
The Roses: Ο πόλεμος του Cumberbatch και της Colman δόθηκε με όπλα και σμέουρα
Ο διπλά υποψήφιος για Όσκαρ Tony McNamara ανανεώνει με φρέσκες ιδέες τον Πόλεμο των Ρόουζ, αλλά δεν ακονίζει καλά τα μαχαίρια του.
- 28 ΑΥΓ 2025
Το 1989, η Kathleen Turner και ο Michael Douglas ήταν η τέλεια επιλογή για να πρωταγωνιστήσουν στη μεταφορά του μυθιστορήματος The War of The Roses, για ένα άλλοτε ευτυχισμένο ζευγάρι που ισοπεδώνουν ο ένας τον άλλον με αφορμή το σπίτι των ονείρων τους.
Η ομάδα του Michael Douglas, της Kathleen Turner και του σκηνοθέτη-συμπρωταγωνιστή Danny DeVito είχε ήδη στο ενεργητικό της τις ταινίες Romancing the Stone και τη συνέχεια της The Jewel of the Nile όταν το γύρισαν το 1989, οπότε υπήρχαν ενσωματωμένα επίπεδα συναρπαστικής κοινής ιστορίας που τροφοδοτούσαν τόσο τις συγκινήσεις όσο και τα γέλια του κοινού που είχε παρακολουθήσει τον Oliver και την Barbara Rose, όπως ονομάζονταν σε εκείνη την πρώτη διασκευή, να καταστρέφουν ο ένας τον άλλον. Η Turner ιδίως ήταν τυφώνας, υποδυόμενη μία γυναίκα με απωθημένα που με υπέροχη συνέπεια εκτόξευε καυστική περιφρόνηση για τον σύζυγό της.
Η ταινία του Jay Roach (Meet the Fockers) ξεκινά με μία παρόμοια νότα περιφρόνησης, σε μία ξεκαρδιστική συνεδρία θεραπείας ζεύγους κατά την οποία ο Theo (Benedict Cumberbatch) και η Ivy (Olivia Colman) καλούνται να κάνουν μία λίστα με δέκα πράγματα που αρέσουν ο ένας στον άλλον. Το γεγονός πως το «έχει χέρια» είναι το καλύτερο που μπορούν να σκεφτούν, αποκαλύπτει το δηλητηριώδες μέγεθος της αμοιβαίας τους απέχθειας σε εκείνη τη φάση του γάμου τους.
Ενώ όμως η θεραπεύτριά τους είναι τρομοκρατημένη από την ένταση και τις βρισιές που ακούγονται μπροστά της (λίγα “cunt!” του σινεμά μπορούν να συγκριθούν με αυτά που βγαίνουν από το στόμα της Colman), και φτάνει στο σημείο να ανακοινώσει ότι οι Roses είναι πέρα από κάθε ελπίδα, οι δύο τους δεν μπορούν να σταματήσουν να γελάνε με όλη την κατάσταση. Καταλαβαίνεις γιατί υπήρξαν κάποτε ερωτευμένοι.
Τι θα γινόταν λοιπόν εάν αφιερώναμε περισσότερο χρόνο στα πρώτα χρόνια της σχέσης τους;
Αυτή είναι η κάπως τολμηρή ιδέα του The Roses που εμπνέεται από το μυθιστόρημα War of the Roses του Warren Adler και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, στο χιτ του DeVito. Αυτό στα χαρτιά μπορεί να ακούγεται αλλόκοτο – οι χαρές του The War of the Roses δεν βρίσκονται άλλωστε στο war μέρος του τίτλου; – ο Roach όμως και οι πρωταγωνιστές του φτιάχνουν τόσο απολαυστικά τις ευτυχισμένες μέρες του ζευγαριού που σχεδόν αποσπούν την προσοχή σου από το αναπόφευκτο.
Η δράση επιστρέφει κατόπιν στο «σημείο όπου όλα ξεκίνησαν» στο Λονδίνο, όταν ο επιτυχημένος αρχιτέκτονας Theo αποχωρεί από ένα γεύμα για να κρυφτεί στην κουζίνα ενός εστιατορίου όπου η Ivy φιλετάρει σολομό. Σύντομα θα κάνουν θορυβώδη σεξ κοντά στα ψυγεία. Όταν η Ivy μοιράζεται πως σχεδιάζει να μετακομίσει στις ΗΠΑ για να πραγματοποιήσει το όνειρό της να γίνει σεφ, ο Theo αποφασίζει παρορμητικά να πάει μαζί της. Ο τέλειος συγχρονισμός μεταξύ Cumberbatch και Colman σε βοηθάει να αγοράσεις τον παραλογισμό.
Μετακομίζουν στην Αμερική, λοιπόν, όπου εκείνη καταλήγει να φροντίζει τα παιδιά τους, όμως μετά από έναν κωμικό όλεθρο για την καριέρα του, οι ρόλοι αντιστρέφονται – η Ivy ανοίγει ένα εστιατόριο απολαμβάνοντας τη ζωή μιας ανερχόμενης διάσημης σεφ, και ο Theo αναλαμβάνει τα οικιακά.
Η λεπτή αμηχανία του Theo με τη νέα κατάσταση είναι διασκεδαστική και πολυεπίπεδη. Εδώ έχουμε έναν πατέρα που θεωρεί τον εαυτό του φεμινιστή, νιώθει βαθιά ζήλια και πικρία όταν η γυναίκα του γίνεται η κύρια πηγή εισοδήματος. Είναι ακανθώδες και επίκαιρο, και θα μπορούσε να τροφοδοτήσει το μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης ταινίας. Είναι σχεδόν κρίμα τότε που η ιστορία καταλήγει σε όσα έγραψε ο Adler στα υλιστικά 80s.
Καθώς τσακώνονται όλο και πιο βίαια για το σχεδιασμένο από τον Theo σπίτι των ονείρων τους, η ταινία γίνεται λιγότερο κωμική και ολοένα πιο τραγική, χωρίς να βρίσκει ποτέ την ισορροπία της προηγούμενης εκδοχής, καταλήγοντας ως ζοφερή προειδοποίηση.
Το γεγονός ότι ο Tony McNamara, διπλά υποψήφιος για Όσκαρ για τα Ευνοούμενη και Poor Things, έχει γράψει μία αληθινά διαφορετική εκδοχή του μυθιστορήματος, είναι πράγματι αναζωογονητικό. Ο ελαφρύτερος όμως τόνος και η πολύ μεγαλύτερη έμφαση στην αρχική ρομαντική σχέση μεταξύ των πρωταγωνιστών καθιστούν το υπόλοιπο της ιστορίας δυσκολοχώνευτο.
Ενώ το τρομακτικό και συνάμα σπαρταριστό δείπνο που ανατρέπει και πυροδοτεί τα πάντα συγκαταλέγεται στις καλύτερες κωμικές στιγμές της καριέρας των Roach, Cumberbatch και Colman, όσα ακολουθούν φαίνεται να έρχεται σε απότομη τονική αντίθεση με όσα έχουν συμβεί μέχρι τότε.
Ακούγεται ανόητο μάλλον όταν μιλάμε για εκδοχή του War of the Roses, όμως τούτη μπορεί να γίνεται υπερβολικά σκληρή, υπερβολικά αιχμηρή, υπερβολικά εξωφρενική στον κόσμο που έχει δημιουργήσει μέχρι την έκρηξη η δημιουργική ομάδα.
Ένα άλλο μειονέκτημα του σεναρίου — και της ικανότητας του Roach να αξιοποιήσει στο έπακρο ένα αρκετά μεγάλο καστ — είναι ο ρόλος των φίλων των Roses, ακόμα και εάν τέσσερις από αυτούς είναι μία σχηματική αναπαράσταση άλλων αταίριαστων ζευγαριών που ίσως έχουν λιγότερους λόγους να είναι μαζί από τον Theo και την Ivy. Υπάρχουν πάρα πολλοί δευτερεύοντες χαρακτήρες για να είναι όλοι χρήσιμοι.
Και οι έξι αυτοί χαρακτήρες παίζονται από ταλαντούχους κωμικούς ηθοποιούς (Andy Samberg, Kate McKinnon, Zoë Chao και Jamie Demetriou), όμως είναι πολύ ισχνά ανεπτυγμένοι για να έχουν συνέπεια. Ο Barry ας πούμε δίνει στον Theo και την Ivy ένα όμορφο πιστόλι καθώς τους εισάγει στις απολαύσεις του σκοπευτηρίου όπου αυτός, η Amy, ο Rory και η Sally είναι τακτικοί πελάτες, όμως τίποτα σε αυτούς δεν καταδεικνύει ότι πρόκειται για λάτρεις των όπλων. Η σκηνή υπάρχει απλώς για να διευκολύνει την αρχή του όπλου του Τσέχωφ, όπως και η απειλητική για τη ζωή αλλεργία της Ivy στα σμέουρα. Και αυτά και το όπλο θα επιστρατευτούν απλώς στη μεγάλη μάχη.
Η πιο ξεχωριστή δευτεραγωνιστική ερμηνεία είναι αυτή της Allison Janney, σε μία μοναδική σκηνή ως σκληροτράχηλη δικηγόρος διαζυγίων της Ivy, ωθώντας επίσης τον Samberg να ανεβάσει το επίπεδό του, έχοντας κάποια για να παίξει ικανή μπάλα αντί απλώς να περιφέρεται.
Συνολικά, το σενάριο είναι εν τέλει πολύ επιφανειακό στις ιδέες του για να δικαιολογήσει την καταστροφική τρίτη πράξη. Για να φτάσουμε εκεί, η αρρενωπότητα του Theo θα έπρεπε να είχε γίνει πολύ πιο τοξική πριν από αυτό το σημείο, και η Ivy πολύ πιο συνειδητοποιημένη για το κατά πόσο η γυναικεία κυριαρχία της ισοπεδώνει τη συναισθηματική της σύνδεση με την οικογένειά της. Διαφορετικά δεν χτίζεται η αίσθηση ότι οι δυο τους είναι ικανοί για τόσο ακραία σωματική ή συναισθηματική βλάβη. Οι Roses έχουν πειστική δυσαρέσκεια, όμως όχι αρκετή για να σκοτώσουν.
Το The Roses (Ρόουζ Εναντίον Ρόουζ) κυκλοφορεί στις αίθουσες από τη Feelgood.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις