2011, Kathy Kmonicek/AP Photo
THE SOPRANOS

Αντίο στον Tony Sirico, τον Paulie Walnuts των Sopranos

Ο ηθοποιός, που εμφανίστηκε και στις έξι σεζόν της θρυλικής σειράς στο πλευρό του James Gandolfini, πέθανε στα 79 του χρόνια.

«Ο Tony κατάφερε να ρομαντικοποιήσει το σκοτεινό του παρελθόν. Να ξορκίσει το κακό μέσω της τέχνης του και να το χρησιμοποιήσει για να γίνει καλύτερος ηθοποιός…. Αυτός που βλέπετε στην οθόνη είναι ο αληθινός του εαυτός, με μία μικρή μόνο προσθήκη αλατοπίπερου για να νοστιμίσει τα πράγματα», είχε δηλώσει ο James Caan για τον συνάδελφο, μα πάνω από όλα αγαπημένο του φίλο, Tony Sirico.

Ο πρώτος έφυγε από τη ζωή στις 6 Ιουλίου σε ηλικία 82 ετών. Ο δεύτερος τον ακολούθησε στους ουρανούς δύο ημέρες μετά, στις 8 του μήνα. Ήταν 79 ετών.

«Με μεγάλη θλίψη, αλλά και απίστευτη υπερηφάνεια, αγάπη και πολλές όμορφες αναμνήσεις, η οικογένεια του Gennaro Anthony “Tony” Sirico επιθυμεί να σας ενημερώσει για τον θάνατό του το πρωί της 8ης Ιουλίου 2022», έγραψε σε ανάρτησή του στο Facebook ο αδερφός του και καθολικός ιερέας, Robert Sirico, χωρίς να διευκρινίσει τα αίτια του θανάτου.

Σύμφωνα με τον επί 25 χρόνια μάνατζερ του, Bob McGowan και τα όσα ανέφερε στο Hollywood Reporter, ο Tony Sirico πέθανε σε γηροκομείο της Φλόριντα, όπου διέμενε τα τελευταία δύο χρόνια πάσχοντας από άνοια. 

Από την φυλακή, στην οθόνη και στο μαφιόζικο σύμπαν του Sopranos

Γεννημένος στο Μπρούκλιν στις 29 Ιουλίου του 1942, ο Tony Sirico έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, βουτηγμένα στην ανέχεια και στην παρανομία. Συνελήφη συνολικά 28 φορές ως παιδί, έφηβος και ενήλικας και εξέτισε ποινή φυλάκισης 20 μηνών για οπλοκατοχή στις αρχές της δεκαετίας του 1970. 

Μιλώντας χρόνια μετά, στα μέσα των 90s, στους LA Times, είχε εξομολογηθεί: «Εκεί που μεγάλωσα, κάθε άντρας προσπαθούσε να αποδείξει ότι είναι κάποιος, ότι θα γίνει κάποιος, ότι αξίζει. Είτε χτυπώντας τατουάζ, είτε έχοντας φάει σφαίρα».

Την υποκριτική την αγάπησε μέσα στη φυλακή. Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του, ήρθε σε επαφή με μία θεατρική ομάδα πρώην φυλακισμένων, που έτυχε να ανεβάσουν εκεί μία παράσταση και τον ενέπνευσε να δοκιμάσει την τύχη του ως ηθοποιός.

Κι έτσι, έγινε. Ο πρώτος του ρόλος στον κινηματογράφο ήταν στην ταινία Η μεγάλη νύχτα των συνωμοτών (Crazy Joe) του 1974. Όσοι ακολούθησαν ήταν ως επί το πλείστον μαφιόζικοι ήρωες σε ταινίες όπως Τα Καλά Παιδιά (Goodfellas) του Martin Scorsese, το Gotti του Robert Harmon και πολλές ακόμα.

Υπήρξε επίσης από τους αγαπημένους ηθοποιούς του Woody Allen με τον οποίο συνεργάστηκε από το 1994 μέχρι και το 2016 (Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ, Ακαταμάχητη Αφροδίτη, Όλοι λένε Σ’Αγαπώ, Διαλύοντας τον Χάρι, Διασημότητες και Cafe Society), ενώ χάρισε τη φωνή του στον σκύλο Vinny στη σειρά κινουμένων σχεδίων Family Guy. 

Ωστόσο, η φήμη ήρθε για τον Tony Sirico στη σειρά του HBO, The Sopranos. Εκεί το αστέρι του έλαμψε, υποδυόμενος τον μαφιόζο Paulie Walnuts, που ήταν σκληρός, αλλά ευγενής και χιουμορίστας, μα πάντοτε πιστός στο αφεντικό του, τον Tony Soprano, που ενσάρκωσε αριστουργηματικά ο αείμνηστος James Gandolfini.

«Όταν διάβασα για πρώτη φορά το σενάριο του David Chase, κατάλαβα αμέσως ότι επρόκειτο για κάτι ξεχωριστό», είχε δηλώσει ο Sirico. «Ήταν ακριβώς αυτό που αναζητούσα σε όλη μου τη ζωή. Συνειδητοποίησα αμέσως ότι ήταν ένας ρόλος για τον οποίο μπορούσα να σκοτώσω».

Όπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει ήταν 55 ετών και κοιμόταν στον καναπέ του πατρικού του στο Μπρούκλιν, όταν του έγινε η πρόταση από τον Chase για τον ρόλο που έμελλε να του αποφέρει δύο βραβεία SAG.  

«O Tony ήταν μοναδικός. Δεν έμοιαζε με κανέναν άλλο: ήταν σκληρός, πιστός, ένας άντρας με μία τεράστια καρδιά», έγραψε ο Michael Imperioli στο Instagram, που κρατούσε τον ρόλο του Christopher Moltisanti στη σειρά που έτρεξε από το 1999 μέχρι το 2007 και ο Sirico πρωταγωνίστησε και στις έξι σεζόν της. 

Όπως ανέφερε ο αδερφός του στο Facebook, «ο Tony θα ζει για πάντα μέσα από τα δύο αγαπημένα του παιδιά, την Joanne Sirico Bello και τον Richard Sirico, αλλά και τα εγγόνια, τα αδέρφια, τα ξαδέρφια και όλους τους συγγενείς και φίλους που τον αγάπησαν και τους αγάπησε βαθιά».