ΒΙΒΛΙΟ

Υπερήρωες στη Νέα Υόρκη

Ένας Έλληνας έχει ανοίξει στην Times Square το πιο διάσημο κομιξάδικο της Αμερικής.

Δίπλα στις τεράστιες διαφημιστικές ταμπέλες από νέον, τις τεράστιες αφίσες θεατρικών παραστάσεων, το Disney Store, τους ατελείωτους ουρανοξύστες, τις ορδές από τουρίστες, κάπου μέσα σε όλο αυτό το χάος της Times Square, σε μια σχετικά ήρεμη γωνία της, υπάρχει το Midtown Comics, το διάσημο κομιξάδικο της πόλης. Σε λειτουργία από το 1997, με συχνές παρουσίες διασήμων (από σκηνοθέτες και κομιξάδες μέχρι τον ίδιο το δήμαρχο της Νέας Υόρκης), με το σπονσοράρισμα για το μοναδικό συνέδριο κόμικς της πόλης από την πρώτη χρονιά λειτουργίας του, με εμφανίσεις ακόμα και σε περιπέτειες του Spiderman και άλλων διάσημων ηρώων, το Midtown είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό κατάστημα: Είναι αναπόσπαστο κομμάτι του φολκλόρ της Times Square.

Και όλα ξεκίνησαν από ένα βιντεάδικο στο Κουίνς, 25 χρόνια πριν.

Η Times Square

“Το 1997 η πλατεία δεν ήταν αυτό που βλέπεις αυτή τη στιγμή,” μου εξηγεί ο Thomas Galitos, ένας εκ των 4 ιδρυτών και συνιδιοκτητών. Καθώς με ξεναγεί στο ευήλιο και ευάερο διώροφο μαγαζί, θυμάται παράλληλα πως όταν πήραν τη μεγάλη απόφαση να ανοίξουν το Midtown σε αυτό το σημείο, η Times Square ήταν πιο επικίνδυνη. Είχες το κεντρικό σημείο με τα μαγαζιά και τα θέατρα, αλλά δυο δρόμους πιο ‘κει ευχόσουν να μην είχες στρίψει ποτέ.

“Στα ‘70s και τα ‘80s ήταν διαφορετικό το Μανχάταν,” θυμάται. “Μεγάλη μεταμόρφωση. Τώρα είναι η πιο ασφαλής πόλη στον κόσμο. Αισθάνομαι πιο ασφαλής εδώ στις 2 τη νύχτα παρά στην Ομόνοια.” Δε μιλάει θεωρητικά, μιας και επιστρέφει στην Ελλάδα κάθε χρόνο, πηγαίνοντας κυρίως στο ψαροχώρι της Μυτιλήνης από όπου είναι και η οικογένειά του. Έχουν ακόμα σπίτι εκεί. “Γεμίζω τις μπαταρίες μου και μετά επιστρέφω πίσω στη δουλειά. Στη Νέα Υόρκη τα πάντα κινούνται γρήγορα. Δε σταματάει ο κόσμος απλά να μυρίσει τα λουλούδια, ξέρεις τι εννοώ. Με το που κατεβαίνω από το αεροπλάνο στην Ευρώπη νιώθω τους ώμους μου να χαλαρώνουν κάπως.” Χαμογελάει και ξεφυσάει.

Η Times Square σήμερα είναι βέβαια είναι κάτι σαν το κέντρο του Δυτικού κόσμου και δεν υπάρχει ούτε υποψία εγκληματικότητας. Ο Thomas και οι συνέταιροί του πήραν ένα ρίσκο πριν 15 χρόνια, πιστεύοντας στην άνοδο της περιοχής. Τα ρίσκα βέβαια τα παίρνεις κατά κύριο λόγο όταν είσαι με την πλάτη στον τοίχο. Και η παρέα των 4 κάπως έτσι θα πρέπει να ένιωθαν. Βλέπεις, μιλάμε για ιδιοκτήτες βιντεάδικου στα μέσα των ‘90s. Ουπς.

Η παρέα των τεσσάρων

Γεννήθηκε στην Ελλάδα από γονείς Μυτηλινιούς, οι οποίοι ταξίδεψαν οικογενειακώς στη Νέα Υόρκη όταν ακόμα ο Thomas ήταν 3. Μεγάλωσε στην Αστόρια, όπως ίσως θα υπέθετες για κάποιον Έλληνα. Σε εκείνους τους δρόμους γνώρισε και έγινε φίλους με άλλους τρεις πιτσιρικάδες, τον Gerry, τον Angelo και τον Robert.

Υπάρχει κάτι το τρομερά καθησυχαστικό στην ιστορία μιας φιλίας που διατρέχει τις δεκαετίες όπως αυτή των 4 αντρών. Μια φιλία που είναι ταυτόχρονα και επαγγελματική σχέση, έχοντας περάσει από χίλια κύματα, αλλά που ποτέ δεν έχει σπάσει. Από τα 15 τους δούλευαν μαζί σε ένα μαγαζί με γλυκά. “Ξέρουμε ο ένας τον άλλον από πάντα,” λέει περιχαρής ο Thomas καθώς ανατρέχει στις αναμνήσεις από την παρέα του. “Πάντα αστειευόμαστε σχετικά με το πώς οι ούτε οι γάμοι δεν αντέχουν όσο η συντροφιά μας. Είμαι πολύ περήφανος για αυτό. Είμαστε συνέταιροι και φίλοι τόσα χρόνια, κάτι δύσκολο και σπάνιο σε επαγγελματικό περιβάλλον.”

Το 1986 προχώρησαν στη δική τους επιχείρηση, ένα βιντεάδικο στο Κουίνς, προλαβαίνοντας ακριβώς τη μεγάλη έκρηξη του βίντεο. Τα Ultra Video (το όνομα του μαγαζιού) σύντομα θα γίνονταν μια μίνι αλυσίδα, με άλλο ένα κατάστημα στο Κουίνς κι ένα στο Μπρούκλιν.

Οι δουλειές πήγαιναν πολύ, μέχρι που δεν πήγαιναν. Σταδιακά όλα έγιναν ψηφιακά και ο θάνατος του VHS δεν άργησε να έρθει, αφήνοντας τον Thomas και τους συνεργάτες του σε αναζήτηση διεξόδου. “Ήταν δύσκολα για ένα διάστημα, αλλά μας έκανε πιο δυνατούς, μας ένωσε ακόμα πιο πολύ. Έπρεπε να δούμε τι θα κάνουμε, μια ολόκληρη βιομηχανία διαλυόταν. Κι εμείς θέλαμε να αποφύγουμε να βρεθούμε στο δρόμο.”

Τα Ultra σύντομα έγιναν δύο, και μετά έμεινε ένα.

Ψάχνοντας να βρουν εναλλακτική λύση, οι τέσσερις φίλοι ανέτρεξαν σε πράγματα που αγαπούσαν. Έτσι κι αλλιώς, ήταν η παρέα τους που τους είχε φέρει μέχρι εδώ, γιατί να άλλαζαν τώρα πορεία. Ήταν όλοι τους φαν των κόμιξ από μικροί, με συλλογές, και γνώσεις, και πάθος. Απαραίτητο το πάθος αν θες να κάνεις κάτι πετυχημένο, ειδικά σε έναν τομέα τόσο ειδικό. Αποφάσισαν να ανοίξουν το πρώτο Midtown, στην Times Square.

Το 2000 το τελευταίο Ultra Videos έβαλε λουκέτο. Καμία ανησυχία: Το Midtown συμπλήρωνε ήδη τρία χρόνια ζωής στην καρδιά της Νέας Υόρκης.

Η τετράδα πάντα εκεί, σταθερά, ο καθένας με τον τομέα του. Ο Angelo Chantly είναι υπεύθυνος του online κομματιού. (Μάλιστα ο Thomas μου λέει πως έχουν πολλούς συνδρομητές από Αθήνα και Θεσσαλονίκη.) Ο Gerry Gladston είναι στο marketing. O Robert Mileta επιβλέπει τα οικονομικά. Και ο Thomas επιβλέπει, προσλαμβάνει, “βασικά έχω την ευθύνη ο καθένας να κάνει αυτό που υποτίθεται πως πρέπει να κάνει.”

Το Midtown Comics

Μου μιλάει με ενθουσιασμό, αλλά και εμφανή ικανοποίηση στον τόνο της φωνής του, για την πορεία της επιχείρησής τους. Αποτέλεσμα πάθους παρά ψυχρή εμπορική κίνηση, το Midtown Comics εκμεταλλεύεται την αύξηση mainstream ενδιαφέροντος για τα κόμικς την τελευταία δεκαετία, με μια επαγγελματική φιλοσοφία που κάνει τη διαφορά.

“Υπάρχει ένα στίγμα όσο αφορά στο κομιξάδικα,” μου εξηγεί. “Ότι είναι σκοτεινά, ότι οι υπάλληλοι είναι σνομπ, ότι είναι κάτι σαν ένα κλειστό κλαμπ. Το μισούμε αυτό, μισούμε αυτή τη νοοτροπία. Θέλαμε κάτι διαφορετικό. Το κύριο πράγμα ήταν, τι αρέσει σε εμάς, πώς θα θέλαμε να δούμε εμείς τα κόμιξ να παρουσιάζονται. Θέλω να πιστεύω πως η φήμη μας είναι αποτέλεσμα των υπηρεσιών μας. Και φέραμε και διασημότητες να εμφανιστούν στο μαγαζί μας.”

Έχουν παρελάσει οι πάντες πλέον, πολλοί εξ αυτών στο πρώτο τους μεγάλο signing, όπως ο σούπερ σταρ της βιομηχανίας, Brian K. Vaughan. Κομίστες (σαν τον φίλο μας τον Christos Gage), σκηνοθέτες, σεναριογράφοι, ο δήμαρχος Bloomberg παλιότερα. Πολύς λαός. Είπαμε, το μαγαζί είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εικόνας της Times Square.

“Ένας από αυτούς ήταν ο JG Jones,” θυμάται ξεχωρίζοντας τον διάσημο σχεδιαστή, έναν από τους καλύτερους που ζωγραφίζουν σήμερα. Ήταν φίλος τους από τις εποχές του βιντεάδικου, μου εξομολογείται με ένα χαμόγελο που κρύβει αναμνήσεις και μια υποψία συγκίνησης. “Ήταν φίλος μας από τότε και τώρα είναι αυτός ο μεγάλος σταρ που υπογράφει στο μαγαζί μας. Το καλύτερο κομμάτι της δουλειάς μου. Το να γνωρίζω αυτούς τους ανθρώπους.”

“Είναι άνθρωποι που αγαπούν αυτό που κάνουν,” συνεχίζει, και συνδέει αυτό το πάθος με την καταγωγή του. “Σαν Έλληνας μπορώ να το καταλάβω αυτό το πράγμα. Κοιτάμε περισσότερο την ποιότητα ζωής. Θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι περισσότερο από ό,τι θέλουμε να είμαστε πλούσιοι.”

 

Το σήμερα και το αύριο

Σήμερα ο Thomas ζει στην Αστόρια, ύστερα από ένα πολυετές διάστημα που είχε μετακομίσει στο Γουέστσεστερ.. Παντρεύτηκε μια ντόπια, τεσσάρων γενεών Αμερικανίδα, αλλά μαζί αποφάσισαν να γυρίσουν στην Αστόρια. Η οποία έχει ακόμα έντονο Ελληνικό στοιχείο, όχι όπως παλιότερα βέβαια όπως μου λέει (“λατρεύω την πολυμορφία των διαφορετικών εθνοτήτων, μοιάζει με αληθινή κοινότητα”), αλλά ακόμα τα περισσότερα εστιατόρια και καφέ τα έχουν Έλληνες.

Από την Αστόρια μέχρι την Times Square, μέχρι τον σταθμό Grand Central (όπου άνοιξε το 2ο Midtown το 2004), μέχρι το Financial District (όπου άνοιξε ένα τρίτο πριν περίπου ένα χρόνο) οι αποστάσεις είναι γενναίες. Οι ευχάριστες δυσκολίες του να πηγαίνει καλά η επιχείρησή σου.

“Το να ανοίξουμε άλλα καταστήματα δεν ήταν ποτέ βασική μας έγνοια, το να τρέχουμε καλά μαγαζιά ήταν,” εξηγεί. Όμως το κατάφεραν και αυτό, και σήμερα έχουν πάρει ένα αντίστοιχο στοίχημα με εκείνο που πήραν πίσω στο 1997. Βλέπει τη Financial District, την περιοχή κοντά στο Ground Zero όπου έχουν ανοίξει το τρίτο τους κατάστημα, ως ένα ραγδαία ανερχόμενο σημείο. “Θα έχει περισσότερο τουρισμό τα επόμενα χρόνια,” μου εξηγεί.

Είναι το ίδιο είδος ενστίκτου που βοήθησε το Midtown Comics να μεγαλώσει όπως μεγάλωσε. Όχι τόσο σαν αλυσίδα, αλλά περισσότερο στη συνείδηση των Νεοϋορκέζων. Σε ένα μέρος σαν την Times Square όπου υπάρχουν τα πάντα, θα μπορούσε να λείπει κάτι τέτοιο; Αν δεν υπήρχε κάτι σαν το Midtown στην Times, θα έπρεπε να εφευρεθεί.

“Νομίζω ότι ευτυχώς καταφέραμε να καλύψουμε αυτό το κενό,” λέει ευχαριστημένος. “Ο κόσμος ζητούσε κάτι τέτοιο και ήμασταν εκεί την κατάλληλη στιγμή. Νιώθω τυχερός, που μπορώ να κάνω αυτό που μου αρέσει, παρέα με ανθρώπους που σέβομαι και αγαπώ.”