© Aris Sfakianakis / Unsplash
ΒΙΒΛΙΟ

Γιατί δεν αγοράζουμε μεταχειρισμένα βιβλία;

Στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης τα secondhand books είναι μία διαχρονική τάση. Στην Ελλάδα, όμως, η σχέση μας με αυτά είναι γεμάτη ενοχές. (Ή μάλλον μας γεμίζει ενοχές).

Έβγαλα το τζάκετ μου και πέρασα την πόρτα του βιβλιοπωλείου. Ο χαρακτηριστικός ήχος από το καμπανάκι της πόρτας έκανε τους δύο Άγγλους ιδιοκτήτες να γυρίσουν προς το μέρους μου. Τα μάτια μου γυάλιζαν σαν να είχα μόλις ανακαλύψει κάποιον κρυμμένο πειρατικό θησαυρό· μπροστά μου υπήρχαν στοίβες από σκονισμένα βιβλία σε εξευτελιστικές τιμές. Παλιές εκδόσεις του Dune, εμβληματικά έργα της βρετανικής λογοτεχνίας και τόνοι από πάμφθηνες pulp εκδόσεις υψηλών αξιώσεων. Ένα παράδεισος για κάθε nerd, δηλαδή.

Ήταν το 2008, βρισκόμουν στο Λονδίνο και είχα ακόμα την ψευδαίσθηση ότι μπορώ να βρω την απόλυτη ευτυχία στα βιβλία και τους δίσκους. (Μάλλον ακόμα την έχω). Η έκπληξη που δοκίμασα ήταν τόσο έντονη που, παρότι δεν είμαι καθόλου κοινωνικός, θέλησα να μοιραστώ τη χαρά μου με τους δύο βιβλιοπώλες που θύμιζαν πρωταγωνιστές του Black Books.

Για κακή μου τύχη, δεν έδειχναν να μοιράζονται την έκσταση που βίωνα. Για εκείνους ήταν απλά άλλη μία Δευτέρα. Κάτι καθημερινό, ίσως και λίγο τετριμμένο και σε κάθε περίπτωση δεδομένο. Τα secondhand books είναι άλλο ένα από τα πολλά αγαθά που αλλάζουν χέρια στην αγορά του Portobello.

Για μισό λεπτό όμως: και στην Ελλάδα δεν έχουμε παλαιοβιβλιοπωλεία; Ναι, και μπορείς να βρεις διάφορα ξεχασμένα διαμάντια στα ράφια τους. Απλά δεν είναι στην κουλτούρα μας – ή τέλος πάντων στην κουλτούρα του μέσου Έλληνα αναγνώστη. Εκείνος καλό είναι/πρέπει/οφείλει να αγοράζει νέες εκδόσεις για να κοσμήσει τη βιβλιοθήκη του.

Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις πίσω από αυτό, με μία βασική να είναι η επιδερμική ή ίσως και ανύπαρκτη σχέση μας με τις δανειστικές βιβλιοθήκες. Δεν έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε βιβλία που έχουν περάσει από πολλά χέρια, που είναι κιτρινισμένα, που έχουν τσακισμένες σελίδες, λεκέδες και, γενικά, κουβαλούν εκατοντάδες αναγνώσεις πάνω τους. (Μήπως όμως όλα αυτά κάνουν τα μεταχειρισμένα βιβλία ακόμα πιο γοητευτικά;)

μεταχειρισμένα βιβλία © Florencia Viadana / Unsplash

Αντίθετα, οι δανειστικές βιβλιοθήκες αποτελούν έναν ιδιαίτερα διαδεδομένο θεσμό στη Δυτική Ευρώπη και ακόμα περισσότερο στη Μεγάλη Βρετανία. Είναι κάπως σαν οι αναγνώστες να έχουν λιγότερο υλιστική σχέση με το βιβλίο. Όχι, προφανώς, επειδή είναι καλύτεροι από εμάς, αλλά επειδή έτσι έμαθαν.

Γυρνώντας, λοιπόν, στα φοιτητικά χρόνια θυμάμαι την ένταση και τη γοητεία που είχε το κυνήγι του χαμένου θησαυρού. Τότε δεν κυνηγούσαμε (απαραίτητα) τις νέες εκδόσεις ή τα όσα προωθούσαν οι επαγγελματίες του βιβλίου.

Ζούσαμε και αναπνέαμε με την ελπίδα να βρούμε ένα «μαγικό βιβλίο», κάποιον συγγραφέα που κανείς άλλος δεν γνώριζε, κάποιο λογοτεχνικό μεγαλείο που θα μπορούσαμε να απολαύσουμε – πουλώντας, βέβαια, και την απαραίτητη μούρη για τη σπουδαία ανακάλυψη.

Όπως και να έχει πάντως, αυτό που μας ενδιέφερε ήταν η ιστορία. Το ζουμί του βιβλίου. Η ουσία της αφήγησης. Το αν η έκδοση ήταν καλαίσθητη και μπορούσε να ταιριάξει καλύτερα στη βιβλιοθήκη ή στη στοίβα με τα αδιάβαστα πάνω στο κομοδίνο, μάς ήταν παντελώς αδιάφορο.

Στην πορεία, όμως, η σχέση με τα μεταχειρισμένα βιβλία άλλαξε· αρχίσαμε να νιώθουμε ενοχές για αυτά ή μάλλον να γεμίζουμε ενοχές επειδή δεν φροντίσαμε να πάρουμε -ακόμα και αν δεν διαβάσουμε- το νέο μεγάλο μυθιστόρημα της αμερικανικής λογοτεχνίας για το οποίο μιλούν όλα τα μεγάλα Μέσα του εσωτερικού και του εξωτερικού. Ακόμα και αν μάλλον δεν είναι καθόλου του γούστου μας – και το ξέρουμε.

Το φαινόμενο, βέβαια, δεν είναι καθολικό. Υπάρχουν εκεί έξω Έλληνες αναγνώστες που αδιαφορούν για τις διαφημίσεις, τις τάσεις, τα κείμενα που προμοτάρονται μέσω μάρκετινγκ. Άνθρωποι, με άλλα λόγια, που επιλέγουν τα βιβλία τους με βάση το επιλεγόμενο word of mouth, τη διαίσθηση ή πολύ απλά γιατί είναι ευκαιρίες.

Όχι, αυτό δεν είναι ένα άρθρο-καταδίκη για όσους επηρεάζονται από την υλιστική πλευρά των βιβλίων (αφού υπάρχει και αυτή, τι να κάνουμε;). Αυτές εδώ είναι μερικές εκατοντάδες λέξεις ως υπενθύμιση του τι είναι πραγματικό σημαντικό στο διάβασμα: το γεγονός ότι το μυαλό σου ανοίγει σε άγνωστους μέχρι πριν λίγο κόσμους, η ένταση των συναισθημάτων που μπορείς να βιώσεις καθώς ταυτίζεσαι με (χάρτινους) ήρωες, η όξυνση της ενσυναίσθησης και το κυριότερο από όλα: η απόλαυση μίας ωραίας ιστορίας.