REVIEWS

Είναι το “Skyfall” το καλύτερο Bond όλων των εποχών;

Είδαμε τη νέα περιπέτεια του Τζέιμς Μποντ και λατρέψαμε τα πάντα σε αυτήν. Να μια γνώμη δίχως spoilers.

Μην τρομάξεις, δεν είναι spoiler. Μετά το τελευταίο πλάνο της ταινίας και πριν αρχίσουν τα credits, εμφανίζεται μια κάρτα στην οθόνη. Είναι ένα τεράστιο “50”, για τον εορτασμό του μισού αιώνα ζωής του διασημότερου κινηματογραφικού πράκτορα, κι από κάτω μια λιτή πρόταση-ανακοίνωση: “Ο Τζέιμς Μποντ θα επιστρέψει.” Σιγά το νέο θα μου πεις, προφανώς και θα επιστρέψει. Όμως ο συμβολισμός του καρέ είναι δυνατός, καθώς η βαριά ιστορία του Μποντ συναντά μια υπόσχεση για το μέλλον. Γιατί είναι αυτό σημαντικό;

Διότι ο συμβολισμός διατρέχει όλο το φιλμ. Μια ταινία φτιαγμένη από τα υλικά του παρελθόντος, στο σήμερα, κοιτώντας το αύριο. Μια μέρα θα κοιτάζουμε την ιστορία αυτών των ταινιών και θα αναγνωρίζουμε το “Skyfall” ως το κομβικό σημείο όπου όλη η ιστορία, το τότε, το τώρα, το κάποτε της Μποντικής ιστορίας, ενώθηκε μέσα σε ένα αδιάκοπα απολαυστικό δίωρο.

 

Αυτό που έχει καταφέρει ο σκηνοθέτης Sam Mendes και οι συνεργάτες του είναι αξιοθαύμαστο, αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή τα πράγματα. Η νέα περιπέτεια θέλει τον πράκτορα και την Μ να αντιμετωπίζουν μια κρίση στη επαγγελματική σχέση τους, καθώς μια απειλή από το ένοχο παρελθόν της Μ έρχεται για να αναστατώσει το τώρα, σπέρνοντας την αμφιβολία σε ό,τι έχει χτίσει όλα αυτά τα χρόνια. Ήταν επιτέλους καιρός κάποιος να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι έχει ολόκληρη Judi Dench στο ρόλο, δίνοντάς της περισσότερα, και δυσκολότερα, πράγματα να κάνει.

Αλλά ασχέτως της Judi Dench, αυτή η κατεύθυνση της ιστορίας κάνει όλη τη διαφορά. Καθώς ο Μποντ και η Μ ανατρέχουν στο παρελθόν για να σώσουν το αύριο (το δικό τους και της πατρίδας τους), ο Mendes κάνει κάθε τι παλιομοδίτικο να μοιάζει σημαντικό, απαραίτητο, υπέροχο. Η ταινία είναι διάσπαρτη από έξυπνες αναφορές στην ιστορία του ήρωα που ξεπερνούν το απλό κλείσιμο του ματιού. Είναι απαραίτητη διαδρομή, θεματικά.

Αν το καλοσκεφτείς, στην απουσία ενός μεγάλου κοινού εχθρού-μπαμπούλα για την παγκόσμια ειρήνη, όλες αυτές οι ιστορίες που έχουν τις ρίζες τους στα μέσα του 20ου αιώνα, αναγκάστηκαν να κοιτάξουν βαθιά μέσα τους για να επιβιώσουν. Δεν υπάρχει πλέον ένας μανιακός που απειλεί τον πλανήτη. Υπάρχει ένα χαρισματικός κακός (απίστευτος στον απροσδόκητο ρόλο ο Javier Bardem) για τον οποίο η υπόθεση είναι προσωπική. Και γίνεται προσωπική και για τον Μποντ.

Η φροντίδα στους χαρακτήρες (που έρχεται παρέα με μια πολύ δυνατή ερμηνεία από τον Daniel Craig όσο κι από την Dench) υποστηρίζεται από τη διαφορετική προσέγγιση του Mendes, ο οποίος έχοντας παρελθόν στο ανεξάρτητο σινεμά, ξέρει πώς να διανείμει τη δράση ώστε να μη χάνουμε ποτέ το δραματικό κέντρο βάρους. Έχει φέρει μαζί του και ένα από τους καλύτερους διευθυντές φωτογραφίας του σημερινού σινεμά, τον Roger Deakins, κι αν αυτό σου ακούγεται περιττό σε ένα κείμενο για το ‘πόσο γαμάτος είναι ο νέος Μποντ’, τότε θα καταλάβεις πολύ καλά γιατί σημειώνουμε την παρουσία του, βλέποντας την ταινία.

 

Υπάρχει μια σκηνή δράσης αρκετά νωρίς, στο Χονγκ Κονγκ, όπου ο Deakins παίζει με τα χρώματα και τις σκιές και δημιουργεί ένα θέαμα που κόβει την ανάσα, ξεκάθαρο highlight της Μποντ ιστορίας. Δεν έχουμε ξαναδεί ποτέ κάτι τόσο αποστομωτικά όμορφο στην 50χρονη ιστορία του χαρακτήρα. Η σκηνή δράσης που έρχεται στην 3η πράξη της ταινίας είναι επίσης σκοτεινή και εκθαμβωτική την ίδια στιγμή. Γενικά το “Skyfall” καταφέρνει να παραδίδει μοναδικές σκηνές δράσης δίχως να πέφτει στο παραμικρό γνώριμο μοτίβο. Επανεφευρίσκει το τι θα πει ‘Μποντ περιπέτεια’.

Εκτός του άψογου κακού, όλο το υπόλοιπο καστ είναι επίσης δυνατό. Ο νέος Q είναι απολαυστικός και έχει παραπάνω πράγματα να κάνει από συνήθως. Ο Ralph Fiennes, η Naomie Harris κι ο Albert Finney είναι νέες προσθήκες στο Μποντικό σύμπαν και δε θα μπορούσαμε να χαιρόμαστε περισσότερο για αυτό που βλέπουμε από αυτούς. Η Berenice Marlohe, κάπου ανάμεσα στα εντυπωσιακά outfits και τα σύννεφα καπνού και ερωτισμού μέσα από τα οποία εμφανίζεται για να κυκλώσει τον 007, εκτοξεύεται άμεσα και χωρίς λοιπές διαδικασίες, στο πάνθεον των Bond girls.

 

Όμως τελικά, το στοίχημα παίζεται και κερδίζεται στην (προσωπική και μη) ιστορία του Μποντ. Υπάρχουν στιγμές που κάθε φαν θα θέλει απλά να σηκωθεί όρθιος και να χειροκροτήσει, όμως η δύναμη της ιστορίας θα κρατήσει το ενδιαφέρον ακόμα και του τελευταίου περιστασιακού θεατή, απλώς και μόνο επειδή είναι τόσο γαμάτη και απολαυστική περιπέτεια που δεν κάνει ποτέ κοιλιά.

Κοινώς, αν αγαπάς τον Μποντ, θα λατρέψεις το “Skyfall”. Αν αδιαφορείς για τον Μποντ και τύχει να πας να το δεις, θα λατρέψεις το “Skyfall”. Μακάρι οι περιπέτειες να μπορούσαν να πετυχαίνουν πιο συχνά αυτό τον ιδανικό τόνο ανάμεσα στο σοβαρό και το χαλαρό, το δραματικό και το διασκεδαστικό, την αξία της νοσταλγίας και τη δύναμη του να προχωράς μπροστά. Λίγα χρόνια μετά το καταστροφικό “Quantum of Solace” που θα ήταν ικανό να έχει θάψει οποιονδήποτε άλλο Μποντ, ο Sam Mendes ανέλαβε να βγάλει το franchise από το τέλμα του και τα κατάφερε. Αυτή η mission: impossible ήταν πετυχημένη πέρα από κάθε προσδοκία.

 

Το “Skyfall” παίζεται στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.