ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Birdman, ένας μικρός Θεός

Κάθε φορά που χάνω την πίστη μου στον κινηματογράφο, πνιγμένος από τη βεβαιότητα ότι έχω δει τα πάντα και πως τίποτα διαφορετικό δεν μπορεί να προκύψει, έρχεται μια ταινία, όπως το εφετινό Birdman για να με κάνει σαν τον Απόστολο Παύλο να δω το φως.

Κάθε φορά που χάνω την πίστη μου στον κινηματογράφο, πνιγμένος από τη βεβαιότητα ότι έχω δει τα πάντα και πως τίποτα διαφορετικό δεν μπορεί να προκύψει, έρχεται μια ταινία, όπως το εφετινό Birdman για να με κάνει σαν τον Απόστολο Παύλο να δω το φως.

Σαν πίνακας του Μαγκρίτ

Το πρώτο κιόλας πλάνο της ταινίας του μεξικάνου Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου θα μπορούσε να είναι πίνακας του Ρενέ Μαγκρίτ. Η ποίηση της εικόνας είναι τέτοια, ώστε είναι εξ αρχής ξεκάθαρο ότι η πραγματικότητα θα φάει τις ντρίπλες της: τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, τίποτα δεν είναι δεδομένο, τα μάτια τα δικά σου και τα μάτια του ήρωα δεν βλέπουν ακριβώς τον ίδιο κόσμο.

 

Οι ήρωες της ταινίας, όλοι σχεδόν ηθοποιοί, είναι από τη φύση της δουλειάς τους υποχρεωμένοι να παίζουν συχνά με τη δική τους πραγματικότητα κρυφτούλι, αν θέλουν να ερμηνεύσουν τους ρόλους τους. Οταν η σύμβαση με το πραγματικό, το πρέπων, το ορθό, το ηθικό,  πάει στην άκρη, από την ορθάνοικτη πόρτα της ανάγκης να δοθεί στην ύπαρξη (μας) περιεχόμενο εισβάλουν άλλες δυνάμεις: ο ψυχαναγκασμός, η αυτοκαταστροφή, η επίδειξη, η έλλειψη κανόνων, η σχιζοφρένεια που σου επιτρέπει να ζεις σε δυο κόσμους, η ονειρική διάσταση ως πεδίο δράσης.

Η αποποίηση της πραγματικότητας, πράγμα καμιά φορά αναγκαίο για την καλύτερη δυνατή ερμηνεία του ρόλου, μπορεί και να σημαίνει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να επιστρέψει σε αυτή. Όλα είναι και δεν είναι πραγματικά, όπως το σινεμά για παράδειγμα. Ο,τι βλέπεις υπάρχει και δεν υπάρχει.

Γυμνός αλλά βασιλιάς

Ο πρωταγωνιστής Ρίγκαν Τόμσον θέλει όπως όλοι οι καλοί ηθοποιοί το μεγάλο φινάλε, αυτό στο οποίο ο κόσμος σηκώνεται όρθιος και σε αποθεώνει, αυτό που η αρετή της αφέλειας (όπως είναι ο δεύτερος τίτλος της ταινίας) σε υποχρεώνει να το κυνηγήσεις.

Για να φτάσει σε αυτό περνά δοκιμασίες, τσακώνεται, καταστρέφει σχέσεις με ανθρώπους που αγαπά, καταπίνει τους εγωισμούς του και ταπεινώνεται όταν τρέχει σχεδόν γυμνός για να μπει στο θέατρο του: έξω από αυτό είναι ένας γυμνός κακόμοιρος, μέσα σε αυτό είναι ένας γυμνός βασιλιάς χωρίς να κινδυνεύει από κανένα παιδάκι να του το φωνάξει, αφού στη δική του πραγματικότητα αυτός είναι ο ήρωας.

Την ίδια στιγμή ο Ρίγκαν ξέρει ότι είναι μοναδικός, ότι κάνει πράγματα που κανείς δεν μπορεί, ότι θα του έφτανε να προσπαθήσει πολύ λίγο για να εντυπωσιάσει, όμως δεν το θέλει γιατί πιστεύει πως η αποδοχή και ο θαυμασμός είναι διαφορετικά. Βλέπει δίπλα του ταλαντούχους νάρκισσους που μπερδεύουν το φαίνεσθε με το είσαι, αυταπατάται ελπίζοντας ότι θα του δοθεί η ευκαιρία για μια δίκαιη κρίση, στο μονοπάτι των προσωπικών του φόβων είναι μόνος: ακόμα και η κόρη του αρνείται να καταλάβει την ανάγκη της γλυκερής ματαιοδοξίας του μπλεγμένη στα παιγνίδια με τους δικούς της ασήμαντους, αλλά επικίνδυνους δαίμονες.  Η απόφασή του να ανεβάσει στο Μπρόντγουεϊ  της δύσκολης Νέας Υόρκης ένα διήγημα του Ρέιμορντ Κάρβερ μοιάζει λάθος, πόσο μάλλον όταν ο τίτλος του είναι «Τι είναι αυτό για το οποίο μιλάμε, όταν μιλάμε για αγάπη» – και το διαλέγει αυτός που από αγάπη μοιάζει να μην καταλαβαίνει και πολλά.

Πάνω σε αυτό τον καμβά ο Ιναρίτου ρίχνει όλα τα κλισέ που  συνοδεύουν τις καριέρες των ηθοποιών, ίσως και όλων των ανθρώπων: την μοναχικότητα τους, την αδυναμία τους, την επιδειξιομανεία τους, την ενοχική τους στάση απέναντι στην επιτυχία, τη δυσκολία τους να καταλάβουν την αξία της συνεργασίας, την απέχθειά τους στην κριτική, την μάχη τους για το χειροκρότημα. Κι όμως ενώ τίποτα από όλα αυτά δεν είναι καινούργιο ή περίεργο ή διαφορετικό ή κάτι που δεν έχεις ξανακούσει, όλα δένονται αφηγηματικά με ένα υπέροχο τρόπο γιατί αυτό είναι το σινεμά.

Δεν είναι αφήγηση πάντα το ζητούμενο:  είναι η τέχνη της. Υπάρχουν σκηνές του Birdman, ονειρικές αλλά και ρεαλιστικές, που σε κάνουν να θες να σηκωθείς να χειροκροτήσεις.

Σκηνοθετώντας μια πραγματικότητα

Στήνοντας την ταινία με ένα τρόπο που σε κάνει να πιστεύεις πως όλα γίνονται στην ίδια σκηνή και διαδραματίζονται στο ίδιο τεράστιο μονοπλάνο, ο Ιναρίτου καταργεί το χρόνο, σκηνοθετώντας όχι απλά μια ιστορία, αλλά μια πραγματικότητα: όταν τα φώτα ανάβουν και στη δική σου πραγματικότητα γυρνάς πρέπει να αποφασίσεις εσύ για το τέλος, πρέπει δηλαδή ν αποφασίσεις τι είδες.

Στην ταινία υπάρχουν αναφορές σε πολλά φιλμ με προβληματικές ανάλογες, από το «Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν», μέχρι το υπέροχο αλλά ξεχασμένο «Birdy», ωστόσο κάθε μικροκλοπή συγχωρείται γιατί όπως ο ηθοποιός έτσι κι ο σκηνοθέτης, οφείλει να δανείζεται, αρκεί να μην αντιγράφει. Αυτή η σπουδή στην αφήγηση, (στηριγμένη σε ένα μοντάζ μαγικά τέλειο), σε συνδυασμό με το θέμα που σίγουρα κάνει κάθε ηθοποιό να δακρύσει ή να γελάσει, έχει ως αποτέλεσμα να δούμε ερμηνείες αψεγάδιαστες που απογειώνουν την ίδια την εικόνα.

Η επιθετική σαν θεραπεία εξωστρέφεια του Εντουαρντ Νόρτον, η χαριτωμένη υστερία της Ναόμι Γουότς, η μεταμόρφωση του Ζακ Γαλιφιανάκη, η ηφαιστειώδης σεξουαλικότητα  της Εμα Στόουν, τρυπάνε τα πλάνα και βοηθάνε στο να σου καρφωθεί στο μυαλό ό,τι βλέπεις. Κυρίως όμως το παλκοσένικο λάμπει από την αστείρευτη πρόζα του Μάικλ Κίτον. Αν παίζει τον εαυτό του μπράβο του για την εξομολόγηση. Αν υποδύεται ένα ρόλο, δυο φορές μπράβο, γιατί ως μικρός Θεός έδωσε στον ήρωα υπόσταση. Και μια σπάνια αλήθεια.

Επίταξη κάθε τέχνης

Παράξενο να μιλάς για αλήθεια όταν αναφέρεσαι σε μια ταινία που μαζί της παίζει όσο πιο πολύ κρυφτό μπορεί – αλλά αυτή είναι η γοητεία της ταινίας. Το Birdman μπορεί να είναι και μπορεί και να μην είναι η ταινία της χρονιάς (τα γούστα είναι υποκειμενικά και για αυτό απολύτως σεβαστά) – σίγουρα όμως είναι Κινηματογράφος.

Είναι ένα μάθημα κινηματογράφου με παραληρηματική δομή, αυτοαναφορικό αλληγορικό σενάριο που απογειώνεται χάρη σε ερμηνευτικά ρεσιτάλ, που σ αφήνουν άφωνο. Το Birdman δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο παρά σινεμά, ακριβώς γιατί μόνο η έβδομη από τις Τέχνες έχει τη δύναμη να περικλείει πολλές από τις άλλες: μουσική, θέατρο, φωτογραφία, ζωγραφική, επιτάσσονται από τον προικισμένο Μεξικάνο δραματουργο με σκοπό την μύηση μας στην ουσία του κινηματογράφου.

Αδύνατον να το διώξεις από το μυαλό και τα μάτια σου, ακόμα κι αν δεν σ αρέσει, ακόμα κι αν βρίσκεις το θέμα του μελό ή αυτάρεσκο, ή αχανές ή συνηθισμένο. Το Birdman είναι σινεμά αποσταγμένο, καθαρό, σπάνιο. Είναι μια σύνθεση όπου η πραγματικότητα και το όνειρο, η αγάπη και ο ψυχαναγκασμός, η αποτυχία και η επιτυχία, η ενοχή και η αποδοχή μπαίνουν στο σέικερ της Τέχνης που λέγεται Σινεμά με σκοπό να σε κάνουν να παραδεχτείς πως χωρίς αυτό η ζωή σου θα ήταν πολύ λιγότερο ενδιαφέρουσα.