ΠΟΤΟ

To Wine Point θα μας σώσει από την χρεωκοπία

Γιατί το wine bar στην Ακρόπολη έχει κάνει τα παθήματα της κρίσης μαθήματα και θα μας βγάλει από την ύφεση

Δεν είναι κάτι που νομίζω ότι υποχρεούμαι να δηλώσω (ισχύει για όλα τα κείμενα του Oneman που δεν είναι στην κατηγορία Publi) αλλά θα το κάνω ούτως ή άλλως. Εξαρχής. Να φύγει από τη μέση.

Στο Wine Point έκλεισα τραπέζι σαν πελάτης, άλλαξα την ώρα της κράτησης σαν αναποφάσιστος πελάτης, ο ευγενικός κύριος στο τηλέφωνο με αντιμετώπισε ψύχραιμα ως πελάτη, και πήγα ως πελάτης.

Και πλήρωσα γιατί με το κρασί, θέλω να πιστεύω, έχω μια καλή σχέση από μικρό παιδί. Ξεκινάει από τα καλοκαίρια στην Κρήτη, κάτι επικές κόντρες με το θείο που πήρα το όνομα του για το ποιος θα πιει περισσότερο μαρουβά στο τραπέζι, τρύγους, από τότε που άφησα την τάπα ανοιχτή στο βαρέλι και είδα την έκφραση της θειας μου για τη ζημιά, από τις βόλτες στο οικογενειακό αμπέλι.

 

Να προσθέσω, επίσης, ότι γνωρίζω και αρκετά τεχνικά στοιχεία για τις λευκές και κόκκινες οινοποιήσεις, ξέρω γιατί κάτι που ονομάζεται προζυμωτική κρυοεκχύλιση είναι σημαντική για ένα καλό κόκκινο, πολλά ακόμα τέτοια βαρετά και αρκετά για την εθνογεωγραφία του κρασιού. Δεν είμαι ειδικός. Ένα “λίγο από όλα” για να μπορώ να βάζω μια φιάλη στο κουτάκι του μυαλού μου που πρέπει.

Και τελευταία είμαι στη φάση που συλλέγω εμπειρίες. Στη φάση που καταλαβαίνω τη θεωρία, και ψάχνω την πράξη. Να δοκιμάσω διάφορα ΟΠΑΠ, διάφορους αλκοολικούς βαθμούς, να μάθω δύο τρία καλά ονόματα. Πως μαζεύει κάποιος δίσκους από διάφορα είδη, όχι απαραίτητα αυτά που του αρέσουν; Με τη διαφορά ότι στο τέλος σου μένει μόνο η ανάμνηση.

Σε μια τέτοια φάση βρέθηκα στο Wine Point. Προσανατολίστηκα σε ένα καλό κόκκινο, απέφυγα συνηθισμένες επιλογές τύπου Cabernet Sauvignon και Merlot που τα λατρεύω (ειδικά κάτι ζυγισμένα 15άρια), απέφυγα επιλογές που βρίσκω και αλλού, για να καταλήξει στο τραπέζι ένα  φανταστικό -όπως αποδείχτηκε- Petit Verdot  συνοδεία μιας ύπερ-γενναιόδωρης ποικιλίας αλλαντικών και τυριών.

Στα του χώρου, το Wine Point είναι μακριά από τη βαριά, παραδοσιακή διακόσμηση (π.χ. πέτρινους τοίχους) ή τα υπερμοντέρνα στοιχεία που απαντούσες συχνά σε τέτοιους χώρους. Η αισθητική ήταν σύγχρονη και προσεγμένη αλλά προπάντων λιτή. Ανοιχτόχρωμο ξύλο, μέταλλο, γκρι επιφάνειες, φωτιστικά ΙΚΕΑ σαν αυτά που έχω στην κουζίνα μου. Θα το έλεγες και νεανικοντάξει (μία λέξη) το ντεκόρ του.

 

 

Και έχει την σημασία της η απλότητα.

Ή να στο πω αλλιώς. Καλά κρασιά μπορείς να βρεις και αλλού. Σε καλά εστιατόρια, σε καλές κάβες, στο ίντερνετ. Αλλά σαν χώρος το Wine Point έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα. Εκεί η τέχνη, το φαγητό, το ντεκόρ έχουν δευτερεύουσα σημασία.

Στο ίδιο πνεύμα προσφέρουν μόνο ελληνικές ετικέτες ακολουθώντας το πνεύμα των καιρών και αποφεύγοντας τα ακριβά εισαγόμενα. Το Petit Verdot ήταν του Παπαϊωάννου και κόστιζε 40 περίπου ευρώ. Μια μικρή υπερβολή από τη στιγμή που μπορείς να πάρεις ένα καλό ποτήρι με 5-8 ευρώ. Αλλά μόνο από τη δική μου πλευρά.

Γιατί ένα τέτοιο κρασί είναι από εκείνα που και ο λιγότερο γνώστης θα ξεχωρίσει εύκολα ειδικά στη μύτη ενώ αντίστοιχης ποιότητας οινοποίηση σε Γαλλικό μπορεί να πηγαίνει και κάνα κατοστάρι εκτός κάβας. Win-win δηλαδή.

Στα πολύ συν του χώρου ήταν και ο εκκολαπτόμενος οινολόγος-σερβιτόρος. Με τον οποίο θα έκανα άπειρες συζητήσεις αν δεν ήταν Σάββατο βράδυ και δεν ήταν εξαιρετικά απασχολημένος με μια μάζωξη συναδέλφων του.

Και, για να συνοψίσω, ουσία, λιτός χαρακτήρας, γνώση, ελληνικό προϊόν.

Γι’ αυτό σου λέω. Το Wine Point θα μας βγάλει από την κρίση.

Πληροφορίες εδώ!

Τα παράπονα σου στον @artemoo ή στα σχόλια.