ΒΙΒΛΙΟ

Η ασήμαντη, post-truth αποκάλυψη της Elena Ferrante

Μια ενδελεχής και εις βάθος ανάλυση του φαινομένου 'Elena Ferrante'. Του ονόματος που απασχόλησε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο τον κόσμο της λογοτεχνίας.

Ανάμεσα στις ιστορίες της χρονιάς για τη λογοτεχνία ξεχωρίζει στο μυαλό μου μια: Η υποτιθέμενη αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας της Elena Ferrante από τον Ιταλό δημοσιογράφο Claudio Gatti. Η δημιουργός, που το πρώτο της βιβλίο εκδόθηκε στην πατρίδα της το 1992 και γνώρισε τεράστια διεθνή επιτυχία την τελευταία 5ετία με την ‘Τετραλογία της Νάπολης’ της, είχε δηλώσει επανειλημμένα στη διάρκεια της συγγραφικής της καριέρας πως θέλει να παραμείνει ανώνυμη. Η τετραλογία της μεταφράζεται αυτόν τον καιρό και στη χώρα μας (τα 2 πρώτα βιβλία, ‘Η υπέροχη φίλη μου’ και ‘Το νέο όνομα’, κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Πατάκη και τα 2 επόμενα αναμένονται μέσα στο 2017) και το πρώτο βιβλίο ήταν ανάμεσα στις επιλογές μου για τα καλύτερα βιβλία του πρώτου μισού της χρονιάς.

Ο Gatti δημοσιοποίησε την ‘έρευνα’ του με ένα κείμενο του στο New York Review of Books, ενώ ταυτόχρονες μεταφράσεις του κειμένου εμφανίστηκαν σε sites της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας. Σε αυτό, ο δημοσιογράφος περιγράφει το πως έφτασε στο συμπέρασμα της αποκάλυψης του, περνώντας μέσα από οικονομικά και κτηματομεσιτικά στοιχεία της γυναίκας που πιστεύει πως βρίσκεται πίσω από την περσόνα της Elena Ferrante. Για περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε το αρχικό κείμενο του, αλλά και το συνοδευτικό του, στο οποίο αναλύει την ιστορία της οικογένειας της “πραγματικής Ferrante”.

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως το γιατί ο Gatti προχωρά τόσο επιθετικά σε αυτή την αποκάλυψη που κανείς δε χρειαζόταν. Είναι εντυπωσιακό το πόσο λανθασμένη λογική έχει η κίνηση του. Υποθέτει πως με την απόφαση τους να κρατήσουν κρυφή της ταυτότητας της, η Φερράντε και ο εκδοτικός της προκαλούσαν τόσα χρόνια κάποιον σαν αυτόν να έρθει και να ανακαλύψει το ποια είναι στην πραγματικότητα. Ο Gatti διεκδικεί την αυθεντία του να ορίζει το δικαίωμα κάποιου στην ανωνυμία, πως αυτός θα ορίσει το αν έχει η Φερράντε αυτό το δικαίωμα ή όχι. Ο εξορθολογισμός του στην απόφαση του να παραβιάσει αδιάκριτα τις επιθυμίες και τη ζωή της Φερράντε, είναι σχεδόν σοκαριστικός.

Οι αντιδράσεις των αναγνωστών της Φερράντε στις υποθέσεις του Gatti μιλούν ξεκάθαρα: Κανείς δεν ήθελε να μάθει το ποια είναι. Ο Gatti δεν μπορεί να εξηγήσει το γιατί υπάρχει η έρευνα του. Πιστεύει πως η επιτυχία της Ferrante είναι επαρκής δικαιολόγηση. Το ‘New Inquiry’ γράφει: “Αυτό που βασικά κάνει είναι να εφεύρει τον απαραίτητο συλλογισμό με τον οποίο η εισβολή στα προσωπικά της δεδομένα είναι δικό της σφάλμα.”

Ποιον νοιάζουν τα οικονομικά της Φερράντε και το αν ζει στην Περούτζια ή στο Μπάρι; Ο δημοσιογράφος γράφει για τη συγγραφέα όπως θα έγραφε για έναν διευθαρμένο πολιτικό. Επικαλείται ανώνυμες πηγές και σκιώδεις πληρωμές. Για μια συγγραφέα που έχει επιλέξει να κυκλοφορεί τα βιβλία της με ψευδώνυμο όλα αυτά. Τα έργα της οποίας δε μετράνε γιατί είναι η Τάδε, που έχει αυτή την Προσωπική Ιστορία, αλλά γιατί η πλοκή, η γλώσσα, το θέμα των βιβλίων της είναι το τώρα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Κρύβει όμως και σεξιστικούς τόνους το κείμενο του Gatti. Από κανένα σημείο της έρευνας του δεν προκύπτει πως ο σύζυγος της υποτιθέμενης πραγματικής Φερράντε έχει οποιαδήποτε σχέση με τα βιβλία, αλλά ο Gatti επιμένει πως τα στοιχεία του “αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο κάποιας ανεπίσημης συνεργασίας με τον σύζυγο της”. Που στηρίζεται αυτό; Μα είναι ο σύζυγος της!

Ο Gatti αποφασίζει να διορθώσει την αφήγηση της Ferrante και να τιμωρήσει την απόφαση της να μιλά για τον εαυτό της με τον τρόπο που η ίδια επιλέγει, επειδή θεωρεί πως δεν έχει το δικαίωμα να δώσει συνεντεύξεις μια στο τόσο και να εκδώσει ένα βιβλίο με γράμματα, κείμενα, σκέψεις και συνεντεύξεις της, που δεν προδίδουν όμως ακριβώς την πραγματική προσωπική της ιστορία. [Το ‘Frantumaglia: A Writer’s Journey’ κυκλοφόρησε στα αγγλικά τον Νοέμβριο]

Ο Gatti αποφασίζει λοιπόν πως η Ferrante δεν έχει το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και καταστρέφει την προσπάθεια μιας γυναίκας συγγραφέως στο να ορίσει η ίδια τους όρους με τους οποίους θα ζήσει και θα δημιουργήσει. Είναι η ύψιστη μορφή ύβρεως απέναντι σε μια καλλιτέχνη.

Η Ferrante θέλησε να μας γλιτώσει από την εικόνα του συγγραφέα σαν celebrity. Όμως ο Gatti θέλησε να αλλάξει τους κανόνες που έθεσε ο ίδιος ο δημιουργός για το έργο του.

Ή μάλλον όχι. Ύψιστη μορφή ύβρεως απέναντι σε μια καλλιτέχνη που έχει δηλώσει πως θα σταματήσει να γράφει αν η πραγματική της ταυτότητα αποκαλυφθεί, αφού η ανωνυμία της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το έργο της, είναι να αποκαλύπτεις αυτή ακριβώς την ταυτότητα. Ο Gatti όχι μόνο δεν ενδιαφέρεται για την προσωπικότητα ενός ανθρώπου που ο ίδιος βλάπτει μπαίνοντας εμπόδιο στο να ορίζει τον εαυτό της, αλλά φτύνει στα μούτρα την ίδια τη λογοτεχνία. Η τέχνη δεν έχει σημασία περισσότερο από την οπτική του Gatti για το τι συνιστά ένα ψέμα.

“Το έκανα γιατί πιστεύω πως [η Ferrante] είναι ένα δημόσιο πρόσωπο και όταν εκατομμύρια βιβλία αγοράζονται από αναγνώστες, αυτοί έχουν το δικαίωμα να μάθουν κάτι για τον άνθρωπο που δημιούργησε το έργο. Αυτό πιστεύω, αλλά κυρίως πιστεύω πως η ίδια η Φερράντε και ο εκδότης της συμφωνούν με αυτόν τον τρόπο σκέψης”, λέει ο Gatti σε μια συνέντευξη του στο BBC Radio 4. Μιας και βρισκόμαστε στην εποχή της Post-truth, να μια ακόμη μετά-αλήθεια. Η Ferrante και ο εκδότης της βέβαια έχουν ζητήσει επανελλημένα να μην αποκαλυφθεί η πραγματική της ταυτότητα. Ο Gatti επιβάλλει σε τέτοιο βαθμό τις δικές του αξίες, πεποιθήσεις, επιθυμίες, που ακυρώνει τα θέλω των υπολοίπων και τα φέρνει στα μέτρα του, ώστε να βρίσκονται στην ίδια γραμμή με τα δικά του. Η αλήθεια μεταλλάσσεται σε αυτό που βολεύει τη δική μας αφήγηση κάθε φορά. “Αισθάνεται ελεύθερος να ερμηνεύσει το όχι της για ναι του”, λέει ο ‘New Yorker’.

 

Η συγγραφέας ήταν ξεκάθαρη για τους λόγους που την κάνανε να θέλει το ψευδώνυμο. Στη συνέντευξη της στο Paris Review πριν περίπου 1,5 χρόνο, λέει: “Δεν είναι το βιβλίο που μετρά, αλλά η αύρα του συγγραφέα. Αν η αύρα είναι ήδη εκεί, και τα media την ενισχύσουν, ο εκδοτικός κόσμος ανοίγει με χαρά τις πόρτες του και η αγορά σε καλωσορίζει με χαρά. Αν δεν είναι εκεί, αλλά το βιβλίο σαν από θαύμα πουλήσει, τα media εφεύρουν τον συγγραφέα, οπότε ο συγγραφέας καταλήγει να πουλά όχι μόνο το έργο του αλλά και τον εαυτό του, την εικόνα του”. Ο συγγραφέας σαν προϊόν, αυτό που στρέφει την προσοχή από τις ίδιες τις λέξεις, είναι για τη Φερράντε ένα πρόβλημα.

Παρακάτω συνεχίζει: “Αυτή η ζήτηση για αυτοπροβολή μειώνει το ίδιο το έργο τέχνης, ό,τι και να είναι αυτή η τέχνη, και έχει γίνει έτσι για όλους. Τα media απλά δεν μπορούν να μιλήσουν για ένα έργο λογοτεχνίας χωρίς να δείξουν προς κάποιον συγγραφέα-ήρωα. Δεν υπάρχει έργο της λογοτεχνίας που να μην είναι προϊόν παράδοσης, πολλών ικανοτήτων, ενός είδους συλλογικής ευφυΐας. Λανθασμένα υποτιμούμε αυτή τη συλλογική ευφυΐα όταν επιμένουμε πως υπάρχει ένας μοναδικός πρωταγωνιστής πίσω από κάθε έργο τέχνης. Το άτομο είναι, φυσικά, απαραίτητο, αλλά δε μιλάω για το άτομο, μιλάω για μια κατασκευασμένη εικόνα. Αυτό που δεν έχασε ποτέ τη σημαντικότητα του για μένα, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 2,5 δεκαετιών, είναι ο δημιουργικός χώρος που άνοιξε αυτή η απουσία.”

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ

Η ‘Υπέροχη Φίλη Μου’ της Elena Ferrante στα καλύτερα βιβλία του ’16

Η Ferrante θέλησε να μας γλιτώσει από την εικόνα του συγγραφέα σαν celebrity, του οποίου οι λεπτομέρειες της ζωής του θα μας έδιναν υποτίθεται μια καλύτερη σε βάθος εικόνα του έργου του. Όμως ο Gatti θέλησε να αλλάξει τους κανόνες που έθεσε ο ίδιος ο δημιουργός για το έργο του. Η ‘Τετραλογία της Νάπολης’, η σημαντικότερη δημιουργία της, είναι το μυθιστόρημα για αυτή ακριβώς την περσόνα που η ίδια έχτισε. Είναι σαν η Φερράντε να υπήρξε ακριβώς για να γράψει αυτό το magnum opus της και ταυτόχρονα ο λόγος για τους οποίους το έγραψε. Τα βιβλία μιλούν για τον έλεγχο της ταυτότητας των γυναικών και την εναντίωση της πατριαρχίας σε αυτό το κόνσεπτ. Είναι ακριβώς για τον Gatti και για την “αποκάλυψη” του. Είναι σα να την προέβλεψαν λίγο πριν αυτή συμβεί.

 

Το κυρίαρχο στοιχείο του έργου της Ferrante λοιπον, ήταν η δημιουργία της ίδια της ‘Ferrante’, που θα προστάτευε τον εαυτό της αλλά και τους αναγνώστες της από αυτή την εικόνα που εξήγησα παραπάνω. Τώρα, αυτό το στοιχείο ανήκει πια στο παρελθόν και η περσόνα Ferrante μαζί με τη συγγραφέα Ferrante είναι πια πιθανά νεκρές. Ο Gatti και όσοι του παρείχαν τη δυνατότητα να προβάλει την “πολύμηνη έρευνα” του, δεν προσέβαλαν μόνο τη δημιουργό, αλλά μέχρι ένα σημείο και το σύνολο του αναγνωστικού κοινού της. Δεν ξεχώρισαν ανάμεσα στο ψέμα και στη μυθοπλασία. Δεν κατάλαβαν πως αφού αυτό το κοινό ενδιαφέρθηκε για το έργο της, θα βρισκόταν απέναντι τους και απέναντι στην ευθεία επίθεση των συνθηκών υπό τις οποίες η Φερράντε πάραξε αυτό το έργο.

Για εμάς τους αναγνώστες, ο Gatti δεν έχει καμία σημασία. Η ταυτότητα της Ferrante δεν είναι ένα μυστήριο που χρειάζεται να λυθεί. Όσο μας αφορά, η Ferrante είναι η συγγραφέως έργων για τα οποία θα μιλάμε για πολύ καιρό ακόμη. Τα βιβλία της είναι κομμάτια λογοτεχνίας που θα συνδέουν βιβλιόφιλους από διαφορετικές χώρες, που μιλούν διαφορετικές γλώσσες, που λατρεύουν διαφορετικά πράγματα και που, πιθανότατα, δεν έχουν επισκεφθεί ποτέ τη Νάπολη που έπλασε η συγγραφέας αλλά και δε νιώθουν ποτέ ξένοι σε αυτή. Η Νάπολη της Λίλα, της Έλενα και των αναγνωστών δε σηκώνει ανθρώπους όπως ο Gatti.