ENTERTAINMENT

Μία νύχτα στο μουσείο (μαζί της)

Μία συντάκτρια σου προτείνει να της προετείνεις ένα εναλλακτικό και κυρίως ανέξοδο ραντεβού.

Μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων -μεταξύ των και εγώ- πιστεύει ότι οι ατάκες ενός παιδιού δεν συγκρίνονται με τις αντίστοιχες κανενός άλλου. Ακόμη και αν αυτός ο Άλλος λέγεται Πλάτωνας. Ή Αριστοτέλης. Ή Φρόιντ.

Ο λόγος είναι απλός και βρίσκεται στο απροσδόκητο. Το απρόβλεπτο αν θέλεις. Ένα παιδί μιλά όταν θέλει να μιλήσει και όχι όταν πρέπει. Αυθόρμητα και άθελά του λοιπόν, μπορεί να σου πει το πιο βαρυσήμαντο, το πιο απίστευτα λογικά ορθό πράγμα.

Όσοι έχουν παιδιά ή μικρότερα αδέρφια-ανήψια-κάποιον που να πηγαίνει ακόμα δημοτικό τέλος πάντων, είμαι σίγουρη ότι το σκηνικό που περιέγραψα τους είναι τουλάχιστον γνώριμο. Όλος αυτός ο μεγάλος και φλύαρος –μπαρντόν- πρόλογος ωστόσο δεν έγινε γιατί θέλω να πλέξω το εγκώμιο στους πιτσιρικάδες και να εξυμνήσω τα –για την ώρα- άγραφα δικά τους Άπαντα (όποιος αναλάβει την ευθύνη να τα γράψει υπόσχομαι να διαβάσω το πόνημά του απνευστί ανεξαρτήτως μεγέθους).

 

Αποφάσισα να γράψω αυτό το κείμενο έπειτα από μία –ακόμη- ατάκα του αδερφού μου (11 χρονών) που άκουσα πριν από μερικούς μήνες όντας μαζί του στο σινεμά.

Για να σε βάλω λίγο στο κλίμα…

Είμαστε στον κινηματογράφο. Εγώ και εκείνος. Του έχω πάρει νάτσος με τυρί «μου έχει πάρει» ζελίνια (ναι έτσι τα λέω τα ζαχαρωτά, δεν είναι της παρούσης να το αναλύσουμε αυτό). Στην Μεγάλη Οθόνη προβάλλεται ένα κοινωνικό μήνυμα-διαφήμιση (για να είμαι ειλικρινής δεν θυμάμαι) το οποίο κλείνει με την εξής ατάκα: «Δεν βαρεθήκατε να βλέπετε μόνο κακές ειδήσεις;». Εγώ το βρίσκω ψιλομάπα. Ο Δημήτρης (ο αδερφός μου) πάλι όχι.

Αλήθεια πότε σταματήσαμε να ασχολούμαστε με τις καλές ειδήσεις. Να τις ψάχνουμε. Να θέλουμε να τις βγάλουμε προς τα έξω. Ειλικρινά δεν γνωρίζω. Ίσως το δράμα να έχει πιο πολύ ενδιαφέρον. Ίσως πάλι απλώς, να θέλει λιγότερο ψάξιμο. Όπως και να έχει με έβαλε σε σκέψεις. Ίσως μου δημιούργησε υποσυνείδητα και έναν μικρό ανταγωνισμό.

Η αλήθεια είναι ότι αν σκεφτούμε ότι το Χόμπιτ παιζόταν Χριστούγεννα στους κινηματογράφους, εντάξει παραδέχομαι ότι άργησα πολύ μέχρι να τη βρω. Ωστόσο, κοτζάμ ωδή για την παιδική σκέψη έγραψα παραπάνω. Είπαμε αυτοαναιρούμαι αλλά όχι και έτσι. Σιγά μην τα έβαζα μαζί της.

Το θέμα είναι ότι τη βρήκα. Και κυρίως, το θέμα είναι ότι σε αφορά. Και εσένα και το κορίτσι-κοπέλα-γυναίκα σου (όχι άλλες ταμπέλες βρε παιδιά).

Στην παραθέτω λοιπόν…

 

Μάλιστα παραδέχομαι ότι εγώ προσωπικά δεν το γνώριζα, όπως διάβασα, πρόκειται για τη δεύτερη χρονιά που το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» προσφέρει τη δυνατότητα δωρεάν εισόδου, κάθε Πέμπτη, στα κεντρικά κτίρια και παραρτήματα του Μουσείου Μπενάκη, στις μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις του.

Για να σε προλάβω ή μάλλον για να προλάβω όλους αυτούς που θα σπεύσουν να την υποβιβάσουν σε μία βλακεία ή να πουν αυτό το «εδώ δεν έχουμε να φάμε ποιος ασχολείται με δωρεάν εισόδους στα μουσεία» θα ήθελα να πω ότι σε αυτό το μίζερο loop δεν θα μπω. Ούτε θα μπω στη διαδικασία να υποστηρίξω την Τέχνη ή να μιλήσω για πνευματική τροφή γιατί την Βίκυ Φλέσσα δεν την κάνω καλά (αυτή μου ήρθε πρώτη στο μυαλό ειλικρινά δεν ξέρω γιατί).

Ωστόσο, το διαφορετικό είναι πάντα αυτό που μας έλκει πιο πολύ. Που μας κάνει να χαμογελάμε λίγο περισσότερο. Ή μάλλον λίγο πιο απρόσμενα.

 «Μα δεν είμαι τύπος του Μουσείου» ίσως μου πεις. Εντάξει δεν σε υποχρεώνει κάποιος να κάνεις διάλεξη. Να μιλήσεις για τα αριστουργήματα του Τουλούζ Λωτρέκ ή τι έπαθες την πρώτη φορά που είδες έργο του Εγγονόπουλου. Είναι σαν να μου λες ότι πάτε μαζί στο θέατρο να δείτε τον Πλατόνοφ θα της αναφέρεις χρονολογικά όλα τα έργα του Τσέχωφ. Στέκει τώρα αυτό;

Ο Εγγονόπουλος που λέγαμε…

 

Αυτό είναι το θέμα. (και κάπου μέσα στην παρένθεση «χώνεται» και το γεγονός ότι όλο αυτό θα το έχεις κάνει χωρίς να χαλάσεις cent).