EUROKINISSI
OPINIONS

O Tάκης Τσουκαλάς δεν είναι καλτ, είναι ένας καθημερινός ρατσιστής

Λίγες ψύχραιμες σκέψεις μετά τη στερεοτυπική επίθεση στον Θανάση Αντετοκούνμπο.

Υπάρχει μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, δημοσίων προσώπων καλύτερα, με ενός είδους ακαταλόγιστο που προκύπτει από το γεγονός ότι τους έχουμε τοποθετήσει σε μια συγκεκριμένη σφαίρα που αποκλείει οποιαδήποτε κριτική ανάλυση των λεγομένων τους, γιατί “δεν αξίζει να ασχολούμαστε μαζί τους”. Μα καλά θα δίνουμε σημασία στον Τσουκαλά; Θα δίνουμε σημασία στον Χίο; Τον πατέρα Κλεομένη; Τον Παναγιώτη Ψωμιάδη;

Την Παρασκευή, μετά τη νίκη του Παναθηναϊκού στο μπάσκετ, νίκη που ήρθε σχεδόν αποκλειστικά από την ενέργεια που έβγαλε στο παρκέ ο Θανάσης Αντετοκούνμπο, στην οπαδική εκπομπή του, ο Τάκης Τσουκαλάς ανέφερε τα εξής:

Με έναν πίθηκο, εκείνος ο Αντεμπακούμπο πίθηκος είναι! Ό,τι σας λέω. Τι είναι αυτά που έκανε ο καραγκιόζης ρε; Δεν ντρέπεται λιγάκι; Ξεφτιλίζει και τον αδερφό του;

Είναι μάλιστα η δεύτερη φορά που ο Τσουκαλάς καταπιάνεται με τον Αντετοκούνμπο. Τον Ιούνιο που μας πέρασε ο Θανάσης μπήκε ξανά στο στόχαστρο του Τσουκαλά:

O Aντεμπακούμπο. Τι; Aυτός ξέρει μπάσκετ; Τι; Επειδή ο αδερφός του παίζει εκεί; Το παίζει και Έλληνας, ε; Και δοξάζει και την Ελλάδα, ε; […] καραγκιοζιλίκια, αυτά δεν τα κάνουν Έλληνες, άλλοι ιθαγενείς τα κάνουν

Κατά την απομαγνητοφώνηση των παραπάνω αποσπασμάτων σκέφτηκα πολύ αν θα περάσω τη λέξη ως ‘Αντεμπακούμπο’, όπως την ανέφερε ο Τσουκαλάς, ή ‘Αντετοκούνμπο’, όπως είναι το όνομά του διεθνούς Έλληνα μπασκετμπολίστα. Η χρήση της λέξης  ‘Αντεμπακούμπο’ είναι από μόνη της ενδεικτική ότι το θεματάκι μπορεί να πάρει και μια αστεία τροπή. Ο Τσουκαλάς είναι αυθεντικός με τη γραφικότητα του αυθεντικού λαϊκού ανθρώπου που δεν ξέρει πώς προφέρονται μεγάλες λέξεις, οπότε, ε, το να λες ‘πίθηκο’ κάποιον χάνεται μέσα στη θολούρα της καφενειακής κουβέντας. Αυτός που (ανα)παράγει τον ρατσιστικό λόγο μιλώντας με αυτόν τον τρόπο, παίρνει έναν αέρα καρικατούρας που σκέφτεται και δρα σαν κάποιου τύπου μίμηση του εαυτού του, σαν να κάνει κωμική περφόρμανς. Τον αντιμετωπίζουμε δηλαδή σαν ηθοποιό που υποδύεται τον εαυτό του. Είναι διαφορετικό να εκφέρεις ρατσιστικό λόγο φορώντας κουστούμι και διαφορετικό να εκφέρεις ρατσιστικό λόγο ντυμένος Ζορό. Στη δεύτερη περίπτωση παίρνεις την ασυλία που σου προσφέρει η γραφικότητά σου.

Ο τρόπος αναφοράς του Τσουκαλά στον Θανάση (που ταυτόχρονα κατά τον ίδιο ‘ξεφτιλίζει τον αδερφό του’) δείχνει το πώς λειτουργεί ο γηπεδικός, ο μη συστημικός και μη θεσμοποιημένος ρατσισμός. Ο Τσουκαλάς δεν έχει στη βάση των λόγων του κάποια συγκροτημένη ρατσιστική ιδεολογία, κάποια αναφορά στις φυλετικές θεωρίες του ντε Γκομπινό. Απλά αναπαράγει στερεοτυπικές προκαταλήψεις που δε θα χάνονταν, αλλά θα κρύβονταν σε περίπτωση που, για παράδειγμα, oι Αφροαμερικανοί παίκτες του Ολυμπιακού LeDay και Goss έπαιρναν το παιχνίδι. Το μη συγκροτημένο ρατσιστικό σύστημα ιδεών έχει ως βασική του ιδιότητα ότι είναι ευκαιριακό, έρχεται με ξεσπάσματα. Χρησιμοποιείται όταν το θύμα της ρατσιστικής συμπεριφοράς εκνευρίζει, ξεβολεύει, δεν κάνει τη χάρη μας. Ο Αντετοκούνμπο έχει δικαίωμα να είναι μαύρος αρκεί να παίζει στην ομάδα μας ή να μην προκαλεί, όταν παίζει στην αντίπαλη.

Ο Τσουκαλάς, λοιπόν, δεν αναπαράγει μια φυλετική θεωρία, αναπαράγει τον καθημερινό ρατσισμό. Άλλωστε, ο ίδιος ο ρατσισμός -ως πρακτική- έχει μια διαγενεακή μορφή: μεταφέρεται από τη μια γενιά στην άλλη μέσω εικόνων και προκαταλήψεων, χωρίς να είναι απαραίτητο να έχει διαβάσει -αυτός που αναπαράγει μια προκατάληψη- οποιαδήποτε ρατσιστική θεωρία. Με αυτή την έννοια, και με δεδομένο ότι ο ρατσισμός δεν είναι ένας, πρέπει να ασχολούμαστε με την εκφορά ρατσιστικού λόγου από οποιονδήποτε και αν τύχει να τον αναπαράγει, όσο γραφικός και αν φαίνεται ότι είναι. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που την πατάμε με το να δίνουμε δημόσιο λόγο στη γραφικότητα.

Ο Χίος ήταν αστείος (πράγματι ήταν) και γραφικός γιατί έβριζε και έκλεινε γραμμές, γιατί ούρλιαζε. Τώρα το ‘Μακελειό‘ έχει χιλιάδες χτυπήματα και η Χρυσή Αυγή κάτι σαν δική της εφημερίδα. Ο Άδωνις ρώταγε αν τα λιγουρευόμαστε και τόνιζε ότι οι έρευνες του Γιώργου Πάλμου είχαν τεράστιο ενδιαφέρον. Τώρα είναι αντιπρόεδρος του συντηρητικού κόμματος της χώρας. Ο πατήρ Κλεομένης ήταν το κομμάτι της ιλαροακροδεξιάς, της συνωμοσίας και του αστείου. Μετά όμως ήταν παρών σε κάθε προπηλακισμό, κάθε εκδήλωση και πρακτική της μαύρης συντήρησης πλάι σε ακροδεξιούς.

 

Διαπνεόμαστε (το α’ πληθυντικό δεν είναι νόθο εδώ, ξέρω σχεδόν 200 ατάκες του Τάκη απ’έξω) από μια ευκολία στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τέτοιες φιγούρες. Μας θυμίζουν τον συντηρητικό θείο μας, τον τρελό που παραμιλούσε στο μετρό. Αν το καλοσκεφτεί κανείς όμως, η ελιτίστικη κοροϊδία φιγούρων σαν και αυτές το μόνο που καταφέρνει είναι να τους δώσει αυτό που απεγνωσμένα ψάχνουν: την απόλυτη αντισυστημικότητα και τον απαραίτητο χώρο στον δημόσιο λόγο. Γι’αυτό από ένα σημείο και μετά πρέπει να αντιμετωπίζονται και ως αυτό ακριβώς που είναι: επικίνδυνοι.

Τελικά, αν έχει ένα χαρακτηριστικό η εποχή μας είναι ότι έχει καθολικά διαλύσει τα αυστηρά στεγανά μεταξύ του ‘υψηλού’ και του ‘χαμηλού’ και συνεπαγωγικά του ‘σοβαρού’ και του ‘γελοίου’.  Σε αυτή τη μεγάλη εικόνα διάλυσης των στεγανών αυτών, είναι εύκολο, ή ακόμα ακριβέστερα βολικό, να τα δούμε όλα ως ασόβαρα και γελοία υιοθετώντας έναν μηδενισμό που υπνωτίζει και τελικά ωραιοποιεί μια συνθήκη που μόνο γελοία και όμορφη δεν είναι.

(Φωτογραφίες: Eurokinissi)