ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Τομπίας Λίντχολμ: Ο σκηνοθέτης της “Πειρατείας στον Ωκεανό” μιλάει στο ΟΝΕΜΑΝ

Το ΟΝΕΜΑΝ μίλησε με τον σκηνοθέτη της "Πειρατείας", σεναριογράφο του Τόμας Βίντερμπεργκ και δημιουργό του τηλεοπτικού "Borgen".

Ο Τομπίας Λίντχολμ είναι πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση δημιουργού. Με μια καριέρα που αριθμεί λίγα μόλις χρόνια, ξεκινώντας με την πρώτη του ταινία το 2010, έχει ήδη εξελιχθεί σε πολύ σημαντική φωνή του νέου Δανέζικου σινεμά. Γράφει σενάρια για τον Τόμας Βίντερμπεργκ (το φετινό τους “Κυνήγι” ήταν μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς), είναι υπεύθυνος για μια πολύ σημαντική τηλεοπτική παραγωγή (το “Borgen: Συνωμοσίες Εξουσίας” γνωρίζει πλέον επιτυχία σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα) και τώρα σκηνοθετεί την “Πειρατεία στον Ωκεανό”, τη δεύτερη ταινία του- η οποία μάλιστα κέρδισε τον Χρυσό Αλέξανδρο στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Στην “Πειρατεία” παρακολουθούμε την αγωνιώδη προσπάθεια μιας ομάδας διαπραγματευτών να έρθουν σε συμφωνία με ένα τσούρμο πειρατών που καταλαμβάνουν ένα Δανέζικο πλοίο κρατώντας ομήρους το πλήρωμα. Η δράση της ταινίας παίζει ανάμεσα στα δύο αυτά σκηνικά: Το πλοίο, όπου παρακολουθούμε την αγωνία των ομήρων και τη θέλησή τους να επιστρέψουν σπίτι, και τα γραφεία της εταιρείας, όπου οι διαπραγματεύσεις παραδίδουν στιγμές πιο αγωνιώδεις ακόμα κι από την απειλή στα ανοιχτά του ωκεανού.

Μιλήσαμε τηλεφωνικά με τον Λίντχολμ τόσο για την πολύ ενδιαφέρουσα ταινία του, όσο και για τις άλλες σημαντικές δουλειές του, για την σημασία της τηλεόρασης, για την αξία της κοινότητας δημιουργών, τη φιλία του με τον Βίντερμπεργκ, και το πόσο σημαντικό είναι να λες ιστορίες για δικά σου βιώματα.

Η ιδέα για την ταινία είναι πολύ συγκεκριμένη, από πού προήλθε;

Όπως και στην Ελλάδα, έτσι κι εμείς στη Δανία έχουμε μεγάλο εμπορικό στόρο και κάθε οικογένεια έχει από ένα ναύτη. Ο πατέρας μου ήταν ναύτης όταν ζούσε. Ήθελα πάντα να κάνω μια ταινία στη θάλασσα λοιπόν απλά δεν ήξερα τι ιστορία ήθελα να πω. Μου αρέσει η ιδέα ενός μικρού χώρου με άντρες απέναντι στα εμπόδια που συναντούν εκεί έξω. Πριν 5-6 χρόνια τα πρώτα πλοία μας άρχισαν να πέφτουν θύματα Σομάλων πειρατών, άρχισα να το ψάχνω περισσότερο και τότε ήξερα πως εκεί υπήρχε ιστορία.

Η βασική αρχή μου είναι οι ρεαλιστικοί κανόνες, που σημαίνει πως δε θέλω να βγάζω πολλά πράγματα από το μυαλό μου, θέλω να πάω έξω στον πραγματικό κόσμο και να φτιάξω ταινίες. Γι’αυτό πήγαμε στην Κένυα, νοικιάσαμε ένα πλοίο και πλεύσαμε στις σομαλικές ακτές όπου γυρίσαμε όλη την ταινία, ώστε να έχουμε τη σωστή ατμόσφαιρα και τις λεπτομέρειες. Μάλιστα αποδείχθηκε πως το πλοίο μας είχε πέσει θύμα πειρατείας πριν δυο χρόνια οπότε όλα τα μέλη του πληρώματος ήξεραν τα πάντα για το θέμα μας, μας βοήθησαν σε όλες τις λεπτομέρειες.

Το φιλμ μετακινείται σαν πινγκ πονγκ ανάμεσα σε δύο μέρη, τους ομήρους στο πλοίο και τους διαπραγματευτές της εταιρείας πίσω στα γραφεία. Πότε μπήκε αυτό το δεύτερο στοιχείο στο παιχνίδι;

Στην αρχή είχα γράψει μόνο για το πλοίο. Όμως οι όμηροι από μόνοι τους δεν έχουν πολλή ιστορία, δεν γίνεται τίποτα. Ο όμηρος θέλει απλά να γυρίσει σπίτι του. Αλλά δεν κάνεις τίποτα, απλά κάθεσαι εκεί. Οπότε δε μπορούσα να καταφέρω να βάλω μπροστά την ιστορία, μου πέθαινε όλη την ώρα. Μίλησα με θύματα, πήρα στα χέρια μου καταγραφές συνομιλιών από διαπραγματεύσεις και τις βρήκα συναρπαστικές, η ένταση, η σοβαρότητα σε αυτό το δωμάτιο, αυτές οι διαπραγματεύσεις ζωής και θανάτου μου έδωσαν το καύσιμο της ιστορίας. Το σασπένς. Και ήταν ενδιαφέρον επειδή έτσι το κοινό ήξερε όλη την ιστορία ενώ ο διαπραγματευτής και οι ναύτες δεν γνωρίζουν όλες τις πλευρές.

Ήθελες το κοινό να δει τους διαπραγμευτές με ένα συγκεκριμένο τρόπο;

Η έρευνα που έκανα με εξέπληξε. Είχα κι εγώ αυτή την κλισέ ιδέα στο μυαλό μου πως η εταιρεία σχεδόν δε θέλει να πληρώσει για να γλιτώσει τα λεφτά, αλλά έμαθα πως αυτό δεν ισχύει. Αυτοί οι άνθρωποι θέλουν πραγματικά να πληρώσουν και να φέρουν τους ναύτες τους πίσω, απλά αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Μετά γνώρισα τον Γκάρι Σκιολντμόσε που παίζει τον βρετανό διαπραγματευτή, ο οποίος είναι όντως διαπραγματευτής, αυτή είναι η δουλειά του. Οπότε ήξερα τα πάντα από πρώτο χέρι, για το πώς θα εξελισσόταν μια τέτοια κατάσταση. Μου έδωσε έναν τρόπο να είμαι πολύ αντικειμενικός. Η ταινία δεν κρίνει κανέναν, απλά περιγράφει μια πραγματικότητα και ελπίζω το κοινό να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα και να καταλάβει λίγο καλύτερα τι συμβαίνει με αυτές τις πειρατείες. Είναι ένα πρόβλημα που αφορά τη Δανία όσο και την Ελλάδα εξάλλου.

Το πρόβλημα για μένα ήταν πως ποτέ μου δεν ήμουν αρκετά πεινασμένος ώστε να μπορώ να πω την ιστορία ενός πειρατή. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Δεν έχω υπάρξει αρκετά πεινασμένος ώστε να θέλω να σκοτώσω για φαγητό. Προσπάθησα αλλά δε μπορώ να μπω στο μυαλό αυτού του ανθρώπου. Οπότε αποφάσισα πως θα περιγράψω την ιστορία από τις οπτικές που μπορούσα να κατανοήσω, ρίχνοντας και λίγο φως σε αυτό το πρόβλημα και λέγοντας την ιστορία όσο πιο αντικειμενικά γινόταν.

Ξεκίνησες σαν σεναριογράφος, πώς αποφάσισες ποια ιστορία σου θες να σκηνοθετήσεις ο ίδιος;

Όλες μου τις μάχες τις έχω κερδίσει με τον υπολογιστή μου. Δε μπορώ να πάω και να κάνω μια καλή ταινία χωρίς ένα καλό σενάριο. Κανείς δε μπορεί. Εντάξει, ίσως κάποιοι μπορούν, αλλά πιστεύω πως το καλό σενάριο είναι θεμέλιο για μια ταινία. Μια στο τόσο θα σκεφτώ μια ιστορία που ξέρω πως θέλω να την πω ο ίδιος, που δε με αφήνει. Που μοιάζει να είναι προσωπική. Όπως η “Πειρατεία” κι όπως το “R”, η ταινία φυλακών που έκανα πριν.

Κι έχω αυτό που αποκαλώ τη μικρή μου ροκ μπάντα. Έχω τον ίδιο σεναριογράφο, μοντέρ, ηθοποιούς και δουλεύουμε σε πολύ στενή συνεργασία. Κι όλοι μας κάνουμε άλλα πράγματα μες στη χρονιά, για παράδειγμα εγώ δουλεύω με τον Τόμας Βίντερμπεργκ και γράφω και την τηλεοπτική μου σειρά. Και έχω κι αυτή την μπάντα τζαζ αυτοσχεδιασμού, θα μπορούσες να πεις, που είναι σα να βρισκόμαστε σε ένα γκαράζ μία στο τόσο και να κάνουμε μια ταινία όπως με την “Πειρατεία”. Αλλά κυρίως μου αρέσει να γράφω, τα μεγαλύτερα εμπόδια κι οι μεγαλύτερες μάχες ξεπερνιούνται εκεί.

Μοιάζει πολύ απαιτητικό πρότζεκτ η “Πειρατεία” για κάποιον που δεν είναι πρωτίστως σκηνοθέτης, θα περίμενε κανείς πως θα επέλεγες κάτι πιο απλό ίσως.

Μπορώ να σου πω ότι η μεγάλη μου φιλοδοξία στη ζωή είναι να είμαι καλός πατέρας και σύζυγος. Είμαι παντρεμένος με τρία παιδιά. Αλλά δε μπορώ να είμαι καλός οικογενειάρχης και καλός σκηνοθέτης την ίδια στιγμή, είναι και τα δύο πολύ απαιτητικά. Γι’αυτό ζω ως σεναριογράφος, αυτό είναι κάτι πιο εύκολο. Οπότε αυτό κάνω κυρίως. Όμως μια στο τόσο συμφωνώ με την οικογένειά μου και φεύγω και βουτάω βαθιά για να κάνω μια ταινία. Τον περισσότερο καιρό είμαι σε ένα γραφείο και γράφω, οπότε αν είναι να βγω εκεί έξω στον κόσμο, ας το κάνω σωστά. Είμαι ένας πολύ τυχερός άνθρωπος στη ζωή μου, έχω πολλά προνόμια, αλλά κάποιες φορές χρειάζομαι μια γροθιά στο στομάχι για να συνειδητοποιώ εκ νέου τον κόσμο γύρω μου. Γι’αυτό κάνω αυτές τις ταινίες.

Είναι κάτι πολύ Δανέζικο όπως ανέφερες. Έχεις σκεφτεί να κάνεις ταινία έξω από τη χώρα σου;

Ναι, θα το ήθελα αλλά αυτό που θέλω ακόμα πιο πολύ είναι η καλλιτεχνική ελευθερία, κι αυτή την έχω εδώ. Επίσης νιώθω πως θέλω να λέω ιστορίες για πράγματα που γνωρίζω και καταλαβαίνω. Οπότε ναι, θα μπορούσα να πάω να κάνω μια ταινία στις ΗΠΑ, και ίσως το κάνω μια μέρα, αλλά είναι πολύ δύσκολο κι απαιτητικό το να κάνεις μια ταινία και η Ευρώπη είναι ακόμα το μέρος για μένα. Μπορώ να έχω απόλυτο έλεγχο, να διαλέξω τους ανθρώπους που θέλω. Θέλω να πω, θα πρέπει να μου παρουσιάσεις κάτι πάρα πολύ δυνατό μπροστά μου αν είναι να αλλάξω όλα τα παραπάνω.

Με τον Βίντερμπεργκ πώς και έχεις τόσο συχνή συνεργασία;

Βασικά χάρη σε αυτόν ξεκίνησα να κάνω ταινίες. Μεγάλος μου ήρωας τότε με την “Οικογενειακή Γιορτή” και το Δόγμα ‘95. Όταν έκανα αίτηση για να πάω σε σχολή κινηματογράφου ήταν ήδη μεγάλο όνομα και λάτρευα τη δουλειά του. Όταν αποφοίτησα με βρήκε και μου πρότεινε να γράψω γι’αυτόν, ενώ δε τον γνώριζα προσωπικά τότε. Ήταν το μεγαλύτερο δώρο που θα μπορούσε να μου έχει κάνει άνθρωπος.

Τώρα νιώθω σα να έχω βρει συνέταιρο στο έγκλημα! Όταν πάω να σκηνοθετήσω τον ρωτάω πράγματα, με βοηθάει, τον βοηθάω, κάναμε μαζί το “Κυνήγι” και τώρα γράφω την επόμενη ταινία του. Επίσης έχουμε κι οι δύο παιδιά, έχουμε γίνει φίλοι. Πάντα προσπαθώ να μοιράζομαι τη ζωή μου με τους ανθρώπους που δουλεύουμε μαζί, γιατί το σινεμά για μένα δεν είναι απλά μια δουλειά, είναι η ζωή μου. Και θέλω να καταλαβαίνω τα πάντα για τον άλλον με τον οποίον δουλεύουμε μαζί.

Πάντα ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής, αγαπώ το ποδόσφαιρο. Αλλά δεν ήμουν ποτέ καλός. Οπότε τώρα προσπαθώ να φτιάξω μια μικρή ποδοσφαιρική ομάδα καλλιτεχνών γύρω μου!

Ενδιαφέρον αυτό που λες για τη σχέση των δημιουργών. Ειδικά στις μικρότερες χώρες έχω την εντύπωση πως το τοπικό σινεμά είναι πιο πετυχημένο όταν υπάρχει μια κοινότητα δημιουργών, όπως πρόσφατα οι Μεξικάνοι με τον Κουαρόν και τον Ντελ Τόρο και τον Ινιαριτού, στην Ελλάδα με το νέο κύμα πάλι όλοι παίζουν ο ένας στις ταινίες του άλλου, γράφουν, είναι παραγωγοί κλπ. Και φυσικά το ίδιο με το Δόγμα.

Ναι ναι, οπωσδήποτε. Από παλιά ισχύει αυτό, με το Γαλλικό σινεμά με τον Τρυφώ και τον Γκοντάρ, ακόμα και η χρυσή εποχή του Χόλιγουντ. Είναι σημαντικό να έχεις ανθρώπους που αλληλοβοηθιούνται και καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον. Το σινεμά δεν είναι δουλειά ενός ανθρώπους, είναι μια ομάδα ανθρώπων που αφιερώνουν τις ζωές του σε αυτό, οπότε είναι ομαδική προσπάθεια. Ειδικά στις πιο μικρές χώρες όπως εμείς, το να προσπαθείς να έχεις μια κοινή φωνή είναι σημαντικό. Μαζί είμαστε δυνατοί, ο καθένας μόνος του είναι ένα νησί στον ωκεανό. Πάντα εμπνέομαι από άλλους δημιουργούς έτσι κι αλλιώς οπότε ναι, αυτό είναι κάτι που βγάζει απόλυτο νόημα για μένα.

Με την τηλεόραση πότε αποφάσισες να ασχοληθείς;

Απλά μου προέκυψε επειδή… Κοίτα, αν θες να είσαι σεναριογράφος τότε το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να γράφεις. Μην το πολυσκέφτεσαι, απλά γράφε. Όταν μου ζήτησαν να αναπτύξω τους “Borgen” μαζί με άλλους δύο σεναριογράφους είπα κατευθείαν ναι. Είχα μόλις βγει από τη σχολή τότε και μου έδωσε την ευκαιρία να περάσω την πρώτη μου επαγγελματική χρονιά γράφοντας 20 επεισόδια, που θα πει 20 ώρες ιστορίας, που θα πει 20 ώρες ηθοποιών να λένε αυτά που έχεις γράψει. Έμαθα απίστευτα πολλά πράγματα έτσι.

Και είναι συναρπαστικό ότι μπορούμε να λέμε μια ιστορία που την παρακολουθεί το 20% της χώρας κάθε Κυριακή. Το να γράφεις μια σειρά είναι άσκηση τεχνικής. Δεν νιώθεις απαραίτητα πως δημιουργείς τέχνη όλη την ώρα, είναι μια βιομηχανία διασκέδασης, αλλά με βοήθησε να μάθω πάρα πολλά και είμαι τρομερά περήφανος που τώρα ταξιδεύει όλο τον κόσμο και τη βλέπει τόσος κόσμος. Μόλις γύρισα από την Ιρλανδία και από ό,τι φαίνεται έχει μεγάλη επιτυχία εκεί. Το οποίο με εκπλήσσει γιατί είναι μια εντελώς τοπική ιστορία για έναν Δανό πρωθυπουργό, έτσι;

Πώς είναι συγκριτικά με το σινεμά; Στην Αμερική ας πούμε συνήθως κάποιος αφιερώνεται σε κάτι από τα δύο, δεν είναι συχνό να κάνεις ταινίες που πάνε σε Φεστιβάλ ενώ τρέχεις μια τηλεοπτική σειρά.

Ναι, ούτε στη Δανία είναι κάτι συνηθισμένο. Κοίτα, ξεκίνησα πριν κάνω τα παιδιά, όταν μπορούσα να δουλεύω μέρα και νύχτα. Έγραφα 10 ώρες τη μέρα για την τηλεόραση και μετά θα έγραφα 6 ώρες τη νύχτα μια ταινία. Κάθε μέρα επί 2 χρόνια. Οπότε ήμουν απασχολημένος πολύ. Η πειθαρχία που απαιτείτο για να καθίσω και να γράφω με τόση συνέπεια για τόσο καιρό μου έμαθε πολλά. Μου έδωσε την ευκαιρία να καταλάβω πώς λειτουργεί μια ιστορία, απλώς και μόνο γιατί έγραφα τόσες πολλές. Δεν ξέρω αν μπορώ να το κάνω πια γιατί έχω πια τρία παιδιά και θέλω να είμαι καλός πατέρας. Οπότε τώρα πρέπει να διαλέξω κι αυτή τη στιγμή θέλω να γράφω ταινίες, και θα σκηνοθετήσω ξανά το 2014.

Ξέρεις τι;

Έχω μια-δυο ιδέες, έχω αρχίσει να τις ψάχνω αλλά δε το έχω πει στη γυναίκα μου ακόμα οπότε… [γελάει]

Έχουν διαφορετικό σημείο εκκίνησης οι σειρές με τις ταινίες; Έχει κάποια να κάνει περισσότερο με χαρακτήρες ή με ιδέες;

Το θέατρο ή το σινεμά έχουν να κάνουν με το ταξίδι ενός χαρακτήρα, ο οποίος αλλάζει, φοβάται την τραγωδία κι αποζητά το ευτυχισμένο τέλος. Είναι το ταξίδι ενός ήρωα. Η σειρά είναι ένα άλλο πράγμα. Είναι σα να κοιτάς ένα ενυδρείο γεμάτο ψάρια και να συνεχίζεις να το κοιτάς από διαφορετικές γωνίες και να το περιγράφεις συνεχώς με νέους τρόπους.

Επίσης η τηλεόραση σου δίνει τη δυνατότητα να πεις ιστορίες για χαρακτήρες που θα είχαν λήξει νωρίτερα αν έκανες μια ταινία. Και το άλλο με την τηλεόραση είναι πως βρίσκεται μες στα σπίτια των ανθρώπων. Οπότε είναι σα να αισθάνονται μια συγγένεια με τους χαρακτήρες, είναι σαν ένα μέλος της οικογένειας να τους επισκέπτεται κάθε Κυριακή. Είναι ένα πολύ προσωπικό πράγμα.

Το να βλέπεις μια ταινία είναι εντελώς άλλο πράγμα. Πρέπει να πας στο σινεμά, να αγοράσεις εισιτήριο και να κάτσεις εκεί δυο ώρες ξεχνώντας τα πάντα για τη ζωή σου γι’αυτό το διάστημα. Πιστεύω πως η αντίληψη του κοινού κάνει τις σειρές μια πιο ευθεία επικοινωνία και γι’αυτό έχει και τεράστιο δημιουργικό ενδιαφέρον. Αλλά η βασική διαφορά για μένα ως σεναριογράφο είναι ότι η ταινία είναι το ταξίδι ενός ήρωα. Μια σειρά μπορεί να συνεχίζεται για πάντα οπότε πρέπει μία στο τόσο να βάζεις και καινούρια ψάρια μες στο ενυδρείο, σωστά;

 

*H ταινία “Πειρατεία στον Ωκεανό” βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου από τη Feelgood Entertainment.