ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Ο Jon Stewart και η σάτιρα όπως θα έπρεπε να είναι

Σατιρικός, καλλιτέχνης, ασεβής, ισοπεδωτικός, συχνά σαχλός ακόμα και κρυόκωλος, με ξεκάθαρες πολιτικές απόψεις και ούτε ίχνος αντικειμενικότητας. Δεν τον λένε Λάκη και δεν πρόκειται ποτέ να διεκδικήσει τον τίτλο του "νέου Αριστοφάνη".

Ασχέτως αν παραδίδει απλά μαθήματα σάτιρας εδώ και δεκαπέντε χρόνια, ο Jοn Stewart δεν χρειάζεται τέτοιους βαρύγδουπους επαίνους. Ούτε βραβεία χρειάζεται, κι ας έχει σαρώσει ό,τι κινείται. Στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται τίποτα απολύτως. Κυρίως επειδή δίνει την εντύπωση ότι δεν τον ενδιαφέρει. Κι αυτό, το γεγονός δηλαδή ότι παρά την τεράστια επιτυχία, ο Stewart παραμένει ένας τύπος απίστευτα και ανεπιτήδευτα cool, αποτελεί μάλλον το σημαντικότερο προσόν του!

 

Ποιος είναι

Για να ξεμπερδέψουμε με τα βασικά, ο Jon Stewart (το πλήρες όνομα του στα αγγλικά είναι Jonathan Stuart Leibowitz) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη τον Νοέμβριο του 1962 και μεγάλωσε στο Νιου Τζέρσεϊ. Παιδί χωρισμένων γονιών, με κακή σχέση με τον πατέρα του (για αυτό και δεν κράτησε το επίθετο του όταν έγινε γνωστός), αρκετά αθλητικός (έπαιζε ποδόσφαιρο στο γυμνάσιο) και συστηματικά αστείος, παρότι σπούδασε χημεία αποφάσισε νωρίς να ασχοληθεί με το stand up.

Το 1986 άρχισε την καριέρα του στα υπόγεια κλαμπ της Νέας Υόρκης και το 1989 μπήκε στη συγγραφική ομάδα του τηλεοπτικού σόου «Caroline’s comedy hour». H πρώτη του μεγάλη επιτυχία ήταν το «The Jon Stewart show” στο MTV, το οποίο κράτησε από το 1993 μέχρι το 1995. Ακολούθησαν  διάφορες δουλειές, η γέννηση μια καλής επαγγελματικής φιλίας με τον David Letterman και από το 1999 το «The Daily Show» στο Comedy Central. Εκεί αντικατέστησε τον Craig Kilborn και η απογείωση  υπήρξε άμεση. Με απλούς αριθμούς, τα νούμερα του σόου αυξήθηκαν την πρώτη σεζόν του Stewart κατά 400%.

Σήμερα, το «The Daily Show with Jon Stewart» (όπως ονομάζεται πλέον) μετράει 18 βραβεία ΕΜΜΥ και θεωρείται μια από τις πιο εμβληματικές εκπομπές της αμερικάνικης τηλεόρασης.

 

Η σάτιρα του Stewart

Η σάτιρα, λένε οι ειδικοί, δεν έχει όρια. Πιθανόν. Έχει όμως κανόνες. Ο Jon Stewart και η ομάδα του μοιάζουν να τους γνωρίζουν και να τους τιμούν όλους.

Πρώτον και κύριον, η σάτιρα οφείλει να είναι ενημερωμένη. Να γνωρίζει ακριβώς για ποιο πράγμα μιλάει, να έχει την κατάρτιση να το καταλάβει σε βάθος. Μονάχα έτσι μπορεί να το αποδομήσει. Ο Jon λοιπόν είναι ενημερωμένος όσο και ο καλύτερος anchorman. Για αυτό και μπορεί να χειριστεί με άνεση καλεσμένους όπως ο Barack Obama, ο βασιλιάς  της Ιορδανίας, ο Salman Rushdie ή ο Bruce Springsteen. Για αυτό επίσης το 2009  οι Αμερικανοί τον ψήφισαν ως τον πιο αξιόπιστο παρουσιαστή ειδήσεων της χώρας.

(Μικρή παρένθεση εδώ: Το συγκεκριμένο είναι κατά τη γνώμη μου, μαζί με τον άκρατο λαϊκισμό, το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής τηλεοπτικής σάτιρας. Οι περισσότεροι σατιρικοί παρουσιαστές της Ελλάδας, από τον Λαζόπουλο μέχρι τους «Ράδιο Αρβύλα», μου δίνουν την εντύπωση ότι ξέρουν πάνω – κάτω όσα και ο μέσος τηλεθεατής για τα πράγματα που σατιρίζουν. Και ότι οι γενικότερες γνώσεις τους κινούνται στα επίπεδα του μετρίου. Έτσι όμως  δεν κάνεις σάτιρα. Κάνεις χαβαλέ).

Η σάτιρα οφείλει επίσης να παίρνει θέση. Οι ίσες αποστάσεις αφορούν τους πολιτικούς και τους πολιτικάντηδες. Ο σατιρικός καλλιτέχνης πρέπει να παίρνει  θέση. Ο Jon Stewart έχει έρθει σε σφοδρή ρήξη με τους Ρεπουμπλικάνους, με το δίκτυο Fox, με το NBC και με πάρα πολλούς ακόμα επειδή ποτέ δεν προσπάθησε να το παίξει κάτι διαφορετικό από ότι είναι. Ένας δημοκρατικός που ψηφίζει Ομπάμα αλλά τον σατιρίζει κι εκείνον ανελέητα όταν βρει την αφορμή.

 

Η σάτιρα δεν χρειάζεται να είναι σοφιστικέ. Πρόκειται στο κάτω – κάτω για μια λαϊκή τέχνη που απευθύνεται σε όλους. Άρα ακόμα κι όταν γίνεται σαχλή και χοντροκομμένη (η σάτιρα του Stewart γίνεται που και που και από τα δυο) δικαιολογείται εφόσον έχει point. Άλλο πάντως το λαϊκό και άλλο το λαϊκίστικο. 

Η σάτιρα δεν πρέπει να παίρνει και πολύ στα σοβαρά τον εαυτό της. Ο Stewart δεν μιλάει σαν καθοδηγητής, δεν προσπαθεί να κατηχήσει κανένα, δεν θεωρεί ότι πρόκειται για τον γνήσιο εκφραστή του λαού, δεν κοντεύει να δακρύσει μπροστά στην κάμερα μόλις ακούσει έναν βασανισμένο πολίτη να λέει τα βάσανα του. Ο Stewart βρίσκεται εκεί για να επισημάνει τα χάλια των ΗΠΑ και να βγάλει γέλιο από αυτά. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.

Η σάτιρα σαφέστατα έχει εμμονές αλλά δεν είναι κομπλεξική. Ο Stewart δεν συμπαθεί διόλου τον παρουσιαστή του Fox Bill O’Reilly. Και με το «δεν συμπαθεί» εννοώ σιχαίνεται τον ίδιο και τη δουλειά όσο κι ένα τσουβάλι με κουράδες. Κι ωστόσο το 2012 δεν τράβηξε κανένα ζόρι να βρεθεί σε ντιμπέιτ απέναντι του. Και φυσικά να τον ξεσκίσει.

 

Η σάτιρα αποτελεί ομαδική δουλειά. Ο Stewart είχε πάντα εξαιρετικούς συνεργάτες. Τους οποίους  δεν χρησιμοποιεί ως γλάστρες ή ως χειροκροτητές. Τους βγάζει μπροστά και τους αναδεικνύει. Το καλοκαίρι, όταν ο ίδιος έλειπε για τα γυρίσματα της πρώτης ταινίας που έγραψε και σκηνοθέτησε (λέγεται «Rosewater» και αφορά έναν δημοσιογράφο που πέρασε τέσσερις μήνες στις φυλακές του Ιράν) , το «The Daily Show» πέρασε στα χέρια του σπουδαίου John Oliver. Κι αυτός έκανε τόσο καλή δουλειά  ώστε, με τις ευλογίες του μέντορα του, πήρε το δικό του σόου στο ΗΒΟ.

Από συνεργάτης στο «The Daily Show» άλλωστε ξεκίνησε και ο μοναδικός παρουσιαστής στη σημερινή αμερικάνικη τηλεόραση που κάνει ακόμα καλύτερη σάτιρα,  είναι πιο αστείος και πιο cool από τον Stewart: Ο Stephen Colbert.

Οι άλλοι λόγοι που κάνουν τον Stewart ξεχωριστό

Ο Stewart είναι  παντρεμένος 14 χρόνια, έχει δυο παιδιά, μια γάτα και δυο σκύλους. Έκανε πρόταση στη γυναίκα του μέσω ενός προσωποποιημένου σταυρόλεξου που έφτιαξε για αυτόν ο Γουίλ Σόρτζ, δημιουργός του σταυρόλεξου των NY Times.

Τον Οκτώβριο του 2010 διοργάνωσε τον «αγώνα για την αποκατάσταση της λογικής και/ή του φόβου» (rally to restore sanity and/or fear). Επρόκειτο για μια συγκέντρωση στην Ουάσινγκτον με στόχο να ακουστεί η φωνή της λογικής, πάνω από τις φωνές όλων των παράλογων και ακραίων δημοσιογράφων και πολιτικών που τρομοκρατούν την κοινή γνώμη. Μαζί του βρισκόταν και ο Stephen Colbert, παίζοντας τον συντηρητικό χαρακτήρα του σόου του, ο οποίος έδινε το δικό του αγώνα για να συνεχιστεί ο φόβος. Στην εκδήλωση πήγαν περισσότεροι από 200.000 άνθρωποι.

 

Έχει γράψει τρία βιβλία. Το πιο πρόσφατο, «Earth: Α Visitor Guide to the human race» εκδόθηκε το 2010 και έγινε αμέσως μπεστ σέλερ.

Έχει παρουσιάσει τα Grammy το 2001 και το 2002 και τα Όσκαρ το 2006 και το 2008. Ειδικά στα Όσκαρ του 2006 υπήρξε ένας από τους καλύτερους παρουσιαστές στην ιστορία του θεσμού.

Είναι φανατικός θαυμαστής και καλός φίλος του Bruce Springsteen.

Έχει πει τη φράση: «Αν δεν υπερασπίζεσαι τις αξίες σου όταν δοκιμάζονται, τότε δεν είναι αξίες, είναι χόμπι».

Και μόνο για αυτό, άξιζε το αφιέρωμα…