ΛΙΣΤΕΣ

Το French Dispatch είναι η πιο Wes Anderson ταινία του Wes Anderson: 5 ταινίες + 2 σειρές για το ΣΚ

Από Wes Anderson μέχρι Paolo Sorrentino, και από Christian Petzold μέχρι Richard Linklater. Το The French Dispatch είναι το κόσμημα της εβδομάδας, αλλά δεν είναι μόνο του.

Εκτός από το French Dispatch, δες ποιες άλλες ταινίες και σειρές προτείνουμε για σένα.

ΤΑΙΝΙΕΣ:

The French Dispatch

Το Royal Tenenbaums ήταν εκείνη η ταινία που διαχώρισε τους σκεπτικούς θεατές του Wes Anderson από τους φαν του. Ήταν ένα καθοριστικό φιλμ, όχι μόνο για την καριέρα του που εκτοξεύτηκε με τη βοήθεια ενός αστραφτερού καστ, αλλά και για την εδραίωση του στιλ του.

Εάν ήσουν μέσα για τη νοσταλγική του μελαγχολία, για τη στεγνή κωμωδία που χρησιμοποιεί για να εξηγήσει τη θλίψη, για τις συμμετρίες του, για την αμείλικτη σκοπιμότητά του σε οτιδήποτε τρυπώνει στα κάδρα του, οι Tenenbaums θα ήταν η ταινία όπου όλα αυτά θα συνδέονταν απολύτως συνεκτικά. Εγώ το είδα στο σινεμά τις πρώτες ημέρες κυκλοφορίας του και ερωτεύτηκα. Δεν κοίταξα ποτέ πίσω.

Για τους “Andersonians” όπως εγώ λοιπόν, το The French Dispatch μοιάζει με το άλμπουμ των greatest hits του. Έχει όλα τα αξιόπιστα κι αγαπημένα. Μοναξιά, οικογένεια, φιλία, αγάπη, θάνατο, τις εσωτερικές διεργασίες δυσλειτουργικών ανθρώπων, τα παιδιά που βιώνουν την απώλεια της αθωότητας. Ολόκληρο το φιλμ είναι φτιαγμένο σα να κάνει ένα νεύμα διαρκείας στο κοινό του, όλο νόημα. Μία ανοιχτή πρόσκληση να συμμετέχουμε στο αστείο.

Η ταινία ξεκινάει με ένα επικήδειο. Είναι για τον ιδρυτή ενός δελτίου (Bill Murray) που εκδίδεται στη φανταστική πόλη Ennui-sur-Blasé, και τον διαβάζει η Anjelica Huston. Ο Arthur Howitzer, Jr. κακομάθαινε το προσωπικό του πριν πεθάνει, τους διάσημους δημοσιογράφους στο επιτελείο του όπως η Lucinda Krementz (Frances McDormand), η J.K.L. Berensen (Tilda Swinton), ο Herbsaint Sazerac (Owen Wilson) και ο Roebuck Wright (Jeffrey Wright) που παίζει τον ρόλο του James Baldwin.

Οι δημοσιογράφοι του Howitzer γράφουν για την τέχνη και την ιστορία, το φαγητό και τον πολιτισμό, τις κινηματικές διαμαρτυρίες και την ποίηση, και εκείνος τους καθοδηγεί στη διαδικασία της επιμέλειας. Θα ζητάει 2.000 λέξεις και θα λαμβάνει 20.000, αλλά δε θα κόβει τίποτα. Απλώς θα παραγγέλνει παραπάνω χαρτί κι ας είναι απαγορευτικό οικονομικά. Θα πληρώνει παράλογες πολυτέλειες όπως ταξίδια σε εξωτικά νησιά γιατί εκεί γράφουν πιο αποδοτικά, αλλά θα το αφήνει να πέσει κάτω.

Αλλά παρά τις χαριτωμένες πινελιές και την εκπληκτική ομορφιά του – εικαστικά η ταινία είναι ένα επίτευγμα τρομακτικής λεπτομέρειας, με σεκάνς να ξεδιπλώνονται ασπρόμαυρες, φανταχτερές ή σε animation και τα tableau vivant του Anderson πιο εντυπωσιακά από ποτέ – το French Dispatch είναι αναμφισβήτητα θλιμμένο.

Ο Τεξανός σκηνοθέτης που μεγάλωσε διαβάζοντας New Yorker μπορεί να οραματίστηκε μία επιστολή αγάπης στους αγαπημένους του γραφιάδες, αλλά αυτό που γράφει στην πραγματικότητα μαζί με τον Roman Coppola, τον Hugo Guinness και τον Jason Schwartzman στο σενάριο του French Dispatch, είναι ο επικήδειος μίας παλιάς δημοσιογραφίας. Εξιδανικευμένης σίγουρα αλλά και υπαρκτής. Φαντάζεται έναν τύπο εκδότη που δεν υπάρχει πια – και όταν υπήρχε οι αβάντες που έδινε ήταν για τους λίγους – προσανατολισμένο ξεκάθαρα στο περιεχόμενο και όχι στην επέκταση ομίλων, και με την κατανόηση πως το γράψιμο μπορεί να είναι τόσο μοναχικό επάγγελμα (το ίδιο κατανοεί ολόκληρο το French Dispatch).

Ήθελα τόσο πολύ να μου αρέσει περισσότερο λοιπόν, και ξέρω από τι χρειαζόμουν λίγο παραπάνω. Ήθελα περισσότερες στιγμές όπως αυτή όπου ο ομοφυλόφιλος Wright θυμόταν ότι βρέθηκε στη φυλακή γιατί «αγάπησε λάθος». Όταν ο Howitzer τον περιμάζεψε χωρίς να τον γνωρίζει και του έδωσε δουλειά. Ή το κοντινό ενός Ασιάτη σεφ Nescaffier που περιγράφει τη μοναξιά του ως μετανάστης στον μόνο άνθρωπο που φαίνεται να ενδιαφέρθηκε. Τέτοιες σκηνές είναι αντιπροσωπευτικές για το στιλ χαρακτήρων του δημιουργού που θάβουν το τραύμα τους πίσω από την καρικατούρα, αλλά και για τα εκθαμβωτικά πανοράματα που ο Anderson συνθέτει ως άδυτα για εκείνους. Ζητούσα παραπάνω συναίσθημα δηλαδή, αλλά δυστυχώς με άφησε ψυχρή.

Πώς να μην το προτείνω ωστόσο; Είναι η πιο φιλόδοξη δουλειά ενός σκηνοθέτη που λατρεύω, και δεν υπάρχει τίποτα εκεί έξω που να του μοιάζει. Εκτός από τις υπόλοιπες ταινίες του Wes Anderson φυσικά.

Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες από τη Feelgood.

The Hand of God

Ο Paolo Sorrentino (The Great Beauty, Il Divo, The Young Pope) κάνει την πιο προσωπική του ταινία ως τώρα. Τόσο προσωπική που εικάζει ότι δεν το ‘χει μέσα του να κάνει ξανά άλλη τέτοια. Στο Hand of God συνθέτει γεγονότα και εικόνες της ζωής του σε μία φανταστική πλοκή που τοποθετείται στα ‘80s της Νάπολης, και ακολουθεί τον Ιταλό έφηβο Φαμπιέτο Σκίζα (Φιλίπο Σκότι) την εποχή που ο θρύλος της μπάλας, Diego Maradona, ετοιμάζεται να υπογράψει με την ομάδα της πόλης.

Η καριέρα του Sorrentino είναι το έργο ενός δημιουργού που γνωρίζει πως η ζωή ενός ανθρώπου δε διαχωρίζεται με ευθεία γραμμή σε θριάμβους και τραγωδίες, και το Hand of God επισκέπτεται το καλοκαίρι που του έδωσε αυτό το μάθημα με βάναυσο τρόπο. Η ιστορία ενηλικίωσης που φτιάχνει εδώ, συγκρατημένη αισθητικά σε σχέση με τα μπαρόκ πρότυπα που αγαπάει ο Sorrentino, σκιαγραφεί τον κόσμο ενός εφήβου που χάνεται και λυτρώνεται στην ίδια ανάσα.

Παραμένει ζωηρός δημιουργός, με μία συντηρητική ματιά και εδώ στο αρσενικό στοιχείο που γίνεται συχνά μανιερισμός, όμως η οικειότητα της ταινίας αποδίδει μία ελαφρότητα και τρυφερότητα στην παλέτα του Sorrentino που γίνεται ευπρόσδεκτη.

Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Odeon.

Η Νύμφη του Νερού (Undine)

Οι ταινίες του Christian Petzold έχουν σπανίως αρνηθεί το σινεμά είδους. Το Yella του 2007 προερχόταν από το Carnival of Souls του Herk Harvey και είχε χρησιμοποιήσει τον γοτθικό τρόμο για να εξερευνήσει τη γερμανική ταυτότητα μετά την επανένωση.

Η αγαπημένη μου ταινία του, το Phoenix του 2014, ήταν στην καρδιά του ένα μελόδραμα (όπως είναι και το Undine) με έντονες νουάρ συγκινήσεις γύρω από το τραύμα του γερμανικού παρελθόντος.

Σχεδόν μία δεκαετία αργότερα διασκεύασε το βιβλίο Transit της Anna Seghers από το 1944, μεταφέροντας το σκηνικό στη σύγχρονη Μασσαλία αλλά διατηρώντας τους χαρακτήρες και τη μετα-Β΄Παγκοσμίου Πολέμου πλοκή, εγκλωβίζοντας την ταινία σε μία μεταφορική στασιμότητα.

Στο Undine λοιπόν ο Petzold διασκευάζει τον ευρωπαϊκό μύθο του ομώνυμου πλάσματος που βασίζεται στις δικές μας Νηρηίδες, μίας νύμφης του νερού που μπορεί να μείνει στη στεριά με έναν θνητό αλλά αν ποτέ την απατήσει θα πρέπει να τον σκοτώσει. Οπότε όταν η Paula Bier, η πρωταγωνίστρια που κέρδισε πέρσι την Αργυρή Άρκτο για την ταινία, ανοίγει το Undine εξηγώντας στον σύντροφό της πως δε μπορεί να τη χωρίσει γιατί θα αναγκαστεί να τον σκοτώσει, το έδαφος είναι αβέβαιο. Είναι μία σχεδόν αστεία εισαγωγή που θα μπορούσε να ανήκει σε ρομ-κομ, αλλά το πρόσωπο της Bier εγκυμονεί τρομοκρατία. Μπορεί ποτέ να το εννοεί αυτό που λέει;

Σύντομα όμως θα γνωρίσει τον επόμενό της σύντροφο, έναν ήπιο και ευγενικό Franz Rogowski που μοιάζει τρεις μπύρες μακριά απ’τα ζωώδη του ένστικτα. Τέτοια είναι και η ενέργεια μεταξύ τους: κρέμονται διαρκώς ο ένας από τον άλλον, κοιτιούνται μαγνητισμένοι, είναι κορμιά που δεν ξέρεις πού τελειώνουν και πού αρχίζουν. Η μελοδραματική αυτή διάθεση της ταινίας είναι υπόγεια στην πρώτη της πράξη, αλλά είναι αυτή η εγκράτεια που δίνει ώθηση στις εκρήξεις της συνέχειας. Ενώ το προφανές είναι να περιμένεις πως ο Petzold θα χρησιμοποιήσει τον μύθο της Undine ως μεταφορά, εκείνος τον αντιμετωπίζει κυριολεκτικά.

Είναι ένα παραμύθι, μία φαντασίωση από έναν ταγμένο κινηματογραφικό ρεαλιστή που λειτουργεί ως τέλειο παράδειγμα για το πώς ένας σκηνοθέτης μπορεί να εμπνευστεί από μία αλλόκοτη κεντρική ιδέα και να τη φέρει στα μέτρα του. Είναι μία κλασική περιοχή για τον Petzold, όπου οι χαρακτήρες μπορούν να κατοικήσουν σε ένα μέρος ή μια σχέση, χωρίς να ανήκουν ποτέ ολοκληρωτικά εκεί.

Η ταινία προβάλλεται στον κινηματογράφο Άστυ.

The Pearl Button

Αυτό το στοιχειωμένο ντοκιμαντέρ της Χιλής είναι περισσότερο ποίηση παρά δημοσιογραφία, καθώς ο Patricio Guzman συγκρίνει τη μοίρα των ιθαγενών της Παταγονίας με αυτή των εξαφανισμένων του καθεστώτος Πινοσέτ.

Το Pearl Button είναι μία ζωντανή πύλη για την κατανόηση όχι μόνο της κληρονομιάς ενός έθνους, αλλά και της τέχνης του κινηματογράφου μη μυθοπλασίας.

Η ταινία στριμάρει στο Cinobo.

Last Flag Flying

Τριάντα χρόνια μετά την αποστολή τους στο Βιετνάμ, τρεις βετεράνοι πολέμου που υποδύονται ο Bryan Cranston, ο Steve Carell και ο Laurence Fishburne, μαζεύονται για την κηδεία του γιου ενός εκ των τριών. Ήταν κι εκείνος νεαρός στρατιώτης που έχασε τη ζωή του στον πόλεμο του Ιράκ.

Ο Richard Linklater προσπαθεί να σχολιάσει τη σύγχυση του να είσαι ήρωας πολέμου σε πολέμους που δεν ήταν ηρωικοί, και την ιδιότυπη σχέση των Ηνωμένων Πολιτειών με τον στρατό τους. Δεν είναι πάντα στέρεο το έδαφος πίσω από αυτή την απόπειρα, όμως το πείραμα είναι εν τέλει ανταποδοτικό και συγκινητικό. Όταν οι απώλειές σου ήταν τελικά για το τίποτα, σου μένει τουλάχιστον η συντροφικότητα μέσα από αυτή τη διαπίστωση.

Η ταινία στριμάρει στο Cinobo.

ΣΕΙΡΕΣ:

Pen15: Marathon

Είτε πέρασες φανταστικά στο Γυμνάσιο, είτε δεν θέλεις καν να το θυμάσαι, το Pen15 είναι αφιερωμένο σε εκείνον τον φίλο που έκανε τις μέρες σου καλύτερες.

Οι δημιουργοί και πρωταγωνίστριες Maya Erskine και Anna Konkle είναι κολλητές φίλες στην αληθινή ζωή, οπότε βάσισαν τους χαρακτήρες τους σε αυτοβιογραφικά στοιχεία, και το μεγαλύτερο εσωτερικό αστείο της κωμωδίας είναι το γεγονός ότι οι δύο γυναίκες παίζουν τους εαυτούς τους δίπλα σε πραγματικούς εφήβους και η παραφωνία είναι ξεκαρδιστική.

Αφού σε πρώτη φάση κατάφεραν να κερδίσουν μία αναπάντεχη αλλά τόσο δίκαιη υποψηφιότητα Emmy για το ωμό σενάριό τους στο φανταστικό επεισόδιο Anna Ishii-Peters της 2ης σεζόν, φέτος αναγνωρίστηκαν στη μεγάλη κατηγορία της Καλύτερης Κωμωδίας στα ίδια βραβεία, παράλληλα με δύο ακόμη υποψηφιότητες. Δυστυχώς το β΄μέρος της δεύτερης σεζόν που θα κυκλοφορήσει αυτές τις μέρες θα είναι τα τελευταία επεισόδια της σειράς.

Η σειρά επιστρέφει με 8 νέα επεισόδια για να ολοκληρώσει τον δεύτερο κύκλο της, το Σάββατο 4/12 στις 22.00 (COSMOTE SERIES MARATHON HD). Με την προβολή του πρώτου επεισοδίου, όλοι οι κύκλοι της σειράς θα είναι διαθέσιμοι στο COSMOTE TV PLUS.

Lost in Space: Season 3

Δραματικό αλλά πάντοτε οικογενειακό remake της κλασικής κωμωδίας του ‘80, για μία οικογένεια που χάνεται στο διάστημα, έτη φωτός μακριά από τον προορισμό της. Η 3η θα είναι η τελευταία σεζόν της σειράς και θα πιάσει την ιστορία ένα χρόνο μετά τα γεγονότα του τελευταίου φινάλε.

Τώρα τα αδέρφια Penny (Mina Sundwall), Judy (Taylor Russell) και Will (Maxwell Jenkins) είναι παγιδευμένα σε έναν μυστηριώδη πλανήτη, αλλά οι ανήσυχοι γονείς τους (Molly Parker και Toby Stephens) δε γνωρίζουν αν τα παιδιά τους είναι ασφαλή όπως και το αντίστροφο. Ενώ οι γονείς των παιδιών θα προσπαθούν απεγνωσμένα να επανενώσουν την οικογένεια, η σειρά σκοπεύει να απαντήσει σε επίμονες ερωτήσεις: Από πού προήλθαν τα Robots; Και αν τα Ρομπότ είναι όντως κατασκευασμένα, ποιος τα έφτιαξε; Και για ποιο σκοπό;

Η σειρά στριμάρει στο Netflix.