ΠΟΤΟ

Στο 42 θα βρεις το γιατρό των κοκτέιλ

Η λέξη "κοκτέιλ" προκαλεί διαφορετικούς συνειρμούς στο μυαλό ενός άνδρα. Στο μυαλό μου, δηλαδή. Μην σας πάρω και στο λαιμό μου.

Αρχικά “Κοκτέιλ” ήταν η γυμνή Ελίζαμπεθ Σου και ο Τομ Κρουζ να πετάει σέικερ στον αέρα. Στη συνέχεια ήταν το γαμάτο παγωτό της Δέλτα που γινόταν υπεργαμάτο όταν έλιωνε. Ακολούθησε η σιγουριά ότι κοκτέιλ=μοχίτο και το καθόλα (και όχι καθόλου) κομπλεξικό “ντάκιρι πίνουν μόνο οι γκόμενες” για να καταλήξουμε στην απέχθεια απέναντι στον συγκεκριμένο θεσμό λόγω α) “Sex and the City” και β) του όρου mixologist.

Όχι ντάξει. Τα κοκτέιλ είναι ωραία. Αυτό που δεν είναι ωραίο είναι οι κατάλογοι τους. Θέλεις περίπου τρεις ώρες να τους διαβάσεις και άλλες τέσσερις να αποφασίσεις τι στο διάολο θέλεις τελικά να πάρεις. Και αυτό είναι το πρώτο πράγμα που εκτίμησα στο “42”, το μέρος που μ’ έκανε να (ξαν)αλλάξω την κοσμοθεωρία μου γύρω από το θέμα.

 

Ο κατάλογος, που ανανεώνεται κάθε τρεις (μήνες) και λίγο, είναι λιτός, δωρικός, περιεκτικός, και μαντουμαδόρικος (κατά την Αλαφάντειο γραφή). Και το σημαντικότερο ότι μπορείς να πας καρφί στον μπάρμαν και χωρίς πολλά-πολλά να σου πει αυτός τι θα πάρεις.

Α γεια σου, ρε άνθρωπε. Κάνε τα δικά σου.

 

Γενικά το θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό, για τον απλούστατο λόγο ότι είμαι άσχετος, όπως φαντάζομαι και όσοι δεν λέγονται Έρνεστ Χέμινγουεί. Αντίθετα ο μπάρμαν το κάνει αυτό κάθε μέρα για πολλά χρόνια της ζωής του και σίγουρα κάτι θα ξέρει παραπάνω.

Στον γιατρό λες “πονάω εδώ”. Δεν του λες τι εγχείριση πρέπει να σου κάνει. Αυτή είναι η δική του δουλειά. Αυτός είναι ο ειδικός. Έτσι και με τα κοκτέιλ. Άσε που -μεταξύ μας- νομίζω ότι έτσι τη βρίσκουν οι μπάρμεν. Όχι του 42, γενικά. Φτιάχνονται να τους ρωτάς “τι μου προτείνεις”, να στο φτιάχνουν και να σου αρέσει. Νομίζω ότι είναι κάτι σαν να παίρνουν την Ευρωλίγκα. Σαν γκολ στις καθυστερήσεις σε Μουντιάλ. Και στην τελική ποιος είμαι εγώ να τους στερήσω αυτή τη χαρά;

 

Στο θέμα μας, όμως. Το συγκεκριμένο κοκτέιλ μπαρ έχει μερικούς από τους καλύτερους bartenders της Αθήνας. Είναι ένα μαγαζί, φτιαγμένο από μπάρμαν, με κεντρικά πρόσωπα αυτούς ακριβώς: τους ανθρώπους πίσω από τη μπάρα. Σαν τη Μπαρτσελόνα που είναι φτιαγμένη για να παίξει αυτό το ενοχλητικό ποδόσφαιρο με τις πολλές πάσες ένα πράγμα.

Και κακά τα ψέμματα, οι barternders του “42” ξέρουν πολύ καλά τη δουλειά τους. Ξέρουν τι θα φτιάξουν και για ποιον θα το φτιάξουν. Ακόμη κι αν αυτός ο κάποιος δεν πίνει αλκοόλ. (Άσχετο, αλλά ο θρύλος λέει ότι το μαγαζί φτιάχνει και την καλύτερη σπιτική λεμονάδα στην Αθήνα. Όχι εγώ, μια φίλη μου. Ναι, όμως, γιατί να πάρεις λεμονάδα αν δεν είσαι η Λώρα από το μικρό σπίτι στο Λιβάδι, θα πεις κάποιος. Και θα έχει δίκιο).

 

Στο “42” πας για τα κοκτέιλ-ς. Ειδικά για αυτό με το πιπέρι, που στο φέρνουν στο ωραίο αλαβάστρινο (ούτε καν – αλλά αυτό σκέφτομαι κάθε φορά που το πιάνω στα χέρια μου) ποτήρι. Κι όταν πας θα προσέξεις αμέσως ότι όλοι είναι πολύ ευγενικοί και εξυπηρετικοί. Κι ότι η μουσική συμπληρώνει και δεν πρωταγωνιστεί (για κάποιους αυτό είναι κακό). Θα προσέξεις επίσης το κυρίαρχο στοιχείο του ξύλου, το βαθύ κόκκινο χρώμα και τη μεγάλη μπάρα, που βγάζουν την αίσθηση του “κλασικού” στο “μέσα” και τον πολύ ωραίο χώρο στην πλακόστρωτη στοά-αίθριο στο “έξω”.

 

Δεν βρίσκεις συχνά μαγαζιά που έχουν τόσο δυνατό χαρακτήρα στο εσωτερικό και παράλληλα προσφέρουν μια τόσο διαφορετική προοπτική για το καλοκαίρι. Για αυτό προφανώς και το “42” έχει πολύ κόσμο (διαφορετικό, που ανανεώνεται) χειμώνα-καλοκαίρι. Ειδικά τώρα που έχει ανοίξει ο καιρός το σημείο είναι ιδανικό: ψηλά στην Κολοκοτρώνη στο “3” (το 42 δεν έχει καμία σχέση με τη διεύθυνση), στο πεζοδρομημένο κομμάτι της απέναντι από το εστιατόριο Κεντρικόν. Με ωραία τραπεζάκια και ψηλές καρέκλες μπαρ για να κάτσεις έξω, σε ένα χώρο που δεν μαρτυρά με τίποτα ότι βρίσκεται στο κέντρο. Και αυτό -να θυμίσω- ότι είναι κάτι καλό, γιατί όλοι θέλουν να πηγαίνουν στο κέντρο ψάχνοντας για μέρη που μοιάζουν σαν να μη βρίσκονται στο κέντρο. Σωστά;

Διεύθυνση: Κολοκοτρώνη 3, Αθήνα

Ακολούθησέ μας στο Foursquare για να διαβάζεις tips για τα μαγαζιά που επισκεπτόμαστε.