ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Οι Metallica είναι (σινε)φίλοι μας

Ένας συντάκτης είδε το 'Metallica: Through The Never' και γράφει για την ταινία, τους Metallica και την ιδιαίτερη pop κληρονομιά τους.

Είναι εντελώς ελληνικό φαινόμενο να βάζεις τη λέξη μέταλ σε μια πρόταση και να είναι τόσο πιθανό να στην ‘πέσουν’ από δεκαπέντε μεριές για εξηγήσεις, για κάτι ‘είσαι άσχετος αγόρι μου’, για κάτι ‘μπερδεύεις το θρας με το χέβι και το πάουερ’ και γενικά για ‘φιλοφρονήσεις’ από καρδιάς.

Με πλήρη επίγνωση του κινδύνου, θα γράψω για τους Metallica της καρδιάς μας, με αφορμή το ‘Through The Never’ του Nimrod Antal που έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους.

Με ακόμη έναν τρόπο, οι Metallica απέδειξαν πώς το κάνουν οι πιο μεγάλες από τις μεγάλες μπάντες. To pop που αναφέρεται στον υπότιτλο προφανώς δεν αναφέρεται στη μουσική τους. Αλλά οι Metallica είναι ό,τι πιο εμπορικό γέννησε το χέβι μέταλ.

 

Η μυθοπλασία στο 90λεπτο της ταινίας δεν ξεπερνάει τα 15 λεπτά, αλλά είναι έτσι στημένη κατά την εξέλιξη του live που δίνει στοιχεία μυθοπλασίας στην έτσι κι αλλιώς επική εμφάνιση της μπάντας on stage. Δηλαδή, οι εξωσυναυλιακές σκηνές προλαβαίνουν να κάνουν το live να μην μοιάζει ακριβώς με live, αλλά περίπου με κινηματογράφο και όχι το ανάποδο.

Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις. Ελπίζω πως ναι.

 

Στα της πλοκής, ο Trip (Dane DeHaan) είναι ένας πιτσιρικάς roadie των Metallica, που πρέπει να φέρει άμεσα μια βαλίτσα που χρειάζεται η μπάντα για τη συναυλία. Η βαλίτσα βρίσκεται έξω στον δρόμο, όπου καραδοκεί ένας καβαλάρης με ένα τεράστιο σφυρί και χαρακτηριστικό ταλέντο στο να κρεμάει ανθρώπους από τις λάμπες του δρόμου.

Ναι, σουρεάλ, όπως και όσο χρειάζεται. Δεν χρειάζεται να σκέφτεσαι πολλά πηγαίνοντας να δεις ένα concert film των Metallica. Εδώ ολόκληρος Peter Travers συνέστησε στα πλήθη να μην προσπαθήσουν να κατανοήσουν την πλοκή, αλλά να τη ζήσουν. Ισχύει.

 

Για παράδειγμα, δίνοντας μια εικόνα του arty σουρεαλισμού που θα ακολουθούσε, ο Antal πολύ νωρίς στην ταινία βάζει τον ήρωά του να περιηγηθεί στο backstage των Metallica πριν το live και περνώντας έξω απ’ το ‘καμαρίνι’ του Trujillo, το venue σείεται συθέμελα από τις μπασογραμμές που δοκιμάζει πριν το live. Αλλά αυτό δεν είναι τίποτα.

Ο κλασικός τρόπος με τον οποίο παίζει και κινείται ο Trujillo (σίγουρα όχι σαν άνθρωπος, μάλλον σαν ερπετό σε διαστάσεις ανθρώπου) δίνει την αίσθηση ότι το έχει σκάσει από blockbuster με mutants ή υπερήρωες. Είναι τόσο τεχνηέντως ψέμα όλο αυτό, που με τελικά σε ψήνει να δεις πού πραγματικά θα το πάει ο σκηνοθέτης.

Ο σκηνοθέτης δεν το πηγαίνει πουθενά συγκεκριμένα.

 

Αν πας στο σινεμά για να δεις μισή ταινία και μισή συναυλία των Metallica, μάλλον θα ψάχνεις στα εκδοτήρια τη μιάμιση ώρα που έχασες. Αν πας να δεις αυτό που πραγματικά είναι, το κεφάλι σου θα πηγαίνει πάνω-κάτω και το επόμενο πρωί στη δουλειά.

Απλούστατα, γιατί οι Metallica είναι οι πρώτες σου μουσικές. Αν είσαι στην ευαίσθητη ηλικιακή ομάδα 30-40, είτε στην πορεία λάτρεψες το Νότη Σφακιανάκη, είτε έμαθες αγγλικά με τους Smiths, είτε έμεινες στο δρόμο του μέταλ, έχεις κατά πάσα πιθανότητα μεγαλώσει ακούγοντας το ‘Black Album’ σε κασέτα.

Το δεύτερο πιο πρόσφατο ρουφιανιλίκι του Spotify έδειξε ότι άκουγα με τις ώρες το ‘Ώρες Ώρες’ του Αντύπα ‘απατώντας’ τους Still Corners που έλιωσα σε βαθμό αυτισμού.

Το αμέσως πιο πρόσφατο δείχνει ότι ακούω Metallica σαν να τους ανακάλυψα προχτές.

 

Παρότι 30 χρόνια στο κουρμπέτι και στις σκηνές όλου του κόσμου, στο ‘Metallica: Through the Never’, ο James Hetfield είναι πιο νέος κι από την εποχή του ‘Kill ’em All’. Κατά τ’ άλλα, ο Kirk Hammett γίνεται επίσημα ένα τοτέμ της κιθάρας ενώ το κατσαρό του μαλλί γκριζάρει, ο Robert Trujillo είναι ο Robert Trujillo και OK, ο Lars Ulrich είναι ο κλασικός αχώνευτος τύπος απ’ την εποχή του Napster και των δικαστηρίων μέχρι σήμερα.

Η παραγωγή του live είναι πολύ μεγάλη, δηλαδή πιο κοντά στο ‘The Wall’ του Roger Waters παρά σε μια ακόμα stadium συναυλία μέταλ μπάντας, τα πάντα είναι απολαυστικά σε αυτό το κομμάτι (ναι, ακόμη και ο ήχος), ενώ και ο DeHaan είναι τίμιος και πολύ συμπαθής και κατάλληλη φάτσα για την περίσταση.

 

Από το πρώτο live τραγούδι μέχρι την περιπέτεια του Trip στους άδειους δρόμους, το θέμα είναι ένα και πίσω από τις γραμμές των τίτλων του ‘Through the Never’. Το θέμα είναι οι Metallica και η ευκολία τους να συνεπαίρνουν ευρέως τα ευρεία πλήθη.

 

Δεν ξέρω ποια είναι η αγαπημένη σου μέταλ μπάντα, αλλά αυτό το θέαμα δεν θα μπορούσε να το παράγει (ή να το γράψει, καθώς όλη η μπάντα έχει αναλάβει την παραγωγή και έχει συμμετοχή στο σενάριο) καμία άλλη.

Και ξαναλέω. Αυτό ισχύει ανεξαρτήτως του αν βαρεθείς βλέποντάς το στο σινεμά ή του αν γυρίσεις σπίτι με αυχενικό απ’ το εντατικό headbanging. Σ’ αρέσει, δεν σ’ αρέσει, βλέπεις κάτι συμπαγές και με δικό του χαρακτήρα.

 

Τέτοια concert films θα περίμενες από τους U2, τους Arcade Fire, δεκάδες άλλους indie μουσικούς, αλλά όχι από τους Iron Maiden ούτε από τους Megadeth. Όχι από άλλες μέταλ μπάντες. Και όχι, δεν είναι απαραίτητα κακό ή καλό αυτό.

ΥΓ.  Όσοι βιαστούν να στηλιτεύσουν το φιλμ ως μια (ακόμα) αρπαχτή της παρέας του Hetfield, δεν συμφωνώ, αλλά ούτε θα φέρω αντίρρηση. Απλά, μακάρι να ήταν όλες οι αρπαχτές τόσο καλογυρισμένες.

ΥΓ2. Μόλις συνειδητοποίησα ότι όλο αυτό είναι κάτι σαν ταινία μικρού μήκους ή σαν extended βίντεοκλίπ 94 λεπτών, δεν ήμουν ο πιο χαρούμενος άνθρωπος στο κέντρο της Αθήνας. Όταν χώνεψα περί τίνος πρόκειται, άρχισα το air drumming. Κανένας Ulrich (λέμε τώρα).

Το ‘Metallica: Through The Never’ παίζεται στους κινηματογράφους.