Facebook/PameDanai
ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Είδες τα πρωινάδικα;

Μέσα σε έναν κυκεώνα αποκαλύψεων που ταρακουνούν τον χώρο, τα «πρωινάδικα» κατάφεραν να διαχειριστούν την κατάσταση καλύτερα από κάθε άλλον.

Τα «πρωινάδικα» είναι για τις τελευταίες δεκαετίες περίπου ό,τι ήταν τα «μπουζούκια» τη δεκαετία του 1980. Κάτι τελείως ηγεμονικό που αφορά μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Ταυτόχρονα όμως κάτι βουτηγμένο στις ενοχές. Τα «πρωινάδικα» και οι «πανελίστες» ή αλλιώς τα «κουτσομπολίστικα», ευτελή «θεάματα για νοικοκυρές», που δεν πηγαίνουν τον κόσμο μπροστά, δεν προάγουν τον πολιτισμό, δεν εκπαιδεύουν τον κόσμο.

Έλα όμως που, όταν χρειάστηκε, δεν υπήρξε κανείς στον χώρο της τηλεόρασης να διαπραγματευτεί καλύτερα από αυτά τις καταγγελίες που έσκαγαν η μία μετά την άλλη στην ελληνική εκδοχή του #MeToo.

Το αμήχανο και σοκαρισμένο βλέμμα το οποίο έριξε η Δανάη Μπάρκα στον πιο έμπειρο συνεργάτη της, Άρη Καβατζίκη, την ώρα που η Ζέτα Δούκα αφηγούνταν το τραυματικό της βίωμα ήταν μια ειλικρίνεια πραγματικά απαραίτητη. Ειλικρίνεια αυθεντική, όχι σαν τις σκηνοθετημένες με τις οποίες βομβαρδιζόμαστε καθημερινά όπου σταθούμε και όπου βρεθούμε. Αυτό το βλέμμα ήταν μία μόνο ένδειξη ενός εξαιρετικού χειρισμού σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση.

Είναι εντυπωσιακό, για παράδειγμα, το πώς άφησαν «αντιτηλεοπτικά» τη Ζέτα Δούκα να μονολογήσει στην αφήγησή της. Χωρίς διακοπές, χωρίς δικηγορίες του διαβόλου, χωρίς πίεση να επιταχύνει. Λέμε (και αυτό αφορά ιδίως εμάς τους άντρες) ότι όταν κάποιος κάνει μια καταγγελία καλό είναι να σωπαίνουμε και να ακούμε προσεκτικά. Αυτό έκαναν και οι δύο και σίγουρα τους πιστώνεται ένα ελάχιστο (ακόμα και αυτό όμως σημαντικό) μέρος όλου αυτού που ζούμε. Γιατί καταγγελίες είχαν γίνει και παλαιότερα αλλά σπάνια είχαν την κατάλληλη αντιμετώπιση, προκειμένου να σταθούν στον δημόσιο λόγο.

Τη σκυτάλη μετά την πήραν και άλλοι. Για να είμαστε πιο ακριβείς, «άλλες». Τόσο η Φαίη Σκορδά όσο και η Αντελίνα Βαρθακούρη αλλά η Ναταλία Γερμανού το πήραν πάνω τους και έκοψαν κάθε είδους σχετικοποίηση όταν ερχόταν να επανανομιμοποιήσει από το παράθυρο αυτές τις συμπεριφορές. Είτε η σχετικοποίηση πήρε τη μορφή της «άλλης άποψης» είτε τη μορφή της πλακίτσας κόπηκε· και κόπηκε μαχαίρι. Την ίδια στιγμή διάφοροι από εκείνους που, όταν ακούν για πρωινάδικα, ψάχνουν να αυτοσχεδιάσουν για πώς θα δείξουν την απαξίωσή τους προς αυτά, βούτηξαν σε μια δεξαμενή αντίδρασης. Και εμείς μείναμε να σκεφτόμαστε «πώς κρυβόταν τόσο καιρό αυτός;».

«Ποια είναι η κυρία»;

Οι απόλυτοι διαχωρισμοί μεταξύ υψηλής κουλτούρας και, όπως λανθασμένα αποκαλείται, «υποκουλτούρας» είναι ακόμα εδώ. Οι μεν είναι οι θεατρικοί, οι κινηματογραφικοί, οι σπουδαίοι. Από την άλλη τα κουτσομπολίστικα, τα σίριαλ, οι φτηνές κωμωδίες και φυσικά τα πρωινάδικα. Αυτοί οι διαχωρισμοί όμως όπως φάνηκε δεν ήταν όλον αυτόν τον καιρό μόνο προϊόντα της παλιάς σκέψης μίας ενοχικής κοινωνίας. Αποτελούσαν και μέσα αναπαραγωγής μιας εξουσίας του πρώτου χώρου προς τον δεύτερο. Ένα ακόμα μέσο να σωπάσουν, να υποτιμηθούν ως άνθρωποι και τελικά να ελεγχθούν πολύ ευκολότερα. Οι καταγγελίες στον πυρήνα τους είναι ο λόγος του ενός εις βάρος του λόγου του άλλου. Σε μία τέτοια σύγκρουση, λίγα χρόνια πριν, πόσοι θα πίστευαν την τηλεοπτική και πόσοι τον «θεατράνθρωπο»;

Η Ζέτα Δούκα επέλεξε να κάνει την καταγγελία σε ένα από αυτά τα πρωινάδικα. Αυτά που η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί μέσα από την κλειδαρότρυπα δήθεν για να περάσει η ώρα της. Για πλάκα μωρέ. Δεν ξέρω αν έγινε συνειδητά, αν το είχε ήδη σκεφτεί. Φάνηκε πως όχι. Ακόμα όμως και να μην ήταν προγραμματισμένο, συνεχίζει να μην είναι τυχαίο. Όπως δεν είναι τυχαίο ότι ο καταγγελλόμενος είναι ένας από τους άλλους, τους απέναντι. Πρώτα από όλα άντρας, μετά θεατράρχης και αδιαμφισβήτητα κορυφαίος. Από αυτούς που δε θα πάταγαν ποτέ το πόδι τους σε εκπομπή της πρωινής ζώηνης εκτός αν ήταν απόλυτη ανάγκη. Από αυτούς που γεννούν τα ερωτήματα για τους διαχωρισμούς του ανθρώπου από τον καλλιτέχνη. Από αυτούς που τελικά, όταν τους καταγγέλλουν, θα επιλέξουν να βγουν σε ένα Δελτίο Ειδήσεων με όλο το κύρος που αυτό κουβαλάει.

Έτσι, λοιπόν, η Ζέτα Δούκα πήρε όλη αυτή την ενοχή, φορτωμένη από την (για ακόμα μια φορά) υποκριτική ελληνική κοινωνία. Την ενοχή αυτής που είναι πρώτα από όλα γυναίκα και μετά τηλεοπτική ηθοποιός. Αυτής που βγαίνει και καμιά φορά στα πρωινάδικα. Μίλησε σε ένα από αυτά για όσα είχε υποστεί. Βρήκε ανοιχτά αυτιά και πραγματικά σοκαρισμένους ανθρώπους. Ακολούθησαν και άλλες καταγγελίες από άλλα «ευτελή μέσα» όπως το Instagram. Η αρχή είχε ήδη γίνει. Ο «λόγος του εναντίον του δικού της» έγινε «ο λόγος του εναντίον των δικών τους».

Το χάος και μια νέα αρχή

Μην παρεξηγηθώ. Υπάρχουν πολλά, πάρα πολλά πράγματα για τα οποία πρέπει να μπουν στο επίκεντρο της κριτικής τα «πρωινάδικα». Η θεματολογία τους είναι μάλλον το τελευταίο από αυτά. Τι να κάνουμε; Ασχολούνται οι άνθρωποι και με το ποιος τα έφτιαξε με ποια, ποιος τσακώθηκε με ποιον, τι ανέβασε ο τάδε στο Instagram, τι έδειξαν το προηγούμενο βράδυ τα reality επιβίωσης. Παρόλα αυτά δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι σε αυτή τη φάση, κάποιοι/-ες από τους ανθρώπους τους τα πήγαν περίφημα. Επιτέλεσαν τέλεια τον ρόλο τους κρατώντας το πάνω χέρι. Προφανώς, έπαιξε εδώ ρόλο ότι οι γυναίκες έχουν σε αυτόν τον χώρο πολύ πιο έντονη παρουσία από τον πολύ περισσότερο ανδροκρατούμενο χώρο της mainstream ποιότητας. Τα πάνελ έγιναν έτσι ο ασφαλής χώρος για καταγγελίες. Εκεί τουλάχιστον δε θα ζητούνταν διαπιστευτήρια «ποιότητας», προκειμένου να ακουστεί το βίωμα.

Είμαστε στην αρχή ακόμα μίας νέας περιόδου. Τα πάνω θα έρθουν κάτω και τα κάτω πάνω ως προς τους υπάρχοντες συσχετισμούς. Ιδίως δε στον χώρο του θεάματος. Σύντομα θα αρχίσει η αμφισβήτηση των καταγγελιών να γίνεται πιο έντονη. Ήδη πολλές από τις καταγγελλόμενες έχουν να υποστούν απαξίωση που τόλμησαν να μιλήσουν. Ελπίζω ότι αυτές οι πιέσεις που φυτρώνουν σιγά-σιγά και ύπουλα στα διάφορα πάνελ να βρίσκουν και στην πορεία την απάντηση που βρίσκουν τώρα από τη Φαίη, την Αντελίνα, τη Δανάη, τη Ναταλία.

Ποιος να το περίμενε ότι αυτή η -μίας μορφής- επανάσταση θα έβρισκε τελικά τα κανάλια της μέσα και από τα πρωινάδικα;