ΜΟΥΣΙΚΗ

Τζαμάλ, κι ας τον ακούν τα 15χρονα

Η 'Κούπα του Ιούδα' βγήκε πριν λίγους μήνες και δυστυχώς οι δισκοκριτικές δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα μαζί της. Οι λόγοι γι'αυτό ίσως να είναι πολύ συγκεκριμένοι.

“Σε προποτζίδικα φτιάχνουμε αναμνήσεις. Και έχουμε μπερδευτεί για το ποιον πρέπει να μισήσεις”. Τα ‘Προποτζίδικα’ είναι ένα από τα καλύτερα κομμάτια που θα βρεις στο ‘Η Κούπα Του Ιούδα’, το άλμπουμ που κυκλοφόρησε ο Τζαμάλ πριν από λίγους μόλις μήνες. Μέσα σε αυτό και στα υπόλοιπα 7 του κομμάτια θα βρεις τον Τζαμάλ μέσα σε μια συνειδητά βρόμικη μουσική να μιλάει πια ως 35άρης. Αναπολώντας τα προηγούμενα χρόνια και όσα γύρω του αλλάζουν. Μιλώντας για την εργατική τάξη, ίσως και για τη μικροαστική, τις φυλακές, τη δικαιοσύνη, τη Θεσσαλονίκη και τη μουσική. Μια από τις λίγες old-school φωνές που συνεχίζουν να ακούγονται ακόμα και σήμερα φρέσκιες.

Αυτό το κείμενο το γράφω όχι ως ένα κλασικό κομμάτι που γράφεται αφού ενθουσιάζεσαι με κάτι και θες να το εκφράσεις. Αυτό το κείμενο το γράφω ως αποτέλεσμα διαφόρων αποτυχιών να μοιραστεί αυτός ο ενθουσιασμός μου με άλλους. Δεν ήταν ούτε μία ούτε δύο οι φορές που πήγαινα να μιλήσω σε κάποιον για τον Τζαμάλ και ανίχνευσα πρώτα μια έκπληξη και μετά μια αμφισβήτηση. Όλα βέβαια από ανθρώπους περίπου της γενιάς μου. Ο ένας φίλος μου είχε πάει σε ένα live του Tζαμάλ και ήταν από κάτω 17χρονα. Είχε ντραπεί που ήταν τόσο μεγάλος, τόσο που έκατσε πίσω-πίσω και δεν το απόλαυσε. Ο άλλος δεν είχε ακούσει καν το άλμπουμ, γιατί ήξερε ότι “τον ακούν 15χρονα αυτόν”. Η τρίτη τον θυμόταν από τα Βόρεια Αστέρια με τον ΛΕΞ αλλά δεν τον είχε ψάξει καθόλου.

Όταν βέβαια τον ανέφερα σε έναν μαθητή μου γύρω στα 17 ενθουσιάστηκε. Και μαζί παραξενεύτηκε. “Ακούτε εσείς, κύριε, τον Τζαμάλ;”. Η αλήθεια είναι, λοιπόν, ότι, ενώ οι στίχοι του Τζαμάλ είναι γραμμένοι φανερά από έναν άνθρωπο που βρίσκεται στα μέσα της δεκαετίας των 30, το κοινό του είναι κατά βάση μικρότερης ηλικίας. Ή τουλάχιστον έτσι το έχουμε κατατάξει εμείς στο μυαλό μας. Ισχύει; Kαι ακόμα και αν ίσχυε, είναι αυτό πρόβλημα;

Έχουμε αρχίσει τον τελευταίο καιρό να βλέπουμε αφ’υψηλού τη μουσική που ακούνε τα 15χρονα. Να την κριτικάρουμε. Να τη θεωρούμε μη πραγματική μουσική. Τα autotune, η trap και οι “μη-μουσικές”. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι ανέκαθεν τα μεγαλύτερα και τα σπουδαιότερα μουσικά ρεύματα ξεκίνησαν με πρώτους ακροατές τους εφήβους. Και πολύ πιθανόν να βιώναν και αυτά την αμφισβήτηση ή ακόμα και την απαξίωση από μεγαλύτερες ηλικίες οι οποίες δεν μπορούσαν να χωρέσουν στους κανόνες τους τα νέα μουσικά ρεύματα. Οι πιο αντιδραστικοί μάλιστα δεν τη χωρούσαν καν στα όρια της μουσικής.

Οι Nirvana “κατέστρεψαν τη ροκ και τη μέταλ”. Μετά έβγαλαν μερικά από τα σπουδαιότερα άλμπουμ της δεκαετίας. Αν δεις τα live τους θα δεις χιλιάδες 17χρονους. Οι Black Sabbath λίγες δεκαετίες νωρίτερα, είναι μια από τις επιδραστικότερες μπάντες όλων των εποχών. Η μουσική τους ήταν πρωτοποριακή και προφανώς δεν απευθυνόταν σε 40άρηδες της εποχής τους. Ακόμα και οι Beatles, όταν έκαναν τα πρώτα live τους από κάτω, στις πρώτες σειρές, θα έβρισκες χιλιάδες εφήβους ή 20άρηδες. 

Καταλαβαίνω, λοιπόν, το επιχείρημα “τον ακούνε τα 15χρονα”. Η μουσική είναι ένα κατεξοχήν στοιχείο κατασκευής και προβολής κοινωνικών ταυτοτήτων. Όταν ακούς, λοιπόν, κάτι που θεωρητικά είναι εφηβικό, μπορεί να νιώθεις σαν 50άρης σε μέση ηλικία που πήρε κάμπριο και άρχισε να φοράει μουσταρδί αμάνικα. Γι’αυτό δεν μπαίνεις καν σε διαδικασία να το ακούσεις. Τoo old for this shit. Και η αλήθεια είναι ότι όλο και λιγότεροι άνθρωποι ψάχνουν νέα μουσική μετά τα 25. Φαίνεται σαν το ίδιο το ψάξιμο να είναι ένα σημάδι ανωριμότητας. Σαν να πρέπει να έχεις κατασταλάξει σε αυτά που πρέπει να ακούς για το υπόλοιπο της ζωής σου.

Eιλικρινά, δεν μπορώ να βρω άλλον λόγο που ο ΛΕΞ ακούγεται κυρίως ή και από 25άρηδες και 30άρηδες, την ώρα που ο Τζαμάλ, άνθρωπος της ίδιας γενιάς, ακούγεται κυρίως από 17άρηδες. Δεν μπορώ να βρω κάτι στην ίδια τη μουσική τους. Δεν μπορώ να βρω ούτε στους στίχους τους. Ίσως είναι κάπου τύπου word of mouth. Κάποιος είπε σε κάποιον και ο δεύτερος κάποιος το είπε σε έναν τρίτο κάποιο και κάπως έτσι φτάσαμε σήμερα στην κοινή παραδοχή χιλιάδων κάποιων ότι από το “ακούω τον ΛΕΞ, αν και είμαι 30” στο “ακούω τον ΛΕΞ, γιατί είμαι 30”.

Ο Τζαμάλ, τόσο στην ‘Κούπα του Ιούδα’ όσο και στη ‘Φάβελα’, το άλμπουμ που έβγαλε το 2015, και μέσω του οποίου τον έμαθαν οι μικρότεροι δεν μιλάει μόνο με την ορμή ενός εφήβου. Ιδίως στην ‘Κούπα του Ιούδα’ οι στίχοι του είναι στίχοι ενός ανθρώπου που αρνείται να συμπλεύσει με τις βαρετές κανονικότητες της ηλικίας του. Οι παρέες στην πλατεία έσπασαν, άνθρωποι χάθηκαν, άλλοι παντρεύτηκαν και άλλοι απλά έφυγαν από τη φάση. Ο Τζαμάλ, όπως και ο ΛΕΞ, μιλούν κυρίως για τη δική τους γενιά. Τη γενιά που μεγάλωσε και έζησε στο περιθώριο της πόλης. Τη γελιά που μίλησε για κεραίες, τσιμέντα, προποτζίδικα. Για πολυκατοικίες, ΔΙΑΣ και μικρές πλατείες. Και γι’αυτό και βρήκε τόση απήχηση. Γιατί κανένας άλλος δεν είχε μιλήσει γι’αυτή ως μέλος της.

Μέσα σε αυτά τα 5 χρόνια, ο Τζαμάλ της ‘Φαβέλας’ με τον Τζαμάλ της ‘Κούπας του Ιούδα’ δεν άλλαξε ιδιαίτερα. Θα βρεις μάλιστα διάφορους να τον κατηγορούν γι’αυτό. Ότι δεν εξελίχθηκε, ότι κράτησε ένα σχετικά αδούλευτο flow, έπαιξε πάνω σε πολύ καλή παραγωγή και στους ανέκαθεν καταπληκτικούς του στίχους. Aλλά χωρίς ιδιαίτερη πρωτοτυπία. Μπορεί, λοιπόν, να τον κατηγορήσεις γι’αυτό. Μπορείς όμως και να κάνεις ακριβώς το αντίθετο. Γιατί η αλήθεια είναι ότι αυτό το oldschool rap του Τζαμάλ το χρειαζόμαστε. Μας λείπει. Ούτως ή άλλως ας είμαστε ειλικρινείς: Ο Τζαμάλ μιλάει και ως μέλος (αν όχι επρόσωπος μιας γενιάς), μιας γενιάς που της δυσκολεύουν με κάθε δυνατό τρόπο την εξέλιξη. Και ανέκαθεν αυτή μουσική μιλάγε για νεανικές ορμές, μίλαγε όμως και για ενήλικες καθηλώσεις.