ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Πώς η Παρί Σεν Ζερμέν κέρδισε μια πόλη που δεν αγάπησε ποτέ το ποδόσφαιρο

Σημειώσεις πάνω στην ένδοξη γέννηση μιας ομάδας και στο πώς η Παρί διέλυσε τον αστικό σνομπισμό του Παρισιού.

Η γαλλική κουλτούρα έχει κάποιες συνισταμένες που δεν σβήνουν ποτέ: Οι νέοι κυκλοφορούν από και προς το Πανεπιστήμιο τους ντυμένοι άψογα και με την τελευταία λέξη της μόδας, συνήθως θυμίζουν ως και μοντέρνες ενσαρκώσεις του Alain Delon και της Catherine Deneuve.

Αγόρια και κορίτσια τρώνε λιτά γεύματα το μεσημέρι, περισσότερο ως μια ακόμα αφορμή για να καπνίσουν 2-3 τσιγάρα και να συζητήσουν τις βραδινές τους εξορμήσεις σε κάποιο cafe ή μπαρ. Σε διάστημα 3 ετών (2013-2015) επισκέφθηκα τουλάχιστον τέσσερις φορές την Μασσαλία και άλλες δυο το Παρίσι. Μου προκαλούσε πάντα εντύπωση η αγάπη των Γάλλων για τις ελεύθερες ερωτικές σχέσεις, την συμβίωση και την κοινωνικότητα που γεννιόταν με βόλτες σε πανέμορφα πάρκα, με την οριακά αστεία γαλλική ποπ σε Mp3 players, με γαλλικά κρασιά και μπαγκέτες με (βρωμερό) τυρί camembert, μπύρες φθηνές και τσιγάρα λίγο πιο ‘βαριά’ από τ’ άλλα.

Κοινή συνισταμένη σε κάθε μου γνωριμία, η διακριτική περιφρόνηση προς τον αθλητισμό. Το μπάσκετ δεν μνημονεύτηκε ποτέ. Το ποδόσφαιρο είχε συνήθως μια και μοναδική υπερ-ηρωίδα, την PSG. που ήταν τότε ένα ταχύτατα αναρριχώμενο ποδοσφαιρικό project, έτη φωτός μακριά από τελικούς Champions League, αλλά με ‘δόντια’ ακονισμένα και επενδυτές διψασμένους για διακρίσεις. Πώς έφτασε όμως η PSG να χριστεί φαβορί για την κατάκτηση του Champions League; Πώς έκανε μια ολόκληρη χώρα να κοιτάξει επιτέλους προς τα ποδοσφαιρικά γήπεδα;

Στη Γαλλία ιδρύθηκε η FIFA (1904), στη Γαλλία γεννήθηκε η ιδέα του Μουντιάλ και του Champions League. Όμως οι Γάλλοι κατά τον 20ο αιώνα περιφρονούσαν συστηματικά το ποδόσφαιρο. Το 1959, ο θρυλικός σκηνοθέτης Francois Truffaut στην ταινία του ‘Les 400 Coups’ παρουσίαζε το ποδόσφαιρο ως μια γραφική αγγαρεία, με έναν γυμναστή ντυμένο οριακά ως κλόουν και τους νεαρούς πρωταγωνιστές εντελώς απρόθυμους να συμμετάσχουν. Όμως στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η πρωτεύουσα της χώρας, το Παρίσι, ξεκίνησε να αλλάζει μορφή. Η κινητήριος δύναμη της χώρας, οι μετανάστες από το Βέλγιο, την Πορτογαλία, την Ισπανία, οι Αλγερινοί, οι Μαροκινοί, οι πάσης καταγωγής Αφρικανοί, οι ‘banlieurisards’ έφτασαν να αριθμούν κάτι παραπάνω από 2 εκατομμύρια, σε μια πόλη με συνολικό πληθυσμό 12,1 εκατομμυρίων κατοίκων. Η Γαλλία, ως μια κινητήρια βιομηχανική δύναμη της Ευρώπης προσέλκυσε εκατομμύρια μετανάστες που αφομοίωσαν πλήρως την γλώσσα και τον τρόπο ζωής της, δουλεύοντας σκληρά για να αφομοιωθούν από μια ιδιαίτερα απαιτητική κοινωνία. Το ποδόσφαιρο έγινε η διέξοδος τους.

Η PSG ιδρύθηκε το 1970 από την συνένωση των ομάδων Paris Football Club και Stade-Germain. O πρώτος πρόεδρος της ομάδας ήταν ο σχεδιαστής μόδας Daniel Hechter, ένας άνθρωπος που είχε ελάχιστη σχέση με το ποδόσφαιρο και χρησιμοποίησε αυτήν τη θέση για ‘σκοτεινές’ δουλειές και κομπίνες με τις εισπράξεις των εισιτηρίων. Αποπέμφθηκε από τη θέση του το 1977, όταν αποκαλύφθηκε συμμετοχή του σε σκάνδαλο παράνομου πλουτισμού. Το 1982, η ομάδα ευτύχησε να κατακτήσει το πρώτο της τρόπαιο, ένα Κύπελλο Γαλλίας και το 1986 έφτασε ως το πρωτάθλημα, για να βυθιστεί ξανά στην ανυποληψία.

Η αναγέννηση

Στις αρχές της δεκαετίας του `90, ο μηντιακός όμιλος CANAL+ παρακολουθούσε την ανά τον κόσμο έκρηξη της εμπορικότητας του ποδοσφαίρου και είδε το μέλλον βαμμένο στα κόκκινα, στα σκούρα μπλε και στα λευκά. Η εταιρεία ανέλαβε την οικονομική στήριξη της Paris St Germain.

Παίκτες όπως ο Bernard Lama, o Patrick Colleter, ο Bruno N’Gotty και ο Yuri Djorkaeff συμπλήρωσαν ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό σύνολο παικτών, που κατάφερε να κατακτήσει το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1996, έχοντας φτάσει αρκετά ψηλά και στο Champions League. Στη συνέχεια, ακολούθησε μια ακόμα εποχή παρακμής. Αυτό το πανέμορφο αφήγημα των Financial Times περιγράφει μοναδικά εκείνον τον αγώνα της Paris κόντρα στην Ajaccio στο Parc des Princes, για τη σεζόν 2001-2002, όπου ‘οπαδοί’ της αποδοκίμαζαν με προσβλητικά σχόλια πρώτα την ίδια την γηπεδούχο (!) και μετά την φιλοξενούμενη. Η Ajaccio μέσα από τη γενικότερη γκρίνια, είχε φύγει με τον βαθμό της ισοπαλίας.

“Το Παρίσι είναι μια πόλη όπου ο καθένας είναι υποχρεωμένος να πετύχει το τέλειο πάρα πολύ γρήγορα” εξηγεί ο Jean-Claude Blanc, αντιπρόεδρος της PSG. Στην ίδια πόλη, η ομάδα ράγκμπι Stade Français προσελκούσε για πολλές δεκαετίες, αρκετά περισσότερο κόσμο σε σχέση με την ποδοσφαιρική Paris.

Το Parc Des Princes της περασμένης δεκαετίας έμοιαζε περισσότερο με τόπο συνάντησης και ξεκαθαρίσματος λογαριασμών ανάμεσα σε συμμορίες χούλιγκανς. Υπήρξαν και δυο θάνατοι οπαδών, ένας το 2006 και άλλος ένας το 2010. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε εν τέλει το ποτήρι για τον ίδιο τον πρόεδρο της Γαλλίας και φανατικό οπαδό της Paris, τον Francois Sarkozy, ο οποίος απαίτησε την αποβολή ομάδων φανατικών οπαδών της PSG από το στάδιο, μια απόφαση που εκτελέστηκε απαρέγκλιτα την ίδια ακριβώς στιγμή. Η PSG βρισκόταν κοντά σε μια μεγάλη Αποκάλυψη.

Η Αποκάλυψη

Γυρίζουμε το χρόνο πίσω στις 23 Νοεμβρίου 2010. Στην προεδρική κατοικία του Elysée Palace, δειπνούν ο πρόεδρος της χώρας, η πιο εμβληματική φυσιογνωμία του γαλλικού ποδοσφαίρου, ο Michel Platini (εκείνη την εποχή πρόεδρος της UEFA) και ο Πρίγκηπας του Κατάρ, Tamim bin Hamad Al Thani. Θέμα συζήτησης στο τραπέζι, η ψήφος της FIFA για την χώρα που θα διοργανώσει το Mundial του 2018 και του 2022. Η διπλωματία του Κατάρ ανέκαθεν μετέφρασε την οικονομική επιφάνεια σε φιλία, ενώ από την άλλη πλευρά, η Γαλλία ανέκαθεν αναζητούσε φίλους με οικονομική επιφάνεια και προθυμία για επενδύσεις. Αυτός ο ‘γάμος’ έπρεπε να συμβεί. Ο Platini αρχικά ήθελε να δώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Αμερική.

Τελικά, ο θρύλος λέει πως ο Sarkozy τον πίεσε να αλλάξει γνώμη και να συμπαρασύρει τέσσερις ακόμα χώρες που είχε υπό την επιρροή του, ώστε να ψηφίσουν το Κατάρ ως διοργανώτρια χώρα για το 2022. Η φήμη πως σε αντάλλαγμα γι’ αυτή την μεταστροφή, μια πετρελαϊκή εταιρεία του Κατάρ έδωσε δουλειά στο γιο του Platini, ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε. Επτά μήνες αργότερα, η Quatar Sports Investments αγόρασε την PSG. Επιτέλους, η τοπική ομάδα μιας από τις μεγαλύτερες πρωτεύουσες της Ευρώπης θα αποκτούσε δύναμη ικανή να ανταγωνιστεί ακόμα και τις ομάδες της βρετανικής Premier League.

Η Μεταμόρφωση

“Έχουμε ένα πολύ ξεκάθαρο όραμα, για να είμαι ειλικρινής. Σε πέντε χρόνια θέλουμε να είμαστε μια από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης και να κατακτήσουμε το Champions League” – Nasser Al-Khelaifi, 2014.

To στάδιο της ομάδας μεταμορφώθηκε. Οι θέσεις VIP διπλασιάστηκαν (4.500) και οι τιμές των εισιτηρίων αυξήθηκαν. Η VIP είσοδος του σταδίου άρχισε να θυμίζει την Opéra Garnier, ένα από τα πιο κοσμικά μέρη του Παρισιού. Το Parc Des Princes άρχισε να θυμίζει περισσότερο ένα ναό του ποδοσφαίρου, παρά ένα καταφύγιο για νεαρούς banlieusards που έψαχναν ένα μέρος για να πιουν μπύρα και να καπνίσουν. Το σήμα της ομάδας άλλαξε και αυτό: Το ‘PARIS’ απέκτησε μεγαλύτερα γράμματα και ένα καμαρωτό πύργο του Eiffel, ενώ το ‘Saint Germain’ αρκέστηκε σε μια πιο μικρή γραμματοσειρά. Η κομψότητα, η ομορφιά και η τελειότητα του Παρισιού ξεκίνησε να αντανακλά στην ίδια την ομάδα. Ακόμα και οι φανατικοί οπαδοί έγιναν ξανά δεκτοί στο γήπεδο, υπό αυστηρούς όρους.

Οι ποδοσφαιριστές

Οι Καταριανοί ιδιοκτήτες ποτέ δεν ήταν φειδωλοί στα χρήματα. Όποιον ποδοσφαιριστή ήθελε η ομάδα τον έπαιρνε. Thiago Silva, Angel Di Maria, Kylian Mbappe, Neymar, Thomas Meunier, Marco Veratti και ο κατάλογος των ποδοσφαιριστών που έφτασαν στο Παρίσι και λατρεύτηκαν με φήμη και δόξα αντίστοιχη σε σταρ του Hollywood, είναι μακρύς. Αν μάθαιναν γαλλικά κατά τον ερχομό τους; Σπάνια. Όταν μιλάμε για σταρ του ποδοσφαίρου, η γλώσσα είναι ψιλά γράμματα σε κάποια υποσημείωση του συμβολαίου του.

Στο πέρασμα των ετών, η ομάδα έμαθε σε μια ρουτίνα γλυκόπικρη: Να ξεκινά κάθε χρόνο ‘σφαίρα’ στο πρωτάθλημα και τον Μάρτιο να ‘βραχυκυκλώνει’ και να αποκλείεται από τη συνέχεια του Champions League. Η μεταγραφή του Neymar με 222 εκατομμύρια ευρώ και εκείνη του Kylian Mbappé με 180 εκατομμύρια ευρώ, ήταν η απάντηση των ιδιοκτητών. Παρά τους επί διετία συνεχείς τραυματισμούς του Neymar, η ομάδα του Παρισιού επέμεινε. Και δικαιώθηκε.

Το Υπέροχο Σήμερα

Σήμερα ο μεν Neymar λατρεύει να διχάζει τους Παριζιάνους με την posh εξωγηπεδική ζωή του ενώ ο νεαρός Kylian, με καταγωγή από το εξωτικό νησί Bondy, είναι ο παίκτης που λατρεύει ανελέητα το σύνολο της κερκίδας. Ένα παιδί μεταναστών που φοράει την φανέλα της ομάδας-κόσμημα του Παρισιού, σε μια εποχή που όλοι τα αντίστοιχα φιντάνια διπλών υπηκοοτήτων, όπως οι Paul Pogba, N’Golo Kanté, Riyad Mahrez, Kingsley Coman και Anthony Martial, τιμούν μεν την φανέλα του γαλλικού εθνικού συγκροτήματος, αλλά προτιμούν να κερδίζουν το χειροκρότημα των φιλάθλων σε πιο ανταγωνιστικά πρωταθλήματα. Σήμερα η PSG έχει αλλάξει, όπως και ολόκληρο το Παρίσι, μια πόλη πολύχρωμη και πολυεθνική που κυνηγάει ψυχαναγκαστικά σχεδόν την τελειότητα σε κάθε μορφή έκφρασης, ακόμα και στο ποδόσφαιρο. Θα είναι όλοι τους εκεί την Κυριακή, στραμμένοι πάνω από τηλεοπτικούς δέκτες, για να φωνάξουν δυνατά ‘PARIS’!