ΒΙΒΛΙΟ

«Ο ΛΕΞ κρεμάει τα ελαττώματά του στα μανταλάκια»

Στο βιβλίο «ΛΕΞ: Ένα αστέρι από τσιμέντο» 23 άνθρωποι από όλους τους χώρους, προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν το φαινόμενο ΛΕΞ, καταθέτοντας προσωπικές σκέψεις, συναισθήματα και ιστορίες για τον ράπερ.  Μιλήσαμε με τον εκδότη, Νίκο Βεργέτη, για αυτό το εγχείρημα που έχει ήδη γνωρίσει τεράστια ανταπόκριση.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΛΕΑΝΔΡΟΣ

203 λέξεις. Μόλις τόσες περιλαμβάνει το λήμμα της Wikipedia για να περιγράψει ποιος είναι ο 37χρονος Αλέξης Λαναράς, ο ράπερ από τη Θεσσαλονίκη γνωστός με το όνομα ΛΕΞ. Ένας ράπερ που γράφει στίχους για τσόγλανους, για την Ελλάδα, τη φτώχεια, το αμφίβολο αύριο, το αστικό τοπίο και το περιθώριο.

Κι οι στίχοι αυτοί, γέννησαν ένα αστέρι από τσιμέντο, που βλέπει τη μουσική του να ενώνει 10.000 κόσμο και να τους τραγουδάει απ’ έξω, όχι γιατί τους βρίσκει σέξι ή ποιητικούς, αλλά επειδή τους ζει τώρα και τους πιστεύει, τους νιώθει. Τώρα.

Μπορεί στη Wikipedia να αρκούν 203 λέξεις και στο ίντερνετ η αναζήτηση για τη ζωή και μερικές ατάκες του ΛΕΞ να οδηγεί σε ελάχιστα αποτελέσματα, όμως το φαινόμενο ΛΕΞ προσπαθεί να εξηγήσει και να αποκρυπτογραφήσει ένα βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κυψέλη.

16617261.jpg
PUBLIC.GR

ΛΕΞ: ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΑΠΟ ΤΣΙΜΕΝΤΟ

23 άνθρωποι από όλους τους χώρους, προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν το φαινόμενο ΛΕΞ, καταθέτοντας προσωπικές σκέψεις, συναισθήματα και ιστορίες για τον ράπερ.
13,50
ΑΓΟΡΑΣΕ ΤΟ

«Η αξία, ή πιο σωστά η γοητεία αυτού του βιβλίου, εκδοτικά μιλώντας, είναι ακριβώς αυτή: ένα βιβλίο που γράφτηκε στο τώρα για κάτι που συμβαίνει τώρα. Το αποτύπωμα μιας γενιάς την ώρα που συμβαίνει και όχι αναχρονιστικά. Για μενα, όσο βαρύ κι αν ακούγεται, είναι ένα βιβλίο-τεκμήριο που όταν διαβαστεί πολλά χρόνια αργότερα θα έχει να πει πράγματα για μία ολόκληρη γενιά. Με κείμενα που αντί να κουβαλούν τη σιγουριά μιας εκ των υστέρων γνώσης βράζουν μέσα στη γοητεία και την αμφιβολία της χρονικής συγκυρίας που γράφτηκαν», εξηγεί ο εκδότης, Νίκος Βεργέτης.

Ή όπως τα γράφει πιο απλά ο ΛΕΞ στο δικό του εισαγωγικό σημείωμα, ένα βιβλίο για έναν ράπερ στην Ελλάδα. Τόσο απλά. Όσο απλά έδωσε εικόνα σε αυτούς τους στίχους ο θρυλικός εικονογράφος Λέανδρος, ένας από τους σημαντικότερους underground Έλληνες δημιουργούς κόμιξ της γενιάς του, τον οποίο γνωρίσαμε μέσα από τις σελίδες της Βαβέλ, με κόμιξ όπως ο Παρίας και αργότερα με τη δυστοπική Χωματερή στις σελίδες του 9 της Ελευθεροτυπίας και σήμερα από την Εφημερίδα των Συντακτών.

Μέσα στο βιβλίο, 23 άνθρωποι από όλους τους χώρους, προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν το φαινόμενο ΛΕΞ, καταθέτοντας προσωπικές σκέψεις, συναισθήματα και ιστορίες για τον ράπερ. 

«Στην αρχή το όλο εγχείρημα έμοιαζε κάπως δύσκολο μιας και εμπλεκόντουσαν οι 23 άνθρωποι που έγραψαν τα κείμενα, ο Λέανδρος ο οποίος έκανε την όλη εικονογράφηση και ο ΛΕΞ. Τελικά, η όλη διαδικασία κατέληξε σε μία πανέμορφη ιστορία και γι’ αυτό ευθύνονται η γλυκύτητα, η προθυμία και ο ενθουσιασμός όλων αυτών των ανθρώπων που κλήθηκαν να συμμετάσχουν», θυμάται ο Νίκος Βεργέτης.

Έκοψε τον χρόνο και την κοινωνία στη μέση, σαν κορμί σε  χειρουργείο, το άνοιξε και εμείς κοιτάξαμε το εσωτερικό της. Ένα αστικό universe, μια ταινία με πρωταγωνιστή επιτέλους έναν από μας, έναν αντιστάρ Παναγιώτης Βασιλείου, συγγραφέας, σκηνοθέτης, ηθοποιός.

Όσο για μένα, είμαι εντάξει, μα ό,τι έχω δε φτάνει, η επιτυχία της αποτυχίας μ’ έχει τρελάνει, δεν ήμουν μάγκας ποτέ, καμιά φορά είμαι αλάνι, φυσάω τον καπνό στοχεύοντας το ταβάνι. Κουτσομπόλες διαχειρίστριες, ρουφιάνοι θυρωροί τρωκτικά μ’ ακουστικά ακούν τις συνομιλίες μας χαζεύουν οι εξωγήινοι μέσα από το κουτί κανένας ασφαλής μέσα στις πολυκατοικίες.

Ο πρώτος σόλο δίσκος του ΛΕΞ ήρθε το 2014, όμως η διαδρομή του στη μουσική πάει πίσω στο 1999 και τα Βόρεια Αστέρια, μαζί με τον Τζαμάλ, τον Μικρό Κλέφτη, τον Mondi και τον Ζήνωνα. Μετά, ακολουθούν τα Ανάποδα Καπέλα, ένα ντουέτο με τον Μικρό Κλέφτη, πριν την πρώτη δική του δισκογραφική δουλειά, Ταπεινοί και Πεινασμένοι, το 2014. Ένας σόλο δίσκος που δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι άλλαξε το ελληνικό χιπ χοπ. Στίχοι αληθινοί, στίχοι εύστοχοι, στίχοι βιωματικοί.

Τα λόγια του ΛΕΞ.  Παρατήρηση και ψυχολογία.  Eικόνες εσωτερικές και εξωτερικές που γίνονται αληθινές. Επειδή σε πείθει η χροιά της φωνής του και το γλυκό πρόσωπό του. Αυστηρή επίγνωση του τόπου και του χρόνου. Στη Θεσσαλονίκη και στο τώρα (ή λίγο πριν ή λίγο μετά). Ακόμα και ειδικά όταν στρέφει τα λόγια του στον καθρέφτη. Μιλάει για όλους εμάς που είμαστε τόσο διαφορετικοί μεταξύ μας. Εμείς που δεν γνωριζόμαστε, που μπορεί και να μισούμε ο ένας  τον άλλοΑλέξανδρος Βούλγαρης, σκηνοθέτης, μουσικός.

Πάντα μου έλεγε πως όλα είναι εντάξει «έχεις νεύρα», έλεγε, «θα σου περάσει» μα όσο μεγάλωνα κι ο κόσμος γκρεμιζόταν φοβόταν μην τρακάρω το κεφάλι σαν τον Μπόμπαν.

Ο ΛΕΞ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, μεγάλωσε στην περιοχή Φάληρο και όπως είναι φυσιολογικό για έναν πιτσιρικά που ζει στη συμπρωτεύουσα των 90s, άκουγε τα ροκ συγκροτήματα της πόλης του, Τρύπες και Ξύλινα Σπαθιά. Μια μέρα, ενώ έκανε σκέιτ, είδε γραμμένη σε έναν τοίχο τη λέξη ραπ. Δεν ήξερε καν ότι πρόκειται για μουσική.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στην ελληνική έκδοση του Rolling Stone, αποκάλυψε πως άρχισε με κασέτες ξένων καλλιτεχνών, χωρίς να καταλαβαίνει καν τους στίχους, έτσι για την αλητεία. Κατανόησε ουσιαστικά τη ραπ το 96 χάρη στους Terror X Crew. Η πρώτη ραπ συναυλία που πήγε ήταν τα Ημισκούμπρια και είχε ήδη καταλάβει ότι όλα αυτά που ζει και έχει μέσα του, μπορεί να τα εκφράζει μέσα από τους στίχους που ο ίδιος θα γράφει.

 

Από τον μουσικό Σεραφείμ Γιαννακόπουλο προέρχεται το αγαπημένο απόσπασμα του Νίκου Βεργέτη:

Μια από τις πρώτες εικόνες που χάραξε, τουλάχιστον τα αγόρια αυτής της γενιάς, ήταν εκείνη του Μπόμπαν Γιάνκοβιτς να κείτεται, αιμόφυρτος και ανήμπορος να κινηθεί, κάτω από την μπασκέτα του αντιπάλου. Η εικόνα δεν μας ταρακούνησε μόνο και μόνο επειδή ήταν σε απευθείας, αφιλτράριστη μετάδοση, αλλά και επειδή περιείχε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που έμελλε να βασανίζουν αρκετούς από μας για την υπόλοιπη ζωή μας. Έναν μοναχικό λύκο μιας κατά πολύ φτωχότερης ομάδας να «κουβαλάει» τους συμπαίκτες του προς το όνειρο, να πλησιάζει μια ανάσα μακριά από αυτό και τα πάντα να καταρρέουν μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. Σε ένα ανύπαρκτο επιθετικό, 5ο φάουλ εις βάρος του ηγέτη της ομάδας των ονειροπόλων…

Μια γενναία γουλιά πικρό γάλα από το μπιμπερό της υπό ανέγερση κοινωνίας. Μια ωδή στην αυτοκαταστροφή και τη ματαιότητα. Μια σελίδα σκισμένη από το μπασκετικό ημερολόγιο του Ντοστογιέφσκι. Ο δικός μας βετεράνος ανάπηρος πολέμου «Γεννημένος την 28η Απριλίου». Θα διαβάσετε πολλές φορές να αποκαλούν τον ΛΕΞ έναν ποιητή του περιθωρίου. Κι όμως, ο ΛΕΞ ούτε ζει, ούτε γράφει για το περιθώριο. Γράφει για όσα συμβαίνουν γύρω του, για όσα βιώνει ένας μέσος 20άρης και 30άρης στη σημερινή Ελλάδα. Κι αν ο μέσος Έλληνας ζει στο περιθώριο, αυτό σίγουρα δεν είναι πρόβλημα του ΛΕΞ.

Έχω ένα αστέρι από τσιμέντο και το ακολουθάω σε βρεγμένα πεζοδρόμια νευρικά περπατάω στην πιο ψηλή ταράτσα ανεβαίνω και ρωτάω ποιος πήρε το χαμόγελο απ’ αυτούς που αγαπάω;

«Υπάρχουν δύο κατηγορίες στο χώρο. Αυτοί που ραπάρουν επειδή είναι ράπερς κι αυτοί που επειδή ραπάρουν, είναι ράπερς. Εγώ θέλω να πιστεύω ότι ανήκω στη δεύτερη κατηγορία. Κρατάμε το στιλ και την αισθητική του αμερικάνικου ραπ, που είναι αυτό που ακούσαμε πρώτα και το προσαρμόζουμε στη δική μας πραγματικότητα. Ραπάρω για τα δικά μας παιδιά, γι’ αυτούς που έχουμε κάποια πράγματα που μας ενώνουν κι ας μην τους ξέρω προσωπικά, έχουμε κοινό κώδικα», λέει ο ίδιος ο ΛΕΞ, στο κατατοπιστικό ντοκιμαντέρ Kάθε Mέρα (2017) του ανθρωπολόγου Σπύρου Γερούση, ενός εκ των 23 συγγραφέων των κειμένων του βιβλίου.

«Για μένα δεν κάνω ποίηση, κάνω αντί-ποίηση, το ραπ είναι αντί, εναντίον, οπότε κι οι ήρωες που χρησιμοποιούμε είναι αντι-ήρωες».

Ο ΛΕΞ στέκεται απέναντι στην αστυνομία και την κοιτάει με τα μάτια του ντελιβερά, του πιτσιρικά που τον σταματάνε για έλεγχο, του μετανάστη, της μικρής που της πετάνε βρομόλογα από τις κλούβες. «Από δίπλα έχω έναν μπάτσο που όλο στραβοκοιτάει τον μετανάστη  απ’ τον πέμπτο κι ας του χαμογελάει». Η μάχη δεν σταματάει ποτέ, ο θάνατός σου η ζωή μου, μάχη επιβίωσης. «Είμαι απ’ τις περιοχές που κάνουνε προσευχές να πέσουνε οι ΔΙ.ΑΣ από τις μηχανές». Και η συλλογική μνήμη παρούσα διαρκώς, οι μνήμες του Δεκέμβρη του ’08, η μνήμη της ανώνυμης καθημερινής αυθαιρεσίας: «δυο Ζήτα που διασχίζουν την Ανθέων […] άμα τρέξω δε θα ρίξουνε με άσφαιρα»Κωστής Παπαϊωάννου, εκπαιδευτικός, συγγραφέας

Πώς να ζήσω αυτά που θέλω και να κάνω αυτά που πρέπει χωρίς μία στην τσέπη, σαν ήρωας του Ντοστογέφσκι; Ελπίζω κάποια ρίσκα να με βγάλουνε ψεύτη και να νιώθω πιο καλά όταν κοιτάω τον καθρέφτη.

«Θέλαμε το δικαίωμα να αμφισβητούμε, θέλαμε να μην είμαστε πρόβατα κι αυτό που μας δώσανε είναι κάτι που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, νιώθουμε ότι ανήκουμε σε ένα στημένο παιχνίδι». 

Ο ΛΕΞ ζει πιο ωραία και γεμάτα από όλους τους χαρούμενους και  πιο απελπισμένα από όλους τους μίζερους. Όταν τελειώνει μια σειρά, ξέρει ότι δεν έκανε τίποτα. Έτσι αρχίζει να ζει μια άλλη σειρά. Πολλές  σειρές δεν τις βλέπει καν ως το τέλος, γιατί ένα τεράστιο ιστορικό  γεγονός τον διακόπτει. Ο ΛΕΞ ανήκει στη γενιά που της επέβαλαν να αμφιβάλλει. Στη γενιά που όλες οι ταινίες που έβλεπε τελείωναν με τουίστ Φοίβος Δεληβοριάς, τραγουδοποιός

«Χειρότερη κι από την πείνα, τη φτώχεια και τον θάνατο, είναι η αναξιοπρέπεια».

Να πεις στον χάρο πως εγώ θέλω να μείνω ας παν όλα σκατά, αρκεί εγώ να ’χω να φτύνω κι άμα φύγω ρώτησε τηνα πίσω δεν την αφήνω σαν τη Νάνσι και τον Σιντ μέσα στο βροχερό Λονδίνο.

203 λέξεις. Τόσες χρειάστηκε η Wikipedia για το βιογραφικό του ΛΕΞ. Το βιβλίο για τον ΛΕΞ πάλι, προσπαθεί σε μερικές χιλιάδες λέξεις, γραμμένες από 23 ανθρώπους, να σκιαγραφήσει το προφίλ ενός καλλιτέχνη που μέσα από τους στίχους του, μέσα από τις δικές του λέξεις, πιάνει τον παλμό της κοινωνίας του, πολύ καλύτερα από κόμματα, διαφημίσεις και όσους νομίζουν ότι ξέρουν τι συμβαίνει στον κόσμο γύρω τους.

«Ο ΛΕΞ στα Παυσίπονα λέει κάτι που μοιάζει απλό: «Εκθέτω τον εαυτό μου σε 10 εκατομμύρια». Και όταν λέει ότι εκτίθεται το εννοεί όσο δεν πάει. Όταν μία μερίδα «καλλιτεχνών» στο ερώτημα “Ποιά είναι τα μειονεκτήματά σου;” απαντά “Το μειονέκτημα μου είναι η αφοπλιστική μου ειλικρίνεια”, “η εργασιομανία μου”, “το ότι είμαι υπερβολικά αυστηρός με τον εαυτό μου, άρα και με τους άλλους” και ένα σώρο σχετικές ετοιματζίδικες απαντήσεις που αντλούνται μέσα από μία τεράστια δεξαμενή “βεβαιοτήτων”, την ίδια στιγμή ο ΛΕΞ κρεμάει τις αδυναμίες και τα ελαττώματά του στα μανταλάκια. Ε, είναι δυνατόν να μην ταυτιστείς με αυτόν τον τύπο;», αναρωτιέται ο Νίκος Βεργέτης.

Σημασία δεν έχουν όμως οι λέξεις που γράφονται για τον ΛΕΞ. Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα γραφτούν χιλιάδες ακόμα, με ή χωρίς τη συμμετοχή του ίδιου, σε μια προσπάθεια να αποκρυπτογραφήσουν το φαινόμενο. Ένα φαινόμενο που αποτυπώνεται άλλωστε και από την τεράστια απήχηση που έχει γνωρίσει το βιβλίο σε ελάχιστες μόλις εβδομάδες από την κυκλοφορία του.

«Μέχρι ένα βαθμό την περίμενα αυτή την ανταπόκριση. Αλλά σίγουρα δεν περίμενα όλο αυτό το μπάχαλο, μιας και δεν ήξερα αν οι νεότερες γενιές που τον ακολουθούν και τον γουστάρουν ακούγοντας τη μουσική του, θα έμπαιναν στη διαδικασία να αγοράσουν ένα βιβλίο. Τελικά το έκαναν. Και ίσως σε αυτό το σημείο έχει αξία να σταθώ σε κάτι: Μετά την κυκλοφορία του βιβλίου διάβασα αμέτρητα σχόλια από πιτσιρίκια που έγραφαν κάτι του τύπου “μαλάκα ποτέ δεν πίστευα ότι θα διαβάσω βιβλίο”, ή “τελικά το διάβασα και γούσταρα ακόμα και τα κείμενα”, ή “πωρώθηκα τόσο που αγόρασα και τα διηγήματα του τάδε συγγραφέα που έγραψε κείμενο για τον ΛΕΞ”.

Όταν ξεκινούσα τις Εκδόσεις Κυψέλη είχα γράψει ότι το “όραμά μας είναι να βγάλουμε τα βιβλία από τα ράφια και τα σαλόνια της διανόησης και να τα μετατρέψουμε σε ζωντανούς οργανισμούς”. Χαίρομαι που με όχημα τον ΛΕΞ το όραμα αυτό πήρε σάρκα και οστά», παραδέχεται ο Νίκος Βεργέτης.

Ακόμη μεγαλύτερη σημασία όμως, έχουν οι λέξεις που γράφτηκαν και θα γραφτούν από τον ίδιο τον ΛΕΞ. Γιατί σε αυτές και πίσω από αυτές τις λέξεις, θα βρεις την Ελλάδα των τελευταίων χρόνων.

Μέσα στην κυριαρχία μιας σκηνής βιντεοσκοπημένης παραμυθίας,  χρυσών αλυσίδων και πανάκριβων ρολογιών, ρούχων σχεδιαστών,  σπορ αυτοκινήτων, τζετ σκι και περιφρονητικού ανάμματος πούρων με πενηντάευρα, όπου όλοι οι άντρες θέλουν να πλουτίσουν γρήγορα, έχουν τατού στη μάπα και ΑΚ στην ντουλάπα, ενώ οι γυναίκες έχουν κύρια απασχόληση να κουνάν τον κώλο τους, δεν περισσεύει κανένας  ΛΕΞ. Είναι απαραίτητο να υπάρχουν και κάποιοι που να δείχνουν έμπρακτα ότι τα πράγματα γίνονται και αλλιώς, εντελώς από την  ανάποδη, προσωπικά και ειδικά. – Λέανδρος, εικονογράφος 

Ή όπως το έθεσε και πάλι ο Λέανδρος: «Η ομορφιά μάς έβγαλε τα μάτια, μα τώρα ξέρουμε τον δρόμο για το σπίτι».

Για το κλείσιμο, ο στίχος του ΛΕΞ που θα διάλεγε ο εκδότης Νίκος Βεργέτης, αν έπρεπε να επιλέξει μόλις έναν για να εκδώσει:

Ξέρω ποιος σε χτύπησε, μα δεν θα πω ποιος είναι

γιατί ορκίστηκα ποτέ να μην ξεχάσω με ποιους είμαι

Στις σελίδες του «Ένα Αστέρι από Τσιμέντο», γράφουν για τον ΛΕΞ οι:

Παναγιώτης Ι.Ε. Βασιλείου

Αλέξανδρος Βούλγαρης (The Boy)

Σπύρος Γερούσης

Σεραφείμ Γιαννακόπουλος

Δημητρής Γλυφός

Φοίβος Δεληβοριάς

Σεμίνα Διγενή

Α. Επίθετη

Νικολάκης Ζεγκίνογλου

Άκης Καπράνος

Λέανδρος

Νεφέλη Λιούτα

Moa Bones – Ιωάννα Μάργαρη

Φωκίων Μπρόγρης

Νατάσσα Μποφίλιου

Γιάννης Οικονομίδης

Σεμέλη Παπαβασιλείου

Κωστής Παπαϊωάννου

Μαρία Σαχπασίδη (Sophie lies)

Δημήτρης Τζάνογλος

Θωμάς Τσαλαπάτης

Ηλέκτρα Φακιολά