυρή παρουσία του Γ.Βασιλακόπουλου, που μόλις είχε αναλάβει πρόεδρος της FIBA Europe και η τεράστια πολεμική κατά της Euroleague, είχε αφήσει σχεδόν ολόκληρη τη χρονιά χωρίς τηλεόραση. Και θα την είχε εξ’ ολοκλήρου, αν δεν μεσολαβούσε ο ίδιος ο Σ.Κόκκαλης, ώστε να δουν οι Έλληνες φίλαθλοι το τελείωμα μιας συναρπαστικής χρονιάς.

Καθώς οι διαπραγματεύσεις με τα ελληνικά κανάλια είχαν ναυαγήσει και δεν υπήρχε φως στην άκρη του τούνελ, ο πρόεδρος του Ολυμπιακού αποφάσισε να δώσει στο Magic TV τα δικαιώματα των «ερυθρολεύκων». Έτσι από τον δεύτερο γύρο και μετά (σε ένα παιχνίδι με την Σλασκ Βρότσλαβ) η Εuroleague εισέβαλλε στην ελληνική τηλεόραση, έστω και μέσω του Magic.

Εκτός από υπεύθυνος Τύπου του Ολυμπιακού, είχα και την ευθύνη των μεταδόσεων. Για το κανάλι, που απευθυνόταν αποκλειστικά μόνο σε οπαδούς των «ερυθρολεύκων» ήταν ένα … τεράστιο προϊόν και παρά τα πενιχρά μέσα που είχε από πλευράς τεχνικής υποδομής, προσπάθησε να το εκμεταλλευτεί όσο ήταν δυνατόν.

Η … τύχη τα’ φερε έτσι, ώστε στην επόμενη φάση, δηλαδή στο τοπ-16 (απ’ όπου έβγαινε και η τετράδα του φάιναλ-φορ, χωρίς πλέι-οφ) συγκεντρώθηκαν και οι τρεις ελληνικές ομάδες. Και ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ!

Ούτε παραγγελία, να είχε κάνει. Με ένα σμπάρο όχι δύο, αλλά τρία τρυγόνια. Εντάξει δεν μεταδόθηκαν όλα τα ματς του ομίλου, αλλά τουλάχιστον υπήρξε εικόνα από μια συναρπαστική μάχη, με ανατροπές, που έδωσε εν τέλει τον Παναθηναϊκό στο φάιναλ-φορ της Μπολόνια.

Αν δεν θυμάστε, σας θυμίζω ότι οι «πράσινοι» προκρίθηκαν ενώ ο Ολυμπιακός είχε πλεονέκτημα στη μεταξύ τους ισοβαθμία. Η ήττα, ωστόσο, των «ερυθρολεύκων» στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, από τους Σλοβένους της Ολύμπια, έβαλε τον ΠΑΟ στη θέση του οδηγού και στο αεροπλάνο για τη Μπολόνια.

Στο Magic το ερώτημα ήταν ένα: Και τώρα τι γίνεται. Το δείχνουμε ή όχι το φάιναλ-φορ; Ο ίδιος ο Κόκκαλης έδωσε τη λύση: «Το δείχνετε» είπε και έτσι βρέθηκα στη Μπολόνια. Μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, με τη Δήμητρα έγκυο στον δεύτερο γιο μας, το φάιναλ-φορ στο οποίο θριάμβευσε ο Παναθηναϊκός, μεταδόθηκε από το … κανάλι του Ολυμπιακού.

Πιο σουρεαλιστής, πεθαίνεις! Και από τότε λέω το συνηθισμένο «ναι εγώ είμαι», όταν με ρωτάνε «εσύ δεν ήσουν το 2002, που κλπ, κλπ»; Πολλοί φίλοι παναθηναϊκοί, παραδέχονται ότι ανήμερα του Πάσχα, έψαχναν να βρουν τηλεοράσεις που να πιάνουν Magic. Να σημειώσω ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν και τόσο εύκολο, γιατί το Magic εξέπεμπε μόνο στην Αττική. Μπαίνοντας όμως στην πλατφόρμα της Nova, έγινε εφικτό να υπάρχει εικόνα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Κι έτσι για πρώτη (και μάλλον τελευταία φορά) φίλοι του Παναθηναϊκού παρακολούθησαν με τόση προσήλωση το κανάλι του Ολυμπιακού!

Να πω την αλήθεια, δεν είχα κανένα πρόβλημα να κάνω τις μεταδόσεις. Όταν για πρώτη φορά ασχολήθηκα με την αθλητική δημοσιογραφία, δεν φανταζόμουν το πώς θα εξελισσόταν το επάγγελμα. Προφανώς δεν πέφτουμε από τον ουρανό, ούτε είμαστε γεννημένοι από παρθενογένεση. Κάποια ομάδα, όλοι μας υποστηρίξαμε και υποστηρίζουμε. Όταν είπα στην οικογένεια μου «δεν θα δώσω πανελλαδικές εξετάσεις, αλλά θα γίνω αθλητικός συντάκτης» δεν είχα στο μυαλό μου τίποτε περισσότερο από το να δω το επίθετό μου σε άρθρο μιας εφημερίδας, ή αργότερα αν ήμουν ικανός να κάνω μεταδόσεις.

Στο Magic δεν είπαμε ποτέ ότι είμαστε… αντικειμενικοί, κάτι τέτοιο θα ήταν αστείο. Προσπαθήσαμε, ωστόσο, να σεβαστούμε όσο αυτό ήταν εφικτό το επάγγελμά μας. Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, να υπάρχει έκπληξη για τις μεταδόσεις. Ήταν πολύ κουραστικές, γιατί η συνεννόηση με το στούντιο γινόταν μέσω τηλεφώνου και έπρεπε κάθε φορά να μετράω είτε μέχρι το δέκα, είτε μέχρι το πέντε, για να βγαίνω στον αέρα (το σύνθημα έδινε ο Σταύρος Κουράκος, από τον Πειραιά).

Ήταν όμως και ξεχωριστές.

Ένα χρόνο αργότερα, πήγαινα στη Βαρκελώνη με άλλη ιδιότητα. Έχοντας φύγει από τον Ολυμπιακό και δουλεύοντας για το Γραφείο Τύπου της Euroleague. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία, για άλλη φορά…