ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Το ‘Children’ του Robert Miles, η πρώτη μας αποχαύνωση

Το πρώτο trance τραγούδι που ακούσαμε όταν δεν ξέραμε τι είναι trance είναι και αυτό που δεν θα ξεχάσουμε τελικά.

Όλοι εμείς οι γκρινιάρηδες με τις μουσικές ταμπέλες έχουμε να λέμε για εκείνα τα χρόνια, ‘τα χρόνια του δημοτικού’ σε ελεύθερη απόδοση, που η μουσική στο κεφάλι μας ήταν μία. Που δεν υπήρχε η ερώτηση ‘τι μουσική ακούς;’. Που και να υπήρχε αυτή η ερώτηση, δεν θα υπήρχε απάντηση.

Το κασετόφωνο στα πάρτι των συμμαθητών μας έπαιζε μακαρένα, ινφόρμερ, πρόντιτζι (κατά πολλούς ‘πρότιτζι’ – σαφώς επηρεασμένοι αυτοί οι πολλοί από τον φορ της Παναχαϊκής, Αμαέκι Ότιτζι), ημισκούμπρια και μπόνι τάιλερ και ήταν ό,τι και η τούρτα που περιμέναμε πώς και πώς μετά, χωρίς να έχει κάποιος γενέθλια τις περισσότερες φορές. Ήταν το προαπαιτούμενο του πάρτι, μέρος του ντεκόρ, σπόνδυλος στη ραχοκοκαλιά της δεδομένης διασκέδασης. Κανένα παιδάκι δεν πέρναγε άσχημα στα παιδικά πάρτι τελικά. Η μουσική ήταν μία και το ‘Children’ του Robert Miles ήταν κομμάτι της.

 

Την πρώτη φορά που άκουσα το τραγούδι ήταν καλοκαίρι, κρατούσα ένα χωνάκι μάγκνουμ σοκολάτα στο χέρι, αυτό με τον τεράστιο βόλο σοκολάτας στην κορυφή και φορούσα ένα κόκκινο σορτσάκι. (Τα χρόνια που η μουσική ήταν μία, ένα ήταν και το στιλ ντισίματος. Δεν υπήρχε συγκεκριμένο. Κόκκινο σορτσάκι δεν ξαναφόρεσα ποτέ πάντως). Έτρωγα που λέτε το παγωτό ώσπου μπαίνει το κομμάτι και αρχίζω να χαζεύω αυτό το μιξ εικόνων από κλαμπ (δεν ήξερα τι είναι κλαμπ) και εικόνων από παιδικές χαρές (ήξερα, ήξερα) και για τέσσερα λεπτά το παγωτό έλιωνε. Μόλις τέλειωσε, βρήκα τη μητέρα μου στην κουζίνα και της είπα “θέλω κι άλλο”, μου είπε “μα ακόμα δεν έφαγες αυτό που έχεις” και μουρμούρισα “δεν εννοούσα αυτό”.

Στην αρχική της μορφή που δεν έφτασε ποτέ στα αυτιά μας, η τρανσιά του ‘Children’ δεν ήταν ντυμένη με αυτό το ονειρικό πιάνο. Εμείς παραλάβαμε το τραγούδι έτοιμο, μιξαρισμένο, εμπλουτισμένο με αποτέλεσμα να μεταλάβουμε με το καλημέρα μια ονειρικότητα στην οποία δεν ήταν συνηθισμένο το διψασμένο για χιτάκια παιδικό μας αυτί. Παρ’ όλ’ αυτά, το ‘Children’ όπως το εισπράξαμε θα είναι για πάντα ένα one-way εισιτήριο για εκείνα τα 90s καλοκαίρια. Κάθε φορά που το ακούω ως ενήλικος, νιώθω στα πόδια μου τη δροσιά του μωσαϊκού του σπιτιού της γιαγιάς μου. Αλλά αυτό θα ‘λεγε κανείς είναι ένα καθαρά προσωπικό βίωμα.

Τα πιο συλλογικά βιώματα αναφορικά με το ‘Children’ τα μυρίστηκα τα χρόνια που έπαιζα μουσική στο Κ44 ως Last Page, δίπλα στον συνάδελφο Χρήστο Δεμέτη. Τα πάρτι μας στο κάπα ήταν μέγιστα χωνευτήρια, παίζαμε ό,τι βρίσκαμε μπροστά μας αποδεικνύοντας ότι δεν χρειάζεται να είσαι dj για να βάλεις μουσική κάπου στην Αθήνα και τέλος πάντων, μία μέρα των ημερών, Σάββατο βράδυ θα ήταν, αποφάσισα να βάλω το ‘Children’, το 7λεπτο dream version μάλιστα, τιμώντας και τα υπόλοιπα 90s που μας ανέθρεψαν, όχι μόνο τα νταμπαντούμπα και τα πανηγυρτζίδικα. Ο διπλανός μου αγχώθηκε, μου είπα μάλιστα “ρε, μη βάζεις τέτοια, είναι 2 τη νύχτα, ο κόσμος θέλει  νταμπαντούμπα και πανηγυρτζίδικα” και είχε δίκιο, αλλά δεν με ένοιαζε και τόσο. Και ξαφνικά έγινε το θαύμα. Ο κόσμος σταμάτησε να χορεύει και άρχισε να ακούει. Και μετά από μισό λεπτό, μόλις έκανε τις απαραίτητες συνδέσεις με τα παλιά, ήταν σαν να τους έβλεπα όλους με ένα παγωτό στο χέρι, να ονειρεύονται και να χαμογελάνε από μέσα τους. Κάποιοι και απέξω.

Ακόμα και αν για τους περισσότερους μουσικάντηδες, ο dj Robert Miles με τις ιταλικές ρίζες και τα 25 χρόνια στο κουρμπέτι, εμπίπτει στην κατηγορία ‘one-hit wonder’, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι αυτό το wonder ήταν πραγματικό θαύμα.

*Την Τετάρτη 10 Μαϊου, ο Robert Miles πέθανε στην Ίμπιζα σε ηλικία 47 ετών.