ΣΙΝΕΜΑ

Η βιογραφική ταινία με κούκλες Barbie που παραμένει απαγορευμένη μέχρι σήμερα

Η πρώτη ταινία του σκηνοθέτη του Carol ήταν ένα αβάν γκαρντ βιογραφικό φιλμ για την Karen Carpenter, γυρισμένο με Barbie αντί για ηθοποιούς. To Superstar παραμένει απαγορευμένο, παρόλο που στην Ελλάδα έχει προβληθεί μια φορά σε αίθουσα, σε κρυφή προβολή των Νυχτών Πρεμιέρας.

Όσο ευρηματική κι αν αποδείχθηκε τελικά πως είναι η Barbie της Greta Gerwig, όταν μιλάμε για «ταινίες με κούκλες Barbie» είναι ένα άλλο φιλμ που κρατά –ακόμη– τα σκήπτρα. Ένα φιλμ που έχει αποκτήσει καλτ διαστάσεις σε στενούς σινεφλικούς κύκλους, κι ακόμα κι εκεί δεν είναι τόσο γνωστό στην πραγματικότητα.

Και που, ακόμα και μέχρι σήμερα, παραμένει απαγορευμένο και επισήμως αδύνατον να δει κανείς – εκτός αν μιλάμε για διάφορες χαμηλής ποιότητας bootleg εκδόσεις που πάντα κυκλοφορούν στο YouTube.

Το 1985 ο Todd Haynes, μετέπειτα σκηνοθέτης του Carol, του βιογραφικού φιλμ για τον Bob Dylan με τίτλο I’m Not There, και του επερχόμενου May December με τη Natalie Portman και τη Julianne Moore, αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο Μπράουν με πτυχίο καλών τεχνών. Δεν χρειάστηκε να περάσει καιρός για να πέσει πάνω του η προσοχή της βιομηχανίας, που σε μια εποχή λίγο πριν την έκρηξη του ανεξάρτητου σινεμά των ‘90s, διψούσε για νέα ταλέντα.

Το 1987 έκανε κάποιες προβολές στις ΗΠΑ και το 1988 προβλήθηκε στο φεστιβάλ του Τορόντο, η πρώτη ταινία του Haynes, με τίτλο Superstar: The Karen Carpenter Story. Μια ταινία διάρκειας 43 λεπτών που έγραψε και σκηνοθέτησε ο ίδιος, κι η οποία εστίαζε στην τραγουδίστρια Kaen Carpenter και τη μάχη της –και μετέπειτα θάνατο– με τη νευρική ανορεξία. Το Superstar δεν ήταν, όμως, ένα τυπικό βιογραφικό φιλμ. Κάθε άλλο.

Μία ταινία απαγορευμένη

Ήταν μια ταινία που μέχρι και σήμερα θεωρείται έξοχο δείγμα κινηματογραφικού μεταμοντερνισμού, καθώς συνδυάζει εικόνες από δελτία ειδήσεων, συνεντεύξεις και δραματοποιημένες αναπαραστάσεις στιγμών της ζωής της Karen – αλλά παιγμένες με κούκλες Barbie αντί με ηθοποιούς.

Η Mattel εννοείται πως κινήθηκε εναντίον της ταινίας, ανεπιτυχώς. Αυτό που τελικά την καταδίκασε, ήταν η αγωγή του Richard Carpenter, αδερφού της Karen και έτερον ήμισυ του διδύμου The Carpenters, με βάση την χρήση τραγουδιών από τον κατάλογο της μπάντας. Ο αδερφός της Karen Carpenter δικαιώθηκε κι έτσι ο Haynes αναγκάστηκε να αποσύρει τις κόπιες του φιλμ, που παραμένει ως και σήμερα απαγορευμένο.

Επισήμως, εκτός από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, μια κόπια έχει στην κατοχή του και μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, την οποία όμως απαγορεύεται να προβάλει για το κοινό, ύστερα από συμφωνία με το Carpenter Estate.

Ανεπίσημα; Η ταινία υπάρχει στο YouTube και μπορείς να τη βρεις και να τη δεις με μια απλή αναζήτηση.

Αν και, οι bootleg κόπιες που κυκλοφορούν ευρέως ονλάιν παρουσιάζουν το φιλμ με φθορά και θολούρα, κάτι που περιέργως εντείνει την απόκοσμα αρρωστημένη αίσθηση του να παρακολουθείς μια ιστορία με αυτό το θέμα. Αποσύνθεση, ζαλάδα, απώλεια εστίασης– είναι μια περίεργα καθηλωτική εμπειρία.

Μία αναπαράσταση με κούκλες Barbie

Το ίδιο το φιλμ πετυχαίνει επίσης κάτι μοναδικό μέσα από τη μίξη τεχνικών του. Ουσιαστικά ο Haynes επιλέγει να αφηγηθεί την τραγική ιστορία της Carpenter με μια αφήγηση κλεμμένη από τα «επίκαιρα». Σαν κάποιο τηλεοπτικό special, με μια επίμονα δραματική φωνή να αφηγείται, διάφορα πρόσωπα να λαμβάνουν το ρόλο της χορωδίας μέσα από συνεντεύξεις που εστιάζουν στα πρόσωπά τους, και φυσικά την ανασύσταση της δράσης, στην παράδοση του τηλεοπτικού ρεπορταζιακού docu-drama.

Μόνο που τις παραδοσιακά κακοερμηνευμένες αυτές σκηνές αναπαράστασης, εδώ τις ανασυστήνει χρησιμοποιώντας κούκλες Barbie. Προσθέτει έτσι ένα ακόμα επίπεδο τεχνητότητας σε ένα αφηγηματικό μοντέλο που παραδοσιακά παίρνει καυτές ιστορίες από τα προωτοσέλιδα και τις ανασυστήνει με συχνά φτηνό και επιφανειακό τρόπο. Ο Haynes παίζει με το camp στοιχείο αυτής της παράδοσης, όσο και με το ευθέως μελοδραματικό (στοιχεία που συναντάμε και παρακάτω στο έργο του εξάλλου), γυρίζοντας οικογενειακές σκηνές όπου η πίεση πάνω στην Karen είναι ευθύτατη και καθόλου subtle.

(Είναι αναμφίβολα κι αυτό ένας πολύ ισχυρός λόγος που ο αδερφός της κινήθηκε εναντίον της ταινίας, λόγος μάλλον σημαντικότερος από την ίδια τη χρήση των τραγουδιών)

Η χρήση των πλαστικών φιγούρων δημιουργεί ένα εντυπωσιακό εφέ: Από τη μία, δεν αφήνει ποτέ το θέαμα να φλερτάρει με τη φτηνή εκμετάλλευση, όπως θα συνέβαινε με μια παραδοσιακή αναπαράσταση κάποιου τόσο λεπτού ζητήματος κλεμμένου από τους τίτλους των περιπτέρων.

Από την άλλη, συνδέει τις παράλογες απαιτήσεις και την πίεση που ασκήθηκαν στην Karen –να είναι τέλεια, να προσέχει τα πάντα, να αποδίδει όπως οφείλει– με την ίδια την Barbie, με την όλη σημειολογία που κουβαλά πάνω της αυτή η κούκλα. Με ιδέες περί τελειότητας και περί έμφυλων στερεοτυπικών προβολών που καταλήγουν να καταπνίγουν νεαρές γυναίκες με τόνους πίεσης.

Το αποτέλεσμα είναι ένα σύντομο βιογραφικό στόρι / ψυχολογικό προφίλ το οποίο χαρακτηρίζει μια απείρως εντονότερη συναισθηματική φόρτιση από ό,τι μια τυπική Αληθινή Ιστορία του Χόλιγουντ. Φόρτιση αγνή όμως, χωρίς ποτέ να νιώθεις πως ο σκηνοθέτης κρίνει την ηρωίδα του, ή ότι την παραδίδει στην ορέξεις του αδηφάγου κοινού.

Η απαγορευμένη προβολή στην Ελλάδα το 2007

Πρόσφατα, ο Haynes είπε μιλώντας στο Entertainment Weekly πως το Superstar έχει γίνει remaster και πως ελπίζει σε μια μελλοντική κυκλοφορία. «Είναι τόσο όμορφο. Όποτε το βλέπω τώρα σκέφτομαι απλά πως είμαι τόσο τυχερός που υπάρχει αυτή η εκδοχή», λέει ο ίδιος, προφανώς μην εκτιμώντας τη γοητευτική αύρα του θολωμένου bootleg με πορτογαλικούς κολλημένους υπότιτλους. Δεν ξέρει να εκτιμά.

«Θα συμβεί η κυκλοφορία», λέει πάντα. «Δεν είναι κάτι πάνω στο οποίο δουλεύουμε τώρα, αλλά θα συμβεί. Ναι», λέει και ακούγεται αρκετά σίγουρος. Υπάρχουν λέει μερικά πράγματα που πρέπει να ξεκαθαριστούν νομικά, αλλά πάντως βλέπει φως στο τούνελ.

Ως τώρα, οι μόνες προβολές της ταινίας (πέρα από τα bootleg ονλάιν δηλαδή) ήταν απειροελάχιστες και, φυσικά, κρυφές. «Έχει προβληθεί καναδυο φορές, χωρίς να ανακοινωθεί δημόσια, και δίχως αντίτιμο εισιτηρίου, σύμφωνα με τους όρους της απαγόρευσης», λέει ο σκηνοθέτης.

Και, δεν θα το πιστέψετε, αλλά μια από αυτές τις «καναδυό» προβολές; Έχει γίνει στην Αθήνα. Στις Νύχτες Πρεμιέρας, στον Απόλλωνα, το 2007. Ο υπογράφων ήταν μάλιστα μέσα σε εκείνη την προβολή: Μια αξέχαστη εμπειρία, με άλλο κόσμο να παρακολουθεί αποσβολωμένος κι άλλο να μην καταλαβαίνει αν αυτό που συμβαίνει είναι μια φάρσα ή όχι. Πάντως, επρόκειτο για κάτι το αληθινά σπάνιο.

Σε ένα αφιέρωμα για τα 20 χρόνια των Νυχτών Πρεμιέρας στη LiFO, ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ Ορέστης Ανδρεαδάκης εξηγούσε την ιστορία. Όλα ξεκίνησαν όταν το φεστιβάλ προσκάλεσε ως μέλος της κριτικής επιτροπής την παραγωγό Christine Vachon, η οποία ήταν παραγωγός του I’m No There του Haynes, που εκείνη τη χρονιά θα έκλεινε τις Νύχτες Πρεμιέρας. Η Βασόν ήταν λοιπόν καλεσμένη.

Κι ήταν εκείνη που, σύμφωνα με τον Ανδρεαδάκη, πρότεινε να γίνει αυτή η μυστική προβολή, που ποτέ δεν αποκαλύφθηκε, ποτέ δεν διαφημίστηκε με κλεισίματα του ματιού ή τίποτα τέτοιο. Ήταν μια εντελώς κρυφή προβολή, δίχως αντίτιμο εισιτηρίου, σύμφωνα με τους όρους της απαγόρευσης.

«Η ίδια [η Vachon] πρότεινε να μας φέρει αυτή την απαγορευμένη ταινία, μια και ήθελε πολύ ο ίδιος ο Haynes να προβληθεί στην Ευρώπη. Φυσικά δεχτήκαμε, η ταινία έφτασε στις αποσκευές της Vachon και την προβάλαμε μυστικά. Δεν δημιουργήθηκε κάποιο πρόβλημα γιατί επρόκειτο ουσιαστικά για μια πριβέ προβολή, αν όμως μαθευόταν, θα μπορούσαν να κινηθούν νομικά εναντίον του Haynes και της Vachon και, φυσικά, ημών», θυμάται ο Ανδρεαδάκης.

Η κρυφή προβολή του απαγορευμένου Superstar παραμένει δίχως αμφιβολία μια από τις σημαδιακές στιγμές στην ιστορία του θεσμού των Νυχτών. Αλλά ακόμα κι από κάποια κακής ποιότητας ιντερνετική αναμετάδοση, η ταινία διατηρεί αυτή τη σχεδόν μυστικιστική δύναμή της. Σα να βλέπεις ένα άκρως διδακτικό τηλεοπτικό ρεπορτάζ που όμως μετατρέπεται σε κάτι βαθύ, ειλικρινές και συναισθηματικό μπροστά στα μάτια σου– μπροστά στα έκπληκτα μάτια που δεν αντικρίζουν παρά ένα μάτσο πλαστικές, ακίνητες κούκλες σε ρόλους σοκαριστικής αναπαράστασης.

Αυτή η Barbie, το έχει ρίξει στους αβάν γκαρντ πειραματισμούς. Τελικά, δεν υπάρχει όντως τίποτα που δεν μπορεί να κάνει.