REVIEWS

Ο Vince Vaughn σπάει κρανία φυλακισμένων στην πιο βίαιη ταινία της χρονιάς

Το ‘Brawl in Cell Block 99’, από τον σκηνοθέτη του ‘Bone Tomahawk’, βάζει τον μεγαλόσωμο ηθοποιό στο κέντρο μιας υπερβίαιης περιπέτειας επιβίωσης στην σκοτεινή καρδιά της Αμερικής.

Το ‘Brawl in Cell Block 99’ είναι το είδος της υπερβίαιης ταινίας που ακόμα κι ένας θεατής που έχει δει πολλά, μπορεί στην κατάληξη κάποιας από όλες τις σκηνές βίας να τιναχτεί σα να τον χτύπησε ηλεκτρισμός ή να φέρει ενστικτωδώς τα χέρια προς το κεφάλι του. Δεν το λέω υποθετικά- η προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ Βενετίας ήταν από τις πιο διασκεδαστικές που έχω δει τελευταία, ακριβώς επειδή η μισή αίθουσα αντιδρούσε με αυτό τον τρόπο.

Τι είναι αυτό που κάνει τη βία του Craig Zahler τόσο έντονη και διεισδυτική; Ο Zahler, που πριν κάνει σκηνοθετικό ντεμπούτο με το ‘Βone Tomahawk’ έγραφε για χρόνια βιβλία, σενάρια και μέταλ άλμπουμ, κινηματογραφεί τις εκρήξεις βίας σαν δραματικό exploitation, συνδυάζοντας την ακρότητα των ταινιών εκδίκησης σαν το ‘Death Wish’ με τη σωματικότητα μιας τύπου ‘Raid’ ασιατικής περιπέτειας. Επιπλέον, καθώς όλοι μας γνωρίζουμε τους βασικούς κώδικες και ρυθμούς μιας βίαιης ταινίας δράσης, δεν ποντάρει τόσο πολύ στην προσμονή – όταν έρχεται η βία στην ταινία του δεν είναι ποτέ γεγονός, ούτε η κάμερα ταράζεται ιδιαίτερα, ούτε οι ηθοποιοί. Παρά στήνει την κάθε τέτοια σκηνή σαν ένα γκροτέσκο κρεσέντο αίματος και επιθετικού ηχητικού μοντάζ, τραβώντας κάθε τέτοια σεκάνς τουλάχιστον για ένα σπάσιμο παραπάνω από όσο θα περίμενες. Στη βία του, ο Zahler δεν tease-άρει τον θεατή πριν, παρά τον καθηλώνει μετά.

Υπάρχουν πολλές σκηνές στη διάρκεια του ‘Brawl in Cell Block 99’ που θα μπορούσαν να βρεθούν σε ένα ντιμπέιτ περί ανθολογίας της βίας (με τον ήχο σπασμένων κρανίων σχεδόν να αντικαθιστά τη μουσική), όμως η πρώτη στιγμή που μου καρφώθηκε στο μυαλό και η πρώτη στιγμή που συνεχίζω να σκέφτομαι συνεχώς όταν μιλάω για την ταινία, είναι ουσιαστικά η έναρξη του φιλμ. Ο Vince Vaughn παίζει τον Bradley (όχι Brad, Bradley) που χάνει τη δουλειά του, και πραγματικά, δεν θέλει εξηγήσεις “για την οικονομία”. Η οικογενειακή του ζωή είναι γεμάτη προβλήματα, και ο ίδιος και η γυναίκα του (η Jennifer Carpenter του ‘Dexter’) παλιότερα έκαναν χρήση ναρκωτικών, τώρα προσπαθούν να σταθεροποιηθούν οικονομικά και γι’αυτό καλεί έναν γνωστό του (ο Marc Blucas, το περιττό μέλος της ‘Buffy’) που του δίνει δουλειά ως διακινητής ναρκωτικών.

Ο Bradley μας συστήνεται ουσιαστικά μέσα από μια στιγμή απόλυτης οργής -και έκφρασής της. Έχοντας μόλις απολυθεί, διαπιστώνει πως η γυναίκα του ακόμα τον απατά, και οργισμένος με εκείνη, με τον εαυτό του, και με την ίδια την Αμερική που τόσο περήφανα ντύνει με τα χρώματά της την μπροστά αυλή του, ξεσπά σε ένα αυτοκίνητο. Σα να ήταν χαρακτήρας του Street Fighter σε εκείνη τη μπόνους πίστα που σπάς όσο περισσότερο αυτοκίνητο μπορείς στον δεδομένο χρόνο, o Bradley σταδιακά, καθόλου απότομα ή υστερικά, αρχίζει να διαλύει το όχημα. Πρώτα το τζάμι. Μετά τον καθρέφτη, μετά το καπό. Είναι ένας Χαλκ μπροστά στα μάτια μας, κι είναι η κοινωνία που τον κρατά “always angry”.

Έχοντας τονίσει ήδη την επιβλητική, σωματική απειλή του κεντρικού ήρωά του, ο Zahler τον στέλνει στη συνέχεια σε μια φυσικά αναμενόμενη διαδρομή εγκλήματος, ανόδου και πτώσης πριν καταλήξει στη φυλακή. Ακόμα κι ο λόγος που φτάνει εκεί δεν είναι τυχαίος φυσικά, παρά υπογραμμίζει την πεμπτουσία του Bradley ως άντρα που πιστεύει στους ηθικούς κίονες μιας κοινωνίας πρακτικά ανύπαρκτης. Μέσα από την ακόλουθη βύθιση του ήρωά του σε φυλακή μες στη φυλακή μες στη φυλακή, ο Zahler μας οδηγεί στην κατάμαυρη καρδιά μιας χώρας που είναι πανταχού παρούσα στην ταινία σε επίπεδο συμβόλων και κανόνων, μα στην πράξη άδειας στο κέντρο, γεμισμένης μόνο με αίμα και βρώμα, σαν μια παρατεταμένη Άγρια Δύση.

Η πλοκή φέρνει τον Bradley αναγκασμένο να βρει το δρόμο του στα ανείπωτα βάθη των φυλακών. Σε κάθε νέο επίπεδο τα πάντα είναι όλο και λιγότερο φωτισμένα, οι κανόνες λειτουργούν όλο και λιγότερο, η τεχνολογία είναι όλο και πιο απούσα. Τα αποστειρωμένα τοιχώματα και τα κάγκελα της νορμάλ φυλακής, με την Ινδή διευθύντρια και τον ευγενικό μαύρο καθοδηγητή δίνουν τη θέση τους σε χαμηλά φωτισμένα κελιά από πέτρα, όπου οι άντρες υπακούν μόνο στο νόμο της βίας. Είναι όσο γουέστερν ήταν και το ‘Bone Tomahawk’, και ο Zahler παραμένει μεγάλος φαν του John Ford.

Ο Vaughn είναι σε όλη αυτή τη διαδρομή ένας επιβλητικός όγκος κινούμενου σιωπηλού θυμού και βίας. Πάντα τον είχα στο μυαλό μου ως μια περίεργη περίπτωση ηθοποιού που δεν κατάλαβα ούτε γιατί έγινε σταρ αλλά και ούτε ως τι. Βρήκε ευρεία αναγνωρισιμότητα ως κωμικός αλλά δεν είναι καθόλου αστείος, δεν διαθέτει τα εργαλεία για να ερμηνεύσει ακαδημαϊκό δράμα, και στο ‘True Detective’ έπαιζε σα να πρωταγωνιστεί σε νουάρ σάτιρα, με αδιανόητα hammy μονολόγους. Αν είναι καλός εδώ; Ειλικρινά, αρκεί μόνο η σκηνή που διαλύει το αυτοκίνητο, δεν χρειάζεται καν να φτάσουμε στο αίμα για να καταλάβουμε πως ο Zahler βρήκε τον τέλειο τρόπο να εκεταλλευτεί τη σωματικότητα του ηθοποιού και το πάντα άδειο, άψυχο βλέμμα του.

Το ‘Brawl in Cell Block 99’ είναι η κινηματογράφηση μιας αναπόφευκτης ολίσθησης προς την πίσσα του απόλυτου κενού, με ένα μεθοδικά στημένο προσωποκεντρικό δράμα του πρώτου μέρους να δίνει τη θέση του σε ένα κλιμακούμενο ντεμαράζ απίστευτης βίας στη δεύτερη πράξη. Διαλυμένα κρανία, σπασμένα χέρια, και ανάμεσα σε αυτά, χαρακτήρες και pulp πλοκές που οδηγούν σε φράσεις όπως “commence the abortionist!” (χωρίς επεξηγηματικό πλαίσιο είναι ακόμα καλύτερο). O Zahler χρησιμοποιεί εικόνες και κώδικες των πάσης φύσεων μεταμεσονύκτιων ακροτήτων, για να φτιάξει ένα ωμό δράμα που σβήνει το φως ό,τι ώρα της μέρας κι αν το δεις.

*To ‘Brawl in Cell Block 99’ (‘Μπλοκ 99’) θα κυκλοφορήσει στις ελληνικές αίθουσες από την Weirdwave στις 26 Οκτωβρίου.