ΜΟΥΣΙΚΗ

Ούτε Iggy Pop ούτε James: Η 2η μέρα του Release ήταν οι Shame

Όλα όσα είδαμε και ζήσαμε το Σάββατο στην Πλατεία Νερού.

Θα είμαι ειλικρινής. Δεν θα πήγαινα στο Release μόνο και μόνο για να δω άλλη μία φορά τους James ή τον Iggy Pop. Δεν μειώνω την αξία τους (ειδικά του δεύτερου, πώς θα μπορούσα), απλά δεν θα ήταν ικανοί από μόνοι τους να με τραβήξουν ως την Πλατεία Νερού.

Ο μόνος λόγος που πήγα στο Release Festival ήταν οι Shame.

Και ήταν πραγματικά κρίμα που το συγκρότημα με έναν απ’ τους καλύτερους δίσκους του 2018, (νο1 σύμφωνα με το Paste, νο6 σύμφωνα με την NME, νο10 σύμφωνα με την Independent και με τη λίστα να μοιάζει ατελείωτη), βγήκε για να παίξει στις 18.00.

Βγήκε να παίξει την πιο ζεστή ώρα την πιο ζεστή ημέρα του -μέχρι σήμερα- καλοκαιριού, ζεσταίνοντας ακόμα περισσότερο το κοινό για ποιους; Για τους James, ένα συγκρότημα που μοιάζει απελπιστικά άνευρο ανάμεσα στους δύο δυναμίτες που λέγονται Shame και Iggy Pop.

Και αυτός είναι και ένας απ’ τους λόγους που δεν έρχονται γκρουπς όταν είναι στα καλύτερα τους. Όχι γιατί τους βάζουν να παίζουν νωρίς ή να ανοίγουν για hasbeens συγκροτήματα, αλλά γιατί τα αντανακλαστικά του κοινού είναι κάπως αργά εδώ στη μικρή μας χώρα. Γι’ αυτό και οι Arctic Monkeys δεν ήρθαν αμέσως μετά τον πρώτο τους δίσκο, γι’ αυτό και οι ίδιοι οι James δεν ήρθαν για πρώτη φορά όταν έβγαλαν τον πρώτο τους δίσκο, αλλά το 1999, τη χρονιά που κυκλοφόρησαν τον όγδοο δίσκο τους.

ΤΟΝ ΟΓΔΟΟ.

Δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω, στο ίδιο κοινό ανήκω κι εγώ, τα μουσικά μου αντανακλαστικά έχουν ρίξει κι αυτά κάτι ύπνους κατά καιρούς, τόσο βαθείς που νιώθω προκλητικά θρασύς για όσα έγραψα λίγες σειρές πριν.

Αρκετά όμως, ας πούμε δυο λόγια για αυτό που είδαμε εκείνο το βράδυ στο Release, εκτός απ’ τους Noise Figures, που αναγκαστικά θα τους αδικήσω, καθώς έφτασα στον χώρο σχεδόν δέκα λεπτά πριν τελειώσουν. Ωστόσο, ψάχνοντας μία τέντα ικανή να κρατήσει τον ήλιο μακριά απ’ τον ακόμα ασπρουλιάρικο σβέρκο μου, οι μακρινοί garage ήχοι που έφταναν στα αυτιά μου, οι fuzz 60s κιθάρες, με έκαναν την επόμενη ημέρα να τους ψάξω αρκετά σε Spotify και λιγότερο YouTube. Και ελπίζω και όλους όσοι ήταν παρόντες και δεν τους είχαν πολυπροσέξει μέχρι τότε.

Η ώρα για να βγουν οι Shame φτάνει, το ψυχάκι ο frontman ορμάει υπερβρετανικά ντυμένος και με μία προκλητική αυτοπεποίθηση που σε κάνει να ξεχάσεις αμέσως ότι πρόκειται για ένα 21χρονο μόλις lad από το νότιο Λονδίνο. Θυμωμένος όταν πρέπει, με μία θορυβώδη κίνηση στη σκηνή, -στην οποία τον συναγωνιζόταν μόνο ο μπασίστας- γρήγορα θα κάνει και το πρώτο του stage diving -κάτι που λίγες ώρες αργότερα ο ‘εφευρέτης’ του δεν θα το δοκιμάσει, σεβόμενος τα 72 του χρόνια.

Οι Shame με τον ρυπαρό ήχο τους, με το σαρκαστικό φτύσιμο κάθε στίχου, με την κιθάρα να σταματάει τα lyrics απότομα για να τα συμπληρώσει, να τα αντικαταστήσει και πιο σπάνια, για να τα ακολουθήσει ως ηχητική υπόκρουση, έστειλαν το σωστό μήνυμα: όσοι είχαν ξεγράψει το κιθαριστικό ροκ, όσοι πίστευαν ότι τίποτα αναζωογονητικό, καινούργιο, συναρπαστικό δεν μπορεί να βγει πια απ’ αυτό, καλά θα κάνουν να το ξανασκεφτούν ή τουλάχιστον να μην τολμήσουν ποτέ να πατήσουν το πόδι τους σε κάποιο live των Shame.

Κορυφαίες στιγμές -φυσικά- το ‘One Rizla’, το ‘Concrete’, το ‘Friction’ και το ‘Dust on Trial’, με τα riffs -που είχαν λειανθεί κάπως- να σε κάνουν να κοπανιέσαι, να χοροπηδάς, αλλά πάντα, ΜΑ ΠΑΝΤΑ, να έχεις τα μάτια σου κολλημένα πάνω στον Charlie Steen, που άλλοτε υιοθετoύσε το αυτάρεσκο ύφος του Mark E. Smith και άλλοτε την ενθουσιώδη, μα εκτός μέτρου και ρυθμού, κίνηση των χεριών του -ο Θεός να με βοηθήσει που λέω τέτοια κουβέντα- Ian Curtis.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας τους, δεν μπορούσες να σκέφτεσαι παρά ένα πράγμα. “Αυτούς πρέπει να τους δει κανείς σε κλειστό χώρο για να τους εκτιμήσει στο 100%, αυτό το μιαρό post punk θέλει club μεσαίας χωρητικότητας για να αποθεωθεί όσο του αξίζει”.

Και αντί να ακολουθήσουν οι Idles μετά -θα ‘θελες- ακολούθησαν οι James, οι οποίοι βρέθηκαν μπροστά από ένα κοινό που όλο και μεγάλωνε και όλο και παρατηρούσε με απορία αυτούς τους αυθάδεις Άγγλους να λένε και να ξαναλένε “είμαστε οι Shame” και “ελάτε μπροστά και χορέψτε”.

Κανείς δεν πήγε μπροστά να χορέψει και εφόσον ήταν ούτως ή άλλως η ώρα να βγουν οι James, πήγα εγώ πίσω.

Δεν θα είμαι αντικειμενικός, δεν είμαι ούτως ή άλλως τόση ώρα. Θα πω απλά ότι από τις πρώτες δονήσεις που έβγαλαν τα ηχεία βαρέθηκα ελεεινά. Κάποιες στιγμές νομίζαμε με την παρέα μου ότι κάνουν πλάκα, ότι έκοβαν τον ήχο χωρίς λόγο ή ότι ο Tim Booth βαριόταν να τραγουδήσει για κάποιον ακατανόητο λόγο και γυρνούσαμε ξαφνιασμένοι το κεφάλι προς τη σκηνή να δούμε τι συμβαίνει. Ωστόσο, πρέπει να παραδεχτώ ότι όσοι ακούν James, σε όσους γενικά αρέσουν οι James και ήταν παρόντες, ότι είπαν τα καλύτερα. Και για την επιμονή τους να αναδείξουν το νέο τους υλικό, και για την όρεξή τους και γενικότερα για το performance τους. Τους βρήκα βαρετούς, το ίδιο και οι γύρω μου από όσα μπόρεσα να αντιληφθώ, αλλά το ξαναλέω, δεν ήμουν ο μέσος όρος. Και προφανώς ούτε οι γύρω μου, γι’ αυτό και εκείνοι πιθανότατα να είχαν μαζευτεί τόσο μακριά απ’ τη σκηνή. Λογικά στη μεγάλη του πλειοψηφία ο κόσμος πέρασε καλά. Γούστα είναι αυτά, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά.

Είχε νυχτώσει, περιμέναμε όλοι τον Iggy, σαρωτικό, σεληνιασμένο, να σηκώσει την πλατεία Νερού όρθια, κάτι για το οποίο ήμασταν σίγουροι ότι θα συμβεί για δύο λόγους. Πρώτον γιατί περιοδεύει με το best off υλικό του και δεύτερον γιατί αν δεν μπορούσε να το κάνει πια αυτό, θα σταματούσε τα live. Ο άνθρωπος που βάπτισε το punk δεν είναι απ’ τους τύπους που θα βγει για να διεκπεραιώσει απλά ένα ιστορικό υλικό. Όταν δεν θα μπορεί πια, θα φορέσει μπλούζα για πρώτη φορά στη ζωή του και θα αποσυρθεί ήσυχα ήσυχα στο σπίτι του, με τον παπαγάλο του για παρέα.

Τα φώτα έχουν σβήσει, γαυγίσματα έχουν γεμίσει τον χώρο και όλοι καταλαβαίνουμε με ποιο τραγούδι θα βγει στη σκηνή ο ‘άνθρωπος χωρίς ηλικία’. ‘I wanna be your dog’, καπάκι ξανά Stooges με ‘Gimme Danger’, καπάκι ξανά μανά το ‘Passenger -που προς απογοήτευση όλων, αντί να γεμίσει ο χώρος με το “λαλαλα” γέμισε με οθόνες κινητών- και η τετράδα συμπληρώνεται με το ‘Lust for Life’, δεύτερο σερί τραγούδι από τα ηρωικά βερολινέζικα χρόνια του. Πόσοι άνθρωποι στον πλανήτη μπορούν να παινευτούν ότι μπορούν να ανοίξουν τη συναυλία τους με τέσσερα τόσο ιστορικά, επιδραστικά, διαχρονικά και -ας μην κρυβόμαστε, δεν είναι κακή λέξη- με τέσσερα τόσο τεράστια σουξέ;

Διονυσιακός, αεικίνητος, έπαιζε σε όλες τις γραμμές του γηπέδου, έτρεχε πάνω κάτω και σταματούσε μόνο για να μας χαρίσει αυτές τις κλασικές αυτάρεσκες πόζες του, εκεί όπου λυγίζει το λιπόσαρκο κορμί του και σε προσκαλεί σε ποιος ξέρει τι.

Το ξαναλέω ότι δεν πήγα για τον Iggy Pop αλλά θα ήμουν άδικος αν πω ότι δεν πέρασα (ξανά) πάρα πολύ ωραία μαζί του, ότι δεν κοπανήθηκα στο ‘TV Eye’, ότι δεν ενθουσιάστηκα που άκουσα για πρώτη φορά live το αγαπημένο μου ‘Nightclubbing’, ότι δεν άκουσα με έκπληξη τη διασκευή του στο ‘Red Right Hand’ του Nick Cave.

Μεγάλη μέρα του Release αυτή του Σαββάτου, σίγουρα μία από τις καλύτερες που έχουμε δει του συγκεκριμένου festival, μακάρι να μας πάει τόσο καλά και η Κυριακή που έρχεται με Johnny Marr και New Order.

Αλλά και Fontaines DC για όσους μέσα στη χρονιά δεν τους πήραμε χαμπάρι όταν ήρθαν και θέλουμε να τους δούμε τώρα.

(Τα αντανακλαστικά μου που λέγαμε και στην εισαγωγή).