24Media Creative Team
ΣΙΝΕΜΑ

Πριν το ‘Inception’ υπήρχε η anime ‘Paprika’

Με αφορμή την επανακυκλοφορία του 'Inception' βλέπουμε μια ταινία με πολλά κοινά στοιχεία, αλλά μια ριζικά αντίθεση προσέγγιση στον κόσμο των ονείρων. Το anime αριστούργημα 'Paprika'.

Ο ακόμα αχανής και συναρπαστικός κόσμος των ονείρων δεν έχει σταματήσει από τα βάθη των αιώνων να αποτελεί αντικείμενο εξερεύνησης, από την πιο απλή συζήτηση μεταξύ δύο ανθρώπων και τις κάζουλ ερμηνείες ονείρων πάνω από δυο κούπες καφέ, μέχρι τις βαθιές αναζητήσεις φιλοσόφων: Aπό τον Ντεκάρτ (που βρίσκει αρκετές ομοιότητες ανάμεσα στην ξύπνια ζωή μας και στο υλικό των ονείρων ώστε κάποιος που ονειρεύεται να μπορεί εύκολα να πιστέψει πως είναι ξύπνιος) ως τον Τριαντάφυλλο (που βλέπει κάτι όνειρα που τον τρομάζουν και ξυπνάει, βλέπει κάτι όνειρα και βλέπει πόσο την αγαπάει).

Όλοι ονειρευόμαστε, όλοι αναγνωρίζουμε τη στόφα ενός ονείρου, όλοι θέλουμε να ξέρουμε περισσότερα γι’αυτά. Η τέχνη απλώς ακολουθεί και ερμηνεύει. Υπάρχουν καλλιτέχνες των οποίων όλες οι εικόνες και οι ιστορίες ανήκουν εξ ολοκλήρου σε μια ονειρική πραγματικότητα μέσα από την οποία εξερευνούν τον κόσμο και την ανθρώπινη κατάσταση, όπως ο Ντέιβιντς Λιντς, και στο άλλο άκρο του φάσματος υπάρχουν καλλιτέχνες σαν τον Κρίστοφερ Νόλαν που βλέπουν τα όνειρα σαν έναν ακόμα γρίφο που επιχειρούν να λύσουν.

Αν όμως μιλάμε για όνειρα στο σινεμά, το έργο του Σατόσι Κον δεν έχει όμοιο. Τραγικά χαμένος σε νεαρή ηλικία μόλις 46 ετών από καρκίνο, ο Κον πρόλαβε παρόλαυτά να αφήσει πίσω του ένα μικρό αλλά πρακτικά αψεγάδιαστο και απολύτως συμπαγές σύνολο έργου. Ένα έργο μέσα από το οποίο αφηνόταν με όλο και εντυπωσιακότερο φορμαλιστικό έλεγχο, σε μια εξερεύνηση του κόσμου των ονείρων αλλά και γενικότερα της ιδέας πως ο κόσμος και η αλήθεια του δεν είναι έννοιες μονοσήμαντες. Στις ταινίες του Κον, τα όρια πραγματικότητα, φαντασίας και ονείρου δεν θρυμματίζονται ακριβώς, όσο δεν υπάρχουν καν στα αλήθεια.

Το ντεμπούτο του, το καλτ αριστούργημα ‘Perfect Blue’ του 1997, ένα αρτζεντικής επιρροής κομμάτι ψυχολογικού τρόμου για τον κόσμο του θεάματος ανακοίνωσε την άφιξη του σκηνοθέτη γεννώντας φανς παγκοσμίως και παραμένοντας τεράστια επιρροή στο είδος. (Ο Ντάρεν Αρονόφσκι πρακτικά το ξεσήκωσε γυρίζοντας το ‘Black Swan’ και δε σταμάτα να δηλώνει πόσο θαυμάζει και επηρεάζεται από τη δουλειά του Σατόσι Κον.)

Το ‘Perfect Blue’ ακολουθεί μια ποπ σταρ που αποχωρώντας από το ποπ γκρουπ της ξεκινά καριέρα στην υποκριτική αναλαμβάνοντας έναν πολύ σκληρό ρόλο σε μια σκοτεινή ταινία που διχάζει φανς και τους ανθρώπους γύρω της- μα κυριότερα, την ίδια. Καθώς πέφτει θύμα stalking και εμμονικής αφοσίωσης, αρχίζει να χάνει την αίσθηση της αλήθειας. Ο Κον δομεί αυτό τον σασπένς εφιάλτη με πολύ αυστηρό και συγκεκριμένο τρόπο, παρουσιάζοντας διαρκώς αντιφατικές οπτικές της πραγματικότητας. Παίζει με την ιδέα του male gaze ως πηγή εφιαλτικής βίας, και τελικά με την ίδια τη φύση του βλέμματος σε σχέση με τον ρεαλιστικό κόσμο.

Ήταν ήδη φαν του βιβλίου ‘Paprika’ που είχε εκδοθεί το 1993, (ένα τεχνο-θρίλερ για μια νέα τενχική ψυχοθεραπείας που σχετίζεται με εισβολή στον ονειρόσκομο του ασθενούς) ο Κον ήθελε διακαώς να το μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη. Παρόλο που το σχέδιο πήγαινε διαρκώς πίσω, η επιρροή που είχε πάνω του τελικά χαρακτηρίζει το σύνολο του έργου του, καθώς ηθελημένα ή όχι, ο Κον καταλήγει τελικά να γυρίσει μια ακολουθία ταινιών με όλο και μεγαλύτερη σχέση με τα όνειρα και την φιλμική του αποτύπωση.

Αυτό που τελικά είναι το δεύτερο έργο του, το σπουδαίο ‘Millennium Actress’ του 2001, πάει την τεχνική και την ονειρική αφήγηση του ‘Perfect Blue’ ένα βήμα παραπέρα. Η ταινία ακολουθεί δύο ντοκιμαντερίστες που, καθώς ένα διάσημο κινηματογραφικό στούντιο κλείνει, επισκέπτονται μια θρυλική πρωταγωνίστρια του Ιαπωνικού σινεμά κι εκείνη τους ξεναγεί στην ζωή και την καριέρα της. Της δίνουν ένα κλειδί που πιστεύουν πως εκείνη κάποτε έχασε και αυτή αρχίζει να τους διηγείται το πώς μια ζωή το κυνηγούσε, μια διήγηση κατά την οποία πέφτουν τα σύνορα ανάμεσα στο παρόν και στο παρελθόν, στη ζωή και στο σινεμά. Στιγμές από τη ζωή της ηθοποιού πλέκονται με κινηματογραφικές σκηνές από ιστορία του σινεμά της χώρας και τα πάντα εκτινάζονται στο όριο του συμβολισμού.

Μπορει κι εδώ ο Κον να παίζει να τα σύνορα αλήθειας και φαντασίας, όμως η διάθεσή του είναι τελικά διαφορετική από ό,τι στο ντεμπούτο του. Οι χαρακτήρες των ντοκιμαντεριστών παίζουν αυτή τη φορά το ρόλο του κεντρικού βλέμματος του κοινού, και τους παρατηρούμε καθώς κι εκείνοι παρατηρούν έναν κόσμο γύρω τους να μεταλάσσεται. Σε αντίθεση με τις αυστηρές αντιθέσεις του ‘Perfect Blue’, εδώ δε νιώθεις ποτέ πως μια σκηνή τελειώνει, όχι ακριβώς. Δεν υπάρχουν κόντρα οπτικές, υπάρχει απλώς μια ανάμνηση που μονίμως μεταβάλλεται σε κάτι διαφορετικό, σαν ένας στοχασμός που συνέχεια σε οδηγεί από μια σκέψη στην άλλη, χωρίς αυστηρά όρια αρχής και τέλους.

Αυτό το ενδιάμεσο βήμα ήταν αυτό που έλειπε ώστε ο Κον να νιώσει έτοιμος να αναλάβει το πρότζεκτ που πάντα τον όριζε σαν καλλιτέχνη. Μετά το ‘Tokyo Godfathers’, την 3η του ταινία (που είναι υπέροχη αλλά είναι η μόνη που ξεχωρίζει πλήρως στυλιστικά από τις άλλες 3), ξεκινά επιτέλους τη διασκευή του ‘Paprika’, το οποίο κυκλοφορεί το 2006. Όπως αναφέραμε παραπάνω, αυτή είναι η ταινία του έχει πλέον ευθέως να κάνει με τον κόσμο των ονείρων, σε επίπεδο πλοκής πια, όχι μόνο στυλ.

Εδώ, ένα μηχάνημα επιτρέπει σε ψυχοθεραπευτές να περάσουν στον κόσμο των ονείρων των ασθενών τους κι όταν κάποιος το κλέβει, ο κίνδυνος να χαθούν τα πάντα στον ονειρόκοσμο γίνεται ορατός. Η πλοκή σταματά γρήγορα να έχει αληθινή σημασία, καθώς ο Κον έχοντας πλέον τελειοποιήσει την αφηγηματική του τεχνική, ξεχύνεται σε μια αγνού σουρεαλισμού αποτύπωση του κόσμου. Η λογική των ονείρων κυριαρχεί όχι μόνο σε επίπεδο καθαρά οπτικό (με παλαβές μεταβάσεις και με παράλογες φιγούρες), αλλά σε όλη την αίσθηση του κόσμου της ταινίας. Δεν υπάρχουν κανόνες και δεν υπάρχουν σύνορα ανάμεσα στους δύο κόσμους γιατί τα πάντα είναι μία αίσθηση. Κάθε ιδέα, κάθε χαρακτήρας, κάθε αντικείμενο, παρουσιάζεται από τον Κον σαν κάτι φευγαλέο, που μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει ταυτότητα, να αλλάξει υφή, να σημαίνει κάτι διαφορετικό- μια ποιότητα κατεξοχήν ονειρική.

Η ταινία είναι υπό αυτή την έννοια η απόλυτη φιλμική αποτύπωση ενός κόσμου ονείρων. Οι διαφορετικές οπτικές του ‘Perfect Blue’ και η free-flowing αφήγηση του ‘Millennium Actress’ που νιώθεις πως είναι έτοιμη να απογειωθεί από το έδαφος, συνθέτουν ένα αληθινό σουρεαλιστικό παραλήρημα, όπου οι συμβολισμοί του υποσυνείδητου, οι αναμνήσεις, και το ίδιο το σινεμά γίνονται ένα- χωρίς να νιώθεις ποτέ μέσα από την ταινία, πως ήταν ποτέ διαφορετικά.

Ο Κον είχε ξεκινήσει δουλειά για την επόμενη ταινία του, ‘Dreaming Machine’, όμως όταν έμαθε πως έχει μια πολύ επιθετική μορφή καρκίνου που του άφηνε λίγους μήνες ζωής, επέλεξε να τα αφήσει όλα πίσω και να ζήσει στο σπίτι του τις τελευταίες του μέρες. Το ‘Paprika’ μοιάζει παρόλαυτά με αποκορύφωμα και ταυτόχρονα απόλυτη ανάδειξη όσων τον χαρακτήριζαν και τον απασχολούσαν ως δημιουργό- τελειώνει μάλιστα, συγκινητικά, με τον ήρωα του φιλμ να πηγαίνει σε μια κινηματογραφική αίθουσα όπου προβάλλονται οι 3 προηγούμενες ταινίες του σκηνοθέτη, μια τελευταία αποχαιρετιστήρια νότα ονειρικής αυτοαναφορικότητας.

Ο Κον πέθανε το 2010, κατά σύμπτωση τη χρονιά που κυκλοφόρησε στις αίθουσες το ‘Inception’, μια ταινία που ανέκαθεν είχε θεωρηθεί από πολλούς ως “κλέψιμο” του ‘Paprika’. Βέβαια πέραν του ότι σε επίπεδο πλοκής οι δύο ταινίες δεν μοιράζονται και πολλά, το χάος που τις χωρίζει είναι ακόμα μεγαλύτερο όταν μιλάμε για στυλ. Είναι αυτό που λέγαμε στην αρχή. Ο Νόλαν της πάντα τετράγωνης λογικής, αποτυπώνει τα όνειρα ως κλειστές έννοιες, ως δωμάτια, ως επίπεδα, με όρια, με κανόνες, με λογική. Η προσέγγισή του είναι καθαρά μεταμοντερνιστική, γράφοντας ουσιαστικά μια high-concept heist movie όπου η ιδέα του ονείρου χρησιμοποιείται ως στοιχείο πλοκής και ως ένα μέσο σχολιασμού της ίδιας της δημιουργίας του φιλμ. (Όπως και το ‘Prestige’, έτσι και το ‘Inception’ έχει πάνω από όλα να κάνει με το ίδιο το σινεμά και τους μηχανισμούς του.)

Στην ‘Paprika’ το ένα πράγμα που δεν υπάρχει είναι ακριβώς αυτό- μηχανισμοί. Ο Κον αφοσίωσε όλη την καριέρα του στην αποτύπωση των ονείρων και κατέληξε στο τελευταίο έργο του στην ακριβώς αντίπερα όχθη από τον Νόλαν, να χάνεται κι ο ίδιος μέσα στο όνειρο που δημιούργησε. Το πιθανότερο είναι πως ο Νόλαν μπορεί πολύ απλά να γνώριζε το βιβλίο του ‘93 και να άντλησε από εκεί κάποια στοιχεία σε επίπεδο ιδέων, κάτι εξάλλου που έκανε κι ο ίδιος ο Κον.

Αν μη τι άλλο, αυτή η παράλληλη ύπαρξη των δύο ταινιών από δύο ακραία αντίθετους σκηνοθέτες με σαφέστατη στυλιστική υπόγραφή, είναι μια ακόμα συναρπαστική υπενθύμιση. Του πώς δύο διαφορετικοί άνθρωποι μπορούν να ξεκινήσουν με τον ίδιο ακριβώς στόχο αλλά να ακολουθήσουν τόσο απίστευτα διαφορετικές πορείες. Είναι πολύ πιθανό οι δυο τους να διάβασαν το ίδιο ακριβώς, αλλά εκείνο το βράδυ πέφτοντας για ύπνο, να είδαν δύο τελείως διαφορετικά όνειρα.

*Το ‘Inception’ κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Tanweer.