ΣΙΝΕΜΑ
SPONSORED

Πώς το John Wick άλλαξε το σινεμά δράσης

Καθώς το 4ο κεφάλαιο του John Wick έρχεται στις αίθουσες, ξαναβλέπουμε τις κορυφαίες σκηνές της τριλογίας και αναλύουμε το πώς άλλαξαν το action σινεμά.

Το 2014 το John Wick δεν κατέφθασε με τυμπανοκρουσίες. Ήρθε κάπως σαν σιωπηλός δολοφόνος– με σίγουρο βηματισμό και ακρίβεια στις κινήσεις, εμφανίστηκε, εκτέλεσε και επέστρεψε στις σκιές χωρίς καλά-καλά να καταλάβουμε τι είχε συμβεί. Και κάπως έτσι, από το πουθενά, ένα νέο καλτ γεννήθηκε.

Δεν ήταν καν κάποια επιτυχία που έβαλε φωτιά στο box office. Τουλάχιστον όχι για τα δεδομένα μιας εποχής που κυριαρχείται από υπερ-σίκουελ των 400 εκατομμυρίων δολαρίων. Τι να πουν μπροστά σε αυτά τα μεγέθη τα ταπεινά 85 εκατομμύρια που μάζεψε το John Wick;

Η διαφορά όμως με αυτή τη την ταινία ήταν πως λειτούργησε βραδυφλεγώς. Χωρίς αναίτιο hype να την έχει φουσκώσει από πριν, το πρώτο John Wick ήταν μια ταινία που επέτρεψε στους θεατές να την ανακαλύψουν, περίπου μόνοι τους. Το word of mouth ήταν όλο και πιο έντονο, όπως ήταν πίσω στις παλιές μέρες της βιντεοκασέτας, με κόσμο να λέει στους φίλους του ότι βρήκε ένα απίθανο έργο στο βιντεάδικο και να το αναζητήσουν οπωσδήποτε.

Επιπλέον, ακόμα κι αυτά τα 80-κάτι εκατομμύρια ήταν τετραπλάσια του μπάτζετ, οπότε οι διαδικασίες για σίκουελ δεν καθυστέρησαν. Ένα προϊόν μπορεί να είναι κερδοφόρο ακόμα κι αν δεν κουβαλάει πίσω του τρενάκια, θεματικά πάρκα και happy meals.

Μα πάνω από όλα, ή για την ακρίβεια κάτω από όλα αυτά, σαν βάση πάνω στην οποία χτίστηκαν τα πάντα, το John Wick ήταν κάπως ριζοσπαστικό. Με έναν τρόπο που έκανε ακόμα και τους ίδιους τους ανθρώπους του Χόλιγουντ να το δουν ξανά και ξανά, και να αρχίσουν σταδιακά να προσαρμόζουν τα πλάνα τους βάσει αυτού.

ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΣ ΠΟΥ ΕΚΔΙΚΕΊΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΚΥΛΟ ΤΟΥ

Η ταινία γεννήθηκε από ένα σενάριο που έφτασε στα χέρια του Κιάνου Ριβς, για έναν μοναχικό πρώην εκτελεστή που προσπαθεί να ζήσει μια ήρεμη ζωή μέχρι που του σκοτώνουν τον σκύλο και όπως καταλαβαίνετε, αυτό σημαίνει πως θα πάρει εκδίκηση ακόμα κι αν σημαίνει πως πρέπει να ξεσκαρτάρει όλη τη διεθνή μαφία της πόλης.

Ο Ριβς έδωσε το σενάριο σε δύο ανθρώπους που γνώριζε πολύ καλά από τα γυρίσματα του Matrix. Τους Τσαντ Σταχέλσκι και Ντέιβιντ Λιτς, κασκαντέρ για δεκαετίες πείρας στο Χόλιγουντ, που είχαν δουλέψει από συντονιστές των σταντ μέχρι βοηθοί σκηνοθέτες σε ντουζίνες ταινιών. (Ο Σταχέλσκι ήταν μάλιστα το body double του ίδιου του Κιάνου Ριβς στις εμβληματικές σκηνές δράσης του διαδρόμου που διαλύεται από τις σφαίρες στο Matrix.) Οι Σταχέλσκι και Λιτς είχαν πολλές ιδέες, ανάμεσά τους το να πάρουν επιτέλους τη δράση στα χέρια τους. Κυριολεκτικά!

Αποφάσισαν να συν-σκηνοθετήσουν την ταινία, παίρνοντας αυτή τη φορά τον έλεγχο κι όχι απλώς εκτελώντας σχέδια. Και συνέβη κάτι το εκπληκτικό. Δύο σπουδαίοι τεχνίτες της φόρμας της κινηματογραφικής δράσης, βρέθηκαν στο τιμόνι του οδηγού και γέμισαν την ταινία με ιδέες, και με πείρα, και με δράση που μοιάζει ασυγκράτητη. Ήταν λες και πέταξαν στον καμβά του John Wick ό,τι ιδέα για σκηνή δράσης κρατούσαν μέσα τους τόσα χρόνια.

Και τίποτα δεν ήταν ίδιο έκτοτε.

ΣΩΜΑΤΑ ΣΕ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ

Όταν κυκλοφόρησε η ταινία, είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως το σινεμά αγνής δράσης βρισκόταν σε δεινή κατάσταση. Η τελευταία αληθινά επιδραστική ταινία του είδους ήταν τα Bourne του Πολ Γκρίνγκρας, με κουνημένη κάμερα, κοφτό μοντάζ και ντοκιμαντεριστική ματιά πάνω στην καθαρόαιμη δράση. Η μόδα είχε αρχίσει πια να περνάει και οι ταινίες που κυκλοφορούσαν σε αυτό το στυλ γίνονταν όλο και πιο ανώνυμες (συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του Bourne franchise.)

Όλα τα άλλα ήταν throwbacks τύπου Taken ή Expendables, και φυσικά μεγάλες υπερηρωικές περιπέτειες γεμάτες CGI οι οποίες όχι απλά δεν έχουν καλή δράση κατά κανόνα, αλλά την αποφεύγουν κιόλας στην πραγματικότητα, προτιμώντας τεράστιες generics σκηνές με ψηφιακούς υπερήρωες να ανταλλάζουν ψεύτικες μπουνιές.

Τι έλειπε λοιπόν; Αυτό ακριβώς που έφερε το John Wick. Δηλαδή, αγνό σινεμά δράσης, με την κάμερα να μένει σε έναν χώρο δίχως να μοιάζει σα να προσπαθεί όλη την ώρα να κρυφτεί. Δίχως το μοντάζ να προσπαθεί να μας αποπροσανατολίσει για να μην καταλαβαίνουμε τι ακριβώς συμβαίνει. Με καθαρότητα κινήσεων και απτό, συγκεκριμένο χώρο που γίνεται κομμάτι της δράσης και της χορογραφίας. Με εντυπωσιακές action ιδέες που δε διακόπτονται συνεχώς από κάποιο παράλληλο μοντάζ μιας πλοκής ή κάποιου βαθύτερου νοήματος που τρέχει παράλληλα στην ταινία. Με χορογραφίες που εμπλέκουν σώματα, γροθιές, όπλα, σπαθιά– ό,τι υπάρχει διαθέσιμο.

Πάνω απ’όλα, αυτό: Η σωματικότητα. Δεν υπάρχει κάτι που μας ξεγελά, καθώς σώματα και γροθιές συγκρούονται. Γι’αυτό είμαστε εδώ. Για να δούμε με πόσους διαφορετικούς τρόπους μπορούν δύο ή παραπάνω άνθρωποι να συγκρουστούν μέσα σε κλειστούς χώρους, και το πώς αυτοί οι χώροι γίνονται εμπόδια ή λύσεις ή μέρος της κίνησής τους.

Οι Σταχέλσκι και Λιτς είχαν τεράστιες επιρροές από το gun-fu σινεμά δράσης του Τζον Γου, με ταινίες όπως το A Better Tomorrow ή το Hard Boiled. Εκεί όπου η κουνγκ φου παράδοση των κινηματογραφικών πολεμικών τεχνών εμπλουτίζεται με την παρουσία όπλων τα οποία δε γίνονται «κλεψιά» ακυρώνοντας τη σωματικότητα της δράσης. Παρά χρησιμοποιούνται ως επέκταση των σωμάτων, με ένα απίστευτο flow στο πώς η κίνηση ξεκινάει από τα κορμιά των ηρώων και φτάνει μέχρι την εκπυρσοκρότηση ενός όπλου.

Στις σκηνές δράσης του John Wick νιώθεις το κάθε χτύπημα και χαζεύεις την αρμονία των επιθετικών και αμυντικών κινήσεων σα να επρόκειτο για χορό. Εδώ η δράση δε χρησιμοποιείται ούτε ως κάτι το συμπληρωματικό της πλοκής, ούτε είναι κάτι σαν υποχρέωση των σκηνοθετών για να έχει κάτι να χαζεύει το κοινό για 20 λεπτά, αλλά που στην πραγματικότητα θέλουν απλώς να καμουφλάρουν μέχρι να τελειώσει (επειδή δεν έχουν ιδέες για το πώς να το κάνουν ενδιαφέρον).

Εδώ η δράση, ΕΙΝΑΙ το σινεμά.

ΤΑ JOHN WICK ΕΔΕΙΞΑΝ ΤΟ ΔΡΟΜΟ

Καθώς τα σίκουελ που ακολούθησαν άρχισαν να γίνονται όλο και μεγαλύτερα φαινόμενα, όλα και μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες, τα John Wick απέκτησαν πολύ γρήγορα και απογόνους. Ταινίες δράσης δηλαδή που γυρίστηκαν επειδή εμφανέστατα κάποιος είπε «θέλω την τάδε ιστορία, αλλά να είναι σαν το John Wick».

Από το Nobody με τον Μπομπ Όντενκερκ μέχρι το πρόσφατο Birds of Prey κι από το Atomic Blonde με τη Σαρλίζ Θερόν μέχρι το Gunpowder Milkshake, το «…αλλά σαν το John Wick» έχει γίνει ολόκληρο υπο-είδος στο σινεμά δράσης πλέον. Ταινίες όπου η δράση αποκτά κεντρική τοποθέτηση και αποτελεί δημιουργικό κέντρο, με κουλ στυλιζάρισμα, ασιατικές επιρροές και αισθητική αρτιότητα, βουτηγμένη μέσα σε neon και ultraviolet αποχρώσεις, κι όπου τα σώματα, η σφαίρες κι η διαρκής κίνηση γίνονται ένα.

Μάλιστα, ο ένας εκ των δύο σκηνοθετών του John Wick είναι υπεύθυνος για κάποιες από τις ταινίες-συνεχιστές. Έχοντας αφήσει το franchise του John Wick στα χέρια του Τσαντ Σταχέλσκι, ο Ντέιβιντ Λιτς πήρε άλλο δρόμο, σκηνοθετώντας τα Atomic Blonde, Bullet Train και Deadpool 2.

Στο μεταξύ, τα ίδια τα John Wick συνεχίζουν ακάθεκτα. Το σίκουελ του 2017 είναι ακόμα καλύτερο από το ορίτζιναλ, και το τρίτο κεφάλαιο του 2019 συνέχισε να επεκτείνει την μυθολογία της σειράς με ένα τρόπο που δύσκολα αναλύεται και αναπαράγεται. Ενώ οι σκηνές μάχης αυτών των ταινιών βασίζονται σε έναν –άκρως στυλιζαρισμένο φυσικά– ρεαλισμό, ο κόσμος που χτίζεται τριγύρω ξεπερνά τα όρια της σοβαρότητας, δημιουργώντας μια απολαυστική αντίθεση στην καρδιά αυτών των ταινιών. Ολόκληρες σέκτες εκτελεστών, καταφύγια, χρυσά νομίσματα, αρχαίες παραδόσεις, ομάδες εκτελεστών στο κύκλωμα του περιθωρίου της Νέας Υόρκης… δεν ξέρεις ποτέ τι άλλο θα ακούσεις.

Αυτό λειτουργεί ως τέλειο αντίδοτο στην μουντή σοβαρότητα πολλών από τις πετυχημένες ταινίες δράσης των προηγούμενων 10-15 χρόνων, κι αυτό την ίδια στιγμή που η ίδια η δράση λειτουργεί παίρνοντας τον εαυτό της απόλυτα σοβαρά, σε αισθητικό αν μη τι άλλο επίπεδο. Δε νιώθεις ποτέ πως όλοι αυτοί οι μαχητές είναι αβαρή καρτούν– αν προσεγγίζουν κάτι από την παράδοση του σινεμά, είναι κάτι ανάμεσα σε ήρωες βωβού σινεμά και σε πολεμιστές ασιατικού σινεμά πολεμικών τεχνών.

ΔΡΑΣΗ ΟΠΩΣ ΛΕΜΕ ΧΟΡΟΣ

Τελικά, όλα αυτά μπορεί να τα δει κανείς απλά απολαμβάνοντας μια οποιαδήποτε σκηνή δράσης των τριών ως τώρα ταινιών. Με τον John Wick να βυθίζεται σε σχεδόν μυστικιστικές παραλλαγές του γνώριμου κόσμου μας, από ένα κλαμπ βουτηγμένο στις υγρές αποχρώσεις μέχρι έναν διάδρομο από καθρέφτες. Δεν ξέρεις ποτέ τι να περιμένεις την πρώτη φορά που το βλέπεις. Τις υπόλοιπες, θες απλά να το κοιτάς με το στόμα ανοιχτό, ξανά και ξανά.

Το John Wick άλλαξε το σινεμά δράσης όχι επειδή, εν τέλει, είχε κάποια ριζοσπαστική ιδέα ή επειδή έκανε κάτι που δεν έχει ξαναγίνει. Αλλά επειδή επέστρεψε στα βασικά φέρνοντας μαζί μια ασταμάτητη ευρηματικότητα και διάθεση και ιδέες, κάνοντας τη δράση να μοιάζει πιο κουλ από οτιδήποτε άλλο αυτή τη στιγμή στο Χόλιγουντ. Και καθηλώνοντάς μας να κοιτάμε την κάθε σκηνή δράσης, ξανά και ξανά, σα να ήταν ο πιο εντυπωσιακός χορός που έχουμε δει στη ζωή μας.

*Το John Wick: Chapter 4 κυκλοφορεί στις αίθουσες από τη Σπέντζος Φιλμ στις 23 Μαρτίου.