Roger Kisby/Getty Images
PROFILE

MF DOOM: Ένας villain που έγραψε ιστορία στη rap

Η είδηση του θανάτου του MF DOOM την τελευταία ημέρα του 2020 σόκαρε τον κόσμο της underground hip-hop. Αυτή είναι η ιστορία της μουσικής καριέρας του, μέσα από την φιλοσοφία της rap μουσικής και τη σημασία του άλμπουμ Madvillainy στη διαμόρφωση του Kendrick Lamar και του Tyler, The Creator.

Οι κακοί. Οι villains της ποπ κουλτούρας. Περίπλοκα σχεδιασμένοι, ιδιοτελείς, με προσωπεία και μεγαλεπήβολους στόχους. Σπάνιο να γνωρίζει κάποιος το ποιόν τους, την προέλευση της μοχθηρότητάς τους και της διάθεσης της καταστροφής εκείνου του στοιχείου που αντιβαίνει στη φιλοσοφία τους, εκτός αν η πλοκή έχει φροντίσει να δικαιολογήσει όσα αναφέρθηκαν. Σ’ αυτήν την περίπτωση, συνήθως ο κοινός παρονομαστής των κακών είναι ένα ανεπούλωτο τραύμα, ένας βαθύς πόνος και μια αδικαιολόγητη απόρριψη. Συναισθήματα που καλύπτονται με μια σιδερένια μάσκα και αντικαθίστανται με θυμό, ο οποίος θα δικαιολογούσε τις πράξεις τους για γενεές δεκαπέντε. Αυτό ήταν το σκεπτικό της περσόνας του MF DOOM, αυτής της μεγάλης μορφής που άλλαξε την πορεία της underground hip hop και που σήμερα, 9 Ιανουαρίου, θα συμπλήρωνε 50 χρόνια ζωής.

Ο MF DOOM γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1971 ως Daniel Dumile και μεγάλωσε στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης, μαζί με comics, cartoons και με τον μικρό του αδερφό. Δεν πήρε ποτέ την αμερικανική υπηκοότητα και ουδέποτε γαλουχήθηκε με τη βρετανική κουλτούρα. Το 1988 έγινε ο Zev Love X, ο αδερφός του, ο DJ Subroc και με τη βοήθεια ενός τρίτου MC, του Onyx the Birthstone Kid δημιούργησαν τους KMD (Kausing Much Damage).

Το hip hop τρίο των 3rd Bass τους πρόσφερε θέση στο νέο δίσκο που θα εξέδιδαν. Το ντεμπούτο τους κέντρισε τη δισκογραφική εταιρεία Electra Records που υπέγραψε συμβόλαιο μαζί τους. Το 1991 εξέδωσαν το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο “Mr. Hood”. Το 1993 όμως, λίγο προτού ολοκληρώσουν το επόμενο άλμπουμ τους, “Black Bastards”, ο αδερφός του, DJ Subroc, σκοτώνεται σε τροχαίο, καθώς προσπαθεί να διασχίσει έναν αυτοκινητόδρομο.

Ένα μέρος του Daniel και της αγάπης του για το hip hop αρχίζει να σβήνει. Αποφασίζει προς τιμήν του να ολοκληρώσει τον δίσκο. Σχεδιάζει στο εξώφυλλο μια ρατσιστική καρικατούρα σε μια κρεμάλα και στέλνει τον δίσκο στην Electra έναν χρόνο αργότερα. Η δισκογραφική του ακυρώνει το συμβόλαιο χωρίς εξήγηση, χωρίς να ακούσουν καν τον δίσκο. Ο Dumile προτείνει αλλαγές, αλλά οι ιθύνοντες δεν επιδέχονται καμία διορθωτική του πρόταση και έτσι πεθαίνει ο Zev Love X. Άνεργος, σχεδόν άστεγος και απένταρος.

Κάποια στιγμή το 1997, στις open – mic βραδιές ενός μπαρ του Μανχάταν εμφανίζεται ένας περίεργος τυπάς που μοιάζει σαν να βγήκε από τις ιδέες του Stan Lee. Φοράει σιδερένια μάσκα, όπως αυτή του Doctor Doom της Marvel, και βρίσκεται πίσω από το μικρόφωνο και τα decks. Ο υπεύθυνος αυτών των βραδιών προνοεί και ηχογραφεί την εμφάνιση αυτού που συστήθηκε ως MF DOOM στο κοινό της Νέας Υόρκης. Η ποιότητα του ήχου είναι κακή, αλλά φαίνεται η δίψα του για τις ρίμες που «σερβίρει» στο κοινό, το οποίο θα τον μάθει για τα καλά το 1999 με το άλμπουμ “Operation Doomsday”.

Σε αυτό το σημείο, μεταφερόμαστε για λίγο στο διαφωτιστικό βίντεο του Vox για την αποδόμηση της rap μουσικής, το οποίο ξεκινάει με τη θεωρία του μουσικού μέτρου. Συνήθως στη rap, το μουσικό μέτρο (bar) αποτελείται από τέσσερις ρυθμούς (beats). Κάθε μουσικό μέτρο περιλαμβάνει σχεδόν ένα στίχο. Από τις απλές ομοιοκαταληξίες και την έλλειψη λογοπαιγνίων στις αρχές της δεκαετίας του ’80 (Kurtis Blow), η ραπ εξελίσσεται πολυσύνθετα. Εσωτερικές ομοιοκαταληξίες, ομόηχες λέξεις μέσα στα μέτρα δημιουργούν ένα λεκτικό και μουσικό παιχνίδι που διαρκεί ακόμη κι όταν παραβιάζεται το ίδιο το μέτρο με έναν ξεκρέμαστο στίχο που μεταφέρεται στο επόμενο μέτρο (Rakim).

Αυτό το «ξεκρέμασμα» και η εναλλαγή του μέτρου είναι το απρόβλεπτο, αυτό που εξελίσσει το είδος της μουσικής. Κάποιοι ράπερ (βλ. Notorious B.I.G) «σερβίρουν» το flow πότε σε μικρές και πότε σε μεγάλες προτάσεις, με μονοσύλλαβες λέξεις. Μια αντισυμβατική, αναρχική και ασυνήθιστη μορφή ποίησης. Κλειδί στην κατανόησή της είναι ο ήχος των λέξεων και πώς αυτές αντηχούν ομοιόμορφα στον ρυθμό που θέτει ο MC πάνω στο beat (σ.σ. MC είναι μια συντομογραφία πολλαπλών όρων που αποτελεί τιμή για κάποιον rapper).

Επιστρέφοντας στο “Operation Doomsday”, ο MF DOOM μπήκε δυναμικά στη μουσική σκηνή, τελειοποιώντας την παραγωγή των κομματιών και μετατοπίζοντας τη θεματολογία των τραγουδιών. Από τους στίχους που μιλούσαν για γυναίκες, σεξ, ναρκωτικά, ποτά, λεφτά και αυτοκίνητα, o MF DOOM αναρωτιέται σε τρίτο πρόσωπο για την κρίση ταυτότητας της hip-hop, την εμπορευματοποίηση των MCs και για το τι πρεσβεύουν πια στο κοινό. Η απλότητα των στίχων της rap έγιναν γρίφοι που διαμόρφωσαν την παραγωγή του δίσκου, η οποία απογειώθηκε με το μιξάρισμα των κομματιών. Ο μουσικός ρυθμός αποτελείται κυρίως από συρραφές των μουσικών του επιρροών, καθώς και των ορχηστρικών από τα cartoon που έβλεπε: από τους Fantastic Four και το σύμπαν της Hanna Barbera του Scooby-Doo μέχρι τη jazz και την απαλότητα της Sade.

Για να καταλάβει κανείς τι είναι αυτός ο MF DOOM πρέπει να ακολουθήσει μια διαδικασία αποκρυπτογράφησης των διάφορων περσόνων που δημιούργησε ο Dumile μέσω της ψυχαναλυτικής φιλοσοφίας του Sigmund Freud. Tο MF προέρχεται από το Metal Fingers στην παραγωγή και το Metal Face την ώρα που ραπάρει. O MF DOOM είναι ένας υπέρτατα τέλειος κακός (mastervillain) που έχει ως στόχο την παγκόσμια κυριαρχία με τις λέξεις του. Συμβολίζει το «Υπερεγώ (Superego)».

Ο Dumile φτιάχνει ακόμη δύο προσωπεία, για να συμβολίσει το «Εγώ (Ego)» και το «Εκείνο (Id)». To «Εγώ» παίρνει τη μορφή του Victor Vaughn, ενός 20χρονου οπαδού του MF DOOM που πιστεύει πως είναι καλύτερος supervillain από αυτόν. Αντίστοιχα, το «Εκείνο (Id)», η ολότητα της ψυχής μετουσιώνεται στη μορφή του King Geedorah, έναν ερπετό Κέρβερο, ιαπωνικό δημιούργημα, που χρησιμοποιεί τον MF DOOM σαν πιόνι στα επεκτατικά του σχέδια, τα οποία θα πάρουν σάρκα και οστά μέσα στα ‘00.

Τη δεκαετία του ’00, θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Eminem ήταν αυτός που ταρακούνησε τον κόσμο της rap, εξαιτίας της καταγωγής του και του στοιχείου των ζωντανών ιστοριών του σε κάθε τραγούδι. Στοιχεία που ξεπερνούσαν σε ποιότητα τους ρυθμούς και τις ρίμες των υπόλοιπων MCs. Η μουσική του Eminem ήταν ουσιαστικά ένα από τα δύο κομμάτια του παζλ της εξέλιξης της rap μουσικής. Το άλλο άνηκε στον MF DOOM και τον Madlib.

Το 2004, o Madlib, ένας από τους πιο ιδιοφυείς παραγωγούς, δημιούργησε με τον MF DOOM το δίδυμο των MadVillain για μονάχα ένα άλμπουμ, το Madvillainy. Ο Madlib ανακαλύπτει μουσικές από την Αμερική μέχρι τη Βραζιλία και την Ινδονησία, αλέθει στο loop πειραματικούς ήχους με bossa nova και jazz, δημιουργώντας απανωτά leitmotiv (σ.σ. επαναλαμβανόμενο μουσικό θέμα σε συνθέσεις).

O MF DOOM γράφει πυκνογραμμένους, τηλεγραφικούς στίχους, επιστρατεύοντας μια πλειάδα λογοτεχνικών μέσων, για να πετύχει την τεχνική ακρίβεια που επιθυμεί, καθώς και ένα έντονα διαλογικό ύφος (πολυσύλλαβοι ρυθμοί, εσωτερικοί ρυθμοί, παρηχήσεις όμοιων γραμμάτων, επαναλήψεις, διφορούμενα σχόλια, υπονοούμενα και holorimes – πολυσύλλαβες ρυθμικές φράσεις που κρατούν τον ίδιο ρυθμό σε όλον τον επόμενο στίχο). Θεματολογία σαφής δεν υπάρχει. Μόνο γρίφοι, ιστορίες που λειτουργούν ως παράθυρα στον κόσμο και ένας θαυμασμός που κρατάει μέχρι σήμερα.

Πέραν από την εμπορική επιτυχία του δίσκου, ίσως μια μορφή εκδίκησης στην Electra Records που τον απέρριψε, το Madvillainy έδωσε στον MF DOOM τον τίτλο «ο αγαπημένος rapper του αγαπημένου σου rapper» και τον εδραίωσε στην ιστορία του underground hip hop. Mos Def, Tyler the Creator, Kendrick Lamar γαλουχήθηκαν με τον MF DOOM. Διαμόρφωσαν την καλλιτεχνική τους πορεία, πατώντας πάνω στις καινοτομίες του, όπως συμβαίνει γενικότερα στην τέχνη.

MF DOOM Peter Kramer/Getty Images

Γενικά, η τέχνη της ραπ είναι σαν να κρατάει κανείς δύο σπαθιά. Το ένα είναι το μικρόφωνο. Το άλλο είναι η προσοχή. Το χέρι του δεν ξέφυγε, τα κράτησε σφιχτά, ωστόσο, στο κομμάτι της προσοχής, μετά το Madvillainy, συμπεριφερόταν σαν ένας καθημερινός villain χαρακτήρας.

Διοργάνωνε συναυλίες με ακριβό αντίτιμο, στις οποίες δεν εμφανιζόταν ποτέ ο ίδιος, αλλά σωσίες του, προκαλώντας την οργή των θαυμαστών του. Ακόμα και ο θάνατός του που σημειώθηκε τον Οκτώβριο, ανακοινώθηκε την τελευταία ημέρα του 2020, για να προκαλέσει σοκ και θλίψη στους θαυμαστές του.

Σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, δήλωνε με πίκρα πως «κανείς δεν ενδιαφερόταν ποιος ήμουν μέχρι που έβαλα αυτή τη μάσκα». Αναφερόταν στα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του ’90 που είδε το ταλέντο του να θάβεται πίσω από τις πόρτες που του έκλειναν.

Στις κλειστές πόρτες, στα παγκάκια της Ατλάντα και της Νέας Υόρκης, νόμισε πως έχασε οριστικά την ευκαιρία να υλοποιήσει αυτό που γνωρίζει να κάνει καλύτερα από οποιονδήποτε και από οτιδήποτε άλλο – να ραπάρει. Αυτή η πίκρα των συναισθημάτων δημιούργησαν το μεγαλείο της μουσικής του, αλλά προκάλεσαν την αρνητική συμπεριφορά του απέναντι στη βιομηχανία, τους εφήμερους θαυμαστές και τον κακό κόσμο γενικότερα, τους πραγματικούς villain. Αυτή είναι η ιστορία του MF DOOM που θα γινόταν σήμερα πενήντα.