NICOLAS CAGE

Prisoners of the Ghostland: Το γιαπωνέζικο Mad Max του Nicolas Cage

Όταν ο πιο ακραίος Ιάπωνας δημιουργός σκηνοθετεί τον πιο ακραίο Αμερικάνο ηθοποιό, το αποτέλεσμα είναι μια cult παράνοια. Που μόλις έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Σάντανς.

Ας το έχουμε γενικά υπόψην μας: Όταν ένας πανίσχυρος άντρας μας απελευθερώσει από τη φυλακή με μοναδικό όρο να του φέρουμε πίσω ένα αγαπημένο του πρόσωπο από κάποια απόμακρη έρημο της απόγνωσης, κάποιο λάκο έχει η φάβα. (Και η έρημος.)

Στο Prisoners of the Ghostland του Ιάπωνα θρύλου Sion Sono, αυτή ακριβώς είναι η αποστολή που αναλαμβάνει θέλοντας και μη ο Αμερικάνος θρύλος Nicolas Cage. Έχοντας περάσει χρόνια στη φυλακή ύστερα από μια ληστεία που εξελίχθηκε καταστροφικά, ο Ήρωας της ιστορίας θα απελευθερωθεί, αλλά μόνο τυπικά.

Στην πράξη, ένας τοπικός Κυβερνήτης (στο ρόλο ο Bill Moseley των περίεργα συγγενικών ταινιών του Rob Zombie) κρατά τον Ήρωα εκ νέου όμηρο. Τον περικυκλώνει με τα τσιράκια του, και τον ντύνει με μια στολή της οποίας οι εκρηκτικοί μηχανισμοί (στο λαιμό, στους αγκώνες, και φυσικά στους όρχεις) πρόκειται να τον ελέγχουν καθόλη τη διάρκεια της αποστολής του.

Η οποία αποστολή, είτε τη δεχτεί είτε όχι, είναι φαινομενικά απλή και σαφής. Πήγαινε εκεί στην απομακρυσμένη, ραδιενεργή έρημο και φέρε μου πίσω την εγγονή μου (στο ρόλο η Sofia Boutella του Kingsman– και του επίσης ντελιριακού Climax του Gaspar Noe) πριν περάσουν 5 μέρες και όλες οι συσκευές εκραγούν. Απλό; Απλούστατο.

Ο Sono, που εδώ πραγματοποιεί το αγγλόφωνο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, είναι στην πραγματικότητα ένας από τους σημαντικότερους Ασιάτες δημιουργούς των τελευταίων 20 χρόνων. Από τις στοιχειωτικές του horror αλληγορίες του πρώιμου κομματιού της καριέρας του (Suicide Club, Noriko’s Dinner Table) μέχρι τα απόκοσμα προφίλ χαρακτήρων του περιθωρίου (Coldfish, Guilty of Romance) κι από τα πλήρως ακατηγοριοποίητα κινηματογραφικά του ξεσπάσματα (Love Exposure, Tokyo Tribe) μέχρι τους τολμηρούς πειρατισμούς με τη φόρμα (Antiporno, Tokyo Vampire Hotel), ο Sono δεν έχει σταματήσει να είναι ένας παραγωγικότατος auteur που συντρίβει τα είδη σε μικρές θεατρικές οπερέτες στην υπηρεσία του σινεμά.

Οι ταινίες του έχουν πάντα κάτι το ξέφρενο μες στους πειραματισμούς που επιβάλλουν στον εαυτό τους. Οι ταινίες του συχνά μοιάζουν σα να διαδραματίζονται εξολοκλήρου σε μια περιστρεφόμενη σκηνή, με οργιαστικής έμπνευσης σκηνικά να εναλλάσσονται δίχως αληθινή αίσθηση κίνησης. Σαν μια επίμονη, επαναλαμβανόμενη έξαρση αυξανόμενης έντασης που οδηγεί στην κορύφωση.

Στο Prisoners of the Ghostland, που μόλις έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Σάντανς, ο Sono δημιουργεί μια αληθινά μετα-αποκαλυπτική μίξη Ανατολής και Δύσης. Στη γλώσσα, στην αισθητική, ακόμα και στον τρόπο με τον οποίο συναντιούνται οι κοινωνικές μας φοβίες για το τέλος του κόσμου και το πώς αυτό θα μοιάζει. Σαν μια πόλη της Άγριας Δύσης που φύτρωσε στο Χαρατζούκου αλλά δίχως τίποτα ζωντανό να επιβιώνει από καμία κουλτούρα πέρα από ζωντανόνεκρες αισθητικές, και ένα διεφθαρμένο γκρουπ να ελέγχει τα απομεινάρια σα να είναι το Pride Rock όπως το κατάντησε ο Scar. (Είδα να χαρακτηρίζεται ράμεν γουέστερν αντί για σπαγγέτι γουέστερν και, ξεκάθαρα, το κρατάω.)

Σε αυτό το θλιβερά πολύχρωμο τσίρκο ο Sono αντιπαραβάλει μια wasteland έρημο που μοιάζει να ξεπήδησε από κάποιο Mad Max που δεν γύρισε ποτέ ο George Miller. Γεμάτη με παρατημένες ψυχές που αναζητούν τη λύτρωση, με δοξασίες για το τέλος του κόσμου, με ραδιενεργά ζόμπι. (Ραδιενεργά ζόμπι!) Εκεί μέσα, ο σχεδόν σιωπηλός Ήρωας του Cage αναζητά μια αθώα ψυχή προς σωτηρία, όμως αναρωτιέσαι αν μπορεί σε αυτό τον κόσμο να υπάρχει το οτιδήποτε αθώο. Και το πού, τελικά, μπορεί να βρίσκεται η εξιλέωση σε ένα κόσμο όπου οι ισχυροί έχουν αφαιμάξει τα πάντα αφήνοντας πίσω το άδειο κέλυφος ενός φαινομενικού πολιτισμού.

Ο Cage, σε απόλυτη αρμονία με το ανεξέλεγκτο δημιουργικό πνεύμα του Sono, δίνει μια αλλοπρόσαλλη ερμηνεία, άλλοτε στοιχειωμένος κι άλλοτε έτοιμος να εκραγεί σαν καρτούν από το Roger Rabbit. Όχι με τον αρμονικό τρόπο που το πετυχαίνει στο Mandy (μια από τις κορυφαίες ερμηνείες της καριέρας του), εξάλλου και το σινεμά του Sono είναι πολλά πράγματα αλλά αρμονικό δεν θα το έλεγες. Το σημαντικό είναι πως η αισθητική της σκηνοθετικής ματιάς βρίσκεται σε πλήρη συνεννόηση με τον Cage, κι αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον εδώ: Ο Cage δεν καπελώνει ποτέ το φιλμ, το οποίο είναι 100% -τελικά- μια γιαπωνέζικη ταινία του Sion Sono, απλώς περιστασιακά στα αγγλικά, και με απόλυτα ταιριαστό πρωταγωνιστή τον Nicolas Cage.

Ο οποίος υπομένει τα πάντα, κάπου ανάμεσα στον Max Rockatansky και τον καρτούν Κογιότ, προκειμένου να επιβιώσει. Σε μια ταινία που αναγκαστικά δεν φτάνει φυσικά το επίπεδο Αδιανόητης, Ξέφρενης Παράνοιας (ΤΜ) που υπόσχεται η συνένωση δύο τόσο ακραία δημιουργικά κεφάλαια όσο ο Cage και ο Sono, όμως κάνει με κέφι και αφοσίωση το κομμάτι της παραμένοντας πιστή στο όραμα και των δύο. Είναι μια αρκετά καλή ταινία Nicolas Cage, είναι μια αρκετά καλή ταινία Sion Sono. Είμαι πραγματικά ευτυχισμένος που υπάρχει.

*Το Prisoners of the Ghostland προβλήθηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Σάντανς και αναμένεται μελλοντικά να μάθουμε περισσότερα για διανομή ή φεστιβαλική προβολή του.