ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

“Δ+Α”, ένας πατέρας και μία κόρη σε μία ταινία μικρού μήκους που θα συζητηθεί

Ο Κωνσταντίνος Πιλάβιος έχει το παραμύθι στο αίμα του και μας αφηγείται τη δικιά του ιστορία για μια σχέση αγάπης με σταθερές βάσεις, μια σχέση από καλό χαρμάνι.

Σάββατο μεσημέρι πίσω από την τζαμαρία του φιλόξενου “ΜΠΑΜΠΑ” στο Κουκάκι. Ημέρα φίλων και οικογένειας, παρέες, μικρά παιδιά, μπαμπάδες και μαμάδες, το μαγαζί σφύζει από σχέσεις από καλό χαρμάνι κι εμείς περιμένουμε ένα παραμυθά της εικόνας να μας αφηγηθεί τη δική του ιστορία για μια τέτοια σχέση.

Ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Πιλάβιος πήρε την αφορμή και την έμπνευση που χρειαζόταν από τον “Λουμίδης Παπαγάλος” και τις σχέσεις από καλό χαρμάνι που “χτίζονται” καθημερινά πάνω από ένα φλιτζάνι ελληνικό καφέ και έφτιάξε ένα σύγχρονο οικογενειακό παραμύθι σε μορφή ταινίας μικρού μήκους για μια τέτοια σχέση. Τη σχέση ενός πατέρα με την κόρη που μεγάλωσε μόνος του, μια σχέση που δοκιμάζεται ξαφνικά μετά από πολλά χρόνια από ένα ημερολόγιο που πέφτει από το πάνω ράφι της ντουλάπας.

Όπως μας εξομολογήθηκε, η δημιουργία της ταινίας ήρθε σε μια πολύ σκοτεινή στιγμή της ζωής του και την άλλαξε. Όπως μπορεί να αλλάξει και τη ζωή οποιουδήποτε θα την δει και θα συγκινηθεί. Γιατί μέσα σε επτά λεπτά καταλαβαίνεις ότι για μια σχέση δυνατή, μια σχέση με γερές βάσεις, χρειάζεται μόνο αγάπη.

Αλλά καλύτερα τα λέει ο ίδιος ο δημιουργός…

 

Πώς εμπνεύστηκες από τον Λουμίδη Παπαγάλο και έφτασες στην ιδέα για το “Δ+Α”;

“Όλα ξεκίνησαν από ένα διήγημα που είχε γράψει ο πατέρας μου και λεγόταν “DNA”. Για τον πατέρα μου, η πηγή έμπνευσης ήταν περίπου η ζωή του. Μεγάλωσε μόνος του την αδερφή μου, χωρισμένος από την πρώτη του γυναίκα. Γι’ αυτόν το διήγημα ήταν η ιστορία για το μεγάλωμα ενός παιδιού από μόνο έναν γονιό.

Οι αρχικοί ήρωες λέγονταν Σπύρος και Κατερίνα, λογοπαίζοντας όμως με τον τίτλο του διηγήματος κατέληξα στο “Δ+Α” και στην ιστορία του Δημήτρης και της Ανθής. Μια ιστορία για έναν πατέρα που μεγαλώνει μόνος του μια κόρη, αναπτύσσουν μια δυνατή σχέση με πολύ όμορφα “κλεισίματα ματιού”, αυτή δοκιμάζεται από ένα μυστικό, αλλά το χαρμάνι της μοιάζει να αντέχει. Μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι και αληθινή.

Ο Λουμίδης Παπαγάλος και το project για τις σχέσεις από καλό χαρμάνι ήταν η αφορμή και η κατάλληλη ευκαιρία να βγει το διήγημα από το χρονοντούλαπο και μέσα από την τέχνη της σκηνοθεσίας να μεταφερθεί στην οθόνη. Η δημιουργία της ταινίας ήρθε σε μια πολύ σκοτεινή εποχή στη ζωή μου και την άλλαξε.

Για την δημιουργία της χρειάστηκε και χημεία. Πιστεύω πολύ στη χημεία των ανθρώπων πίσω και μπροστά από την κάμερα. Είναι πολύ σημαντικό να είναι όλοι εντάξει μεταξύ τους στο πλατώ, να μην υπάρχουν ίντριγκες, να μην υπάρχουν σκιές. Και το γύρισμα για να βγει θέλει το χαρμάνι του. Το πιο ωραίο και στο συγκεκριμένο project και στον κινηματογράφο και γενικά στις τέχνες. Όλοι φέρνουμε τα γονίδιά μας, το χαρμάνι μας και τα μπλέκουμε”.

Στην ταινία βλέπουμε την Ανθή να ετοιμάζει καφέ στον μπαμπά της, την ώρα που αυτός την παρακολουθεί με μάτια που λάμπουν από αγάπη. Με καλή παρέα και ένα φλιτζάνι καφέ βγάζουμε τις αλήθειες μας. Ισχύει και για εσένα αυτό;

“Είμαι σίγουρος ότι είμαστε η μοναδική κουλτούρα στον κόσμο που κάθεται να πιει καφέ για παραπάνω από 10 λεπτά. Το ίδιο κάνω κι εγώ. Το “πάμε για καφέ” είναι κάτι σαν τελετουργικό, σαν ιεροτελεστία. Αυτό δεν ξέρω τι μπορεί να λέει για ένα σύνολο ανθρώπων, αυτό που ξέρω είναι ότι ο καφές, ειδικά ο ελληνικός έχει κάτι “μεταφυσικό”. Το άρωμά του σου βγάζει από μέσα σου αυτό που πραγματικά θες να πεις. Ένα φλιτζάνι καφέ λειτουργεί ως “ψυχολόγος” για εμάς σε αυτή τη χώρα”.

Τι σου θυμίζει το αγαπημένο άρωμα του ελληνικού καφέ; Τι αναμνήσεις έχεις;

“Οι πρώτες μου αναμνήσεις από τον καφέ είναι από όταν ήμουν ακόμη πολύ μικρός. Καθόμουν ακόμα στο παιδικό καρεκλάκι. Ήμασταν στο πατρικό μου στους Αμπελοκήπους και θυμάμαι να είμαι στην κουζίνα και να βλέπω τον πατέρα μου να πίνει καφέ, ελληνικό, σε ένα πολύ ωραίο φλιτζανάκι το οποίο το έχω ακόμα στο σπίτι μου και να βουτάει μέσα τυρί, φέτα και ψωμί. Αυτό το έκανε πολύ η γιαγιά μου, είναι πολίτικο, είναι ένας περίεργος συνδυασμός. Ο καφές μου θυμίζει σίγουρα τον πατέρα μου. Ειδικά ο ελληνικός μου θυμίζει κάτι το διαφορετικό”.

Τι σημαίνει “σχέση από καλό χαρμάνι”; Πώς ορίζεται;

“Μια τέτοια σχέση ορίζεται από την αγάπη. Από την άνευ όρων αγάπη, την ανιδιοτελή αγάπη που δεν έχει σύνορα, δεν έχει όνομα, δεν έχει ταμπέλα, δεν έχει τίποτα. Είναι οι σχέσεις που μένουν αναλλοίωτες στον χρόνο ό,τι κι αν γίνει. Αυτό ήταν που με ιντρίγκαρε κι εμένα σε αυτή την ιστορία. Το “καλο χαρμάνι” δεν το ορίζει κάτι. Είναι οι κοινές εμπειρίες που έχουν οι άνθρωποι.

Είμαστε όλοι χαρμάνια. Το χαρμάνι κυριολεκτικά είναι μια μείξη διάφορων ποικιλιών καφέ, οι οποίες έχουν καβουρδιστεί για να δημιουργηθεί ο “Λουμίδης Παπαγάλος”. Άρα κι εμείς αυτό είμαστε στην ουσία. Είμαστε από μόνοι μας χαρμάνια, το αποτέλεσμα των χαρμανιών του ψησίματος των γονιών μας. Το χαρμάνι δεν είναι μόνο στο DNA, στα γονίδια, αλλά και στο πως “ψήνεται” ένας άνθρωπος, στο πώς μεγαλώνει”.

Υπάρχουν τέτοιες σχέσεις την εποχή μας; Έχουν αλλάξει πολλά σε σχέση με το παρελθόν.

“Δυστυχώς στην εποχή μας, πιστεύουμε πως η ευγένεια και η αγάπη είναι κάτι παλιομοδίτικο. Και ότι η αγένεια και η αυθάδεια είναι κάτι μοντέρνο. Πιστεύω πως οι σταθερές σχέσεις δεν έχουν χαθεί από τη ρίζα τους. Στην εποχή μας, οι σχέσεις είναι λίγο πολύ σαν να έχουμε έναν καφέ στο ράφι και δεν τον πίνουμε. Είναι εκεί ο καφές. Το ξέρουμε ότι είναι εκεί αλλά δεν το ανοίγουμε για να πιούμε τον καφέ. Δεν είναι δύσκολο να βγάλουμε αυτό που βρίσκεται μέσα μας. Εγώ αυτό θέλω να κάνω σαν σκηνοθέτης. Και χαίρομαι πάρα πολύ που μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία από τον Λουμίδη Παπαγάλο. Δεν έχει σημασία αν έχουμε έναν μπαμπά, δύο μπαμπάδες, μία μαμά. Δεν έχει τίποτα από αυτά σημασία. Σημασία έχει μόνο η αγάπη. Αυτή τα ορίζει όλα, από αυτή ξεκινούν όλα.

Όλοι έχουμε έναν κοινό άξονα που είναι η οικογένεια. Και το κάναμε από μόνοι μας. Εμείς οι νέοι, όταν σκεφτόμαστε “δυνατές σχέσεις”, το μυαλό μας πάει κατευθείαν στην οικογένεια. Γιατί ζούμε και σε μια εποχή που οι φιλίες πάνε κι έρχονται λίγο. Η οικογένειά μου είναι η πιο σταθερή βάση. Ωστόσο θα ήθελα να δω και μια αντίστοιχη δημιουργία με βάση τη φιλία”.

Το δικό σου χαρμάνι πώς ψήθηκε; Τι ρόλο παίζει το βίωμα στις ταινίες σου;

Μεγάλωσα στους Αμπελόκηπους σε μια οικογένεια γεμάτη εικόνες. Ο πατέρας μου είναι ο Νίκος Πιλάβιος, ο γνωστός παραμυθάς και είναι σαν το παραμύθι να κυλάει στο δικό μου dna. Μεγάλωσα σε ένα κινηματογραφικό πλατώ και η κάμερα είναι η οικογένεια μου. Μικρός ήθελα να γίνω ηθοποιός αλλά τελικά αποφάσισα να γίνω σκηνοθέτης. Καμία από τις ταινίες που έχω κάνει μέχρι στιγμής δεν είναι απόλυτα βιωματική, έχω εικόνες από το δρόμο, από τη ζωή του πατέρα μου κι από εκεί και πέρα η φαντασία μου παίρνει το τιμόνι.

Η φαντασία έχει καθοριστικό ρόλο για εμένα, και τώρα που μιλάω το μυαλό μου είναι παντού. Και για αυτό θεωρώ ότι αυτό που έχει κάνει ο Λουμίδης Παπαγάλος είναι υπέροχο. Έχει δώσει ουσιαστικά το βήμα σε νέους ανθρώπους να εκφράσουν τη φαντασία τους.Δεν έχει σημασία αν είναι μικρού ή μεγάλου μήκους η ταινία ή για ποιο λόγο γίνεται. Είναι μια αφορμή δημιουργίας και αυτό είναι το πιο σημαντικό.