REVIEWS

Η Μαίρη Πόπινς κι ο transformer Bumblebee επιστρέφουν

Βλέπουμε και σχολιάζουμε τις ταινίες που κάνουν πρεμιέρα κάθε βδομάδα. Σήμερα η θρυλική νταντά επιστρέφει πάνω στην ώρα για τα Χριστούγεννα και το “Bumblebee” είναι ένα απρόσμενα καλό spin-off των “Transformers”.

Το “Ρόμα” λοιπόν. Βγήκε την περασμένη βδομάδα στις αίθουσες μια μόλις μέρα πριν διατεθεί και για streaming. Που σημαίνει πως στη διάρκεια του ΠΣΚ όπου γίνονται τα περισσότερα εισιτήρια, η ταινία ήταν επίσημα και νόμιμα διαθέσιμη online, χωρίς επιπλέον κόστος για τους συνδρομητές του Netflix. Και, τα αποτελέσματα ήταν πολύ θετικά. Δεν έχουμε επίσημο τρόπο να το γνωρίζουμε (το οποίο πάντα είναι ενοχλητικό και υπονομεύει κάθε πιθανό επιχείρημα) γιατί το Netflix ποτέ δεν δίνει επίσημα νούμερα -ούτε streaming ούτε εισιτηρίων- όμως τόσο οι συζητήσεις εντός του industry όσο και το πολύ απλό, εμπειρικό τεστ (άνθρωποι που ξέρουμε και πήγαν και το είδαν, μιλούσαν για αρκετό κόσμο στο σινεμά) δείχνουν πως τα εισιτήρια δεν έχασαν από το streaming. Ο κόσμος που ήθελε να δει στο σινεμά το “Ρόμα”, πήγε και είδε στο σινεμά το “Ρόμα”.

(Και για όσους ήθελαν πρώτα να δουν την ταινία: O Alfonso Cuaron κι οι πρωταγωνίστριες Yalitza Aparicio και Marina de Tavira σε μια longform συνέντευξη πάνω στο making of του “Ρόμα”.)

H Aκαδημία ανακοίνωσε αυτή τη βδομάδα τις προκριματικές λίστες από τις οποίες θα προκύψουν οι υποψηφιότητες σε αρκετές από τις οσκαρικές κατηγορίες. Η κατηγορία Ξενόγλωσσου Φιλμ φέτος έχει τη δυνατότερη σύνθεσή της εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Οι υποψηφιότητες θα προκύψουν μέσα από αυτή τη λίστα: “Birds of Passage” (στις αίθουσες τον Γενάρη), “O Ένοχος” (στις αίθουσες την επόμενη Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου), “Never Look Away”, “Κλέφτες Καταστημάτων”, “Ayka”, “Capernaum”, “Ρόμα”, “Ψυχρός Πόλεμος”, “Το Παιχνίδι με τη Φωτιά” (στις αίθουσες τον Γενάρη). To “Ρόμα” μοιάζει πάντως το μεγάλο φαβορί.

Στα ντοκιμαντέρ ανάμεσα στα 16 προεπιλεγμένα βρίσκεται και το “Shirkers: Η Χαμένη Ταινία” το οποίο συμπεριλάβαμε στις καλύτερες ταινίες του ‘18 αλλά και το “Μακρινό Γάβγισμα των Σκύλων”, το ντοκιμαντέρ που κέρδισε τον Χρυσό Αλέξανδρο στο περσινό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. (Από τις αρχές του 2018 το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης επιλέχθηκε από την Αμερικανική Ακαδημία ανάμεσα στα 28 κορυφαία φεστιβάλ του κόσμου για να συνεργαστεί στη διαμόρφωση της τελικής λίστας των ντοκιμαντέρ που μπορούν να διεκδικήσουν το Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ.) Οι τελικές υποψηφιότητες ανακοινώνονται στις 22 Ιανουαρίου. Τις λίστες προεπιλογής για πολλές κατηγορίες (μεταξύ των οποίων Τραγουδιού, Μουσικής, Οπτικών Εφέ, Μακιγιάζ, Ντοκιμαντέρ, Ξενόγλωσσου Φιλμ) μπορείτε να δείτε αναλυτικά εδώ.

Οι κριτικές της εβδομάδας, με την σημείωση πως δύο από τις ταινίες (“Το Ξέρουν Όλοι”, “Bachelor 3”) κυκλοφορούν στις αίθουσες την ερχόμενη Τρίτη, ανήμερα των Χριστουγέννων:

Το Ξέρουν Όλοι **

(“Everybody Knows / Todos Lo Saben”, Ασγκάρ Φαραντί, 2ω12λ)

Καστ: Πενέλοπε Κρουζ, Χαβιέ Μπαρδέμ, Ρικάρντο Νταρίν

Η προηγούμενη ταινία του Ασγκάρ Φαραντί: Ο ‘Εμποράκος’ βραβεύτηκε με Όσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας, που είναι η δεύτερη τέτοια διάκριση για ταινία του Ασκάρ Φαραντί. Πρώτη φυσικά είναι το ‘Ένας Χωρισμός’. Κοινός παράγοντας σε όλα τα φιλμ του σκηνοθέτη, τουλάχιστον αυτά που διαδραματίζονται στο Ιράν, είναι το πώς χρησιμοποιεί τους απάνθρωπους γραφειοκρατικούς και μη μηχανισμούς μιας κοινωνικής δομής σε κατάρρευση για να αφηγηθεί αδιέξοδες προσωπικές ιστορίες όπου το δράμα εκφράζεται με όρους ψυχολογικού θρίλερ. Όταν είναι καλός είναι ΚΑΛΟΣ.

H καινούρια: Η Λάουρα, μια Ισπανίδα στο Μπουένος Άιρες, επιστρέφει στο χωριό της λίγο έξω από τη Μαδρίτη για το γάμο της αδερφής της, όμως μια σειρά από αναπάντεχα γεγονότα θα ξεκινήσουν ένα ντόμινο αποκάλυψης κρυμμένων μυστικών. Οι δραματουργικές εντάσεις που χαρακτηρίζουν τις ταινίες του Φαραντί μεταφέρονται σε ένα γραφικό επαρχιακό κομμάτι της Ισπανίας, όπου οι Μπαρδέμ και Κρουζ παίζουν τους πρώην εραστές που επανενώνονται και ανταλλάσουν μυστικά, βλέμματα, εντάσεις.

Και πώς είναι: Οι ηθοποιοί είναι καλοί, το σκηνικό υπέροχο, και σε κανένα σημείο το φιλμ δε φρενάρει. Ο Φαραντί είναι μεγάλος μάστορας αυτού του είδους της δραματουργικής αποσυμπίεσης, όπου το ένα μυστικό οδηγεί στο άλλο καθώς οι χαρακτήρες κουτουλάνε από τον έναν αόρατο τοίχο στον επόμενο. Η ταινία είναι, πώς να το πω, είναι «εντάααξει». Το πρόβλημα της δεν είναι πως κάνει κάτι λάθος, είναι πως τα πάντα είναι πάρα πολύ λεία, πάρα πολύ καθαρά, για το είδος της ιστορίας που αφηγείται. Δεν πειράζει καν που τα πάντα είναι αδιανόητα προβλέψιμα, επειδή ο Φαραντί ξέρει πώς να σε σέρνει μαζί του- αυτό που πειράζει είναι πως διακρίνεις μια επανάληψη, σχεδόν βαριεστημένη, σχεδόν μηχανική, μια μανιέρα που απλώς λειτουργεί.

Το μεγαλύτερος μέρος της δύναμης των ιστοριών του Φαραντί προερχόταν από την τοπικότητα των ιστοριών του, από τη μετάφραση μιας εφιαλτικά ασφυκτικής γραφειοκρατίας σε ένα έντονο ψυχολογικό θρίλερ διαζυγίου. Η τοπικότητα, ο εξαιρετικά συγκεκριμένος χαρακτήρας μιας ταινίας σαν το “Ένας Χωρισμός” απουσιάζει πλήρως από το “Το Ξέρουν Όλοι”, το οποίο είναι κάτι σαν τουριστική εκδοχή. Χωρίς την λεπτομερή υφή του δαιδαλώδους δράματος στο “Ένας Χωρισμός”, μένεις μόνο με μηχανισμούς, με το σκελετό μιας μηχανής που απλά κινείται, σωστά, χωρίς να χάνει λάδια, που όμως δεν κάνει και τίποτα. Μια συρραφή από αφηγηματικά όπλα του σκηνοθέτη τα οποία χρησιμοποιεί χωρίς μέτρο (και χωρίς ιδιαίτερη έγνοια, νομίζω) σε μια ιστορία που θα μπορούσε να αποτελεί generic μελόδραμα.

Νιώθω πως ο Φαραντί στις ιστορίες μακριά από τον τόπο του (όπως αυτή, που διαδραματίζεται στην Ισπανία) περνά σε ένα εντελώς τουριστικό mode, το οποίο φυσικά το σέβομαι ως συνειδητή εμπορική στροφή. Ο Μπαρδέμ κι η Κρουζ πάντως είναι όσο ταιριαστά (υπερ)δραματικοί χρειάζεται για να κουβαλήσουν την ταινία, η οποία τελικά ξέρει ακριβώς πόσο χρειάζεται να προσπαθήσει ώστε να είναι λειτουργική και ικανοποιητική ως ελάχιστος κοινός παρονομαστής.

Μια σκηνή που μου έμεινε στο μυαλό: Υπάρχει ένα σημείο που ένα Μεγάλο Μυστικό αποκαλύπτεται κι ο Χαβιέ Μπαρδέμ κρατά το στέρνο του καρφώνοντας το συνομιλητή του με ένα βλέμμα που διαρκεί για τα επόμενα 4-5 πλάνα και κάθε φορά που τον βλέπαμε (στην παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στις Κάννες) ακούγονταν περισσότερα σποραδικά γελάκια μες στην αίθουσα, ήταν ταυτόχρονα αστείο και δραματικό και πετυχημένο και πλήρης ένδειξη του γιατί ο Μπαρδέμ είναι όντως καλός σε αυτή την ταινία.

*Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες τα Χριστούγεννα, Τρίτη 25 Δεκεμβρίου.
 

Η Μαίρη Πόπινς Επιστρέφει *1/2

(“Mary Poppins Returns”, Ρομπ Μάρσαλ, 2ω10λ)

Καστ: Έμιλι Μπλαντ, Λιν-Μανουέλ Μιράντα, Έμιλι Μόρτιμερ, Μπεν Γουίσο, Κόλιν Φερθ

Δεκαετίες μετά την πρώτη της επίσκεψη, η Μαίρη Πόπινς επιστρέφει για να φροντίσει ξανά τα αδέρφια Μπανκς, που τώρα είναι ενήλικες, έχουν οικογένεια, και κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους από την τράπεζα.

Τα σίκουελ της Disney λειτουργούν κατά βάση σαν επεκτάσεις των brands, επαναλαμβάνοντας συνταγές όσο δυνατόν πιο πιστά. Οι μισές Marvel ταινίες είναι ίδιες μεταξύ τους, το πρώτο ‘νεό’ “Star Wars” ήταν μια επανεγγραφή του πρώτου, κλπ. Αυτό δεν είναι κάτι το καταστροφικό από μόνο του, μιας και πολύ συχνά υπάρχει αληθινό ενδιαφέρον στο πώς μια ιστορία ή κάποια αρχέτυπα επανερμηνεύονται μέσα σε νέα πλαίσια ή από νέους δημιουργούς. Το “Κριντ: Η Γέννηση Ενός Θρύλου” ας πούμε είναι πρακτικά βήμα προς βήμα ριμέικ του πρώτου “Ρόκι” αλλά αυτό δεν του απαγορεύει να είναι ένας θρίαμβος για το αμερικάνικο στουντιακό σινεμά- είναι σινεμά σύγχρονο και προσωπικό. Το προαναφερθέν “Star Wars” του Τζ. Τζ. Έιμπραμς σύστησε ένα μάτσο συναρπαστικούς νέους χαρακτήρες ικανούς να σύρουν ένα νέο franchise. Όχι κάτι ιδιαίτερα εύκολο.

Η νέα “Μαίρη Πόπινς” είναι η χειρότερη πιθανή εκδοχή αυτών των των ταινιών-updates των παλιότερων επιτυχιών. Ένα παντελώς ανέμπνευστο νοσταλγικό ξεπατίκωμα που ανασυστήνει την ίδια εποχή με την ίδια οπτική και όλα, ένα προς ένα, τα κεφάλαια της ιστορίας. Σκηνοθετημένο από τον Ρομπ Μάρσαλ (του “Σικάγο”) το φιλμ μοιάζει αισθητικά αδιάφορο καθώς ακολουθεί τους ήρωές του σε νέες περιπέτειες που αντιστοιχούν όλες σε κάποια από τις παλιές (αντί να βουτάνε στο πεζοδρόμιο, τώρα βουτάνε σε ένα ραγισμένο βάζο). Η γυναίκα ηρωίδα (εδώ η Έμιλι Μόρτιμερ) είναι ξανά ακτιβίστρια (διαδηλώνει υπέρ σωματείων αλλά με έναν εντελώς εκτός οθόνης τρόπο) και ο κακός είναι πάλι η τράπεζα, αλλά όχι στα αλήθεια: Κακός είναι περισσότερο ο Ένας Κακός Τραπεζίτης παρά το όποιο σύστημα, και καμία σκηνή δε διαθέτει την σουρεάλ πυγμή εκείνης όπου ο πατέρας Μπανκς βλέπει να του τρυπάνε το καπέλο ή εκείνης με τους ιπτάμενους τραπεζίτες. Και όσο λιγότερα πούμε για τον Λιν-Μανουέλ Μιράντα ως νέο Ντικ Βαν Ντάικ, τόσο καλύτερο- ο χαρακτήρας πολύ απλά δε λειτουργεί σε κανένα επίπεδο.

Όλη η ‘μαγεία’ είναι φορσέ, εκτελεσμένη βάσει συνταγής. Αλλά μέσα σε όλα αυτά, το μεγαλύτερο αμάρτημα του φιλμ είναι η ίδια η Μαίρη Πόπινς. Η Έμιλι Μπλαντ το πιστεύει πολύ και μπράβο της, αλλά δεν ξεφεύει ποτέ από το να προσπαθεί να μιμηθεί την Τζούλι Άντριους. Την ώρα που η ηρωίδα της πολύ γρήγορα γίνεται κομπάρσος στην ίδια της την ιστορία, βρισκόμενη εκεί απλά για να πει κάποια πνευματώδη ατάκα παρά επειδή έχει όντως κάτι να κάνει. Δεν παραμερίζεται καν από κάποια συγκεκριμένη πλοκή ή χαρακτήρα: με έναν περίεργο τρόπο, στο κέντρο αυτής της ταινίας δεν βρίσκεται απολύτως τίποτα. Η Μαίρη Πόπινς επιστρέφει, αλλά… γιατί; Η απάντηση είναι, φυσικά, επειδή θα ποδοπατήσει το box office κι επειδή η Disney θα ανανεώσει ένα ακόμα brand.

Βumblebee ***

(Τράβις Νάιτ , 1ω53λ)

Καστ: Χέιλι Στάινφελντ, Ντίλαν Ο’ Μπράιεν, Μέγκαν Πράις, Τζον Σίνα

Να και κάτι παράξενο: Αυτό το spin-off των “Transformers”, που εστιάζει σε ένα από τα πιο δημοφιλή ρομπότ, τον σκαραβαίο Bumblebee, είναι απλά αξιαγάπητο. Δεν θα φανταζόμουν πως η πιο ταιριαστή περιγραφή για μια “Transformers” ταινία θα ήταν “πάνγλυκη” αλλά εδώ βρισκόμαστε. Βρισκόμαστε στο 1987 κι ο Bumblebee αποδρά από τη σύρραξη των Transformers στον πλανήτη Γη όμως στη διαδρομή χάνει τη φωνή του. Μια κοπέλα που επιθυμεί διακαώς να αποκτήσει το δικό της αμάξι, τον ανακαλύπτει σε μορφή παροπλισμένου αυτοκινήτου τη μέρα των 18ων γενεθλίων της και αναπτύσσει μαζί του μια απρόσμενη φιλία. Μόνο o Bumblebee την καταλαβαίνει ενώ η -ξαναπαντρεμένη χήρα- μητέρα της την παρακαλά να χαμογελά περισσότερο, εκείνη θέλει απλώς έναν πιστό φίλο.

Αν αυτό ακούγεται περισσότερο σαν εφηβική ταινία ενηλικίωσης παρά με ταινία “Transformers”, είναι επειδή αυτή είναι κι η διάθεση ετούτου του φιλμ. Ειδικά στη διάρκεια του πρώτου μισού, όταν η δράση είναι σχεδόν αποκλειστικά αφοσιωμένη στην έφηβη ηρωίδα και στον σκύλο / ρομπότ / αμάξι της (θυμίζοντας κάτι από τον σπουδαίο “Iron Giant” του Μπραντ Μπερντ), θα μπορούσαμε να βλέπουμε απλώς μια χαμένη ‘80s εφηβική περιπέτεια. Ο σκηνοθέτης Τράβις Νάιτ (του φανταστικού “Κούμπο”) ξέρει πώς να τοποθετήσει δράση, εφέ και χρώματα στο κάδρο χωρίς ποτέ να το παραγεμίσει πληροφορία, ενώ ντύνει τα backgrounds του με σαρδόνιες λεπτομέρειες-σχόλια πάνω στο φαινομενικά άκακο ‘80s σκηνικό: Κάθε σκηνή των καρτουνίστικων στρατιωτικών-ανδρείκελων συνοδεύεται από κάποιον θολό πίνακα του Ρέιγκαν ή του περήφανου Αμερικάνικου Αετού στο βάθος.

Ό,τι μοιάζει αληθινό περιστρέφεται γύρω από την έφηβη Τσάρλι (μια Χάιλι Στάινφελντ που αποδεικνύει για μια ακόμα φορά πως είναι χαρισματική ηρωίδα για κάθε περιβάλλον, από το “True Grit” των Κοέν ως το υπόγεια γλυκόπικρο δράμα ενηλικίωσης “Edge of Seventeen”) και τον Bumblebee. Η ταινία πετυχαίνει το δραματικό παρελθόν της ηρωίδας, το κωμικό παρόν του ήρωα-ρομπότ (κάθε σκηνή ‘εκπαίδευσης’ του Bumblebee είναι μια νέα ευκαιρία για σπαρταριστό σλάπστικ) και κάθε ενδιάμεσο συνδυασμό, την ώρα που δυο μοχθηρά ‘80s εποχής παλιομοδίτικα αυτοκίνητα βρίσκονται στο κατόπι τους. Η τελευταία πράξη είναι κάπως πιο συμβατικά περιπετειώδης και λύνει με μια κάποια απλότητα τα δραματικά σημεία του φιλμ, όμως ακόμα κι έτσι το “Bumblebee” είναι μια από τις πιο αστείες, γλυκές και ευχάριστες εκπλήξεις της σεζόν.

Προβάλλονται επίσης

Η Επόμενη Μέρα Μιας Σχέσης ***1/2

(“Geu-hu / The Day After”, Χονγκ Σανγκ-σου, 1ω32λ)

Την πρώτη της μέρα στη δουλειά, μια γυναίκα αντικαθιστά την πρώην σχέση του αφεντικού της. Η σύζυγος του αφεντικού εισβάλει με μανία στο γραφείο, μπερδεύοντας τη νέα εργαζόμενη με την Άλλη Γυναίκα του γάμου της. Ο σπουδαίος Χονγκ Σανγκ-σου γύρισε 3 ταινίες το ‘18 κι αυτή είναι μάλλον η πιο προσβάσιμη όλων, ένα ασπρόμαυρο προσωπικό πορτρέτο μασκαρεμένο ως ερωτικό δράμα πάνω στην αρσενική αβεβαιότητα. Ο Χονγκ στήνει μακρές, μελοδραματικές σκηνές διαλόγων υπογραμμίζοντας διαρκώς τον κατασκευασμένο χαρακτήρα τους μέσα από γεωμετρικές κινήσεις της κάμερας (ανάμεσα στα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στο δράμα), μέσα από έξαφνα μουσικά κύματα που φουσκώνουν, ξεφουσκώνουν και ξαναφουσκώνουν σαν αληθινή πλημμύρα, και μέσα από έντεχνες μεταπηδήσεις στο χρόνο με τρόπο που το σύνολο να μοιάζει τελικά μια αχρονική εσωτερική αναζήτηση. Γέλαγα συχνά στη διάρκεια του φιλμ, το οποίο επίσης λογίζω στα θετικά, κάνοντάς με να αναρωτηθώ αν σε κάποιο παράλληλο σύμπαν αυτή η ταινία είναι μια ακόμα καλύτερη κωμωδία από ό,τι δράμα. Σε κάθε περίπτωση, ενδιαφέρουσα κατασκευή.

Ποιος Θα Σου Τραγουδήσει ***

(“Quién te cantará”, Κάρλος Βερμούτ, 2ω5λ)

Διάσημη τραγουδίστρια που έχει εγκαταλείψει την ενεργό δράση χάνει τη μνήμη της πάνω που ετοιμαζόταν για τη μεγάλη της επιστροφή. Αν ακούγεται ήδη δραματικότατο, περιμέντε, έχει και σωσία η υπόθεση. Ο Κάρλος Βερμούτ είναι ο πιο ενδιαφέρων αυτή τη στιγμή σαπουνοοπερατικός auteur, και το λέω αυτό με απολύτως θετική χροιά. Το εκπληκτικό του “Magical Girl” του 2014 (για έναν πατέρα που αποφασίζει να πραγματοποιήσει την επιθυμία της ετοιμοθάνατης κόρης του, την απόκτηση μιας πανάκριβης anime στολής) πιθανώς να παραμείνει άφταστο, όμως και στη νέα του ταινία ο Ισπανός σκηνοθέτης πετυχαίνει έναν αποτελεσματικό συνδυασμό φορμαλισμού στην αισθητική με μια διαρκή υπόγεια ένταση έτοιμη να μεταφραστεί σε έκρηξη. Οι ηρωίδες του Βερμούτ αναζητούν κάποια σωτήρια σανίδα αλήθειας σε ένα κόσμο γεμάτο κακέκτυπα, ψευδά αντίγραφα. Δεν έχουν καν πάντα την πλήρη συναίσθηση, γι’αυτό και ανά πάσα στιγμή νιώθεις πως μπορεί να συμβεί το οτιδήποτε.

The Bachelor 3

(Γιάννης Παπαδάκος, 1ω30λ)

H παρέα μαζεύεται ξανά για το γάμο του Τζίμη αλλά όλα πάνε στραβά για μια ακόμα φορά και σύντομα οι φίλοι βρίσκονται καθ’οδόν για τη Λάρισα προκειμένου να σώσουν έναν φίλο τους από τα χέρια μιας ομάδας… ας μην τα πούμε όλα, ας αφήσουμε και κάποια έκπληξη για την αίθουσα. Αν και το πόσο κακή είναι η ταινία θα μπορούσαμε να το λογαριάσουμε σαν έκπληξη από μόνο του. Επίπεδη αισθητική και άσχημα set pieces (η τελική ‘σκηνή δράσης’ είναι δομημένη σε μια λογική “ελάτε όπως είστε στον πιο δίπλα αμμόλοφο”) τυλίγουν μια ταινία γεμάτη ντροπιαστικά στερεότυπα και κακές ερμηνείες.

*H ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες τα Χριστούγεννα, Τρίτη 25 Δεκεμβρίου.

Η Άννα και η Αποκάλυψη (“Anna and the Apocalypse”, Τζον ΜακΦέιλ, 1ω33λ). Τη μέρα των Χριστουγέννων μια ζόμπι Αποκάλυψη απειλεί μια μικρή πόλη, αναγκάζοντας την Άννα και τους φίλους της να παλέψουν για την επιβίωση την ώρα που ο πολιτισμός γύρω τους καταρρέει.

Παίζεται ακόμα

Μια ταινία που ήδη παιζόταν στις αίθουσες και αξίζει να δεις αν την έχασες.

Ρόμα ***1/2

(“Roma”, Αλφόνσο Κουαρόν, 2ω15λ)

Στο Μεξικό της δεκαετίας του ‘70, εν μέσω αναταράξεων και διαδηλώσεων που σχηματίζουν τη χώρα, παρακολουθούμε ένα χρόνο από τη ζωή μιας οικογένειας σε αποσύνθεση, μέσα από τα μάτια της οικιακής βοηθού (η πρωτοεμφανιζόμενη Γιαλίτσα Απαρίσιο). Ο Κουαρόν αντλεί υλικό από τα βιώματα των παιδικών του χρόνων για μια εμφανώς προσωπική ιστορία, φτιαγμένη στο άσπρο-μαύρο των αναμνήσεων. Νεορεαλισμός πιο στημένος από ποτέ, με τον μεξικάνο να δομεί την ιστορία του ως μια σειρά από θεατρικής εμφάνισης βινιέτες-αναμνήσεις, σαν μικρά μονόπρακτα στη διάρκεια των οποίων η κάμερα εκτελεί αργόσυρτα pans από άκρη σε άκρη του εκάστοτε σκηνικού.

Spider-Man: Μέσα Στο Αραχνο-σύμπαν ****

(“Spider-Man: Into the Spider-Verse”, Μπομπ Περσιτσέτι, Πίτερ Ράμσι, Ρόντνι Ρόθμαν , 1ω45λ)

Έξι Spider-Man από παράλληλα σύμπαντα ενώνουν τις δυνάμεις τους για να σταματήσουν τα σχέδια του Κίνγκπιν. H καλύτερη ταινία κινουμένων σχεδίων που έχει βγει στην Αμερική εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Mε αφορμή τα διαφορετικά σχεδιαστικά στυλ του κάθε ήρωα (που προέρχεται από το διαφορετικό του ή διαφορετικό της σύμπαν), η ταινία αποτελεί μια έκρηξη χρωμάτων, στυλ και ιδεών, με animation ψηφιακά, στο χέρι, πολύχρωμα, μονόχρωμα, CGI, anime ή με κομιξικής υφής κόκκο, να πλέκονται όλα περίτεχνα στην οθόνη, σε ένα αισθητικό mash-up που δεν αφήνει δευτερόλεπτο το μάτι να σταθεί ήσυχο. Επίπεδα χρώματος και κίνησης ζωντανεύουν από την παραμικρή σκηνή διαλόγου, μέχρι ακόμα και την κλιμακτική σεκάνς δράσης όπου τα πάντα εκτυλίσσονται μπροστά από ένα αισθητικής αοριστίας μη-σκηνικό χρωμάτων και σχημάτων.