© Santi Palacios / AP
ΒΙΒΛΙΟ

Ένα μυθιστόρημα για το πώς γίνεται κανείς πρόσφυγας

Ο βραβευμένος Σύριος συγγραφέας Khaled Khallifa δίνει μέσα από το Ο θάνατος είναι ζόρικη δουλειά μία αδρή περιγραφή για το τι ακριβώς συμβαίνει σε μία χώρα όταν βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, για το πώς καταστρέφονται τα πάντα μέσα σε λίγα χρόνια.

«Εύχομαι να μην αναγκαστώ να το σκεφτώ τα επόμενα χρόνια» ήταν η απάντηση του Khaled Khalifa στην ερώτηση για το κατά πόσο εξετάζει την πιθανότητα να εγκαταλείψει τη ρημαγμένη από τον εμφύλιο πόλεμο Δαμασκό. Ο Σύριος βραβευμένος συγγραφέας μου είχε δώσει να καταλάβω -σε παλιότερη συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει- το πώς ακριβώς ο πόλεμος αλλάζει τα πάντα στην ανθρώπινη εμπειρία.

Καλώς ή κακώς, δεν άφησε ποτέ τη Δαμασκό. Έμεινε εκεί, σε αυτά που ξέρει και αγαπά. Η ζωή του, βέβαια, άλλαξε τελείως: ένα συγγραφέας που επί σχεδόν 30 χρόνια έγραφε στα καφενεία δεν μπορούσε να το κάνει πια. Είτε επειδή ήταν επικίνδυνο είτε επειδή τα εν λόγω καφενεία δεν υπήρχαν πια είτε -ακόμα χειρότερα- επειδή δεν μπορούσε να αντέξει την απουσία των φίλων του από τις γνώριμές τους θέσεις. Το κενό ήταν τόσο μεγάλο που τον πλάκωνε.

Ήταν πράγματα που φαίνονται ξεκάθαρα στο μυθιστόρημα του Ο θάνατος είναι ζόρικη δουλειά (εκδ. Καστανιώτη). Όχι, δεν είναι κάποιο αυτοβιογραφικό βιβλίο αλλά δείχνει ξεκάθαρα τι σημαίνει να ζεις σε μια χώρα ρημαγμένη από τον πόλεμο. Η υπόθεσή του; Δύο τελείως διαφορετικοί αδερφοί (ο ένας μορφωμένος αλλά δειλός, ο άλλος λούμπεν αλλά με κτηνώδη δύναμη) παίρνουν μαζί τους και την αδερφή τους σε ένα παράξενο road trip. Το ζητούμενο είναι να φτάσει η σορός του πατέρας τους στο χωριό για να ταφεί.

Ο Μπούλμπουλ, ο μάλλον δειλός ή ας τον πούμε δειλό για συνεννοούμαστε (αν και πόσο δειλός μπορεί να είναι κάποιος που ξυπνάει για χρόνια μέσα σε μία πολεμική συνθήκη και δε βάζει ο ίδιος ένα τέλος στη ζωή του;), κάνει μία αδιάφορη δουλειά και στον ελεύθερό του χρόνο έχει το ακόμα πιο αδιάφορο χόμπι να φτιάχνει τουρσιά. Σε αντίθεση με εμάς όμως, αυτά είναι πολυτέλειες.

Όπως αντίστοιχα πολυτελές είναι το δικαίωμα σε μία ήσυχη ταφή (ή καύση) των πιο δικών μας ανθρώπων. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να σφίξουμε τα δόντια για να τα καταφέρουμε. Έχουμε χρόνο και χώρο για τη λύπη μας. Ίσως, μόνο η γραφειοκρατία να μας δυσκολέψει τη ζωή την ώρα που αναγκαστικά πίνουμε έναν καφέ με τον θάνατο.

Για τους Σύριους πρωταγωνιστές του Ο θάνατος είναι ζόρικη δουλειά τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Πρέπει να περάσουν το ένα οδόφραγμα μετά το άλλο, να διασχίσουν τοπία Αποκάλυψης και ρημαγμένα χωριά, να δώσουν λογαριασμό σε φιλικούς και εχθρικούς φαντάρους, να νιώσουν το νήμα της ζωής τους να κόβεται καθώς ο κίνδυνος κάποιος τρελαμένος φονταμενταλιστής να τους φυτέψει μία σφαίρα στο κεφάλι είναι υπαρκτός. Δεν είναι ταινία. Δε θα ακουστεί ένα μπαμ και θα τρέξει λίγη κέτσαπ. Είναι αληθινή ζωή που την έχει καταπιεί ο πόλεμος.

Και όλα αυτά γιατί; Για να βγάλουν εκατομμύρια δολάρια σε κάποιο περιπετειώδες κυνήγι θησαυρού ή για να γίνουν ήρωες κάποιας ιδεολογίας καθώς καλπάζουν με το αυτοκίνητο προς τη δύση του ηλίου; Όχι, απλά για να κηδέψουν τον πατέρα τους στο χωριό.

Ο Khaled Khalifa τα αφηγείται όλα αυτά με μεγάλες δόσεις μαύρου χιούμορ. Λογικό, άλλωστε με πόσους διαφορετικούς δραματικούς τρόπους να περιγράψεις την απελπισία;

Ο συγγραφέας δεν άφησε τη χώρα του παρά τον πόλεμο. Το ίδιο έκαναν και οι ήρωές του. Ίσως, απλά να μην άντεχαν τη σκέψη της προσφυγιάς. Ίσως, αυτά τα λίγα που είχαν (μια δουλειά, ένα χόμπι) να τους κράτησαν στη Συρία. Κάποιοι δεν έχουν ούτε αυτά. Δεν έχουν λίγο γάλα για τα παιδιά τους και φτάνουν στο σημείο να ανέβουν πάνω σε πλωτά νεκροταφεία μπας και γλιτώσουν, πρώτα αυτά και ύστερα εκείνοι.

Αλήθεια, ποιος θα κρίνει όλους αυτούς τους ανθρώπους; Ποιος θα τολμήσει να κουνήσει το δάχτυλο σε κάποιον τόσο απελπισμένο λέγοντάς του να γυρίσει πίσω στη χώρα του; Ή μάλλον αν είναι Χριστιανός όπως δηλώνει, δε φοβάται την οργή του Θεού που πιστεύει για τις πράξεις του;

Τι σχέση έχει λοιπόν με τους πρόσφυγες το εν λόγω μυθιστόρημα του Khaled Khalifa που δεν έχει πρόσφυγες για ήρωες; Περιγράφει με τα πιο αδρά χρώματα το πώς η ζωή μπορεί να γίνει αβίωτη σε έναν τόπο μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Το πώς μπορούμε όλοι από τη μία στιγμή στην άλλη να βρεθούμε σε ένα μονοπάτι χωρίς γυρισμό και χωρίς άλλες επιλογές.

Και αν η Συρία και η Λιβύη σας φαίνονται μακριά, υπάρχει και η Ουκρανία. Αλλά, επί της ουσίας, δεν έχει διαφορά: ο πρόσφυγας είναι ένας (δεν έχει χρώμα, θρησκεία, φύλο, δεν έχει καν κοινωνική τάξη). Και το ακόμη πιο τρομακτικό; Κανείς δε μας εγγυάται ότι αύριο μεθαύριο δε θα είμαστε εμείς εκείνοι που θα προσπαθούμε να περάσουμε τα σύνορα.