ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

See How They Run: Saoirse Ronan και Sam Rockwell για το κωμικό μυστήριο της χρονιάς

Με αφορμή την κυκλοφορία του απολαυστικού κωμικού whodunit μυστηρίου Κοίτα τους πώς τρέχουν (See How They Run), το OneMan εξασφάλισε δηλώσεις των Saoirse Ronan και Sam Rockwell για το πώς γυρίστηκε η ταινία.

Όταν η Saoirse Ronan πρωτοδιάβασε το αιχμηρό σενάριο του How They Run, μια κωμική ταινία μυστηρίου που διαδραματίζεται στον χώρο του λονδρέζικου θεάτρου, ήξερε κατευθείαν ότι ήθελε να είναι μέρος του ensemble.

«Το αγάπησα κατευθείαν», λέει. «Βρήκα κάθε χαρακτήρα ενδιαφέροντα κι αστείο και μου άρεσε που όλοι είχαν τις στιγμές τους, όλοι είχαν κάποιες σκηνές που πραγματικά έδειξαν τι μπορούν να κάνουν και ποιοι είναι. Και ειλικρινά, λάτρεψα τον παραλογισμό αυτού του whodunit. Απλά δούλεψε».

Η ταινία διαδραματίζεται το 1953, όταν η χολιγουντιανή βερσιόν ενός επιτυχημένου θεατρικού του Γουέστ Εντ ακυρώνεται έξαφνα, όταν ο αμερικανός σκηνοθέτης Leo Köpernick (Adrien Brody) δολοφονείται. Ο βετεράνος επιθεωρητής Stoppard (Sam Rockwell) μαζί με την ενθουσιώδη νεοφερμένη αστυνομικό Stalker (Saoirse Ronan) αρχίζουν να ερευνούν την υπόθεση και βρίσκονται κι οι ίδιοι να κινδυνεύουν, στο επίκεντρο ενός whodunit που τοποθετείται στον γκλαμουράτο θεατρικό κόσμο του Λονδίνου.

Tο Κοίτα τους πώς τρέχουν (See How They Run) προβάλλεται στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.

«Είναι ένα κλασικό whodunit. Έχει ένα σωρό χαρακτήρες που θες να ακολουθήσεις και να μάθεις πολλά για αυτούς. Κι οι πάντες φαίνονται πανέμορφοι σε αυτό», λέει η Saoirse.

«Σου δίνει ό,τι θες από μια τέτοια ταινία. Είναι ακριβώς το είδος της ταινίας που ο κόσμος θα θέλει να πάει να δει τώρα γιατί είναι τόσο διασκεδαστική και αστεία».

Στο καστ συναντάμε γνώριμα πρόσωπα όπως τον David Oyelowo, την Ruth Wilson, τον Harris Dickinson, την Sian Clifford του Fleabag και πολλούς ακόμα. Είναι μια περίπτωση meme-του-DiCaprio-που-δείχνει, γιατί θα τους αναγνωρίζεις όλους από κάπου.

Ο Rockwell, ένας βετεράνος της κωμωδίας και βραβευμένος με Όσκαρ για έναν τραγικό μεν ρόλο αλλά με έντονα κωμικά στοιχεία (στην ταινία Three Billboards Outside Ebbing, Missouri), ενθουσιάστηκε από τη συνεργασία με το καστ.

«Ο Reece Shearsmith έχει κωμικό background και είναι πολύ, πολύ αστείος. Η Ruth Wilson είναι εντυπωσιακή, μια σπουδαία θεατρική ηθοποιός που είμαστε χαρούμενοι που την έχουμε. Η λίστα δεν τελειώνει. Είναι στην ταινία κι η Sian, από το Fleabag! Το μέγεθος του ταλέντου σε αυτή την ταινία…».

Και φτάνει, φυσικά, στην Saoirse Ronan. «Είναι μια εξαιρετική, μοναδική ηθοποιός, είναι εκρηκτική ως σταρ. Δεν μπορώ ακριβώς να περιγράψω τι είναι, αλλά απλά πάντα ξεχωρίζει, ξεπετάγεται από την οθόνη ό,τι κι αν κάνει».

Η ίδια η Ronan λέει πως ένας λόγος που ήθελε να κάνει την ταινία είναι ότι ο σκηνοθέτης Tom George (του οποίου το See How They Run είναι κινηματογραφικό ντεμπούτο) είχε προηγουμένως σκηνοθετήσει όλα τα επεισόδια μιας αγαπημένης της κωμωδίας του BBC, το ψευδοντοκιμαντεριστικό This Country, για τις ζωές δύο ξαδερφιών σε ένα μικρό χωριό της αγγλικής επαρχίας.

«Αρχικά ήταν ο μοναδικός λόγος που ήθελα να κάνω αυτή την ταινία! Επειδή αγαπώ αυτή τη σειρά τόσο πολύ», λέει η Saoirse. «Ήταν τόσο μοναδικό, γιατί παρόλο που το έχουμε ξαναδεί αυτό το ντοκιμαντεριστικό στυλ, το γεγονός ότι προέρχονταν στα αλήθεια από αυτό τον κόσμο, είχαν λεπτομέρειες που τις είχαν ζήσει και αυτό ήταν κάτι που μπορούσες να το νιώσεις».

«Ο Tom είναι πολύ, πολύ αστείος– είναι ένα πολύ αστείο άτομο να έχεις γύρω σου και πιθανότατα με έκανε να γελάσω περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, οπότε ήθελα κατευθείαν να δουλέψω μαζί του. Όταν διάβασα το σενάριο και συναντηθήκαμε ήξερα ότι αυτό ήθελα να είναι το πρώτο μου φιλμ μετά το λοκντάουν.»

Ο Rockwell κι η Ronan είναι η καρδιά της ιστορίας, ο ένας στο ρόλο του κυνικού, απογοητευμένου επιθεωρητή Stoppard κι εκείνη ως ενθουσιασμένη, αγνή νέα αστυνομικός, που έχει μόλις ξεκινήσει και θέλει να μάθει τα πάντα. «Σημειώνεις οτιδήποτε σου λέω;» τη ρωτάει κάποια στιγμή ο Stoppard.

«Όχι… μόνο τα σημαντικά», απαντά εκείνη αμήχανα. «Πώς ξέρεις ποια είναι τα σημαντικά;», τη ρωτάει. «Το ξέρω επειδή πηγαίνω πίσω και διαβάζω τις σημειώσεις μου και άρα ό,τι είναι σημαντικό θα είναι κάπου εκεί μέσα!», απαντά εκείνη. «Άρα… σημειώνεις τα πάντα», διαπιστώνει αυτός στεγνά. «…σημειώνω τα πάντα, ναι», παραδέχεται η Stalker.

«Ο Stoppard είναι ένας μεθυσμένος, σεξιστής επιθεωρητής της Σκότλαντ Γιαρντ που έχει μετατραυματικό στρες από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η γυναίκα του τον άφησε όταν ήταν έγκυος, και είναι αυτός ο τραγικός σκοτεινός χαρακτήρας μέσα σε μια κωμική αρένα, αλλά κάνει ένα ολόκληρο ταξίδι μαζί με τη Stalker, οπότε υπάρχει κάτι σαν εξιλέωση επειδή μαθαίνει πράγματα από εκείνη», λέει ο Rockwell.

Εκείνη, αντιθέτως, είναι ενθουσιασμένη που θα βρεθεί σε μια μεγάλη έρευνα, ειδικά από τη στιγμή που θα την πάει στα παρασκήνια του θεατρικού κόσμου του Γουέστ Εντ. Φανατική σινεφίλ, η Stalker εντυπωσιάζεται και λόγω της σύνδεσης με το Χόλιγουντ, προσφέροντας οπωσδήποτε μια ένεση ενέργεια και στον κουρασμένο συνάδελφό της.

«Ένιωθα πολύ προστατευτικά απέναντι στην Stalker επειδή έχει τις καλύτερες προθέσεις, είναι τρομερά καλή και ευγενική και πάντα έρχεται από ένα θετικό μέρος, πάντα θέλει να βοηθήσει», λέει η Saoirse.

«Τη γνωρίζουμε στην αρχή του ταξιδιού της και είναι ακόμα πολύ έτοιμη να βοηθήσει, αλλά τη βλέπεις να προσαρμόζεται σταδιακά στο περιβάλλον της και να ακονίζει κάθε της δεξιότητα. Γι’αυτό είναι και ηρωική χαρακτήρας – πραγματικά θέλεις να πετύχει».

Παρόλο που η Ronan έχει ξανακάνει κωμωδία (μια από τις οσκαρικές υποψηφιότητές της ήταν το Lady Bird, ενώ έχει εμφανιστεί και στο Saturday Night Live) δεν έχει κάνει ξανά κάτι σαν το See How They Run, το οποίο κωμικά μιλώντας είναι αρκετά πιο ευρύ από μια δραμεντί σαν την ταινία της Greta Gerwig.

Ξεκάθαρα το διασκέδασε: «Ήταν όλο πολύ διασκεδαστικό! Και λάτρεψα που μπόρεσα να χτυπήσω τον Sam με ένα φτυάρι», λέει γελώντας για μια σκηνή της ταινίας. «Αλλά σοβαρά, όταν αποφάσισα να κάνω το See How They Run κατά τη διάρκεια του λοκντάουν, νομίζω πραγματικά είχα ανάγκη κάτι φαν και ανάλαφρο. Προφανώς υπάρχει ένα σκοτεινό υπόστρωμα στην ιστορία της ταινίας, όπως και το φόντο της μεταπολεμικής Βρετανίας– αλλά ήθελα να κάνω κάτι που θα μου επέτρεπε να γελάσω».

Η σχέση της με την κωμωδία υπήρχε από πάντα βέβαια, μιας και μεγάλωσε παρακολουθώντας κλασικές τηλεοπτικές κωμωδίες, από το αμερικάνικο Seinfeld ως το βρετανικό The Thick of It. «Αγαπώ την κωμωδία αλλά το να την κάνω με τρομάζει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, επειδή ξέρω πόση δεξιότητα χρειάζεται για να την κάνεις πολύ πολύ καλά. Και σίγουρα, ακόμα μαθαίνω και θέλω να γίνω ακόμα πιο αστεία. Αλλά ναι, θα το έκανα ξανά και ξανά και ξανά».

«Έχω τεράστιο σεβασμό για κωμικούς – το να έχεις αυτό το timing είναι πολύ δύσκολο. Κι όταν έχω γύρω μου ανθρώπους σαν τον Sam Rockwell και τον Reece Shearsmith… ένιωθα σα να είμαι μεθυσμένη!»

Η ταινία γυρίστηκε στη διάρκεια του δεύτερου μεγάλου λοκντάουν, που σημαίνει πως με την πόλη κλειστή, η παραγωγή είχε πρόσβαση σε μερικά πολύ διάσημα μέρη της πρωτεύουσας, ανάμεσά τους το Savoy Hotel (όπου εκτυλίσσεται πολύ μεγάλος μέρος της πλοκής) καθώς και τα τα θέατρα Old Vic και Dominion.

«Λόγω του λοκντάουν είχαμε πρόσβαση σε μέρη που δε θα είχαμε, υπό κανονικές συνθήκες», λέει ο Rockwell. «Υπάρχει τεράστια ιστορία σε αυτά τα μέρη». Η Saoirse συμπληρώνει πως «δουλέψαμε σε απίστευτες τοποθεσίες σε όλο το Λονδίνο, όμορφα θέατρα που είχαν παραμείνει κλειστά κατά το λοκντάουν, οπότε ήταν κάπως γλυκόπικρη εμπειρία. Γιατί αυτά τα μέρη είναι κανονικά τόσο γεμάτα ζωή, και αυτά τα θέατρα είχαν παραστάσεις να παίζονται εκεί για όσο υπάρχουν». (Κάτι που με έναν ειρωνικό τρόπο, παίζει ρόλο στην ίδια την πλοκή της ταινίας!)

«Και το Savoy ήταν εκπληκτικό επειδή είναι το πιο όμορφο ξενοδοχείο και κανείς δεν ήταν εκεί, το είχαμε όλο δικό μας, κι ήταν υπέροχο. Η ταινία γιορτάζει το Λονδίνο και το πόσο πλούσια πόλη ήταν πάντα, το πώς υπάρχει μια αγριάδα αλλά και μια μεγαλειώδης ομορφιά σε αυτό. Νομίζω όλα αυτά υπάρχουν στην ταινία».

«Ήταν μια σπουδαία περίοδος», λέει ο Rockwell. «Ήταν μια εποχή γεμάτη ζωντάνια για το Λονδίνο, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1953 ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα χρονιά στην Αγγλία κι ήταν πολύ φαν το να επισκεπτόμαστε αυτό τον κόσμο, αυτό το θέατρο, και τον τρόπο που ερμηνεύονται όλοι αυτοί οι ηθοποιοί».

Υπάρχει όμως και μια ενδιαφέρουσα θεματική για τη σύγκρουση αντίπαλων φιλοσοφιών, συγκεκριμένα τον χολιγουντιανό τρόπο σκέψης που αντιπροσωπεύει ο Leo Köpernick, και τον κόσμο του βρετανικού θεάτρου. Η άφιξη του Leo ξεκάθαρα ταράζει πολύ κόσμο και υπό μία έννοια απειλεί την ίδια την ύπαρξη αυτού του καλλιτεχνικού κόσμου– είναι μια σύγκρουση πολιτισμών και κοσμοθεωριών.

«Ο Leo Köpernick είναι κατά κάποιο τρόπο ο αντιαισθητικός Αμερικάνος εδώ, αλλά ο Adrien καταφέρνει να τον κάνει πολύ γοητευτικό την ίδια στιγμή, προσθέτοντας ένα διαβολικό σεξαπίλ. Είναι πολύ περίτεχνο αυτό, δεδομένου του πόσο πολύ τον αντιπαθούν όλοι στο φιλμ», λέει ο Rockwell. «Ο Adrien τον κάνει αστείο και γοητευτικό, που λέει κάτι σημαντικό».

Όλα αυτά καταλήγουν σαν ένα δώρο για το κοινό. Λέει ο σκηνοθέτης Tom George, «ελπίζω το κοινό να νιώσει πως παίρνει δύο ταινίες στην τιμή μίας. Γιατί λειτουργεί σαν φονικό μυστήριο, ένα κλασικό whodunit, αλλά είναι και μια κωμωδία που ελπίζω να τους διασκεδάσει». Επειδή, λέει καταλήγοντας, «καμιά φορά ξεχνάς πόσο υπέροχο είναι απλώς το να γελάς σε μια αίθουσα γεμάτη ανθρώπους».

*Το Κοίτα τους πώς τρέχουν (See How They Run) προβάλλεται στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.