24Media Creative Team
ΣΙΝΕΜΑ

Οι 30 καλύτερες ταινίες της χρονιάς (ως τώρα)

Μπορεί οι υποψήφιοι για επερχόμενα βραβεία να αναμένονται αργότερα το 2025, κάποιες από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς όμως έχουν ήδη κυκλοφορήσει.

Σε ό,τι αφορά τον κινηματογράφο, η χρονιά είναι ακόμα νέα. Οι δε λίστες με τις καλύτερες ταινίες του πρώτου εξαμήνου θέτουν ένα σιωπηρό ερώτημα: Υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου εξαμήνου μίας κινηματογραφικής σεζόν;

Όλοι γνωρίζουμε πως οι σοβαροί υποψήφιοι για τα επερχόμενα βραβεία αρχίζουν να εμφανίζονται στις αρχές του φθινοπώρου, περίπου την εποχή των κινηματογραφικών φεστιβάλ της Βενετίας, του Τορόντο και του Telluride. Το δεύτερο εξάμηνο — στην πραγματικότητα το τελευταίο τρίτο — είναι γεμάτο με ταινίες που διεκδικούν βραβεία, και αυτό σημαίνει ότι προδιαγεγραμμένα περιλαμβάνει πολλές από τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές επιτυχίες της χρονιάς.

Αυτό, εξ ορισμού, φαίνεται να καθιστά το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς μία λιγότερο ισχυρή εκδοχή όσων θα ακολουθήσουν. Κάποιες από τις αγαπημένες μας ταινίες όμως συχνά ξεπηδούν από αυτή την περίοδο, σα λουλούδια έτοιμα να αντέξουν στον χρόνο.

Οι αγαπημένες μας ταινίες λοιπόν από το πρώτο εξάμηνο του έτους περιλαμβάνουν μία αιματηρή εκδοχή ενός παραμυθιού που γνωρίζουμε απ’ έξω, ένα μπλοκμπάστερ με μπλουζ και βρικόλακες, και μία ιστορία φαντασμάτων από τον Steven Soderbergh.

The Ugly Stepsister

Το Ugly Stepsister που κυκλοφορεί τώρα στις ελληνικές αίθουσες, ξαναγράφει τη Σταχτοπούτα ως body horror, εμπνεόμενο άμεσα από το παραμύθι των Αδελφών Grimm. Αυτή τη φορά πρωταγωνίστρια είναι η παραγκωνισμένη, πικρόχολη θετή αδερφή της.

Για το ντεμπούτο της που ξεχώρισε γρήγορα στο Φεστιβάλ Sundance και αργότερα στο Φεστιβάλ Βερολίνου, η Νορβηγίδα σεναριογράφος-σκηνοθέτρια Emilie Blichfeldt αναμειγνύει τα πιο βίαια στοιχεία του λαϊκού παραμυθιού με τη φαντασμαγορική λαχτάρα, για να δημιουργήσει μία εκδοχή για τη Σταχτοπούτα όπου η ομορφιά σημαίνει πόνος για κάποιες γυναίκες, αλλά η ζωή είναι πόνος για όλες.

Το Ugly Stepsister όμως δεν απλώς είναι πορνό βασανιστηρίων. Αν και η ευρηματική Blichfeldt δεν συγκρατείται καθόλου καθώς απομυθοποιεί τις αφελείς αντιλήψεις της ηρωίδας της για τον έρωτα, το κάνει όλο αυτό με ένα κλείσιμο του ματιού και ένα χαμόγελο, τόσο πονηρό όσο κάθε έτσι-πήγε-πραγματικά-ο-μύθος μεταφορά. Αντιπαραβάλλοντας το πώς αισθάνονται οι γυναικείοι χαρακτήρες της σε σχέση με τις προσδοκίες των ανδρών για αυτούς, η δημιουργός καθιστά σαφές ότι τα αδύνατα πρότυπα ομορφιάς είναι τα πιο άδικα από όλα, είτε στον πραγματικό κόσμο, είτε σε αυτό το διεστραμμένο φανταστικό βασίλειο.

Black Bag

Λέγεται συχνά πως κάθε δυνατή σχέση βασίζεται σε θεμέλια εμπιστοσύνης. Η εμπιστοσύνη όμως δεν είναι απαραίτητα το ίδιο με την αλήθεια. Ο γάμος είναι η υπόσχεση ότι θα επιλέγεις πάντα να είσαι ειλικρινής με τον σύντροφό σου, όχι η υπόσχεση ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ να του πεις ψέματα.

Οι κατάσκοποι στο Black Bag του Steven Soderbergh λοιπόν είναι σύζυγοι, ο George Woodhouse και η Kathryn St. Jean, που λένε ότι θα σκότωναν ο ένας για τον άλλον και θα αψηφούσαν διαταγές για να αλληλοπροστατευτούν. Θα το έκαναν όμως στ’ αλήθεια;

Αν και το υποστηρικτικό καστ του Black Bag είναι άψογο (Naomie Harris, Pierce Brosnan, Marisa Abela, Regé-Jean Page, Tom Burke), η ταινία είναι πραγματικά της Cate Blanchett και του Michael Fassbender. Μία περίπλοκα υφασμένη ιστορία σεξουαλικής διαμάχης και πολιτικών μηχανορραφιών, και μία ισχυρή υπενθύμιση ότι στην καρδιά κάθε δράματος, προσωπικού ή πολιτικού, υπάρχει η ανθρώπινη αδυναμία.

Sinners

Το Sinners έχει όλη την εικονογραφία των βαμπίρ που έχεις συνηθίσει να περιμένεις, καθώς όμως ο Ryan Coogler γράφει την ωδή του στην κουλτούρα των μπλουζ συνδέοντάς τη με τον τρόμο και εκτεταμένες ιστορικές παραδόσεις, η ταινία εξελίσσεται σε μία πολυσύνθετη ιστορία πολιτιστικής επιβίωσης, με υπόρρητο νόημα αυτό των μαύρων καλλιτεχνών που παλεύουν με νύχια και με δόντια να διατηρήσουν το πνεύμα τους και να αντισταθούν στην ομογενοποίηση.

Γυρισμένη σε φιλμ 65mm από τη διευθύντρια φωτογραφίας Autumn Durald Arkapaw, η υφή της ταινίας είναι πλούσια, ο φωτισμός της μελαγχολικός και οι λεπτομέρειες της εποχής σφυρηλατούν έναν κόσμο που μοιάζει στοιχειωτικά αυθεντικός και ονειρώδης ταυτόχρονα, ενώ το μοντάζ του Michael P. Shawver ισορροπεί ανάμεσα σε αιχμηρές αναλαμπές μακελειού αλλά και στιγμές χάριτος που διατηρούν τον τρόμο και τα αφηγηματικά τόξα των χαρακτήρων στο μυαλό του θεατή. Και τι να πεις για το σάουντρακ του οσκαρικού Ludwig Göransson; Δεν θα μιλούσαμε για την ίδια ταινία χωρίς αυτό.

Vermiglio

Το 1944 στο Vermiglio, ένα απομακρυσμένο ορεινό χωριό της Ιταλίας, η άφιξη του Pietro, ενός λιποτάκτη από τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, θα αλλάζει την πορεία της ζωής όλων όταν θα ερωτευτεί τη μεγαλύτερη κόρη του τοπικού δασκάλου. Είχε κερδίσει το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής μεταξύ άλλων βραβείων στο Φεστιβάλ Βενετίας και ήταν η επίσημη υποβολή της Ιταλία για τα φετινά Όσκαρ.

Το Vermiglio που σφύζει από σκληρά, αγωνιώδη συναισθήματα, χάρη εν μέρει και στα υπέροχα visuals που το είχαν καταστήσει την πιο όμορφη ίσως ταινία των περσινών παραγωγών, είχε κερδίσει επίσης το Βραβείο Σεναρίου στο περασμένο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας.

Oddity

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πού πηγαίνει το Oddity, και τα συστατικά του είναι βασικά και πατροπαράδοτα στον τρόμο – μία κατά βάση τοποθεσία, λίγοι χαρακτήρες, σοκαριστική κατά τόπους βία, εισβολή σε σπίτι, φαντάσματα, γκόθικ λαϊκή παράδοση – όμως ακόμα κι όταν βλέπεις το αμέσως επόμενο βήμα, δεν μπορείς να προβλέψεις τι θα συμβεί αμέσως μετά. Τα στοιχεία είναι οικεία αλλά συναρμολογούνται σε κάτι αξιοθαύμαστα πρωτότυπο.

Πάνω από όλα είναι μία Καθολικών φρονημάτων ιστορία – όπως συμβαίνει ενίοτε να είναι οι δουλειές Ιρλανδών σκηνοθετών τρόμου που έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια – που ενδιαφέρεται για την ηθική τιμωρία και τη βίαιη εκδίκηση. Εάν κάνω κάτι κακό, θα το πληρώσω; Θα είναι η τιμωρία μου ανάλογη της αμαρτίας; Θα αυτοκαταστραφώ προσπαθώντας να την αποφύγω; Και τι θα κερδίσω αν πάρω εκδίκηση;

Το αγκίστρι της αφήγησης εδώ δεν είναι τόσο το σοκ όσο το ρολόι μίας πολύπλοκης μηχανής, της οποίας τα κομμάτια λειτουργούν προς έναν μοναδικό, πάντοτε ατμοσφαιρικό σκοπό, ενισχυμένο από έναν αριστοτεχνικό ηχητικό σχεδιασμό και το μοντάζ που αφήνει όσα πρέπει στη φαντασία του κοινού. Και τα πρώτα 11 λεπτά του είναι σεμινάριο έντασης.

Caught by the Tides

Η ελεγειακή ταινία του Jia Zhang-ke περιστρέφεται γύρω από μια γυναίκα (Zhao Tao) που ταξιδεύει από το σπίτι της σε μια ξεθωριασμένη βιομηχανική πόλη, αναζητώντας έναν εξαφανισμένο πρώην φίλο της. Η ταινία ανατρέχει στην πρόσφατη ιστορία της Κίνας, αλλά και στη φιλμογραφία του Jia σχολιάζοντας θεματικές, γεωγραφικά χαρακτηριστικά, τεχνικές και δομικά στοιχεία, ενσωματώνοντας υλικό που γυρίστηκε σε διάφορα χρονικά διαστήματα από το 2001 έως το 2023.


Soundtrack to a Coup d’Etat

Το συναρπαστικό ντοκιμαντέρ του Johan Grimonprez χρησιμοποιεί τη δολοφονία του πρωθυπουργού της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό Patrice Lumumba για να εξιστορήσει την εμπλοκή της τζαζ στην πολιτική του Ψυχρού Πολέμου και της CIA στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Μαύροι μουσικοί της τζαζ, όπως ο Louis Armstrong, η Nina Simone, ο Duke Ellington και ο Dizzy Gillespie, αποστέλλονται για συναυλίες σε όλο τον κόσμο ως πρεσβευτές της αμερικανικής καλής θέλησης και ελευθερίας, αλλά στην πατρίδα τους ο διαχωρισμός εξακολουθεί να είναι νόμος.

Το ντοκιμαντέρ του Johan Grimonprez χρησιμοποιεί κάθε εργαλείο που προσφέρει ο κινηματογράφος, και είναι ρυθμικό, έχει ώθηση, ήχο και εικόνες που αντιπαρατίθενται μεταξύ τους για να προσδώσουν περισσότερο νόημα. Το αποτέλεσμα είναι θαυμάσιο. Είναι επίσης απαιτητικό ως μία πλήρης διατριβή στριμωγμένη σε ταινία μεγάλου μήκους, με παραπομπές και υποσημειώσεις που δεν σε αφήνεις να χαλαρώσεις. Το Soundtrack to a Coup d’Etat είναι μια οργισμένη και ελλειπτική ταινία, ένα κομμάτι αληθινής ιστορίας δομημένο σαν ιστός αράχνης και ποτισμένο με πραγματικό επείγοντα χαρακτήρα.

Presence

Στην εκδοχή ταινίας φαντασμάτων του Steven Soderbergh (διπλή παρουσία του στη λίστα!), το φάντασμα είναι προσιτό. Είναι η περιπλανώμενη οπτική της κάμερας που κάνει όλη τη διαφορά. Ο Soderbergh – ξανά και διευθυντής φωτογραφίας εδώ με το ψευδώνυμο Peter Andrews – επιλέγει να αφηγηθεί αυτή την ιστορία στοιχειωμένου σπιτιού εξ ολοκλήρου από την οπτική γωνία του στοιχειού. Γυρίζοντας σε μακρινές, ευρυγώνιες που κυμαίνονται από ηδονοβλεπτική νωχελικότητα έως το νευρικό άγχος, η κάμερα δεν είναι απλώς ένας χαρακτήρας της ιστορίας – είναι ο πρωταγωνιστής.

Είναι ένα μάτι ακριβείας που κινείται εντός της ιστορίας, γλιστρώντας μέσα το σπίτι και στους νέους κατοίκους του με μία εξωγήινη ολισθηρότητα ομαλότητα που αποδίδει τη διαφορετικότητα της οντότητας. Το φάντασμα προσλαμβάνει τις ανάγκες και τους φόβους των ενοίκων, αλλά αδυνατεί να επικοινωνήσει τις δικές του.

Οι ανατριχιαστικές στιγμές διατρέχουν ολόκληρο το Presence, αλλά τίποτα δεν οδηγεί σε αληθινό τρόμο. Μέχρι το τέλος έστω, όπου μία συνταρακτική έκπληξη μας θυμίζει την αναπόφευκτη αλήθεια για όλες τις ιστορίες φαντασμάτων – είναι όλες τους τραγωδίες, πάντα έχουν να κάνουν με την απώλεια, και πάντοτε προσπαθούν να μας υπενθυμίσουν να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τον χρόνο μας στον πλανήτη.

I’m Still Here

Ο Walter Salles (The Motorcycle Diaries) κάνει το πολιτικό δράμα προσωπικό σε αυτή την εύγλωττη ταινία που βασίζεται στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Paiva. Στο Ρίο του 1970, ο Rubens Paiva, ένας φιλελεύθερος πρώην βουλευτής και ακτιβιστής που αντιτίθεται στη στρατιωτική δικτατορία της χώρας, γίνεται ένας από τους πολλούς εξαφανισμένους όταν συλλαμβάνεται και η οικογένειά του δεν τον ξαναβλέπει ποτέ. Τα χρόνια γίνονται δεκαετίες, και η σύζυγός του, Eunice, ζει με τις συνέπειες μαζί με τα πέντε παιδιά τους.

Ο Salles μας εμβυθίζει στην ένταση και τον φόβο της απαγωγής, ενώ λίγες ταινίες δημιουργούν την ίδια στιγμή μία τόσο μοναδική απεικόνιση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων για όσους μένουν πίσω. Το I’m Still Here αποκαλύπτει με κομψότητα το πένθος και τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές πράξεις μπορούν να πατήσουν pause σε ζωές, καθώς μία οικογένεια μαθαίνει να κοιτάζει μπροστά χωρίς να χάνει το παρελθόν από τα μάτια της. Δεν παρουσιάζεται όμως ως μία απλή πολεμική για μία ιστορικοπολιτική κατάσταση, και αυτό είναι το μυστικό της παγκόσμιας απήχησής του. Είναι επίσης ένα συγκινητικό πορτρέτο για το πώς η πολιτική διαταράσσει και αναδιαμορφώνει την οικιακή σφαίρα και πώς η αλληλεγγύη, η κοινότητα και η αγάπη είναι ο μόνος βιώσιμος δρόμος για να ζήσουμε μέσα στην τραγωδία.

Flow

Από όλα τα μετα-αποκαλυπτικά τοπία που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, κανένα δεν είναι τόσο εκθαμβωτικά όμορφο και ειρηνικό όσο αυτό του Flow, ακόμα και όταν οι πιο ήσυχες στιγμές του φιλμ στιγματίζονται από υπαρξιακή απειλή. Έχει σασπένς, στοχασμό και πόνο, με έναν τρόπο που λίγες ταινίες προσπαθούν να έχουν, και ακόμα λιγότερες καταφέρνουν να έχουν.

Οι animators από το Βέλγιο και τη Γαλλία έκαναν θαύματα στο φετινό Όσκαρ Animation Μεγάλου Μήκους, με τα digital γραφικά των πανέμορφων φωτορεαλιστικών φόντων και τη ρευστή εικονική τους κάμερα να στροβιλίζεται και να περιστρέφεται για να ακολουθεί πλάσματα που φαίνονται σχεδιασμένα στο χέρι. Το Flow μπορεί να είναι ένα ψηφιακό κατασκεύασμα, είναι όμως επίσης ανοιχτό, ζωντανό, φτιαγμένο από τα στοιχεία. Μία ανάσα φρέσκου αέρα από κάθε άποψη.

Misericordia

Η συναρπαστική ταινία του Alain Guiraudie (Stranger by the Lake) είναι γεμάτη εκπλήξεις. Ξεκινά ως ένα δράμα για τον Jeremie, έναν νεαρό άνδρα που επιστρέφει στο μικρό χωριό του στην καταπράσινη γαλλική ύπαιθρο για μία κηδεία, και στη συνέχεια μετατρέπεται σε μία κωμική ματιά για την επιθυμία και ένα θρίλερ για την συγκάλυψη ενός φόνου. Όλες αυτές οι ανατροπές μεταφέρονται με δεξιοτεχνία. Μέσα από όλες τις ανατροπές και τις περιπέτειές της, επιβεβαιώνοντας πως ο Guiraudie είναι ο πιο οξυδερκής σκηνοθέτης που καταπιάνεται και φέρνει την ανδρική λαχτάρα και τις συνέπειές της πίσω στην οθόνη.

Το Misericordia (λατινική λέξη για την ευσπλαχνία) ήταν υποψήφιο για οκτώ βραβεία Cesar, το γαλλικό αντίστοιχο των Όσκαρ, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών καλύτερης ταινίας και καλύτερου σκηνοθέτη, η ανθρώπινη κωμωδία της όμως έχει αρέσει σε κοινά παντού.

Pavements

To πολυμήχανο, υβριδικό ντοκιμαντέρ του Alex Perry για τους Pavement, την εμβληματική indie μπάντα των ‘90s, αφορά τόσο την ιδέα των Pavement όσο και την ίδια τη μπάντα. Η ταινία ακολουθεί το συγκρότημα καθώς προετοιμάζεται για την sold-out περιοδεία της επανένωσής του το 2022 και περιλαμβάνει ένα μιούζικαλ που πήρε το όνομά του από το πρώτο τους άλμπουμ Slanted and Enchanted, μία ψεύτικη βιογραφική ταινία σε στιλ Bohemian Rhapsody με πρωταγωνιστές τους Joe Keery και Jason Schwartzman, μία έκθεση σε μουσείο που εν μέρει επιμελήθηκε ο Perry, γεμάτη ασήμαντα, κυρίως, αναμνηστικά, και ένα αληθινό ντοκιμαντέρ – όλα υπάρχουν για να εξυπηρετήσουν τον στόχο του Pavements, την απάντηση στην ερώτηση του Perry πίσω από το φιλμ: «Κι αν οι Pavement ήταν η σημαντικότερη μπάντα όλων των εποχών;».


The Phoenician Scheme

Λίγοι αφηγητές έχουν χρησιμοποιήσει το στοιχείο της οικογένειας με περισσότερο βίαιο ενθουσιασμό από τον Wes Anderson, του οποίου οι ταινίες συχνά ξεκινούν με — και στη συνέχεια επουλώνουν — το φαινομενικά θανάσιμο είδος πληγής που μόνο μία διαλυμένη, οικογενειακή σχέση μπορεί να αφήσει πίσω της, και μόνο μία προσεκτικά επιδιορθωμένη σχέση μπορεί να ελπίζει να θεραπεύσει. Υπό αυτή την έννοια και πολλές άλλες, το The Phoenician Scheme είναι η πιο ενθουσιωδώς βίαιη ταινία που έχει κάνει ο δημιουργός μέχρι τώρα.

Το αποτέλεσμα είναι ένα καλειδοσκόπιο εκκεντρικότητας με σκηνές υπαρξιακής σημασίας, καθώς μοιάζουν παράλληλα να λαμβάνουν χώρα σε παιδική χαρά. Ακόμη και στα πιο σκοτεινά της σημεία, η ταινία ξεδιπλώνεται με αίσθηση ριζοσπαστικής επιπολαιότητας. Ο καταιγισμός του σχεδιασμού της σε κάνει να επιθυμείς να μπορούσες να παγώσεις τα καρέ ώστε να εκτιμήσεις την ομορφιά και την ευφυΐα των λεπτομερειών της.

April

Η συνέχεια του αριστουργηματικού ντεμπούτου της Dea Kulumbegashvili, του Beginning από το 2020, είναι ακόμα πιο επιτυχημένη και τρομακτική. Ακολουθεί μία μαιευτήρα νοσοκομείου (η Ia Sukhitashvili ως Nina) της οποίας η καριέρα κινδυνεύει όταν μια σπάνια περίπτωση θνησιγένειας απειλεί να αποκαλύψει την παράνομη νυχτερινή της δουλειά ως γιατρός που πραγματοποιεί αμβλώσεις. Η ταινία ξεκινά με την εικόνα ενός ανώνυμου (αλλά εμφανώς γυναικείου) τέρατος που σέρνεται μέσα σε ένα κενό, καθώς η ασύγχρονη μουσική του Matthew Herbert κατακλύζει οθόνη και κοινό – από εκεί και πέρα το April θα γίνεται ολοένα και πιο συναρπαστικό, μία ταινία όπου η ζωή και ο θάνατος είναι συνυφασμένα στην ένταση κάθε στιγμής.

Hard Truths

Μετά τα δύο μεγάλης κλίμακας ιστορικά δράματα του 2014 και 2018, το Mr Turner και το Peterloo, το Hard Truths είναι μία επιστροφή στο κλασικό στυλ του Leigh. Αυτό που κατοικεί σε έναν σύγχρονο κόσμο, γυρισμένο από τον διευθυντή φωτογραφίας Dick Pope στο κρύο, καθαρό λονδρέζικο φως της ημέρας, με θλιβερές οικογενειακές σκηνές ως βινιέτες απογοήτευσης.

Το πιο σημαντικό είναι ότι επανασυνδέει τον Leigh με μία πανίσχυρη πρωταγωνίστρια, τη Marianne Jean-Baptiste, που έγινε γνωστή από την ηλεκτρισμένη ερμηνεία της στην ταινία του Μυστικά και Ψέματα το 1996. Εδώ οι δυο τους εστιάζουν στη σχέση μεταξύ κατάθλιψης και θυμού, καθώς αρνούνται ανελέητα στο κοινό την κάθαρση που ίσως λαχταρούσαμε.

Memoir of a Snail

Η Sarah Snook και ο Kodi Smit-McPhee χαρίζουν τις φωνές τους στην υποψήφια για Όσκαρ φιλόδοξη ταινία κινουμένων σχεδίων του Adam Elliott, μία γοητευτική, συγκινητική ιστορία για δύο ταραγμένα δίδυμα. Το Memoir of a Snail έχει μία δόση αθωότητας και μία προσιτότητα που το κάνει να μοιάζει κατάλληλο για όλη την οικογένεια, κρύβει όμως μία αλλόκοτη ένταση. Μέσα από τις προφανώς προσωπικές πινελιές της αφήγησης, υπάρχουν ειλικρινείς νύξεις ότι σε αυτή την ταινία κρύβεται, σε κοινή θέα, ένας πολύ πραγματικός ενήλικος θυμός και πόνος. Είναι μία βαθιά ανθρώπινη ιστορία για τον δύσκολο δρόμο προς την ευτυχία, με όλες τις οδυνηρές αλήθειες και τα λάθη που τον συνοδεύουν.

The Brutalist

Η λέξη «έπος» ακούγεται στον κινηματογράφο κάθε λίγους μήνες καθώς κοτσάρεται στα αγαπημένα φεστιβαλικά χιτ της εκάστοτε περιόδου, όμως πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να περιγράψει τόσο την αφηγηματική έκταση, όσο και την αισθητική τέχνη του The Brutalist;

Με επικεφαλής τον επί μακρόν συνεργάτη του σκηνοθέτη Brady Corbet, Lol Crawley, και γυρισμένο σε πλούσια 70mmm VistaVision, το Brutalist γίνεται ένα έργο μεγαλειώδες, που αποτυπώνει απτά την απαλότητα του πρωινού, σιγοβράζοντος φωτός μέσα από τις ρωγμές του σκυροδέματος, την ασφυκτική κλειστοφοβία των αχανών βιβλιοθηκών, την απελπιστική φύση της κίνησης για όσους δεν έχουν την πολυτέλεια της ακινησίας.

Ο Corbet, σταθερά ενδιαφερόμενος για την κυκλική σχέση τραύματος και πολιτισμού στον 20ό αιώνα, έχει φτιάξει ένα έργο με τόσο εκλεπτυσμένη αίσθηση ύφους και τόπου, που μοιάζει σαν να υπήρχε στον κόσμο πριν το σκεφτεί, ήσυχα θαμμένο κάπου, περιμένοντας να βρεθεί.

Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο

Οκτώ βραβεία Ίρις στην ψυχεδελική, κλειστοφοβική, άχρονη οιδιπόδεια κατασκευή του Γιάννη Βεσλεμέ – όλα δίκαια. Το παραμύθι τριών αγοριών που προσπαθούν να φέρουν πίσω στη ζωή τη μητέρα τους μέχρι που ο αποξενωμένος πατέρας τους εμφανίζεται και το πείραμα ξεφεύγει κάθε ελέγχου, κατοικεί μεταξύ άλλων κοντά στο σινεμά του Νίκου Νικολαΐδη και των Marc Caro/Jean-Pierre Jeunet, και αναστοχάζεται την απώλεια της ανέμελης νιότης ως πένθος, πλάι σε αυτό που μας συμβαίνει για τους αγαπημένους μας ανθρώπους. Το σινεμά του Βεσλεμέ μεγαλώνει.

To a Land Unknown

Η ιστορία του Mahdi Fleifel για τον εκτοπισμό και την απελπισία Παλαιστινίων προσφύγων που αναζητούν μία καλύτερη ζωή δημιουργεί ατμόσφαιρα αγωνίας και μελαγχολίας, ενώ περιβάλλει τις οξυδερκείς παρατηρήσεις του για τους ηθικούς συμβιβασμούς σε ένα σφιχτοδεμένο crime story που πήγε στραβά. Τα περισσότερα συγχαρητήρια πρέπει να αποδοθούν στους δύο ηθοποιούς, τον Mahmood Bakri και τον Aram Sabbah, που εγείρουν τεράστια συμπάθεια για χαρακτήρες που πολύ συχνά παίρνουν απελπισμένες αποφάσεις.

All Shall Be Well

Η Angie και η Pat είναι ζευγάρι στο Χονγκ Κονγκ, μαζί για πάνω από τέσσερις δεκαετίες. Μετά τον απροσδόκητο θάνατο της Pat, η Angie βρίσκεται στο έλεος της ευρύτερης οικογένειάς της καθώς αγωνίζεται να διατηρήσει τόσο την αξιοπρέπειά της όσο και το σπίτι που μοιράζονταν με τη σύντροφό της για πάνω από τριάντα χρόνια.

Η ταπείνωση του να είσαι σύζυγος κάποιας όσο είναι ζωντανή και απλώς φίλη μετά το θάνατό της είναι το θέμα αυτού του στοχευμένου, επιδέξιου δράματος που αφορά την ανισορροπία τάξεων και την ανεξέλεγκτη ομοφοβία. Το All Shall Be Well καταλήγει σε μία υπόκωφα συνταρακτική περιοχή.

28 Years Later

Το 28 Days Later είχε επηρεάσει ακόμη και την κινηματογράφηση τέτοιων ιστοριών. Γυρισμένο με βιντεοκάμερες που θα μπορούσες να είχες σπίτι σου, η ψηφιακή του μορφή προσέδωσε μία ωμή, σχεδόν ντοκιμαντερίστικη ποιότητα στα οπτικά στοιχεία. Η εμπειρία ήταν καθηλωτική, παρασύροντας το κοινό στο χάος. Αντίστοιχα επιδραστικό λοιπόν, όπως η ταινία που καθόρισε το υπο-είδος των ζόμπι για τα επόμενα 25 χρόνια από την κυκλοφορία του. Τι μπορούσε όμως να κάνει διαφορετικό; Να είναι ας πούμε, για αρχή, μία ταινία ενηλικίωσης.

Η ελπίδα στον πυρήνα της ταινίας είναι διάχυτη, μέσα από τις επιλογές των χαρακτήρων, μέσα από τις εμψυχωτικές επιλογές του μουσικού σκορ σε σημεία που θα μπορούσε να είχε επιλεγεί σκυθρωπότερη μουσική καταδίωξης, μέσα από τις επιλογές μίας αφήγησης που θέλει να θρηνήσει τον θάνατό γιορτάζοντάς τον ως αναπόσπαστο και αναπόφευκτο μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Αυτός και η γέννηση είναι οι μοναδικές συνθήκες που θα βιώσουμε όλοι μας, χωρίς εξαίρεση.

Oh Canada

Ο Paul Schrader βασίζει ξανά ταινία του σε βιβλίο του φίλου του Russell Banks – η πρώτη ήταν το Affliction του 1998 – και επανενώνεται με τον Richard Gere πάνω από σαράντα χρόνια μετά το American Gigolo. Ο Gere δίνει εδώ μία από τις καλύτερες ερμηνείες του ως Leonard Fife, έναν σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ που εγκατέλειψε τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ για να εγκατασταθεί στον Καναδά. Προς το τέλος της ζωής του, δίνει συνέντευξη σε μία ομάδα ντοκιμαντέρ με επικεφαλής έναν πρώην μαθητή του, και χρειάζεται τη σύζυγό του (Uma Thurman) να ακούσει όλα όσα έχει να βγάλει από το στήθος του.

Υπάρχουν πολλά να αγαπήσεις εδώ, ιδιαίτερα την ευάλωτη ερμηνεία του Gere και τον τρόπο με τον οποίο ο Schrader εκφράζει ανοιχτά τις ανησυχίες του για τη θνητότητα, τη μετάνοια και την καλλιτεχνική αυτοκριτική. Ο δημιουργός εγκαταλείπει με θάρρος την αφηγηματική σχολαστικότητα των πρόσφατων έργων του και το αποτέλεσμα είναι ένα ακανόνιστο αλλά ειλικρινά συγκινητικό αποτέλεσμα.

Grand Tour

Από τον Miguel Gomes, τον βραβευμένο σκηνοθέτη των Tabu και Arabian Nights, έρχεται μια παγκόσμια ιστορία αγάπης. Το Grand Tour που χάρισε στον Gomes το βραβείο Καλύτερου Σκηνοθέτη στο 77ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, συνδυάζει το μελόδραμα και τη screwball κωμωδία σε ένα παιχνίδι γάτας και ποντικιού μεταξύ εραστών. Το 1917, στην αποικιακή Βιρμανία, ο Edward, δημόσιος υπάλληλος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, εγκαταλείπει την ερωτευμένη αρραβωνιαστικιά του Molly την ημέρα που αυτή καταφθάνει για να παντρευτούν. Καθώς αυτός δραπετεύει σε μία απροσδόκητη οδύσσεια στην Ασία, εκείνη θα τον ακολουθήσει διασκεδάζοντας με τις κινήσεις του.

Ο Gomes συνδυάζει σκηνές μυθοπλασίας με σκηνές ντοκιμαντέρ, μερικές από αυτές σαφώς σύγχρονες, άλλες φαινομενικά πιο διαχρονικές. Η χρήση υποβλητικών εικόνων για να επικεντρωθεί η ταινία στην αφήγησή της σε ευρύτερο επίπεδο είναι αυτό που την κάνει ένα πανέμορφο, ελεύθερο κατασκεύασμα, που δεν σταματά ποτέ, σπανίως επιβραδύνει και πάντοτε φαίνεται να κατευθύνεται, ιλιγγιωδώς, σε τουλάχιστον δύο κατευθύνσεις. Είναι, επίσης, βροντωδώς ρομαντική.


September Says

Η Ariane Labed υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας της, μιας κινηματογραφικής διασκευής του γοτθικού μυθιστορήματος Sisters της Daisy Johnson (της νεαρότερης υποψήφιας για το λογοτεχνικό βραβείο Man Booker). Χτίζοντας μία ατμόσφαιρα μυστηρίου που στοιχειώνει τον θεατή, η ταινία αφηγείται την ιστορία δύο δεμένων αδελφών που έχουν δημιουργήσει τον δικό τους κόσμο, ένα συναρπαστικό και σκοτεινό σύμπαν.

Το φιλμ είναι ένα μείγμα Carrie και κλειστοφοβικού greek weird wave που αποτυπώνει την ευθραυστότητα της εφηβείας με ακρίβεια και οικειότητα, βρίσκει τη δύναμή περισσότερο στην ιμπρεσιονιστική δέσμευσή του να δείξει το θηλυκό γκροτέσκο, και φυσικά στην απομόνωση όπου οδηγούν οι αλληλεξαρτητικές σχέσεις. Το twist της ταινίας θα μείνει μέσα σου και σε κάνει να αναρωτιέσαι πώς και δεν το είχες αντιληφθεί από νωρίτερα.

Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού

Η καλύτερη ταινία που θα έχετε δει φέτος – ως τώρα – για έναν single πατέρα που οργανώνει οικογενειακές διακοπές με τα δίδυμα παιδιά του με το ιστιοπλοϊκό τους μέχρι που το φυλαγμένο μυστικό του καταφθάνει στον Πόρο και ανατρέπει τη ζωή τους, έχει βγει, φωτεινά και χειροποίητα, μέσα από τις παιδικές καλοκαιρινές σου αναμνήσεις. Είχε ανοίξει το παράλληλο τμήμα ACID του 77ου φεστιβάλ των Καννών και έφτασε στην Ελλάδα ως το πολλά υποσχόμενο σκηνοθετικό ντεμπούτο μεγάλου μήκους για τον Κωστή Χαραμουντάνη που έκανε και με το παραπάνω απόσβεση των προσδοκιών. Κωμωδία, δράμα, λυρικό σινεμά και vibes σε μοιρασμένες δόσεις, που μπορείς να ψηλαφίσεις, να μυρίσεις, να γευτείς. Και σίγουρα να θυμάσαι.

All We Imagine As Light

Τα νυχτερινά πλάνα των πολυσύχναστων δρόμων σε αυτό το εξαιρετικό, βραβευμένο στις Κάννες δράμα του γεννημένου στη Βομβάη σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ που έγινε σκηνοθέτης μυθοπλασίας Payal Kapadia δείχνουν τον ορίζοντα ως έναν λαμπερό αστερισμό από φώτα. Και πίσω από κάθε τρεμάμενο παράθυρο, μέσα σε κάθε φιδωτό τρένο του προαστιακού, υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος με τις δικές του μυριάδες ιστορίες. Είναι μια ιδέα που η Kapadia αναγνωρίζει με κομψή απλότητα στην αρχή της ταινίας, χρησιμοποιώντας τεχνικές ντοκιμαντέρ όπως είναι άλλωστε το υπόβαθρό της – ένα μοντάζ σκηνών από δρόμους και τις φωνές μεταναστών από όλη τη χώρα που έλκονται στην πόλη για δουλειά.

Με επίκεντρο δύο συγκάτοικους που εργάζονται μαζί σε ένα νοσοκομείο της πόλης, την προϊσταμένη νοσοκόμα Prabha και την πρόσφατα προσληφθείσα Anu, καθώς και τη συνάδελφό τους, τη μαγείρισσα Parvati, η ταινία εστιάζει σε στιγμές σύνδεσης και θλίψης, ελπίδας και απογοήτευσης. Μέσα από τον ενσυναισθητικό φακό της Kapadia συνειδητοποιούμε ότι αυτές οι γυναίκες, όπως και η πόλη που ποτέ δεν αισθάνεται εντελώς σα σπίτι για καμία από αυτές, εμπεριέχουν πολλαπλότητα. Στο δεύτερο μισό της ταινίας, όταν οι γυναίκες εγκαταλείπουν τη Βομβάη για να συνοδεύσουν την Parvati πίσω στο παραθαλάσσιο χωριό της, ο ουρανός ανασηκώνεται, ο αέρας καθαρίζει και η εικόνα αποκτά μία λυρική, ονειρική ποιότητα.

Nickel Boys

Βρέθηκε στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου στα φετινά Όσκαρ, αλλά δυστυχώς δεν είχε διανομή στις ελληνικές αίθουσες. Θα γίνει όμως διαθέσιμη σε άγνωστη, προς το παρόν, ημερομηνία στο ελληνικό Prime Video.

Το σκηνικό του Nickel Boys, της διασκευής του βραβευμένου με Πούλιτζερ μυθιστορήματος του Colson Whitehead, είναι ένα αναμορφωτήριο στην απομακρυσμένη Φλόριντα της δεκαετίας του 1960, βασισμένο στο πραγματικό σχολείο Arthur G Dozier, όπου στις αρχές της δεκαετίας του 2000 αποκαλύφθηκαν παρελθοντικές κακοποιήσεις και ανώνυμοι τάφοι.

Ακολουθούμε τον Elwood (Ethan Herisse), έναν πολλά υποσχόμενο νεαρό μαθητή που καταδικάζεται σκληρά πριν καν φτάσει στο κολέγιο και ρίχνεται σε κάτι που μοιάζει με φυλακή ανηλίκων, με τους δικούς της κανόνες και ιεραρχίες. Εκεί γίνεται φίλος με τον Turner (Brandon Wilson), έναν πιο έμπειρο κρατούμενο, και οι τύχες τους θα διασταυρωθούν με τρόπους που δεν θα αντιληφθείς πλήρως μέχρι τα τελευταία καρέ της ταινίας.

Το σκηνοθετικό ντεμπούτο μυθοπλασίας μεγάλου μήκους του RaMell Ross (είχε προηγηθεί το ντοκιμαντέρ Hale Country This Morning, This Evening) είναι γυρισμένο σε πρώτο πρόσωπο. Αυτός είναι ο τύπος ιδέας που μπορεί να φανεί υπερβολικά πειραματικός και μεγαλεπήβολος για να πάρει το πράσινο φως από κάποιο στούντιο, πόσο μάλλον να οδηγήσει σε μία επιτυχημένη ταινία. Το πρώτο, ωστόσο, από τα πολλά θαύματα του Nickel Boys είναι ότι υπάρχει καν, ως μία ταινία 20 εκατομμυρίων δολαρίων με την επιμέλεια και τη σχολαστικότητα που προορίζεται συνήθως για την underground τέχνη. Πολύ σπάνια εμφανίζεται μια ταινία που κατανοεί τόσο βαθιά τις δυνατότητες του κινηματογράφου ώστε να αλλάξει το μέσο για όλους και το Nickel Boys θα μπορούσε να είναι ακριβώς αυτό.

Juror #2

Ανήκει στη σεζόν του 2024, αλλά στην Ελλάδα έγινε διαθέσιμη το 2025 μέσα από το Vodafone TV.

Το Juror #2 του Clint Eastwood ακολουθεί τον οικογενειάρχη Justin Kemp (Nicholas Hoult) που, ενώ υπηρετεί ως ένορκος σε μια πολύκροτη δίκη για φόνο, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα σοβαρό ηθικό δίλημμα που θα μπορούσε να επηρεάσει την ετυμηγορία της δίκης και ενδεχομένως να καταδικάσει – ή να αθωώσει – τον κατηγορούμενο δολοφόνο.

Αν αυτό καταλήξει να είναι το κύκνειο άσμα του Eastwood, τότε είναι το κατάλληλο – ένα συναρπαστικό νομικό θρίλερ για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και, για καλό ή για κακό, τον αμερικανικό τρόπο ζωής, όπως το αφηγείται ένα αμερικανικό είδωλο.

F1: The Movie

Υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος “καλοκαιρινής” ταινίας τόσο ορμητικό, τόσο γεμάτο λάμψη, ταλέντο και star power που, πριν καλά-καλά ξεκινήσει, νιώθεις να ενθουσιάζεσαι με τον ίδιο σου τον ενθουσιασμό. Θέλεις να νιώσεις τη συγκίνηση, την ενέργεια, τη φούρια. Το F1 είναι μία από αυτές τις ταινίες που θα στις προσφέρουν.

Sorry, Baby

Η μόνη σίγουρη αλήθεια πέρα από τον θάνατο είναι πως στη ζωή θα συμβούν κακά πράγματα. Αν είσαι τυχερός, η ζωή σου θα συνεχιστεί και μετά από αυτά. Θα μάθεις να κινείσαι εκ νέου στον κόσμο παρέα μαζί τους μέσα σου, ίσως παρά ή και εξαιτίας τους. Όμως θα υπάρχει πάντα πια η εποχή πριν από αυτά, και η εποχή μετά από αυτά.

Αυτό ακριβώς σκιαγραφεί με οξυδέρκεια και τρυφερότητα το Sorry, Baby. Η ταινία δεν είναι ούτε μία ανάλαφρη κωμωδία, ούτε κάποιο θλιβερό δράμα. Είναι ένα κάπως αυθάδικο αφιέρωμα στην καθημερινή επιβίωση μετά από τα άσχημα, με την υπογραφή της Eva Victor που βάζει γράφει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί κεντράροντας σε μία σεξουαλικά κακοποιημένη γυναίκα που ευτυχώς δεν καθορίζεται μονάχα από το τραύμα της.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.