ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος γύρισε ένα διαφορετικό ντοκιμαντέρ για το καλοκαίρι στο χωριό

Στα Τέρματα του Αυγούστου, ο σκηνοθέτης επιστρέφει στο χωριό του, το Αρματολικό της νότιας Πίνδου και με αφορμή ένα αυτοσχέδιο τουρνουά ποδοσφαίρου μιλά για το πώς η επιστροφή στους τόπους καταγωγής μπορεί να μας κάνει να βρούμε το νόημα της ζωής μας.

Δεν έχω χωριό. Ο πατέρας μου είναι Αθηναίος. Η μητέρα μου γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Χανιά της Κρήτης, όπου πηγαίναμε τα καλοκαίρια μέχρι την αρχή της παιδικής μου ηλικίας -δεν θυμάμαι πολλά, ήμουν πολύ μικρή- και μετά, δεν ξαναπατήσαμε ποτέ. 

Το χωριό μου ήταν πάντα το εξοχικό στη Νέα Μάκρη. Ο από κάτω δρόμος από το σπίτι μας μεταμορφωνόταν για όσο μέναμε εκεί, κάθε Πάσχα και καλοκαίρι, σε ένα αυτοσχέδιο γήπεδο ποδοσφαίρου – ναι, εκείνες τις εποχές που τα παιδιά έπαιζαν ακόμα έξω στους δρόμους. Κάθε μέρα διοργανώναμε το δικό μας τουρνουά, που διαρκούσε από το πρωί μέχρι το βράδυ· μέχρι να μας φωνάξουν οι γονείς να γυρίσουμε επιτέλους σπίτι, νύχτωσε, να φάμε – δεν υπήρχαν κινητά, μόνο δυνατή φωνή. 

Ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος, από την άλλη, έχει χωριό και κάπως έτσι, επέστρεψαν στο μυαλό μου οι παραπάνω αναμνήσεις· μέσα από τη συζήτησή μας με αφορμή το ντοκιμαντέρ που γύρισε και ξεκίνησε από την Πέμπτη 23/10, να προβάλλεται στον κινηματογράφο Δαναό σε διανομή του CineDoc, μετά το ταξίδι του σε Θεσσαλονίκη, Τρίκαλα και Λάρισα (θα προβληθεί για μία ημέρα, στις 25/10, στον Βόλο). 

Τα Τέρματα του Αυγούστου είναι ένα καλειδοσκόπιο γεγονότων, συμβάντων και στιγμών από την καθημερινότητα του Αρματολικού, ενός ορεινού χωριού στην Πίνδο, κατά τη διάρκεια ενός αυτοσχέδιου τουρνουά ποδοσφαίρου, που πραγματοποιείται εκεί από τα 80s μέχρι σήμερα, κάθε Αύγουστο. Αυτό ήταν και το ιδανικό αφηγηματικό όχημα για να αποκαλύψει ο σκηνοθέτης και καθηγητής στο Τμήμα Κινηματογράφου, στη Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ., τις ιστορίες των κατοίκων, τη δυναμική της περιοχής, την εμπειρία του καλοκαιριού στο χωριό μα κυρίως για να μιλήσει για το πώς η επιστροφή στους τόπους καταγωγής, μπορεί να μας κάνει πιο ειλικρινείς και συνδεδεμένους με την ουσία μας.

Ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος έχει σκηνοθετήσει ντοκιμαντέρ, σειρές, μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, ενώ δουλειές του έχουν βραβευτεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Σας λέω Αρματολικό και ποια είναι η πρώτη εικόνα που σας έρχεται στο μυαλό; 

Το ποτάμι. Πάντοτε ο μυθικός Αχελώος ή Ασπροπόταμος. Επιμένει, παρά τις πληγές του, να έχει πεντακάθαρα νερά και άγριες πέστροφες. Στα νερά του, έμαθα να κολυμπάω ως παιδί και στις όχθες του, ξημεροβραδιαζόμουν παίζοντας.

Μιλήστε μου για το Αρματολικό, άγνωστο σε μένα, ίσως και σε πολλούς άλλους.

Το Αρματολικό είναι ένα πανέμορφο χωριό της νότιας Πίνδου, χτισμένο στα ορεινά του νομού Τρικάλων, δίπλα στον ποταμό Αχελώο και κοντά στα σύνορα με την Άρτα και τα Γιάννενα. Είναι ένας τόπος τραχύς, ο οποίος, όπως όλα σχεδόν τα χωριά της ορεινής μας πατρίδας, ζει σε δύο ταχύτητες: τον χειμώνα συρρικνώνεται δραματικά, καθώς η έλλειψη βασικών υποδομών αναγκάζει τους περισσότερους κατοίκους, ειδικά τους νεότερους, να ζουν στις πόλεις, ενώ το καλοκαίρι, ειδικά τον Αύγουστο, μεταμορφώνεται. Είναι η εποχή της επιστροφής, είναι η εποχή του «καλοκαιριού στο χωριό».

Για τι συρρίκνωση μιλάμε τον χειμώνα;

Αρκεί να σου πω ότι ερημώνει και απομένουν οι μόνιμοι κάτοικοι, που δεν ξεπερνούν τα 15 με 20 άτομα. Η πλειονότητα των κατοίκων έχει επιστρέψει στις πόλεις (κυρίως Τρίκαλα και Αθήνα) και έχουν μείνει πίσω λιγοστοί άνθρωποι, ηλικιωμένοι ως επί το πλείστον.

Επίσης, όπως φαντάζεσαι, η απουσία βασικών υποδομών και ιατρικής φροντίδας καθιστά τη ζωή εξαιρετικά δύσκολη.

Έχετε ζήσει εκεί; Εννοώ μόνιμα. 

Γεννήθηκα εκεί και έζησα μέχρι την ηλικία των έξι ετών. Το Αρματολικό είναι ο τόπος καταγωγής μου. Μέχρι την εφηβεία, περνούσα εκεί όλα τα καλοκαίρια μου, γεγονός που καθόρισε βαθιά τη σχέση μου με τη φύση και τον αγροτοποιμενικό πολιτισμό. 

Δεν έζησα μόνιμα ως ενήλικας, αλλά η περιοχή παραμένει σταθερό σημείο αναφοράς και έμπνευσης· ένας τόπος στον οποίο επιστρέφω διαρκώς με τη δουλειά μου.

Η τελευταία είναι Τα Τέρματα του Αυγούστου. Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το ντοκιμαντέρ; 

Προέκυψε από την ανάγκη να αποτυπώσω την εμπειρία του «καλοκαιριού στο χωριό» – την ετήσια, σχεδόν τελετουργική, επιστροφή.

Το αυτοσχέδιο τουρνουά ποδοσφαίρου ήταν το ιδανικό αφηγηματικό όχημα. Είναι ένα γεγονός που συμπυκνώνει τη συλλογική ταυτότητα, την προσμονή, την ένταση και την αίσθηση του ανήκειν, δίνοντας ζωή σε όλη την κοινότητα. Μέσα από το παιχνίδι, αποκαλύπτονται οι προσωπικές ιστορίες και η δυναμική της περιοχής.

Πόσα χρόνια διοργανώνεται το τουρνουά;

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Πολλοί από τους θεατές υπήρξαν παίκτες και τώρα, βλέπουν τα παιδιά τους να συμμετέχουν.  

Φαντάζομαι ότι δεν είναι για τους ντόπιους απλώς ένα παιχνίδι. 

Ακριβώς. Είναι ένα γεγονός, μία εκδήλωση που δηλώνει την παρουσία του χωριού στο παρόν. Είναι ένας τρόπος να συναντηθούν οι άνθρωποι, να δηλώσουν την καταγωγή τους και να νιώσουν ότι εκπροσωπούν κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό τους.

Πόσο καιρό διήρκησαν τα γυρίσματα;

Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν κυρίως κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και του Αυγούστου, ωστόσο ένα ντοκιμαντέρ σαν αυτό συχνά απαιτεί και επιπλέον επισκέψεις ή γυρίσματα σε διαφορετικές περιόδους για να αποτυπωθούν οι αντιθέσεις (για παράδειγμα, η σεκάνς του χωριού τον χειμώνα). 

Γενικά, ο χρόνος που αφιερώθηκε για την αποτύπωση της ζωής του χωριού ήταν εκτεταμένος και κράτησε σχεδόν δύο χρόνια.

Υπάρχει κάποια δυνατή ανάμνηση από το διάστημα των γυρισμάτων;

Η συλλογική υποστήριξη και η απρόσμενη ευκολία με την οποία οι συγχωριανοί μου αποδέχθηκαν την κάμερα. Η προσωπική σχέση και η καταγωγή από το Αρματολικό έλυσε το βασικό πρόβλημα του ντοκιμαντέρ: τη δημιουργία σχέσης εμπιστοσύνης. Η εγγύτητα επέτρεψε στους κατοίκους να είναι ειλικρινείς και να συμπεριφέρονται φυσικά, κάνοντας την παρουσία της κάμερας αόρατη. Η εμπιστοσύνη που ένιωσαν στο πρόσωπό μου ήταν συγκινητική και θα μου μείνει αξέχαστη.

Αν έπρεπε να διαλέξετε τα λόγια που σας είπε ένας κάτοικος, ποια και ποιανού θα ήταν;

Αναμφισβήτητα, είναι τα λόγια του 100χρονου μπαρμπα-Γιώργου που στέκεται πάνω από τον τάφο της γυναίκας του, η οποία πέθανε στα 97 της και τον οποίο φροντίζει καθημερινά. Δεν θα αποκαλύψω τι λέει, γιατί αξίζει να το δει κανείς για να κατανοήσει την πλήρη σημασία τους. Είναι πάντως συνταρακτικά.

Ποιο ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο που συναντήσατε;

Αφορά το τεχνικό κομμάτι. Η κάλυψη ενός ποδοσφαιρικού αγώνα απαιτεί εξειδικευμένο και ακριβό εξοπλισμό που εμείς δεν διαθέταμε. Παρ’ όλα αυτά, βρήκαμε εφευρετικές λύσεις που νομίζω ότι λειτούργησαν.

Καταλαβαίνω ότι το Αρματολικό είναι, όπως όλα τα χωριά/νησιά/περιοχές που έχουν ξεφύγει του υπερτουρισμού, σαν να έχει μείνει στο χθες· σε ένα χθες που δεν υπάρχει πια ή που τέλος πάντων, το συναντάμε σπάνια. Η ζωή εκεί μοιάζει τόσο έξω από την καταιγιστική δική μας καθημερινότητα στην πόλη· μοιάζει σαν μία πόρτα εξόδου από αυτό που ζούμε. Από την άλλη, αυτό συνεπάγεται και τις δυσκολίες της ζωής στην επαρχία.

Ακριβώς. Το χωριό λειτουργεί ως ένας «καθρέφτης» και μια «πόρτα εξόδου». Αντανακλά μια παλαιότερη, πιο γήινη πραγματικότητα, όπου οι ρυθμοί ζωής είναι ανθρώπινοι και οι διαπροσωπικές σχέσεις ισχυρές. Αυτό προσφέρει στον θεατή μια καθαρτική εμπειρία. 

Ωστόσο, όπως επισημαίνεις, έχει τεράστιες δυσκολίες: την έλλειψη υποδομών, την απομόνωση και τον κίνδυνο της ερήμωσης. Η ταινία φωτίζει και τις δύο όψεις: την τρυφερότητα της μνήμης και τη σκληρότητα της πραγματικότητας.

Θα το πάω αντιστρόφως: για ποια πράγματα δεν θέλετε να μιλήσετε με αυτό το ντοκιμαντέρ; 

Δεν θέλω να μιλήσω για πολιτικές αναλύσεις, για ξηρά στατιστικά στοιχεία ερήμωσης ή για την αγωνία με όρους καθαρά «καθήκοντος» ή ρεπορτάζ. Θέλω να φωτίσω το βίωμα, το θυμικό, τη δύναμη της συλλογικής μνήμης και την αντανάκλαση της ζωής πάνω στην απώλεια. Όπως επίσης, την ιδέα ότι τίποτα δεν έχει χαθεί οριστικά και ότι η επιστροφή στους τόπους καταγωγής μπορεί να μας κάνει πιο ειλικρινείς και πιο συνδεδεμένους με την ουσία μας.

***

Τα Τέρματα του Αυγούστου

Σενάριο-σκηνοθεσία: Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος

Διεύθυνση Φωτογραφίας-Μοντάζ: Γιώργος Φλέγγας

Κάμερα: Γιώργος Φλέγγας, Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος

Μουσική: Θοδωρής Παπαδημητρίου

Μίξη Ήχου: Χρήστος Γούσιος, Ενες Αχμέτ Κεχαγιά

Γραφιστικός Σχεδιασμός: Κώστας Πολάτογλου 

Παραγωγή: KinoLab

Συμπαραγωγή: ΕΡΤ ΑΕ

Διανομή: CineDoc 

Info: Τα Τέρματα του Αυγούστου θα προβάλλονται μέχρι τις 6 Νοεμβρίου στον Δαναό και στις 8 και 9 του ίδιου μήνα θα προβληθούν στην Ταινιοθήκη.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.