ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Βασίλης Δήμας σε έχει κάνει να κλάψεις και δεν το ξέρεις

Kάποτε ήθελε να γίνει μαθηματικός. Σήμερα συνεργάζεται με Τερζή, Νότη, Λευτέρη Παπαδόπουλο και 'ραγίζει καρδιές'.

Συνήθως οι καλοί οδηγοί λένε πως τους αρέσουν οι δρόμοι με στροφές. Εκείνοι οι δρόμοι ειδικά που απαιτούν και μία ικανότητα για να μπορέσει το αυτοκίνητο να παραμείνει σταθερό στην πορεία του, χωρίς να φύγει εκτός διαδρομής. Αν το καλοσκεφτείς, οι στροφές είναι εκεί για να μας αφυπνίζουν, για να αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορούμε να βρισκόμαστε συνεχώς σε μια ευθεία πορεία. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ανηφόρες.

Ο Βασίλης Δήμας γνωρίζει κι από τα δύο. Δεν βγήκε τώρα στο δρόμο. Τώρα απλώς τον βγάλαμε εμείς (κυριολεκτικά) για την φωτογράφιση. Ουσιαστικά όμως, ο κύριος που έγινε ευρέως γνωστός από την επιτυχία του καλοκαιριού, ‘Ραγίζει η καρδιά μου’, με περισσότερα από 18.000.000 views στο Youtube, έχει βγει στο δρόμο της μουσικής και έχει γίνει επαγγελματίας οδηγός εδώ και πολλά χρόνια. Και οι συνοδηγοί που είχε μόνο τυχαίοι δεν ήταν.

Δεν τον είχα συναντήσει από κοντά, ούτε είχα συζητήσει μαζί του πριν τη συνέντευξη, αλλά όπως οι περισσότεροι, είχα ακούσει το κομμάτι που τον απογείωσε. Ένα κομμάτι λίγο διαφορετικό, το οποίο στην αρχή σου φαίνεται ξένο, αλλά όσο πιο πολύ το ακούς, τόσο πιο πολύ σου μένει.

“Έκανε ένα στιλ αυτό το τραγούδι. Μια καινούργια ταυτότητα. Δυτικά στοιχεία, με λαϊκό στίχο”, ήταν η απάντηση του Βασίλη όταν το έφερε η κουβέντα. “Ήταν και ένας από τους λόγους που είμαστε τώρα εδώ” του σχολίασα αμέσως κι εκείνος χαμογέλασε, γνωρίζοντας ότι εν μέρει είναι αλήθεια. Μπορεί να πήγα διαβασμένος να τον συναντήσω, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι όλοι γνωρίζουν τι έχει καταφέρει για να φτάσουμε να τον συζητάμε αυτή τη στιγμή.

Στη μουσική με μαθηματική ακρίβεια

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Πλέον περνάει άπειρες ώρες στο στούντιο ηχογραφώντας κομμάτια, ωστόσο άργησε πολύ να πιάσει μικρόφωνο. Υπηρετούσε ανέκαθεν τη μουσική από πίσω, ως δημιουργός, έχοντας γράψει και μελοποιήσει δεκάδες γνωστά κομμάτια για τραγουδιστές όπως ο Πασχάλης Τερζής, ο Νότης Σφακιανάκης, ο Στέλιος Ρόκκος, ο Νίκος Μακρόπουλος, ο Σταμάτης Γονίδης και άλλοι. Οι άνθρωποι του ‘χώρου’, τον γνωρίζουν καλύτερα ως δημιουργό, παρά ως τραγουδιστή. Ο ίδιος πάντως προτιμά να μη βάζει ταμπέλες στη δουλειά του. “Δεν μου αρέσει να αυτοτιτλοφορούμαι, αφήνω τον κόσμο να το κάνει αυτό. Ο τραγουδιστής είναι απόρροια του μουσικού.

Αν πρέπει να περιγράψουμε με μια λέξη αυτό που κάνω, ας πούμε πως είμαι τραγουδοποιός. Γράφω, παίζω και τραγουδάω

Γεννήθηκε στον Πειραιά, σε μια λαϊκή γειτονιά από γονείς που μπορεί να μην είχαν καμία σχέση με το τραγούδι, αλλά λάτρευαν φωνές όπως ο Στράτος Διονυσίου και ο Στέλιος Καζαντζίδης. Δεν ήταν τυχαίο λοιπόν που ο μικρός τότε Βασίλης μεγάλωσε με αυτά τα ακούσματα και ήθελε να μοιάσει κάπου ή τουλάχιστον να πλησιάσει. “Σε ηλικία 6-7 ετών είχα βρει ανάμεσα στα παιχνίδια μου ένα χαλασμένο μπουζούκι ενός θείου μου. Ξεκίνησα να παίζω αυτόματα. Μου άρεσε ο ήχος που έβγαζε και ενθουσιάστηκα.

Όλη την ημέρα έπαιζα μπουζούκι. Ήμουν αυτοδίδακτος και στη συνέχεια, στο γυμνάσιο πήγα και στο ωδείο για να μάθω θεωρία. Μετά έμαθα να παίζω κιθάρα και πιάνο”.  Τα πρώτα του ολοκληρωμένα τραγούδια τα έγραψε στο λύκειο, ενώ όπως παραδέχθηκε, πηγή έμπνευσης αποτελούσαν τα “κοριτσάκια” που του άρεσαν. Ειλικρινής.

 

Με πατέρα όμως καθηγητή και για την ακρίβεια οικονομολόγο, δεν μπορούσε να γλιτώσει το διάβασμα. “Ανησύχησαν οι γονείς μου όταν είδαν ότι είμαι καλός στο μπουζούκι. Φοβήθηκαν τη νύχτα. Έτσι κι εγώ έπρεπε για να τους καθησυχάζω, να φέρνω και καλούς βαθμούς”. Πού τον οδήγησε όλο αυτό;

Πέρασε στο Μαθηματικό, πήρε το πτυχίο του και στη συνέχεια έκανε και μεταπτυχιακό, παράλληλα με τη μουσική που ήδη ασχολιόταν επαγγελματικά. “Έπαιζα σε μαγαζιά και το πρωί πήγαινα στη σχολή” μου εξήγησε με μια απόλυτη φυσικότητα στο λόγο του, κάνοντάς με να σκεφτώ πως ήμουν εγώ ή και οι περισσότεροι από εμάς τα πρώτα χρόνια στο πανεπιστήμιο.

Το τηλεφώνημα και η συνεργασία σταθμός

Όποτε έβρισκε χρόνο από τα μαθήματα και τις εμφανίσεις στα μικρά μαγαζιά, έγραφε σε κασέτες κομμάτια και τα έστελνε στις δισκογραφικές εταιρείες. Μάταια όμως. Απάντηση δεν έπαιρνε με αποτέλεσμα να αρχίζει να τον πιάνει ένα παράπονο. Ποτέ του όμως δεν σκέφτηκε να το βάλει κάτω και να παρατήσει αυτό που αγαπούσε από παιδί. “Κάποιες φορές το στομάχι σφίγγεται, αλλά έλεγα κάνε υπομονή θα έρθει η σειρά σου”.

Ώσπου μια μέρα σαν όλες τις άλλες, ένα απόγευμα στο δρόμο της επιστροφής από τη σχολή χτύπησε το κινητό του. “Με πήρε ο πρόεδρος της δισκογραφικής εταιρίας που είχα στείλει μερικές κασέτες και μου είπε πως ήθελαν ένα από αυτά τα τραγούδια που είχα γράψει για το πει ο Στέλιος Ρόκκος. Και στη συνέχεια ήθελαν άλλα τρία για τον Νότη Σφακιανάκη. Καταλαβαίνεις πως ήμουν εκείνη την ώρα”.

 

Εύλογα τον ρώτησα κάτι που θα σκεφτόμασταν όλοι. “Καλά δεν σκέφτηκες αμέσως εκείνη τη στιγμή, ποιο πανεπιστήμιο; Θα γράφω τραγούδια και θα πληρώνομαι”. H απάντησή του όμως, έδειξε πολλά για τον χαρακτήρα και τις αξίες του. “Δεν σου κρύβω ότι ενθουσιάστηκα πάρα πολύ. Ήμουν αποφασισμένος να κλείσω τον κύκλο σπουδών μου όμως. Ήταν κόποι ζωής, δεν θα το άφηνα σε καμία περίπτωση. Κυρίως για προσωπική μου καλλιέργεια”.

Η συνεργασία με τον Νότη Σφακιανάκη άρχισε να τον κάνει γνωστό στον καλλιτεχνικό χώρο. Μετά την πρώτη τους συνεργασία, ακολούθησαν κι άλλες, η μία πιο πετυχημένη από την άλλη. Αυτή που είχα ξεχωρίσει προσωπικά ήταν για τον δίσκο “Κοινωνία Ώρα” του Νότη. Ποτέ μου δεν πίστευα ότι τραγούδια όπως ‘το Σύστημα’, ‘το Αγγελούδι’ και η ‘Διεφθαρμένη Συνουσία’ θα μπορούσε να τα γράψει ένας φοιτητής σχεδόν είκοσι χρονών. Γιατί τόσο ήταν το 2006 ο Βασίλης Δήμας, όταν κατάφερε με τους στίχους που έγραψε στον Σφακιανάκη να προκαλέσει τέτοια συζήτηση.

 

“Πέρα από τα ερωτικά τραγούδια, πάντα με ενέπνεαν καταστάσεις από την κοινωνία, όπως το να δω ένα παιδάκι να πεινάει στο δρόμο. Συγκεκριμένα ‘Το Σύστημα’ δημιουργήθηκε από την εικόνα που είχα τότε από τα τηλεπαιχνίδια. Τότε ήταν το Fame Story και μετά ακολούθησαν πάρα πολλά. Μου έκανε εντύπωση πώς γίνεται να τραγουδάμε μπροστά από 10 εκατομμύρια ανθρώπους όταν δεν είχαμε τραγουδήσει πρώτα μπροστά σε 100.

Έβλεπα να γίνονται γνωστοί άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν πρώτα σφυριλατηθεί στη μουσική. Επίσης είμαι λάτρης των παλιών, του Στράτου, του Στέλιου, που ξεκίνησαν σιγά σιγά, βήμα βήμα. Θυμάμαι άκουγα τα ίδια τραγούδια, τα ίδια πρόσωπα από τα παιδιά των παιχνιδιών αυτών. Σαν ατίθασος νέος μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να το εκφράσω”.

 

Βλέποντας ότι αυτό το παιδί έχει όρεξη και κυρίως ταλέντο, ο Νότης Σφακιανάκης τον προέτρεψε να αφήνει που και που τα τετράδια και τους στίχους και να ανεβαίνει στη σκηνή. Δεν μπορεί, κάτι θα ήξερε. Η συγκεκριμένη περίοδος στη ζωή του Δήμα ήταν ιδανική. Έβγαζε χρήματα, τα τραγούδια του είχαν αρχίσει να προκαλούν εντύπωση, ενώ η μία συνεργασία διαδεχόταν την άλλη.

Μόνο που λίγο έλειψε να χωρίσει με την κοπέλα του εξαιτίας του Σταμάτη Γονίδη. “Είχε γίνει και ένα ωραίο σκηνικό στο πρώτο τηλεφώνημα που μου έκανε ο Σταμάτης. Ήθελε να συνεργαστούμε και με πήρε τηλέφωνο την ώρα που ήμουν στο σινεμά με την κοπέλα μου. Μου λέει θέλω να σε δω τώρα και εγώ παράτησα την κοπέλα και την ταινία και έφυγα. Δεν γινόταν να χάσω αυτή την ευκαιρία”. Λίγο καιρό αργότερα βέβαια της έκανε πρόταση γάμου και την παντρεύτηκε, ενώ ο Γονίδης έγινε κουμπάρος τους. Ας έκανε κι αλλιώς.

Η περίοδος αυτή γέμισε με όνειρα τον Δήμα που έβλεπε πως τελικά τίποτα δεν πάει χαμένο. Με υπομονή και επιμονή, αργά ή γρήγορα θα ερχόταν η δικαίωση. Η συνεργασία όμως που τον άλλαξε, που τον έκανε να νιώσει υπερήφανος ήταν όταν ο Λευτέρης Παπαδόπουλος του ζήτησε να συνεργαστούν και να γράψει τη μουσική για τους στίχους που είχε ετοιμάσει για τον Πασχάλη Τερζή.

Τεράστιος σταθμός ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό μου παράσημο

Αν ανοίξει κάποιος τη λίστα με τα τραγούδια που έχει γράψει και δώσει σε καλλιτέχνες πραγματικά θα απορήσει. Τα περισσότερα είναι πολύ γνωστά. Τα έχουμε τραγουδήσει, έχουμε χαρεί. προβληματιστεί ή κλάψει μαζί τους. Δυστυχώς όμως για τον δημιουργό, τα φώτα ανάβουν μόνο για τον καλλιτέχνη. “Είναι προσωποκεντρικό το σύστημα στη μουσική βιομηχανία. Παλιά ήταν μπροστά οι δημιουργοί και από κάτω έγραφαν τραγουδάει ο τάδε, πλέον αυτά έχουν αλλάξει”. Δεν έχει μετανιώσει όμως για κάποιο τραγούδι που έδωσε, ενώ θα μπορούσε να το πει ο ίδιος; “Καθετί που γίνεται,για κάποιο λόγο γίνεται. Δεν μπορώ να μετανιώσω για κάτι”.

Αναγκαστικά δέχθηκε και το πείραγμα έχοντας γράψει στίχους όπως το ‘μ’ έχει κάνει το παρόν μου υλιστή και το μέλλον μου δεινό αλχημιστή’. αλλά και πολλούς άλλους πιο ‘ψαγμένους’. “Τελικά μήπως μας δουλεύεις και τελείωσες φιλολογία αντί για μαθηματικό;”. Γέλασε, αλλά απάντησε σαν να το περίμενε. “Αρκετοί μου λένε ότι θα μπορούσα να γίνω φιλόλογος. Αγαπώ πολύ την ελληνική γλώσσα και τη σωστή χρήση της”.

Όλη η ζωή μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα

Μετά από πολλές στροφές, ανηφόρες και κατηφόρες, ο δρόμος του τον έφερε στο σήμερα. Ο Βασίλης Δήμας εμφανίζεται ως πρώτο όνομα σε ένα ιστορικό μαγαζί της αθηναϊκής νύχτας, το Ποσειδώνιο, ενώ τα views του ‘Ραγίζει η καρδιά μου’ αυξάνονται με τρομερή ταχύτητα.

Αλήθεια, πώς έγραψε αυτό το κομμάτι, το οποίο θέλει, δεν θέλει από εδώ και στο εξής θα τον ακολουθεί στην πορεία του; “Ποτέ δεν κάνω κάτι με σκοπό να γίνει εμπορική επιτυχία. Δεν φανταζόμουν ότι θα γίνει αυτό το πράγμα. Ευχαριστώ τον κόσμο που το αγάπησε και το έβαλε στην κορυφή.

Θυμάμαι ήταν 1.20 το βράδυ και ήμουν με τον παραγωγό μου στη Sonar Music και φίλο μου, Ανδρέα Γιατράκο, στο στούντιο και ακούγαμε κομμάτια που είχαμε ετοιμάσει. Δεν μου άρεσε κανένα. Ήμασταν σε μια ένταση και είχα πονοκέφαλο. Λέω τώρα θα το γράψω ένα ακόμη. Πήρα ένα λευκό χαρτί και άρχισα να γράφω. Σκέφτηκα κάποια πράγματα και βγήκε. Μπήκα το τραγούδησα εκείνη τη στιγμή και το πρωί ήταν έτοιμο”.

 

Εκτός όμως από τη μουσική και το στίχο, έχει γίνει κινηματογραφική δουλειά και στο video clip: “Ο Γιάννης Παπαδάκος ευθύνεται γι’ αυτό. Ήταν ιδιαίτερο το concept και μου άρεσε. Θέλω να πειραματίζομαι. Το τραγούδι αυτό μου άνοιξε πρώτα απ’ όλα την αγκαλιά όλου του κόσμου, όλης της Ελλάδας. Έκανα μια περιοδεία το καλοκαίρι με αφορμή το κομμάτι και με γνώρισε το κοινό. Και μου ήρθε φυσικά και η πρόταση από το Ποσειδώνιο, όπου εμφανίζομαι φέτος με την Κατερίνα Στικούδη, τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, το συγκρότημα ‘Εκείνος κι Εκείνος’ και πολλά νέα και ταλαντούχα παιδιά”.

Αυτή ήταν η καλύτερη πάσα για την επόμενη ερώτηση που φυσικά είχε να κάνει με τα δευτερόλεπτα λίγο πριν βγει στη σκηνή και τραγουδήσει μπροστά στο κοινό μιας τόσο μεγάλης πίστας. “Δεν ένιωθα φόβο. Ένιωσα δέος και σεβασμό γιατί έχει φιλοξενήσει όλα τα κορυφαία ονόματα το συγκεκριμένο μαγαζί. Ήθελα πολύ να βγω στη σκηνή. Είχα ένταση και περίμενα πώς και πώς τη στιγμή που θα ξεσπούσα στο τραγούδι.

Τη μόνη στιγμή που ένιωσα έντονη συγκίνηση, ήταν όταν άκουγα τις φωνές του κόσμου και τις κόρνες. Σκέφτηκα ότι όλα αυτά γίνονται για εμένα, τον πατέρα μου που είχα χάσει, τη ζωή μου, τα live που είχα κάνει, τα μικρά μαγαζιά.

Μέχρι να βγω στην πίστα έβλεπα τη ζωή μου να περνάει από μπροστά μου σαν flash back

Ένιωσα μια ησυχία για λίγα δευτερόλεπτα. Μετά έσβησαν όλα και βγήκα. Ένιωσα ότι πέτυχα ένα όνειρο. Μόλις άνοιξαν οι πόρτες δεν καταλάβαινες ότι ήταν πρεμιέρα ήταν σαν να ήμουν εκεί 100 μέρες”.

Επόμενη στάση Hollywood

Είχαν περάσει σχεδόν τρεις ώρες από τη στιγμή που πρωτοσυναντηθήκαμε σε ένα αντικειμενικά εξαιρετικό σημείο πίσω από το καζίνο της Πάρνηθας, όμως το φως του ήλιου άρχισε σιγά σιγά να μας εγκαταλείπει. Αποφασίσαμε λοιπόν για το τελευταίο κομμάτι της συνέντευξης να κατευθυνθούμε προς το εσωτερικό του κτηρίου του καζίνο.

Μου έκανε πραγματικά εντύπωση το πόσο προσεκτικός ήταν ο Βασίλης ακόμη και στις λεπτομέρειες. Για παράδειγμα ήθελε τα ρούχα που είχε φέρει μαζί για τη φωτογράφιση να τακτοποιηθούν στην εντέλεια πριν αποχωρήσει. Σπάνια το συναντάς αυτό. Ειδικά σε ανθρώπους που δουλεύουν τη νύχτα και κοιμούνται την ημέρα. Όμως εκείνος δεν έχει μάθει έτσι. Και το παρουσιαστικό αν τον δεις στο δρόμο, σου κάνει πιο πολύ για καθηγητής μαθηματικών (που είναι άλλωστε), παρά για τραγουδιστής. Κι αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Ίσα ίσα.

Περπατώντας δίπλα του τον ρώτησα τι θα ήταν αυτό που θα ήθελε κάποια στιγμή να κάνει στο μέλλον πάνω στη δουλειά του. Το δικό του όνειρο. Ομολογώ πως η απάντησή του με εξέπληξε.

Θα ήθελα πάρα πολύ κάποτε να γράψω μουσική για μια ταινία του Hollywood

“Το soundtrack είναι η μέγιστη μορφή της σύνθεσης, να μεταφράζεις με μουσική εικόνες. Εκεί μιλάει η μουσική. Είναι μαγικό. Οι νότες είναι σαν να είναι λέξεις. Σκέψου μια εικόνα να πρέπει να την κάνω μουσική πόσο δύσκολο είναι”.

Σίγουρα ήταν το τελευταίο που περίμενα να ακούσω από έναν λαϊκό στιχουργό, συνθέτη και τραγουδιστή. Όμως ένα ταξίδι του στην Αμερική, όπως μου εξήγησε στη συνέχεια, ήταν αυτό που τον έκανε να δει τα πράγματα με διαφορετική ματιά. “Ήταν μια εποχή που έκανε περιοδεία στην Αμερική ο Νίκος Μακρόπουλος και με πήρε μαζί του να τραγουδήσω κι εγώ. Εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία και έκανα κι άλλα πράγματα εκεί.

 

Είδα τον Αλ Πατσίνο που θαυμάζω από παιδί στο Μπρόντγουεϊ και μετά στο Λας Βέγκας είδα τη Σελίν Ντιόν. Ήταν αυθεντικοί. Είδα ότι όταν είσαι ο εαυτός σου, ο κόσμος θα σε αγαπήσει πραγματικά. Έπαιζε ακόμη και το μάτι του Πατσίνο πάνω στη σκηνή, ενώ η Σελίν είχε τέτοια ηρεμία που σε καθήλωνε. Πρόσεχα την παραμικρή λεπτομέρεια.

Πήρα πράγματα από τον Αλ Πατσίνο και την Σελίν Ντιόν. Με επηρέασαν και προσπάθησα να βάλω στοιχεία τους στη μουσική μου

Ακόμη κι από το κοινό διδάχθηκα. Πώς ακούει, πώς στέκεται απέναντι στον καλλιτέχνη. Γύρισα διαφορετικός από εκείνο το ταξίδι”.

Ωραίο το Hollywood, γιατί όχι, μακάρι, αλλά για να τον προσγειώσω του ζήτησα να μου θέσει έναν πιο άμεσα πραγματοποιήσιμο στόχο. “Εντάξει, επόμενος στόχος είναι ο δίσκος. Μακροπρόθεσμος να έχω γίνει ένας διαχρονικός καλλιτέχνης με χαμηλό προφίλ που θα έχει απασχολήσει μόνο με το έργο του. Με τίποτε άλλο. Προσπαθώ να ασχολούμαι μόνο με αυτό”. Πάντως μέχρι τώρα μια χαρά τα καταφέρνει σε αυτό το κομμάτι.

Εκτός πίστας από όσο μου είπε προσπαθεί να περνάει ποιοτικό χρόνο με τη σύζυγό του (εκείνη που παράτησε μια μέρα στο σινεμά για τον Γονίδη) και το παιδί του. Ναι, έχει προλάβει να κάνει και οικογένεια. “Το γέλιο ενός μικρού παιδιού σε μαθαίνει τον ορισμό της ευτυχίας. Δεν υπάρχει κάτι πιο όμορφο στον κόσμο“, μου είπε και έλαμψε το πρόσωπό του. Κάτι θα ξέρει παραπάνω. Ό,τι κι αν κάνει βέβαια, έχει πάντα μια λευκή κόλλα χαρτί μαζί του κι ένα στυλό για να σημειώνει κάθε λεπτομέρεια που μπορεί να του κάνει εντύπωση. “Μου φαίνεται πως βλέπεις στίχους ακόμη και στον ύπνο σου”, του είπα μεταξύ σοβαρού κι αστείου, αλλά δεν το αρνήθηκε.

 

Το τρίπτυχο της επιτυχίας για να καταφέρεις να κρατηθείς στην πορεία σου παρά τις στροφές που θα συναντήσεις στη διαδρομή, σύμφωνα με τον Βασίλη Δήμα είναι η ταπεινότητα, η ειλικρίνεια και η αυθεντικότητα.

Την καλύτερη ατάκα όμως, μου την είπε λίγο πριν αποχαιρετηστούμε και φύγουμε από την Πάρνηθα, όταν τον ρώτησα (επηρεασμένος κι από το καζίνο που έβλεπα δίπλα) αν πιστεύει στην τύχη. ”Δεν πιστεύω στην τύχη, αλλά στα τείχη που πρέπει να υπερπηδάς για να γίνεσαι καλύτερος”.