ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Η γραφική ελληνολαγνεία των ξενιτεμένων μας

Ως δημοσιογράφοι νιώθουμε την ανάγκη να αποθεώσουμε τους αθλητές μας που αγωνιζόνται εκτός συνόρων. Μόνο που ο κόσμος γελάει.

Η αναγνώριση του ταλέντου και του έργου ενός ποδοσφαιριστή έρχεται από τρεις μεριές. Από την ομάδα ή τον σύλλογο στον οποίο αγωνίζονται με τη μορφή υλικής ανταμοιβής, από τους φιλάθλους με τη μορφή ηθικής ανταμοιβής και από τους δημοσιογράφους με τη μορφή επαίνων και διθυράμβων.

Και ναι, έχουμε πολλούς Έλληνες που αγωνίζονται εκτός συνόρων και εξίζουν τον έπαινό μας, τον καλό μας λόγο και την στήριξή μας. Μόνο που ως έθνος και ως επαγγελματιές έχουμε μάθει να το παρακάνουμε. Μόνο και μόνο επειδή αναφερόμαστε σε Έλληνες.

 

Κι όμως κάθε έπαινος, κάθε επιτυχία της ομάδας του, κάθε παραμικρή λεπτομέρεια που αφορά την ομάδα του πιστώνεται και σε εκείνον. Μόνο και μόνο επειδή αυτός υπάρχει στον χωροχρόνο της ομάδας αυτής.

Το σκεφτόμουν αυτό πριν λίγο καιρό, όταν άκουγα ένα ρεπορτάζ για την Σέλτικ, την ημέρα που κατέκτησε και μαθηματικά το πρωτάθλημα Σκωτίας. Το ρεπορτάζ έλεγε: “Ο Γιώργος Σαμαράς βρέθηκε στο επίκεντρο των πανηγυρισμών για την κατάκτηση του πρωταθλήματος χάρη στο γκολ που πέτυχε στο παιχνίδι”. Πέτυχε το τρίτο από τα τέσσερα γκολ αν θυμάμαι καλά. Και δεν βρέθηκε στο επίκεντρο των πανηγυρισμών όπως αποδείκνυαν τα πλάνα, τα αγγλικά ρεπορτάζ και κάθε πέτρα που σήκωσα για να βρω από πού το είχε ξεθάψει αυτό ο δημοσιογράφος.

Ένιωσε όμως την ανάγκη ο ρεπόρτερ να μας πει ότι ο Σαμαράς ήταν στο επίκεντρο των πανηγυρισμών. Λες και έχει ανάγκη ο Γιώργος Σαμαράς να βρεθεί στο επίκεντρο των πανηγυρισμών για να αναγνωρίσουμε την αξία του.

 

Υπάρχουν τόσοι και τόσοι Έλληνες αθλητές στο εξωτερικό. Σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Αλλά το να είναι η ΤΣΣΚΑ Μόσχα η “ομάδα του Θοδωρή Παπαλουκά”, η Φούλαμ η “ομάδα του Γιώργου Καραγκούνη” και η Ρόμα η “ομάδα των Τοροσίδη και Ταχτσίδη” είναι αποκλειστικά και μόνο δικό μας βίτσιο.

 

Δεν έχουν ανάγκη από την δική μας υπερβολή. Ο Καραγκούνης που κάνει πράγματι μια καλή χρονιά στην Premier δεν χρειάζεται να ξεθάβουμε κάθε ελάχιστο αφιέρωμα εφημερίδας και να το αναπαράγουμε στα δελτία των 8.

 

Δεν μπορούμε σε μια χρονιά που ο Γιώργος Σαμαράς έχει πετύχει λιγότερα από 10 γκολ στην Premier της Σκωτίας, να λέμε ότι είναι “ο βασικός στράικερ της Σέλτικ”. Του κάνουμε κακό παρά καλό με τέτοιες φανφάρες που γράφονται και εκφωνούνται για να γεμίζει ο τηλεοπτικός χρόνος και το δίστηλο στην εφημερίδα.

Είναι πράγματι καλό να στηρίζουμε την προσπάθεια ορισμένων παικτών. Και υπάρχουν αθλητές που εκτός συνόρων έχουν κάνει τα παιχνίδια της ζωής τους. Φυσικά και χρειάζεται αποθέωση ο Φώτης Κατσικάρης για τη δουλειά του στην Μπιλμπάο. Φυσικά και αξίζει κάθε δυνατό έπαινο μαζί με τον Κατσικάρη και ο Κώστας Βασιλειάδης για τα παιχνίδια του.

Αξίζει standing ovation η φετινή πορεία του Παναγιώτη Κονέ στην Μπολόνια με άπειρη δουλειά στον χώρο του κέντρου και πολύ σημαντικά γκολ σε πρωτάθλημα και κύπελλο.

 

Παίκτες, προπονητές και άνθρωποι που στην Ελλάδα δεν αξιολογήθηκαν ως έπρεπε. Παίκτες που έπρεπε να περάσουν τα σύνορα για να ακούσουν μια καλή κουβέντα.

Αλλά κανείς από αυτούς, ούτε οι προβεβλημένοι που ανέφερα νωρίτερα, ούτε οι υπόλοιποι έχουν ανάγκη από τη δημοσιογραφική υπερβολή. Αυτά εδώ δεν τα έχουν ανάγκη:

“Καλοί φίλοι από το Ιταλικό πρωτάθλημα”. Είναι άνθρωπέ μου απαραίτητο επειδή έχουν παίξει δύο παίκτες στο Καμπιονάτο να είναι και φίλοι;  Είχε μιλήσει ο Γρηγόρης Γεωργάτος επί Ίντερ με τους αναπληρωματικούς της Παλέρμο ή τον τεχνικό διευθυντή της Γιουβέντους;

“Με τον Ταχτσίδη στην ενδεκάδα”. Πότε θα σταματήσει να είναι είδηση το ότι ο Ταχτσίδης παίζει στη Ρόμα; Είναι κάτι σαν την απαραίτητη υπενθύμιση κάθε φορά που ακούγεται το όνομα Τζένιφερ Άνιστον ότι “είναι ελληνικής καταγωγής”.

Μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι για τους συμπατριώτες μας που παίζουν στο εξωτερικό. Ας αφιερώνουμε χαρτί, εικόνα και σάλιο στο να τους αποθεώνουμε. Αλλά όταν πρέπει και στο μέτρο που πρέπει.

Δεν έχουν ανάγκη την ελληνολαγνεία μας.